ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση Αρ. 174/2000

Ενώπιον: ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ, Δ.

Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

Δημήτρη Μαυρουδή, από την Αγία Νάπα

Αιτητή

- και -

Της Δημοκρατίας της Κύπρου διά του

Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων

Κα θ΄ ης η αίτηση

- - - - - -

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 7.3.2001

Για τον αιτητή: κα Θ. Σπανού.

Για την καθ΄ης η αίτηση: κ. Α. Μαππουρίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α.

- - - - - -

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την προσφυγή, που καταχωρήθηκε στις 3.2.2000, ο αιτητής ζητά από το Δικαστήριο την ακόλουθη θεραπεία:

«Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η επίταξη μέρους του τεμ. 335 της περιουσίας του αιτητή στην Αγ. Νάπα για σκοπούς διαπλάτυνσης του δρόμου Ξυλοφάγου-Αγ. Νάπας η οποία δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας την 25.6.99 στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 3, με αρ. γνωστοποίησης 851 δέον όπως κηρυχθή άκυρη και εστερημένη οιουδήποτε νομικού αποτελέσματος.».

Ο δικηγόρος της καθ ής η αίτηση προβάλλει την προδικαστική ένσταση ότι η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη για το λόγο ότι ενώ το επίδικο διάταγμα επίταξης δημοσιεύθηκε στις 25.6.1999, η προσφυγή καταχωρήθηκε στις 3.2.2000, οκτώ δηλαδή μήνες μεταγενέστερα.

Εις απάντηση, ο δικηγόρος του αιτητή, με τη γραπτή του αγόρευση, προβάλλει τη θέση:

(α) «Ότι ΄Τεμάχιο με αριθμό 335 (μέρος) του χωρομετρικού σχεδίου XL11.20.W.2΄ δεν συνιστούσε την νενομισμένη ειδοποίηση της απαλλοτρίωσης την οποίαν ουδέποτε είδεν ή ήτο δυνατόν να δει ο αιτητής και επομένως ο χρόνος παραγραφής ήρχισεν από την ημέραν κατά την οποίαν έλαβεν γνώση ο αιτητής που ήτο η 2.2.00 οπότε συνεργείο των Δημοσίων Έργων επεσκέφθησαν την περιουσίαν του αιτητή μέρος της οποίας θα απαλλοτριώνετο και του εκοινοποίησαν το γεγονός.».

(β) Ότι, εν πάση περιπτώσει, σύμφωνα με το άρθρο 2 του περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως (Τροποποιητικού) Νόμου του 1992 (Νόμος 135(Ι) του 1999), το εδάφιο 1 του άρθρου 4 του βασικού Νόμου τροποποιήθηκε με την επιβολή υποχρέωσης στην Απαλλοτριούσα Αρχή να «μεριμνά επίσης για την επίδοση αντιγράφου της δημοσιευθείσας γνωστοποίησης απαλλοτρίωσης στο κάθε ενδιαφερόμενο μέρος».

Έχω την άποψη ότι η προβαλλόμενη προδικαστική ένσταση ευσταθεί για τους ακόλουθους λόγους:

  1. Διότι η υπό (α) επιχειρηματολογία του δικηγόρου του αιτητή αναφέρεται στη γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης (που δημοσιεύθηκε στην ίδια Εφημερίδα με αρ. 833) και όχι στο διάταγμα επιτάξεως και διότι, εν πάση περιπτώσει, αυτή δεν μπορεί να ευσταθήσει δεδομένου ότι η δημοσίευση ήταν ικανοποιητική (πλήρης)* , το δε γεγονός ότι ο αιτητής, κατά τον ισχυρισμό του, ουδέποτε την είδε ή ήταν δυνατό να τη δει είναι εντελώς άσχετο.
  2. Διότι ο περί Αναγκαστικής Απαλλοτρίωσης (Τροποποιητικός) Νόμος 135(Ι)/99 είναι άσχετος, πρώτον, διότι αναφέρεται σε γνωστοποιήσεις απαλλοτριώσεως και όχι σε διατάγματα επιτάξεως και, δεύτερον, διότι τέθηκε σε ισχύ από τις 19.11.1999 και εφεξής, πέντε δηλαδή περίπου μήνες μετά την 25.6.1999.

Όμως, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι η προδικαστική ένσταση, σύμφωνα με τα όσα έχω μόλις αναφέρει, ευσταθεί, η προσφυγή είναι απορριπτέα και στην ουσία της για το λόγο ότι, με τις γραπτές αγορεύσεις που καταχωρήθηκαν από το δικηγόρο του αιτητή, δεν αποδείχθηκε οποιοσδήποτε λόγος ακυρώσεως του προβαλλόμενου διατάγματος επιτάξεως. Τόσο στην αρχική του αγόρευση, όσο και στην απαντητική του αγόρευση, ο δικηγόρος του αιτητή, αντί να ασχολείται με τη νομιμότητα του διατάγματος επιτάξεως, ασχολείται με τη νομιμότητα της γνωστοποίησης απαλλοτρίωσης.

Η συνοπτική γραπτή αγόρευση επί της ουσίας της προσφυγής έχει ως εξής:

«(β) Όσον αφορά την ουσίαν της προσφυγής ο αιτητής ισχυρίζεται ότι εάν η απαλλοτρίωση εφαρμοσθεί ως έχει η λειτουργία των οκτώ τουριστικών διαμερισμάτων του, του εστιατορίου του και η ανώγειος κατοικία του θα καταστεί προβληματική διότι αφήνεται περιθώριο μόνον 5 ποδών από τον δρόμον ο οποίος προγραμματίζεται να κατασκευασθεί, αφαιρείται σημαντικό μέρος του εμβαδού της αυτής του αιτητή, ο δε ισχυρισμός των καθ΄ων η αίτηση ότι η απόσταση μέχρι τα υποστατικά του αιτητή είναι 22 πόδια και μέχρι την οικία 14 είναι εσφαλμένος.».

Η συνοπτική απαντητική αγόρευση επί της ουσίας της προσφυγής έχει ως εξής:

«Όσον αφορά την ουσία της προσφυγής, υποβάλλεται ότι σύμφωνα με τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Chrysochou v. CYTA (1966) 3 C.L.R. 483) δεν εξετάσθη προηγουμένως ούτε εδόθη η πρέπουσα σημασία στη δυσμενή επίδραση την οποία θα επέφερε η απαλλοτρίωση στην περιουσία του αιτητή όπως περιγράφεται στην προσφυγή. Αντίθετα εκείνο το οποίο συνέβη στην προκειμένη περίπτωση είναι η χάραξη του δρόμου επί χάρτου χωρίς καμιά προσοχή στις επιπτώσεις επί των περιουσιών ένθεν και ένθεν του δρόμου γεγονός το οποίον επιφέρει την ακυρότητα της επίδικης διοικητικής πράξης.».

Περιττόν να σημειώσω ότι, όλα τα πιο πάνω, θα μπορούσαν να αποτελέσουν το περιεχόμενο ένστασης στη σκοπούμενη απαλλοτρίωση.

Ενόψει των όσων έχω προαναφέρει, η προσφυγή κατά του επίδικου διατάγματος επιτάξεως απορρίπτεται με £500 έξοδα εις βάρος του αιτητή.

 

Ρ. Γαβριηλίδης

Δ.

 

/ΧΤΘ

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο