ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Δεν έχει εντοπιστεί νομοθεσία ή απόφαση ή δικονομικός θεσμός στον οποίο να κάνει αναφορά η απόφαση αυτή
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση Αρ. 58/2000
Ενώπιον
: ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ, Δ.Αναφορικά με τα Άρθρα 25, 26 και 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
Νίκου Αργύρη, εκ Λεμεσού
Αιτητή
- και -
Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου
εκ Λευκωσίας
Κα θ΄ ου η αίτηση
- - - - - -
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ
: 12.7.2001Για τον αιτητή: κ. Π. Κλεοβούλου.
Για το καθ΄ου η αίτηση: κα Μ. Αντωνίου.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Μεταξύ των αρμοδιοτήτων του Επιστημονικού και Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου (το ΕΤΕΚ) είναι και η εγγραφή των δικαιούχων προσώπων στο Μητρώο Μελών του καθώς και η επιβολή και είσπραξη τελών, συνδρομών και άλλων επιβαρύνσεων από τα μέλη του (άρθρα 5, 25 και 28 των περί Επιστημονικού και Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου Νόμων του 1990-1997).
Στις 5.4.1995 ο αιτητής υπέβαλε αίτηση για εγγραφή στο Μητρώο των Μελών του ΕΤΕΚ. Αφού εξετάστηκε η αίτηση, με επιστολή ημερομηνίας 7.4.1995, το ΕΤΕΚ πληροφόρησε τον αιτητή ότι η Διοικούσα Επιτροπή ενέκρινε την εγγραφή του στον κλάδο της Ηλεκτρονικής Μηχανικής. Με την ίδια επιστολή ο αιτητής πλρηοφορήθηκε για την επιβολή του ποσού των ΛΚ45, ως ετήσια συνδρομή για το έτος 1995, και του ποσού των ΛΚ20 για την έκδοση της ετήσιας άδειας άσκησης επαγγέλματος για το έτος 1995. Ο αιτητής δεν εξόφλησε τα χρηματικά αυτά ποσά.
Μετά δύο περίπου χρόνια, με επιστολή του ημερομηνίας 16.4.1997, το ΕΤΕΚ πληροφόρησε τον αιτητή ότι όφειλε το χρηματικό ποσό των ΛΚ195, που αντιπροσώπευε τα τέλη εγγραφής, της ετήσιες συνδρομές και το δικαίωμα ασκήσεως επαγγέλματος για τα έτη 1995 μέχρι και 1997. Εις απάντηση, ο αιτητής, με επιστολή του ημερομηνίας 8.5.1997, ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι δεν θεωρούσε τον εαυτό του μέλος του ΕΤΕΚ και ότι, παρά την υποβολή αίτησης για εγγραφή του στο ΕΤΕΚ, και παρά την έγκρισή της, δεν θεωρούσε ορθό να καταβάλει τα απαιτούμενα ποσά για τους λόγους που επικαλέσθηκε στην εν λόγω επιστολή. Εις απάντηση, με επιστολή του ημερομηνίας 9.6.1997, το ΕΤΕΚ πληροφόρησε τον αιτητή ότι το όνομά του είχε συμπεριληφθεί στο Μητρώο Μελών και, επομένως, είχε υποχρέωση, βάσει του νόμου, να καταβάλει τα τέλη εγγραφής, τις ετήσιες συνδρομές και τα δικαιώματα ασκήσεως επαγγέλματος. Με την ίδια επιστολή ο αιτητής πληροφορήθηκε ότι εάν επιθυμούσε να διαγραφεί από το Μητρώο Μελών θάπρεπε να υποβάλει γραπτή αίτηση. Εις απάντηση, ο αιτητής, με επιστολές του ημερομηνίας 22.9.1997 και 29.10.1997, επανέλαβε τη θέση του ότι δεν είναι και δεν ήταν ποτέ μέλος του ΕΤΕΚ.
Στη συνέχεια, με νέα επιστολή του ημερομηνίας 13.11.1997, το ΕΤΕΚ πληροφόρησε τον αιτητή ότι όφειλε το χρηματικό ποσό των ΛΚ260, που αντιπροσώπευε τα τέλη εγγραφής, τις ετήσιες συνδρομές και το δικαίωμα ασκήσεως επαγγέλματος για τα έτη 1995 μέχρι και 1998. Αντιδρώντας ο αιτητής, με επιστολή του ημερομηνίας 4.8.1998, υπέβαλε αίτηση για διαγραφή του από το Μητρώο Μελών του ΕΤΕΚ. Στις 19.8.1998 το ΕΤΕΚ, με σχετική επιστολή του, πληροφόρησε τον αιτητή ότι, για να καταστεί δυνατή η εξέταση της αίτησής του για διαγραφή, θάπρεπε να υποβάλει λεπτομέρειες των καθηκόντων της εργασίας του. Ο αιτητής δεν απάντησε στην επιστολή αυτή.
Με νέα επιστολή του ημερομηνίας 4.11.1999, το ΕΤΕΚ πληροφόρησε τον αιτητή ότι όφειλε το χρηματικό ποσό των ΛΚ416, που αντιπροσώπευε τα τέλη εγγραφής, τις συνδρομές και τα δικαιώματα ασκήσεως επαγγέλματος για τα έτη 1995 μέχρι και 2000.
Το περιεχόμενο της τελευταίας επιστολής του ΕΤΕΚ είναι το αντικείμενο της προσφυγής με την οποία ο αιτητής ζητά από το Δικαστήριο την ακόλουθη θεραπεία:
Α. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των Καθ΄ων η Αίτηση ημερομηνίας 04/11/1999, της οποίας ο Αιτητής έλαβε γνώση στις 11/11/99 και δια της οποίας οι Καθ΄ων η Αίτηση επέβαλαν στον Αιτητή την πληρωμή του ποσού των ΛΚ416,00= ως ετήσιες συνδρομές μέλους των, καθώς και για δικαιώματα άσκησης επαγγέλματος και επιβαρύνσεις για τα έτη 1995 έως 2000, είναι άκυρη και/ή παράνομη και/ή εστερημένη οιουδήποτε αποτελέσματος.
Β. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση και/ή εμμονή των Καθ΄ων η Αίτηση να θεωρήσουν και/ή θεωρούν τον Αιτητή μέλος τους, είναι παράνομη και/ή αυθαίρετη και/ή καταχρηστική και/ή εστερημένη οιουδήποτε αποτελέσματος.
Αναφορικά με την υπό Α αιτούμενη θεραπεία, η δικηγόρος της καθ΄ης η αίτηση πρόβαλε την προδικαστική ένσταση ότι η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη για το λόγο ότι αυτή δεν στρέφεται εναντίον εκτελεστής διοικητικής πράξης. Σύμφωνα με την εισήγησή της τα έννομα αποτελέσματα, η παραγωγή των οποίων είναι απαραίτητο στοιχείο της εκτελεστής διοικητικής πράξης, δεν παρήχθησαν με την επιστολή του ΕΤΕΚ της 4.11.1999, το περιεχόμενο της οποίας προσβάλλεται με την προσφυγή, αλλά με την έκδοση άλλων προγενέστερων διοικητικών πράξεων, η νομιμότητα των οποίων δεν αμφισβητήθηκε με προσφυγή και των οποίων το περιεχόμενο της επιστολής της 4.11.1999 συνιστά απλή επιβεβαίωση.
Η ένσταση ευσταθεί μόνο κατά το μέρος που αναφέρεται σε χρεώσεις που επιβλήθηκαν προηγουμένως με τις επιστολές του ΕΤΕΚ της 7.4.1995, 16.4.1997 και 13.11.1997. Δεν ευσταθεί κατά το μέρος που αναφέρεται σε χρεώσεις που επιβλήθηκαν, για πρώτη φορά, με την επιστολή της 4.11.1999. Σε σχέση με τις τελευταίες αυτές χρεώσεις, η επιστολή της 4.11.1999 περιέχει εκτελεστή πράξη.
Αναφορικά με την υπό Β αιτούμενη θεραπεία η δικηγόρος της καθ΄ης η αίτηση πρόβαλε την προδικαστική ένσταση ότι αυτή πρέπει να απορριφθεί για το λόγο ότι δεν στρέφεται εναντίον συγκεκριμένης διοικητικής απόφασης ή πράξης. Η ένσταση ευσταθεί. Το γεγονός ότι το ΕΤΕΚ θεωρούσε κατά πάντα ουσιώδη χρόνο τον αιτητή ως μέλος του, δεν συνιστά συγκεκριμένη απόφαση ή πράξη, σύμφωνα με το Άρθρο 146.1 του Συντάγματος, αλλά απλώς νοητική κατάσταση του Συμβουλίου του ΕΤΕΚ χωρίς οποιαδήποτε έννομα αποτελέσματα.
Αναφορικά με το μέρος της προσφυγής με το οποίο, σύμφωνα με τα όσα ανέφερα πιο πάνω, προσβάλλεται εκτελεστή διοικητική πράξη, αναφορικά δηλαδή με το μέρος της επιστολής της 4.11.1999 με το οποίο επιβάλλονται, για πρώτη φορά, χρεώσεις, ευρίσκω ότι ο αιτητής απέτυχε να αποδείξει, ως εβαρύνετο, οποιονδήποτε λόγο ακυρώσεως. Το όλο θέμα της επιβολής και είσπραξης τελών, συνδρομών και άλλων οικονομικών επιβαρύνσεων από το ΕΤΕΚ δεν εμπίπτει στη διακριτική του ευχέρεια. Είναι θέμα δέσμιας διοίκησης, ήτοι θέμα εφαρμογής των περί Επιστημονικού και Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου (Αιτήσεις και Τέλη) Κανονισμών του 1997 (ΚΔΠ 133/97), στα πλαίσια των οποίων το ΕΤΕΚ, αφ΄ ης στιγμής κάποιος είναι μέλος του, όπως στην προκείμενη περίπτωση ο αιτητής, δεν έχει άλλη επιλογή παρά να προχωρά, κατά νομική υποχρέωση, στην επιβολή και είσπραξη των προβλεπομένων τελών, συνδρομών και άλλων οικονομικών επιβαρύνσεων.
Η προσφυγή απορρίπτεται με £400 έξοδα εις βάρος του αιτητή.
9;
Ρ. Γαβριηλίδης9; Δ.
/ΧΤΘ