ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
FONT>Υπόθεση Αρ. 653/99
ΕΝΩΠΙΟΝ: Π. ΑΡΤΕΜΗ, Δ.
Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος.
'Oλγα Θεοχάρους,
Αιτήτρ ια,
και
Κυπριακός Οργανισμός Τουρισμού,
Καθ΄ου η αίτηση.
- - - - -
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ:
30.10.01Για την αιτήτρια: κα Ε. Γαβριήλ για κ. Ι. Νικολάου
Για τους καθ΄ων η αίτηση: κ. Α. Δικηγορόπουλος
Για ενδιαφερόμενο μέρος: κ. Χ" Τζιοβάννης για κ. Κ. Μιχαηλίδη
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Αμφισβητείται το κύρος της απόφασης του Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού (στο εξής ο Οργανισμός) με την οποία διορίσθηκε η Λουκία Πανταζή (στο εξής το ενδιαφερόμενο πρόσωπο) στη μόνιμη θέση Τουριστικού Λειτουργού από 15.5.95 και για σκοπούς αρχαιότητας από 22.9.92.
Η αιτήτρια είχε αρχικά προσληφθεί στον Οργανισμό στη θέση Βοηθού Επιθεωρητή 1ης Τάξης πάνω σε έκτακτη βάση από 11.9.85. Από 1.2.86 διορίσθηκε στη μόνιμη θέση του Βοηθού Επιθεωρητή 1ης Τάξης και από 1.2.92 προήχθηκε στη μόνιμη θέση Τουριστικού Λειτουργού.
Το ενδιαφερόμενο πρόσωπο προσελήφθη στον Οργανισμό την 1.11.90 στη μόνιμη θέση Τουριστικού Λειτουργού. Η παρούσα προσφυγή αποτελεί συνέχεια ενός μακρού ιστορικού δικαστικών αμφισβητήσεων στις οποίες είχαν εμπλακεί μεταξύ άλλων, η αιτήτρια και το ενδιαφερόμενο μέρος επιδιώκοντας κατά καιρούς την ακύρωση πράξεων του Οργανισμού με τις οποίες διορίζονταν διαδοχικά στην επίδικη θέση.
Το Δικαστήριο είχε αρχικά κηρύξει άκυρη την απόφαση του Οργανισμού με την οποία διορίσθηκε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο. Επρόκειτο για τις Προσφυγές 1021 και 1023/90 ημερομηνίας 30.3.91 στις οποίες κρίθηκε υπό το φως σχετικής προς τούτο απόφασης της Ολομέλειας ότι η διοικητική πράξη που προσβάλλετο είχε ληφθεί από όργανο ή αρχή μη νόμιμα συγκροτημένο. Το θέμα εμφανίσθηκε και πάλιν ενώπιον του Δικαστηρίου, όταν κατόπιν προφανώς επανεξέτασης της υπόθεσης και με βάση νόμιμη πλέον σύνθεση του αποφασίζοντος οργάνου, διορίσθηκε εκ νέου το ενδιαφερόμενο πρόσωπο μαζί με τους Κλεάνθη Ναύτη και Αλεξάνδρα Κωνσταντινίδου, αναδρομικά στη θέση του Τουριστικού Λειτουργού. Αντιδρώντας τότε η αιτήτρια, είχε προσβάλει με άλλους δύο αιτητές, την πιο πάνω απόφαση με την υπ΄αριθμόν 552/91 προσφυγή. Είχαν πετύχει νέα ακύρωση της, αφού το Δικαστήριο έκρινε στην απόφασή του (ημερομηνίας 22.9.92) ότι η συμπερίληψη στα στοιχεία αξιολόγησης των υποψηφίων των αποτελεσμάτων των συνεντεύξεων, όπως αυτά διαμορφώθηκαν με βάση τις κρίσεις και εντυπώσεις των μελών ενός οργάνου με αντισυνταγματική συγκρότηση καθιστούσε και πάλι άκυρους τους επίδικους διορισμούς.
Το θέμα επανεξετάσθηκε κάτω από το πρίσμα των επισημάνσεων της πιο πάνω δικαστικής απόφασης. Αποφασίσθηκε δε από το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού όπως απαλειφθεί το στοιχείο της απόδοσης των υποψηφίων στις προφορικές συνεντεύξεις, από τα κριτήρια για την τελική επιλογή των υποψηφίων. Στο τέλος της διαδικασίας που ακολούθησε κρίθηκε ότι τέσσερεις υποψήφιοι, μεταξύ των οποίων και η αιτήτρια, ήταν οι καταλληλότεροι για διορισμό. Προσφέρθηκε ακολούθως διορισμός στους τρεις εκ των οποίων η μία δεν τον αποδέχθη με αποτέλεσμα να διορισθεί στη θέση η αιτήτρια. Οι διορισμοί είχαν και πάλι αναδρομική ισχύ (από 1.11.90). Ήταν η σειρά του ενδιαφερόμενου μέρους να επανέλθει στο δικαστικό προσκήνιο προσβάλλοντας τους πιο πάνω διορισμούς με την υπ΄αριθμόν 10/97 προσφυγή. Ισχυριζόμενη ότι επρόκειτο για άκυρη απόφαση εφόσον λήφθηκαν υπόψη κατά τη διαδικασία, γραπτές εξετάσεις που είχαν προκηρυχθεί και διεξαχθεί από ανύπαρκτο νομικά όργανο. Το Δικαστήριο στην απόφασή του αποδέχθηκε την πιο πάνω θέση και ακύρωσε την απόφαση που αμφισβητείτο. Η σχετική δικαστική απόφαση δόθηκε στις 26.2.99. Εν τω μεταξύ, πριν την εκδίκαση της προσφυγής που προαναφέρθηκε, το ενδιαφερόμενο πρόσωπο (το οποίο υπηρετούσε τότε σε προσωρινή βάση σε μόνιμη θέση που κενώθηκε) είχε αποταθεί με επιστολή της ημερομηνίας 17.7.98 προς τη Γενική Διευθύντρια του Οργανισμού ζητώντας τη μονιμοποίησή της στην κενή μόνιμη θέση όπου ήδη υπηρετούσε. Η επιστολή περιείχε μάλιστα τους λόγους στους οποίους στήριζε το αίτημά της και ως εκ τούτου είναι χρήσιμη η παράθεση του περιεχομένου της αυτούσιου:
"Αποκατάσταση στη Μόνιμη θέση Τουριστικού Λειτουργού
στον Κυπριακό Οργανισμό Τουρισμού
- - - - - -
Το άρθρο 36 του Περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου 1/90, το οποίο αν και δεν είναι απ΄ευθείας εφαρμόσιμο στις Υπηρεσίες του Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού, θεσμοθετεί Αρχές Χρηστής Διοικήσεως προς τις οποίες ο ΚΟΤ έχει και δικαίωμα και καθήκον να συμμορφώνεται.
Αιτούμαι Μόνιμο Διορισμό στη θέση του Τουριστικού Λειτουργού για τους ακόλουθους λόγους: Υπηρετώ στη θέση του Τουριστικού Λειτουργού σε προσωρινή βάση, από μήνα σε μήνα, έναντι κενής μόνιμης θέσης Τουριστικού Λειτουργού, κατόπιν επιλογής, τόσο από την 1.11.1990 όσο και από την 22.9.1992, και ως εκ τούτου σύμφωνα με τις Αρχές που έχουν ενσωματωθεί στο προαναφερόμενο άρθρο 36, η κενή μόνιμη θέση έναντι της οποίας υπηρετώ δεν θα πρέπει να δημοσιευθεί αλλά να γίνουν όλες οι δέουσες διαδικασίες για το μονιμο διορισμό μου σε
αυτή.Δέον να σημειωθεί ότι έχω όλα τα απαιτούμενα από το σχετικό Σχέδιο Υπηρεσίας προσόντα, πλέον μεταπτυχιακό δίπλωμα, είμαι ο μοναδικός υπάλληλος στον ΚΟΤ που υπηρετεί σε προσωρινή βάση έναντι κενής μόνιμης θέσης και έχω τη μακρότερη διάρκεια υπηρεσίας ως προσωρινός Τουριστικός Λειτουργός από οποιονδήποτε άλλο άτομο στην Υπηρεσία του ΚΟΤ ο οποίος κατέχει τα εν λόγω προσόντα."
Το ζήτημα απασχόλησε το Διοικητικό Συμβούλιο του οργανισμού κατά τη συνεδρίαση της 15.10.98 κατά την οποίαν αποφασίσθηκε όπως προσφερθεί διορισμός στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο αναδρομικά από 15.5.95 σύμφωνα, όπως αναγράφεται στο σχετικό πρακτικό, με τις πρόνοιες του άρθρου 36 των περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμων αρ. 1/90 και επίσης όπως για σκοπούς αρχαιότητας οι υπηρεσίες του να ληφθούν υπόψη από 22.9.1992. Αυτή ακριβώς την απόφαση προσβάλλει η αιτήτρια με την παρούσα προσφυγή.
Ισχυρίζεται η αιτήτρια ότι η απόφαση που προσβάλλεται είναι προϊόν πλάνης περί το νόμο και τα πράγματα και λήφθηκε όπως υποστηρίζει χωρίς τη δέουσα έρευνα. Αμφισβητεί βασικά το κατά πόσον οι πρόνοιες του άρθρου 36 του Ν. 1/90 θα μπορούσαν να εφαρμοσθούν στην προκείμενη περίπτωση και να αποτελέσουν συνακόλουθα το νομικό υπόβαθρο της επίδικης απόφασης. Εισηγείται περαιτέρω ότι η θεμελιωμένη νομολογιακά αρχή η οποία επιβάλλει την αποκατάσταση της σταδιοδρομίας υπαλλήλων σε θέσεις που κατείχαν πριν την ακύρωση δεν έχει έδαφος εφαρμογής όταν πρόκειται για διορισμό σε μόνιμη θέση. Η αποκατάσταση σταδιοδρομίας εφαρμόζεται, κατά την άποψή της, μόνο σε περιπτώσεις προαγωγής.
Υποστηρίζεται επίσης από την αιτήτρια ότι παραβιάσθηκε με την προσβαλλόμενη απόφαση, η αρχή της ισότητας αφού με τον τρόπο που έγινε η διαδικασία διορισμού του ενδιαφερομένου προσώπου, αποκλείστηκαν άλλοι πιθανοί διεκδικητές της επίδικης θέσης. Το επιχείρημα για παραβίαση της αρχής της ισότητας και προνομιακής μεταχείρισης του ενδιαφερόμενου προσώπου, υποστηρίζεται με εκτενή αναφορά σε νομολογία των Ελληνικών Δικαστηρίων και αποσπάσματα από θεωρητικές προσεγγίσεις συνταγματικής φύσης. Το κύρος της απόφασης αμφισβητείται επίσης λόγω έλλειψης αιτιολογίας, γιατί όπως ισχυρίζεται η αιτήτρια δεν καταγράφηκαν στα πρακτικά οι λόγοι για τους οποίους διορίστηκε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο.
Αυτό που βασικά αμφισβητείται είναι η νομιμότητα της απόφασης για διορισμό κατ΄επίκληση του άρθρου 36 του Ν. 1/90 χωρίς προκήρυξη και ανοικτό διαγωνισμό.
Απαντώνας στους πιο πάνω ισχυρισμούς, οι καθ΄ων η αίτηση παραθέτουν τις σχετικές νομοθετικές πρόνοιες και κανονιστικές διατάξεις που περιέχονται στον περί Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού Νόμο (54/69) και στους περί Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού (Διάρθρωσις και Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμούς (ΚΔΠ 829/70) προσθέτοντας ότι δεν έχει αποδείξει η αιτήτρια οποιαδήποτε παραβίαση συνταγματικής αρχής και ότι δεν έχει στοιχιειοθετήσει την κατ΄ισχυρισμό νομική ή πραγματική πλάνη. Απορρίπτουν τον ισχυρισμό που προβλήθηκε από την αιτήτρια ότι με βάση τα καταγεγραμμένα στο πρακτικό της επίδικης συνεδρίασης της 15.10.98 ο διορισμός του ενδιαφερομένου προσώπου έγινε για σκοπούς αποκατάστασης της σταδιοδρομίας της και αντιτείνουν ότι στην παρούσα υπόθεση ο Οργανισμός ενήργησε σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο Νόμο και τους κανονισμούς, η δε απόφαση του ήταν εύλογα επιτρεπτή και πλήρως αιτιολογημένη.
Προβλήθηκε προδικαστική ένσταση από το δικηγόρο του ενδιαφερόμενου προσώπου. Υποστηρίχθηκε σχετικά ότι εφόσον η αιτήτρια είχε διορισθεί στη μόνιμη θέση Τουριστικού Λειτουργού αναδρομικά από 1.11.90 και συνέχιζε κατά το χρόνο διορισμού του ενδιαφερομένου προσώπου να κατέχει την ίδια μόνιμη θέση στερείται εννόμου
συμφέροντος ως προϋπόθεση παραδεκτής προσβολής της επίδικης απόφασης. Ο ισχυρισμός φαίνεται βάσιμος. Όπως προκύπτει από τους διοικητικούς φακέλους που παρουσιάσθηκαν και κατατέθηκαν ως τεκμήρια ενώπιον του Δικαστηρίου, κατά το χρόνο έκδοσης της απόφασης που αμφισβητείται, η αιτήτρια κατείχε τη μόνιμη θέση του Τουριστικού Λειτουργού. Η απόφαση του Δ.Σ. του Οργανισμού με την οποίαν προσφέρθηκε διορισμός στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο λήφθηκε κατά τη συνεδρίαση της 15.10.98 και αυτή είναι που προσβάλλεται με την παρούσα. Η δικαστική απόφαση με την οποίαν ακυρώθηκε η απόφαση διορισμού της αιτήτριας εκδόθηκε όπως ήδη επισημάνθηκε ανωτέρω, στις 26.2.99. Είναι γνωστές και καλά θεμελιωμένες οι αρχές που διέπουν το θέμα της ύπαρξης έννομου συμφέροντος ως προϋπόθεση παραδεκτού της προσφυγής. Σαφέστατη είναι και η σχετική συνταγματική διάταξη (Άρθρο 146 (2)).Αναφέρεται στα γεγονότα της αίτησης ότι η επίδικη απόφαση γνωστοποιήθηκε στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο την 13.5.99. Έχω όμως διαπιστώσει ότι υπάρχει στο διοικητικό φάκελο επιστολή που αποδεικνύει ότι η γνωστοποίηση έγινε πολύ ενωρίτερα και το σημαντικότερο, πριν την έκδοση της απόφασης στην Προσφυγή 10/97 με την οποίαν ακυρώθηκε ο διορισμός της αιτήτριας. Φέρει ημερομηνία 16.10.98 και έχει το ακόλουθο περιεχόμενο:
"16 Οκτωβρίου, 1998
Κα
Λουκία Πανταζή Αντωνιάδου
Ενταύθα
Επιθυμώ να αναφερθώ στο αίτημα σας για διορισμό στη μόνιμη θέση Τουριστικού Λειτουργού και να σας πληροφορήσω ότι το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού στη συνεδρία του ημερομηνίας 15.10.1998, αφού συζήτησε διεξοδικά το όλο θέμα αποφάσισε όπως σας προσφέρει διορισμό στην εν λόγω θέση αναδρομικά από 15.05.1995, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 36 των περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμων αρ. 1/90.
Η επιστολή προσφοράς διορισμού με τους όρους εργασίας σας, θα σας κοινοποιηθεί το συντομότερο."
Εκτός από προσωπικό και άμεσο, το έννομο συμφέρον πρέπει να είναι και ενεστώς παρόν, όπως προαναφέρθηκε. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να είναι ήδη υπαρκτό και όχι μελλοντικό ή ενδεχόμενο.
Όπως υποστηρίζεται από την κρατούσα στη θεωρία άποψη, (βλ. π.χ. Επ. Σπηλιωτόπουλου, Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου, 8η έκδ. 1997, σελ. 468, Π.Δ. Δαγτόγλου Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, 4η έκδ. 1997, σελ. 406) το έννομο συμφέρον πρέπει να υπάρχει στο πρόσωπο του αιτούντος σωρευτικά σε τρία χρονικά σημεία: κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης, κατά την άσκηση της αίτησης ακύρωσης και κατά τη συζήτηση της υπόθεσης. Όπως προκύπτει από τα γεγονότα της παρούσας, δεν υφίσταται στην προκείμενη περίπτωση έννομο συμφέρον, αφού κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης,δηλαδή κατά την ημερομηνία όπου λήφθηκε η απόφαση του Δ.Σ. του Οργανισμού (15.10.98) ή έστω κατά την ημερομηνία που γνωστοποιήθηκε αυτή στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο (16.10.98) η αιτήτρια κατείχε και υπηρετούσε στη μόνιμη θέση Τουριστικού Λειτουργού. Δεν είχε δηλαδή δημιουργηθεί ο ιδιαίτερος δεσμός της αιτήτριας με τη συγκεκριμένη απόφαση του Οργανισμού εφόσον κατείχε ήδη κατά την έκδοσή της, που ήταν το κρίσιμο χρονικό σημείο, την ίδια ακριβώς θέση στην οποία είχε διορισθεί με αναδρομική μάλιστα ισχύ, από 1.11.90 και έτσι υπερτερούσε έναντι του ενδιαφερομένου προσώπου σε αρχαιότητα, σε βαθμό που η προσβαλλόμενη απόφαση, της οποίας επεδίωξε εκ των υστέρων την ανατροπή, δεν της επέφερε κατά την έκδοση, οποιαδήποτε βλάβη.
Υπό το φως των πιο πάνω δεδομένων φαίνεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη δεν αφορούσε την αιτήτρια, η οποία δεν είχε έννομο συμφέρον για την προσβολή της κατά το χρόνο της έκδοσής της αφού η βλάβη της προέκυψε μεταγενέστερα (26.2.99) με τη δικαστική απόφαση που ακύρωσε την απόφαση διορισμού της. Το έννομο συμφέρον της δεν μπορεί να θεωρηθεί ενεστώς εκ μόνου του λόγου ότι υπήρχε κατά το χρόνο άσκησης της προσφυγής εφόσο δεν υπήρχε και κατά το χρόνο έκδοσης της προσβαλλόμενης απόφασης.
Η προδικαστική ένσταση γίνεται συνεπώς δεκτή και η αίτηση απορρίπτεται ως απαράδεκτη, με έξοδα εναντίον της αιτήτριας.
Π. Αρτέμης,
Δ.
/Χ.Π.