ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση αρ. 1345/99

 

ΕΝΩΠΙΟΝ: Σ. ΝΙΚΗΤΑ, Δ.

Αναφορικά με τα Άρθρα 12, 14, 15, 28 και 146 του Συντάγματος

Μεταξύ -

Rossitza Ivanova Gueorguieva από τη Βουλγαρία

Αιτητρίας

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω του

Διευθυντή Τμήματος Μεταναστεύσεως

και/ή του Υπουργείου Εσωτερικών και/ή

του Υπουργού Εσωτερικών

Καθών η αίτηση

--------------------------

Ημερομηνία: 29 Μαρτίου, 2001

Για την αιτήτρια: Α. Ευσταθίου

Για τους καθών η αίτηση: Μ. Παπαϊωάννου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας

---------------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Η αιτήτρια είναι βουλγαρικής καταγωγής. Έμεινε στην Κύπρο, εργαζόμενη ως οικιακή βοηθός, από 10/3/95, όταν πρωτόφτασε εδώ, μέχρι 10/3/98, που έληξαν οι άδειες παραμονής και εργασίας, που της είχαν χορηγηθεί. Με την προσφυγή της προσβάλλει την απόφαση των καθών η αίτηση ημερ. 12/10/99 με την οποία απορρίφθηκε αίτημα της να παραταθεί η παραμονή της. Συμπροσβάλλεται και η νομιμότητα των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης της ημερ. 9/7/99.

Το πλήρες ιστορικό της υπόθεσης εκθέτω σε ενδιάμεση απόφαση μου ημερ. 22/12/99, με την οποία απέρριψα αίτημα της για προσωρινό διάταγμα αναστολής των παραπάνω αποφάσεων. Η αιτήτρια είχε εγκαταλείψει την Κύπρο στις 21/3/98. Επανήλθε όμως τον επόμενο μήνα και εξασφάλισε άδεια εισόδου και παραμονής για ένα μήνα. Σκοπός της ήταν να παντρευθεί κάποιο Αργυρό Χ"Γεωργίου, άτομο κυπριακής καταγωγής, που κατείχε όμως διαβατήριο Αυστραλίας. Τέλεσαν το γάμο τους στο Δημαρχείο Λατσιών στις 27/5/98. Ο γαμπρός ήταν κατά 31 χρόνια μεγαλύτερος της αιτήτριας.

Τον επόμενο κιόλας μήνα αλληλοκαταγγέλθηκαν, για διάφορους λόγους που εξηγώ στην προηγούμενη απόφαση μου, στην Αστυνομία. Διευκρινίζεται ότι και οι δυο καταθέσεις ήταν γνωστές στους καθών ευθύς εξαρχής. Ο κ. Χ"Γεωργίου, όπως δήλωσε και στην κατάθεση του προς την Αστυνομία, πίστευε ότι η αιτήτρια δέχθηκε να τον παντρευθεί μόνο και μόνο για να εξασφαλίσει την παραμονή της στην Κύπρο. Ο γάμος ουσιαστικά διαλύθηκε και ο ίδιος επέστρεψε στην Αυστραλία, όπου και εγκαταστάθηκε.

Στη συνέχεια οι καθών η αίτηση απέρριψαν αίτηση της αιτήτριας ημερ. 11/8/98 για παράταση της άδειας παραμονής της. Συγκεκριμένα ο Λειτουργός Μετανάστευσης με επιστολή του ημερ. 12/5/99 την πληροφόρησε ότι:

"Ι m directed to refer to your application dated the 11.08.1998 requesting permission under the Aliens and Immigration Laws of 1952-1991 and the relevant Regulations of 1972-1994 to enable you to stay in Cyprus as a Visitor at Nicosia and to inform you that your application was very carefully considered but it was not found possible to be approved.

2. In view of the above you are hereby requested to make the necessary arrangements to leave Cyprus at once."

Oι λόγοι για την απορριπτική απόφαση δόθηκαν από τον ίδιο σε επιστολή ημερ. 6/7/99, την οποίαν απηύθυνε προς τη δικηγόρο της αιτήτριας. Της έγραψε ότι το αίτημα δεν έγινε δεκτό γιατί:

"....... από εξετάσεις που έγιναν εξακριβώθηκε ότι ο γάμος αυτός δεν είναι γνήσιος και έγινε με απώτερο σκοπό η αλλοδαπή να εξασφαλίσει την παραμονή της. Για το θέμα αυτό υπάρχει και παραδοχή του Ελληνοκύπριου συζύγου σε ενυπόγραφη κατάθεση του.

2. Επιπρόσθετα αναφέρω, ότι το ζεύγος δεν διαμένει κάτω από την ίδια στέγη και ούτε υπάρχει συμβίωση, καθότι ο Ελληνοκύπριος μετέβηκε στο εξωτερικό για μόνιμη εγκατάσταση και οι δεσμοί της αλλοδαπής με την Κύπρο έπαυσαν να υφίστανται."

Η δικηγόρος της αιτήτριας αντέδρασε με επιστολή ημερ. 13/7/97, και αφού επανέλαβε τα γνωστά ήδη γεγονότα ισχυρίστηκε, σε νομικό πλέον επίπεδο, ότι την αρμοδιότητα για κρίση του θέματος της γνησιότητας του γάμου δεν είχε το Τμήμα Μετανάστευσης, αλλά το Οικογενειακό Δικαστήριο. Με επιστολή του ημερ. 12/10/99 ο Λειτουργός Μετανάστευσης, απαντώντας στην παραπάνω επιστολή, επανέλαβε ότι επανεξέτασε το θέμα αλλά δεν κατέστη δυνατό να εγκριθεί το αίτημα για τους ίδιους λόγους που ανέφερε στην επιστολή του ημερ. 12/5/99 και ειδικά στην επεξηγηματική επιστολή ημερ. 6/7/99. Για την ακρίβεια του πράγματος παραθέτω αυτούσια την επιστολή:

"Αναφέρομαι στην επιστολή σας με ημερ. 13/7/99 σχετικά με το αίτημα σας όπως επανεξετασθεί η περίπτωση της αλλοδαπής πελάτισσας σας Rossitza Ivanova Gueorguieva από τη Βουλγαρία και της παραχωρηθεί άδεια παραμονής στην Κύπρο και σας πληροφορώ ότι το αίτημα επανεξετάστηκε πολύ προσεκτικά αλλά δεν κατέστη δυνατό να εγκριθεί για τους λόγους που σας ανέφερα στην επιστολή μου με τον ίδιο αριθμό Φακέλου και ημερ 6/7/99.

2. Επιπρόσθετα αναφέρω ότι το Γραφείο μου έχει προβεί στην έκδοση Διαταγμάτων κράτησης και απέλασης της αλλοδαπής."

Θα μπορούσε εδώ να αναφερθεί ότι η διαπίστωση του Λειτουργού Μετανάστευσης ότι ο γάμος ήταν εικονικός και ότι η συμβίωση διακόπηκε, έγινε στα πλαίσια και για τους σκοπούς του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, Κεφ. 105. Και συγκεκριμένα του άρθρ. 2(1)(β) που παρέχει ορισμό του όρου "ημεδαπός Κύπριος". Κατά τον ορισμό αυτό η φράση σημαίνει:

"(α) πολίτη της Δημοκρατίας.

(β) αλλοδαπή σύζυγο πολίτη της Δημοκρατίας, που δεν τελεί σε χωρισμό από το σύζυγο της δυνάμει απόφασης αρμόδιου δικαστηρίου και η οποία διαμένει με αυτόν για χρονικό διάστημα όχι μικρότερο του ενός έτους. Νοείται ότι θα θεωρείται ως "ημεδαπός Κύπριος" και κάθε αλλοδαπή σύζυγος πολίτη της Δημοκρατίας η οποία συνέζησε με αυτόν για περίοδο μικρότερη του ενός έτους, αν ο Ανώτερος Λειτουργός Μετανάστευσης ήθελε, υπό τις ειδικές συνθήκες οποιασδήποτε συγκεκριμένης περίπτωσης, κρίνει τούτο εύλογο."

Από τα στοιχεία που έχω παραθέσει προκύπτει ότι με την επιστολή της η δικηγόρος της αιτήτριας δεν έθεσε νέα στοιχεία ενώπιον των καθών προς εξέταση και απόφαση. Παράλληλα ο Λειτουργός Μετανάστευσης παρέπεμψε τη δικηγόρο στην επιστολή του ημερ. 6/7/99, που αποτελούσε την αιτιολογία της πρώτης - και εκτελεστής - απόφασης του ημερ. 12/5/99.

Υπό το πρίσμα των προεκτεθέντων, βλέπω να εγείρεται θέμα εκτελεστότητας της πράξης ημερ. 12/10/99. Τη φύση της βεβαιωτικής πράξης περιγράφει λιτά και ευθύβολα ο καθηγητής Ε. Σπηλιωτόπουλος "Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου" 6η έκδοση, παράγραφ. 108 στη σελ. 115:

"Οι διαπιστωτικές πράξεις, οι οποίες έχουν το χαρακτηριστικό της εκτελεστότητας (ΣΕ 1812, 3160/1983, 3189(1987) δεν πρέπει να συγχέονται με τις βεβαιωτικές πράξεις που εκδίδονται χωρίς νέα ουσιαστική έρευνα, βάσει των πραγματικών δεδομένων, και δηλώνουν εμμονή της Διοίκησης σε προγενέστερη ρύθμιση (ΣΕ 1718/1977, 340/83, 2619/1986). Οι βεβαιωτικές πράξεις δεν έχουν χαρακτήρα διοικητικής πράξης, στερούνται εκτελεστότητας, και εκδίδονται συνήθως ύστερα από νέα αίτηση του διοικουμένου για το ίδιο θέμα......"

Υπάρχει φυσικά και πληθώρα αποφάσεων που όμως ουσιαστικά ταυτίζονται με τις παραπάνω θέσεις. Αναφέρω ως παράδειγμα την Α.Ε. 2082 Ζίττης ν. Δημοκρατίας ημερ. 29/5/98. Στην απόφαση αναφέρονται τα στοιχεία που πρέπει να υφίστανται για να είναι μια "νεώτερη πράξη βεβαιωτική προγενεστέρας". Επίσης διευκρινίζεται, για πολλοστή φορά, πότε γίνεται νέα έρευνα που οδηγεί σε νέα εκτελεστή πράξη.

Η αιτήτρια, με την επιστολή της ημερ. 13/7/99, με την οποία ζητά πάλιν την παράταση της άδειας παραμονής της, θέτει ουσιαστικά ως νέο στοιχείο προς εξέταση από τους καθών τον νομικό ισχυρισμό ότι το γνήσιο του γάμου της εμπίπτει στη δικαιοδοσία του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας και καμιάς άλλης αρχής. Η προβολή όμως και εξέταση νομικών ισχυρισμών δεν αποτελεί νέα έρευνα. Το θέμα τίθεται ως εξής στα Πορίσματα της Νομολογίας 1929-1959 του Σ.τ.Ε. σελ. 241:

"Γενικώς δε η από νομικής μόνον πλευράς επανεξέτασις της υποθέσεως, εφ' όσον δεν στηρίζεται και επί νέων πραγματικών στοιχείων ή επί μεταβολής των διεπουσών την συγκεκριμένην σχέσιν διατάξεων δεν αποτελεί νέαν έρευναν, προσδίδουσαν εκτελεστόν χαρακτήρα εις την μετ' αυτήν εκδιδομένην πράξιν. Δι' ό εκρίθη, ότι η επίκλησις άλλης νομικής διατάξεως εκτός εκείνης εφ' ής είχεν στηριχθή η αρχική πράξις, εν όσω δεν γίνεται επίκλησις και νεωτέρων πραγματικών στοιχείων, δεν συνιστά νέαν έρευναν...."

Πρέπει να λεχθεί ότι οι καθών η αίτηση δεν πρόβαλαν προδικαστική ένσταση αναφορικά με την εκτελεστότητα της προσβαλλόμενης πράξης. Το δικαστήριο όμως έχει εξουσία να επιληφθεί τέτοιου θέματος αυτεπάγγελτα: βλ. Α.Ε. 2376 Ann Tania Donovan Davies ν. Δημοκρατίας, ημερ. 19/7/99.

Καταλήγω, έχοντας υπόψη τα δεδομένα που εξέθεσα, πως η επίδικη πράξη ημερ. 12/10/99 είναι βεβαιωτική της πρωταρχικής απόφασης. Και επομένως προσβάλλεται απαράδεκτα. Λόγω του συμπεράσματος αυτού δε χρειάζεται να ασχοληθώ με την ουσία. Απλώς μόνο θα υπενθυμίσω ότι για να θεωρηθεί η αλλοδαπή σύζυγος ως "ημεδαπή Κυπρία" θα πρέπει, μεταξύ άλλων, από την ημερομηνία τέλεσης του γάμου να διαμένει με το σύζυγο της για διάστημα 12 μηνών. Η αιτήτρια τέλεσε το γάμο στις 27/5/98 και πριν την 31/7/98, που έδωσε κατάθεση στην αστυνομία, η συμβίωση τερματίστηκε. Συνεπώς δεν μπορούσε να θεωρηθεί "ημεδαπή Κυπρία". Έτσι δεν μπορεί να επιτύχει επί της ουσίας η προσφυγή γιατί προκύπτει με καθαρότητα ότι η διακριτική ευχέρεια των καθών ασκήθηκε νόμιμα και καλόπιστα: βλ. προσφ. αρ. 860/92 Μaria Nicky Reyes v. Δημοκρατίας ημερ. 9/2/96. Υπάρχει και πολλή άλλη νομολογία. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να παραφορτωθεί η απόφαση με άλλες παραπομπές.

Εφόσον η αιτήτρια δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ημεδαπή Κυπρία, γεγονός το οποίο διαπίστωσε ο Λειτουργός Μετανάστευσης στα πλαίσια της δέουσας έρευνας, η άδεια παραμονής της έληξε στις 31/5/98. Εργαζόταν παράνομα στη Δημοκρατία, η αίτηση της για παράταση άδειας παραμονής ως επισκέπτριας απορρίφθηκε και έμεινε στην Κύπρο χωρίς άδεια. Μετά την κοινοποίηση σε αυτήν της επιστολής ημερ. 12/5/99, όφειλε να συμμορφωθεί με την υπόδειξη να εγκαταλείψει την Κύπρο. Η αιτήτρια παρέλειψε να το πράξει με αποτέλεσμα να κηρυχθεί, σύμφωνα με το άρθρ. 6(1)(κ) του Κεφ. 105 ως απαγορευμένη μετανάστρια. Με αποτέλεσμα την έκδοση των προσβαλλομένων διαταγμάτων κράτησης και απέλασης.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος της αιτήτριας.

Σ. Νικήτας, Δ.

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο