ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση αρ. 1324/1999
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Μ. ΚΡΟΝΙΔΗ, Δ.Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος.
Μεταξύ:
Παναγιώτας Νεοφύτου Γιωργαλλίδου, από τη Λευκωσία
9;Αιτήτριας
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού
Καθ'ου η αίτηση
- - - - - -
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ
: 14 Ιουνίου, 2001.Για την αιτήτρια: Α. Σ. Αγγελίδης.
Για το καθ΄ου η αίτηση: Τζ. Καρακάννα (κα).
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Η αιτήτρια με την παρούσα προσφυγή ζητά την πιο κάτω θεραπεία:-
"Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση του καθ΄ου η αίτηση που στάληκε με επιστολή προς τον δικηγόρο της αιτήτριας ημερ. 16.8.99 και με την οποίαν απέρριψε το αίτημα της για καθορισμό και της υπηρεσίας της, καθηγήτρια Σωματικής Αγωγής στο πρόγραμμα του ΚΟΑ "Αθλητισμός για όλους", ως αναγνωριζόμενη προϋπηρεσία κατά τους Κανονισμούς με απόφαση πολιτικής του Υπουργού είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.".
Η αιτήτρια διορίστηκε στη μόνιμη θέση Καθηγήτριας Φυσικής Αγωγής στις 22.8.1996.
Στις 26.3.97 η αιτήτρια υπέβαλε αίτημα στην Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (ΕΕΥ) για αναγνώριση της υπηρεσίας της στον Κυπριακό Οργανισμό Αθλητισμού (ΚΟΑ) ως εκπαιδευτική υπηρεσία.
Η ΕΕΥ με επιστολή της ημερομηνίας 9.5.1997 απέρριψε το αίτημα της αιτήτριας με την αιτιολογία ότι η απασχόληση της στον ΚΟΑ δεν ενέπιπτε σε καμιά από τις περιπτώσεις που ο Κανονισμός 3(1)(δ) των περί Εκπαιδευτικών Λειτουργών (Καθορισμός Αναγνωρισμένης Υπηρεσίας για σκοπούς Διορισμού, Προαγωγής και Προσαυξήσεων) Κανονισμών του 1990 έως 1996.
Η αιτήτρια επανήλθε με το ίδιο αίτημα με επιστολή του δικηγόρου της, ημερ. 27.7.99, προς τον Υπουργό Παιδείας και Πολιτισμού, από τον οποίο ζητούσε την έκδοση απόφασης Πολιτικής με βάση τους πιο πάνω Κανονισμούς. Το αίτημα αυτό ο Υπουργός με επιστολή του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου, ημερ. 16.8.99 το απέρριψε. Η εν λόγω επιστολή έχει ως ακολούθως:-
"Έχω οδηγίες να αναφερθώ στην επιστολή σας με ημερ. 27/7/99 για το πιο πάνω θέμα και να σας αποστείλω συνημμένα αντίγραφο των Σκοπών του ΚΟΑ και των αρμοδιοτήτων του Διοικητικού του Συμβουλίου. Από το κείμενο αυτό φαίνεται ότι ο ΚΟΑ δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως
- "σχολείο" ή "σχολή"
- "ίδρυμα" όπως προνοείται στην Κ.Δ.Π. 382/97
- "κρατικό ερευνητικό κέντρο" όπως προνοείται στην Κ.Δ.Π. 382/97
Κατά συνέπεια ο Υπουργός δεν έχει νομική βάση για να εκδόσει την "απόφαση πολιτικής" που ζητάτε.".
Εναντίον της απόφασης αυτής του Υπουργού καταχωρήθηκε η παρούσα προσφυγή.
Η δικηγόρος των καθ΄ων η αίτηση εγείρει προδικαστική ένσταση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι εκτελεστή διοικητική πράξη αλλά πράξη πληροφοριακού χαρακτήρα ή απλώς γνωμοδότηση.
Ο συνήγορος της αιτήτριας επέμενε ότι η απόφαση του Υπουργού είναι πράξη εκτελεστή η οποία παρήγαγε έννομα αποτελέσματα "κατά τρόπο τελικό, εκτελεστό και καταστρεπτικό για την αιτήτρια". Ισχυρίζεται ο συνήγορος της αιτήτριας ότι με βάση το Άρθρο 29 του Συντάγματος η αιτήτρια είχε κάθε δικαίωμα να υποβάλει αιτήματα και παραστάσεις προς τη δημοσία αρχή, όπως και έπραξε. Η απάντηση δε η οποία της εδόθη "πλήττει κατά τρόπο εκτελεστό και άμεσο τα δικαιώματά της.".
Θεωρώ την πιο πάνω επιχειρηματολογία της αιτήτριας αβάσιμη και ευρισκόμενη εκτός του νομικού πλέγματος που διέπει αυτή την υπόθεση. Αποκλειστική αρμοδιότητα επί του θέματος σύμφωνα τόσο με τον περί Δημοσίας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμο του 1969-1997, όσο και με τους Κανονισμούς (Κ.Δ.Π. 382/97) έχει η ΕΕΥ. Ο Υπουργός Παιδείας δεν έχει καμιά αποφασιστική αρμοδιότητα, σύμφωνα με την Κ.Δ.Π. 382/97, να εκδώσει οποιαδήποτε διοικητική και εκτελεστή απόφαση. Με την επιστολή της προς τον Υπουργό η αιτήτρια ζητούσε απ΄ αυτόν όπως εκδώσει απόφαση Πολιτικής όπως προβλέπουν οι Κανονισμοί του 1990-1997 για αναγνώριση της υπηρεσίας της στον ΚΟΑ. Δεν με έχει παραπέμψει ο συνήγορος της αιτήτριας ακριβώς σε ποιόν κανονισμό εδράζεται το αίτημα για έκδοση απόφασης Πολιτικής από τον Υπουργό. Έχω διεξέλθει ολόκληρο το περιεχόμενο της Κ.Δ.Π. 382/97 και δεν έχω εντοπίσει οποιοδήποτε Κανονισμό που να δίδει τέτοιο δικαίωμα στον Υπουργό. Προφανώς ο συνήγορος της αιτήτριας βασίστηκε σε προηγούμενους Κανονισμούς οι οποίοι είχαν ήδη ρητά καταργηθεί από την Κ.Δ.Π. 382/97 με τον Κανονισμό 13(1).
Κατά συνέπεια η εκτελεστή απόφαση είναι αυτή που εξέδωσε η ΕΕΥ στις 9/5/97, την οποία η αιτήτρια δεν προσέβαλε. Ο Υπουργός Παιδείας, στον οποίο απέστειλε επιστολή ο δικηγόρος της αιτήτριας, θεώρησε υποχρέωση του να δώσει τη διευκρινιστική πληροφοριακού χαρακτήρα απάντηση στην αιτήτρια, η οποία όμως γνώριζε για την απορριπτική απόφαση για το αίτημα της με την απόφαση της ΕΕΥ από τις 9.5.97.
Κατά συνέπεια, καταλήγω ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι εκτελεστή διοικητική πράξη. Η προδικαστική ένσταση γίνεται δεκτή.
Παρά την πιο πάνω κατάληξή μου, θεωρώ ότι και στην ουσία της η προσφυγή κρίνεται ανεδαφική. Είναι ορθή και σύμφωνη με τους Κανονισμούς (Καν. 3(1)(α)(β)(γ)(δ)(ε)).
Η υπηρεσία στον ΚΟΑ δεν μπορεί με κανένα τρόπο ή καμιά ερμηνεία να καταταχθεί στις κατηγορίες "σχολείο", "ίδρυμα" ή "κρατικό ερευνητικό κέντρο" όπως προνοείται στην Κ.Δ.Π. 382/97.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.
/ΕΠσ