ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 989/98

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΝΙΚΗΤΑ, Δ.

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος.

Μεταξύ:

1. Anwar Shohaip, από τη Συρία,

2. Αντρούλλας Χαραλάμπους, από την Πόλη Χρυσοχούς,

Αιτητών,

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

1. Υπουργού Εσωτερικών,

2. Λειτουργού Μεταναστεύσεως,

Καθών η αίτηση.

- - - - - -

28 Φεβρουαρίου, 2001.

Για τους αιτητές: Μ. Τριανταφυλλίδης.

Για τους καθών η αίτηση: Γ. Γεωργαλλής, δικηγόρος της Δημοκρατίας.

- - - - - -

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Ο αιτητής (1) είναι Σύριος υπήκοος. Στις 31.5.93, που έφτασε στην Κύπρο, του χορηγήθηκε άδεια παραμονής επισκέπτη, διάρκειας δύο εβδομάδων. Δεν ήταν όμως αυτή ακριβώς η πρόθεσή του, να επισκεφθεί τη χώρα. Μετά ένα περίπου χρόνο, στις 19.7.94 συνελήφθη από την Αστυνομία στην Πόλη Χρυσοχούς, όπου εργαζόταν, χωρίς να εξασφαλίσει προηγούμενη άδεια. Κηρύχθηκε, για τους λόγους αυτούς, απαγορευμένος μετανάστης, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγρ. (κ) του εδ. (1) του άρθρ. 6 του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105. Και στη συνέχεια απελάθηκε στη χώρα του, με βάση σχετικό διάταγμα ημερ. 20.7.94, που εκτελέστηκε την επομένη. Αντίγραφο βρίσκεται στο διοικητικό φάκελο που έχει προσκομισθεί, ο οποίος περιέχει επίσης τα αντίγραφα όλων των εγγράφων στα οποία αναφέρομαι σ΄ αυτή την απόφαση.

Ενόσω εργαζόταν στην Πόλη Χρυσοχούς, τόπο καταγωγής της αιτήτριας 2, τη συνάντησε εκεί και συνήψαν δεσμό. Μετά την απέλασή του, η αιτήτρια έκαμε διάφορες προσπάθειες για να επιτραπεί η είσοδος και παραμονή του αιτητή. Το αίτημα του αιτητή ημερ. 7.4.95 απορρίφθηκε στις 20.4.95. Στο γεγονός αυτό στηρίζεται η μια από τις δύο προδικαστικές ενστάσεις των καθών ότι η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη. Η αιτήτρια επανέλαβε το αίτημά μέσω του δικηγόρου της, αλλά πάλιν δεν έγινε δεκτό. Βλέπε επιστολή, ερ. 60, ημ. 11.2.97, των καθών στον προηγούμενο δικηγόρο της αιτήτριας. Σ΄ αυτήν αναφέρεται ότι οι λόγοι για τους οποίους απαγορεύεται η είσοδος του αιτητή έχουν επεξηγηθεί σε επιστολή των καθών ημερ. 30.7.96 σε άλλους δικηγόρους, που είχαν ενεργήσει για την αιτήτρια.

Νέο διάβημα ημερ. 31.10.97 αντιμετωπίστηκε επίσης αρνητικά για τον ίδιο λόγο, ότι ο αιτητής είναι απαγορευμένος μετανάστης. Βλ. επιστολή παρ. Ε στην ένσταση, ημερ. 13.11.97. Πρέπει να λεχθεί ότι, στο μεταξύ, στις 25.3.96, η αιτήτρια παντρεύτηκε με πολιτικό γάμο τον αιτητή στη Συρία, τον οποίο επισκέφθηκε για το σκοπό αυτό. Επίσης ότι ο Διοικητής Υπηρεσίας Αλλοδαπών εναντιώθηκε στην παροχή άδειας εισόδου. Η άποψη του ουσιαστικά είναι (παράρτημα Δ, ημερ. 10.4.1996) ότι ο γάμος ήταν εικονικός και μ΄ αυτόν ο αλλοδαπός επεδίωξε να εξασφαλίσει άδεια εισόδου και παραμονής. Επισημαίνω στο σημείο αυτό ότι σε υπηρεσιακό σημείωμα που είναι στο φάκελο, αναφέρεται επί λέξει:

"Το φαινόμενο των ευκαιριακών γάμων στους οποίους προβαίνουν αλλοδαποί, με Ε/Κ (Ελληνοκύπριες) έχει πάρει ανησυχητικές διαστάσεις, και το Τμήμα αυτό καθημερινά καλείται να αντιμετωπίσει παρόμοιες περιπτώσεις."

 

 

 

Τόσο στην ένσταση των καθών όσο και στην αγόρευση του Δικηγόρου της Δημοκρατίας αναφέρονται κάποια στοιχεία, που φαίνεται να συνέτειναν στη διαμόρφωση της άποψης των καθών για τη γνησιότητα του γάμου. Η αιτήτρια είναι περίπου 35 ετών. Ο αιτητής είναι μερικά χρόνια μεγαλύτερός της. Η αιτήτρια είναι διαζευγμένη και έχει τρία ανήλικα. Συντηρούνται δε με δημόσιο βοήθημα και μικρό ποσό διατροφής που καταβάλλει ο πρώην σύζυγός της. Στο φάκελο υπάρχει επίσης έκθεση του Γραφείου Ευημερίας (ερ. 67-66) ότι η αιτήτρια, όταν ήταν μαθήτρια Γυμνασίου, αντιμετώπισε προβλήματα ψυχικής υγείας, προερχόμενα από τη συμπεριφορά των γονιών της, για τα οποία κατέφυγε σε ψυχολόγους και ψυχιάτρους.

Η αιτήτρια επανέφερε το θέμα με το νυν δικηγόρο της. Με την επιστολή του ημ. 8.1.98 ζήτησε να επιτραπεί η επάνοδος του αιτητή επειδή, όπως ισχυρίστηκε, η αιτήτρια εγκυμονούσε. Το αίτημα συνοδεύτηκε από ιατρικό πιστοποιητικό. Προτού απαντήσουν, οι καθών ζήτησαν νομική συμβουλή. Ο Γενικός Εισαγγελέας γνωμάτευσε ότι η κυοφορία αφ΄ εαυτής δεν αποτελεί λόγο άρσης της απαγόρευσης. Μπορούσε όμως να αποτελέσει λόγο επανεξέτασης. Τόνισε ωστόσο ότι "η τελική απόφαση θα ληφθεί από το Λειτουργό Μετανάστευσης στον οποίο ο Νόμος παρέχει ευρεία διακριτική ευχέρεια".

Ο Υπουργός Εσωτερικών, στον οποίο εκχωρήθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο, σύμφωνα με το εδ. (2) του άρθρ. (6) του Κεφ. 105, η εξουσία έγκρισης άδειας εισόδου ή παραμονής σε απαγορευμένο μετανάστη, αποφάσισε όπως το όλο θέμα επανεξεταστεί αργότερα. Για την εξέλιξη αυτή κατατοπίστηκε ο δικηγόρος των αιτητών με επιστολή ημ. 17.9.98. Η απάντηση προκάλεσε την κατάθεση της κρινόμενης προσφυγής στις 5.11.98 με αίτημα:

"Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η άρνηση ή/και παράλειψη των καθών η αίτηση να παραχωρήσουν στον αιτητή 1 άδεια εισόδου και παραμονής στην Κύπρο είναι άκυρη και εστερημένη οποιουδήποτε αποτελέσματος."

 

 

Ο δικηγόρος των αιτητών υπέβαλε ότι η συνεχιζόμενη άρνηση και/ή παράλειψη των καθών να ικανοποιήσουν την αξίωση των αιτητών και η επ΄ αόριστον αναβολή της λήψης σχετικής απόφασης παραβιάζουν, εκτός των κανόνων της χρηστής διοίκησης, και δύο συγκεκριμένες συνταγματικές πρόνοιες: το άρθρ. 15 το οποίο καθιερώνει το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής. και το άρθρ. 8, το οποίο απαγορεύει τα βασανιστήρια και την απάνθρωπη μεταχείριση. Πρέπει να λεχθεί ότι η εισήγηση έμεινε στο επίπεδο ισχυρισμών χωρίς άλλη επεξήγηση ή παραπομπή σε νομολογία. Παρεμπιπτόντως, χρήσιμη αναφορά στο δικαίωμα που προστατεύει το άρθρ. 15 (άρθρ. 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης) μπορεί να γίνει στη μελέτη του Dr. Β. A. Drzemczewski "The right to respect for private and family life, home and correspondence" 1984, Human Rights Files No. 7.

Οι καθών η αίτηση, απαντώντας στην ουσία, με αναφορές στη νομολογία, υποστήριξαν - σωστά - ότι έχει γίνει δεκτό ότι ανήκει στα κυριαρχικά δικαιώματα κάθε κράτους η αρμοδιότητα να καθορίζει θέματα εισόδου και παραμονής αλλοδαπών νοουμένου ότι εξετάζει τέτοια θέματα με καλή πίστη. Εδώ σαφώς, όπως είπαν, δεν μπορεί να λεχθεί ότι η στάση της διοίκησης δεν εμφορείται από καλή πίστη, αφού ανέλαβε να εξετάσει την υπόθεση σε κατοπινό στάδιο. Η προσφυγή, συνέχισαν, προσβάλλει πράξη που δεν έχει ακόμη εκδοθεί. Ο δικηγόρος των καθών δέχεται ότι η προσφυγή θα μπορούσε να στραφεί εναντίον της παράλειψης να μη δοθεί έγκαιρα η απάντηση, αλλά κάτι τέτοιο δεν έγινε. Αντιτάχθηκε στα πιο πάνω από τους αιτητές ότι η απόφαση για αναβολή λήψης απόφασης αποτελεί συνεχιζόμενη παράλειψη επί του αιτήματος για παραχώρηση άδειας με αποτέλεσμα να παραβιάζονται τα δικαιώματα που έχουν οι αιτητές σύμφωνα με τις παραπάνω συνταγματικές διατάξεις. Προκύπτει δε αβίαστα ότι παραβιάζεται και το άρθρο 29 του Συντάγματος.

Το αίτημα θεραπείας, όπως είναι γενικά διατυπωμένο, ενόψει του ιστορικού της υπόθεσης, δεν αποσαφηνίζει με ακρίβεια εναντίον ποιας πράξης στρέφεται. Αν είναι εναντίον των αποφάσεων είτε του 1995 είτε του 1997, με τις οποίες απορρίφθηκε το αίτημα για το λόγο ότι ο αιτητής είναι απαγορευμένος μετανάστης, ασφαλώς η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη. Αν δε λάβουμε υπόψη το εννοιολογικό περιεχόμενο του όρου "συνεχιζόμενη παράλειψη", όπως επεξηγήθηκε στην Hassan Mustafa and The Republic of Cyprus 1 JSCC 44, 47, έχω την άποψη πως οπωσδήποτε εδώ δεν έχουμε παράλειψη διαρκούς χαρακτήρα.

Η προσφυγή δεν μπορεί να θεωρηθεί ως στρεφόμενη κατά της απόφασης να αναβληθεί η εξέταση της υπόθεσης υπό το φάσμα ενός νέου γεγονότος, όπως φαίνεται να εισηγείται τελικά ο δικηγόρος των αιτητών. Οπως και να ερμηνευθεί το δικόγραφο δεν μπορεί να θεωρηθεί η προσφυγή ως στρεφόμενη παραδεκτά κατά της παράλειψης αυτής. Το αίτημα της προσφυγής δε συνάδει με αίτημα κάτω από το άρθρ. 29, το οποίο εν πάση περιπτώσει δεν αναφέρεται πουθενά στους λόγους ακύρωσης για να μπορεί να εξετασθεί. Περαιτέρω, δεν υπάρχει νεώτερη προσβλητή πράξη. Υπό οποιοδήποτε πρίσμα, η προσφυγή ως έχει δεν μπορεί να πετύχει. Την απορρίπτω, αλλά δεν εκδίδω διάταγμα εξόδων.

Ως κατακλείδα, θα έλεγα ότι η διοίκηση, εφόσον φαίνεται να αποδέχεται ότι υπάρχει νέο στοιχείο στην υπόθεση, που υπαγορεύει

επανεξέταση, οφείλει, για σκοπούς χρηστής διοίκησης να επανεξετάσει και απαντήσει, όπως ανέλαβε με την επιστολή της ημ. 17.9.98.

 

Σ. Νικήτας,

Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΣΦ.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο