ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση αρ. 140/99
ΕΝΩΠΙΟΝ: Σ. ΝΙΚΗΤΑ, Δ.
Αναφορικά με τα Άρθρα 28, 29, 146 και 172 του Συντάγματος
Μεταξύ -
1. Ανδρέα Νικολάου Κωνσταντή
2. Παναγιώτη Νικολάου
3. Τάκη Κόκκινου
4. Πάρη Φαντίδη
5. Σάββα Παπακωνσταντίνου
6. Στέλιου Πέτρου
7. Παναγιώτας Φρίγγα
8. Ανδρέα Κάσινου
9. Χριστόφορου Φύρη
10. Στυλιανού Παπασάββα
11. Νίκου Κωνσταντίνου
Αιτητών
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω
Υπουργού Υγείας
Καθού η αίτηση
-------------------------
Ημερομηνία:
5 Δεκεμβρίου, 2000Για τους αιτητές: Σ. Παπασάββας
Για τον καθού η αίτηση: Α. Μαππουρίδης, Δικηγόρος της
Δημοκρατίας Α΄
-------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Φαίνεται ότι οι 11 αιτητές, που ομοδικούν υπό την προσωπική τους ιδιότητα, είναι καρδιοπαθείς. Η προσφυγή τους αφορά παράπονα-αιτήματα που εκφράστηκαν σε δύο επιστολές ημερ. 22/10/97 και 20/3/98. Την πρώτη απηύθυνε ο δικηγόρος των αιτητών στον Υπουργό Υγείας "κατ' εντολήν του Παγκυπρίου Συνδέσμου Καρδιοπαθών" στον οποίο φαίνεται ότι οι αιτητές είναι μέλη. Η δεύτερη επιστολή με τον ίδιο αποδέκτη, σε επιστολόχαρτο του Συνδέσμου, υπογράφτηκε από το Γραμματέα και τον Πρόεδρο του.
Με τις παραπάνω επιστολές ζητήθηκε η εφαρμογή του κυβερνητικού Σχεδίου Αποστολής Ασθενών στο Εξωτερικό σύμφωνα με την εισήγηση που περιέχει γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα ημερ. 2/6/97 (ότι δεν είναι υποχρεωτική η οικονομική συνεισφορά του ασθενούς σε όλες τις περιπτώσεις) και η σχετική Έκθεση της Επιτρόπου Διοίκησης. Είχε θιγεί επίσης και θέμα επιστροφής των χρημάτων που οι αιτητές συνεισέφεραν για σκοπούς μετάβασης και θεραπείας τους στο εξωτερικό.
Το αίτημα της προσφυγής είναι διττό. Να κηρυχθεί άκυρη η παράλειψη του καθού να απαντήσει στις παραπάνω δύο επιστολές, κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρ. 29 του Συντάγματος. Τούτο κατοχυρώνει το δικαίωμα (ατομικό ή συλλογικό) του αναφέρεσθαι προς τας αρχάς. Το αντικείμενο του άρθρου αυτού επεξηγείται στην απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Δημοτική Επιτροπή Αγίου Δομετίου ν. Χριστοφόρου κ.α. (1994) 3 Α.Α.Δ. 434. Το δεύτερο σκέλος του αιτήματος αφορά την παράλειψη να επιστραφούν στους δικαιούχους τα ποσά που, όπως ισχυρίζονται, κατέβαλαν αχρεωστήτως. Και στις δυο περιπτώσεις οι αιτητές ζητούν επανόρθωση των παραλείψεων.
Διευκρινίζεται στο σημείο αυτό ότι, όπως μου ελέχθη από το δικηγόρο της Δημοκρατίας και αποδέχθηκε η άλλη πλευρά, δεν υπάρχει διοικητικός φάκελος. Προσκομίστηκαν όμως όλα τα σχετικά έγγραφα. Λέγω εντούτοις ότι, εκτός από το ποσό συνεισφοράς, που φέρεται να κατέβαλε ο κάθε αιτητής, δεν υπάρχουν λεπτομέρειες που περιστοιχίζουν την κάθε υπόθεση, φερ' ειπείν, τη σχετική διοικητική απόφαση για τον καθένα, άλλα έξοδα ή την οικονομικο-κοινωνική μελέτη που αφορά τον κάθε αιτητή μέσα στο γράμμα και το πνεύμα των κριτηρίων του κυβερνητικού Σχεδίου.
Εν πάση περιπτώσει υπάρχει ισχυρισμός στην ένσταση ότι οι ίδιοι οι αιτητές ζήτησαν με ενυπόγραφο αίτημα τους να τύχουν περίθαλψης σε άλλα νοσηλευτικά ιδρύματα από εκείνα που καθόρισε η αρμόδια αρχή, αναλαμβάνοντας να συνεισφέρουν μέρος των δαπανών. Το αίτημα έγινε αποδεκτό. Οι αιτητές στάληκαν στα θεραπευτήρια της εκλογής τους στην Ελλάδα, Βρετανία και στο Ισραήλ. Ακολούθως, σύμφωνα με τη δέσμευση τους, κλήθηκαν να καταβάλουν μέρος των εξόδων, που χαρακτηρίζεται "συμβολικό". Ας σημειωθεί διευκρινιστικά ότι δεν έγινε προσπάθεια αντίκρουσης του ισχυρισμού. Ούτε όμως προσκομίστηκαν αποδεικτικά.
Όπως και νάχουν τα ζητήματα αυτά, πρέπει να εξεταστεί πρώτα η προδικαστική ένσταση ότι οι αιτητές δεν δικαιούνται να προσβάλουν την παράλειψη του καθού να απαντήσει στις δυο πιο πάνω επιστολές ημερ. 22/10/97 και 20/3/98. Στερούνται του απαραίτητου έννομου συμφέροντος γιατί δεν είναι οι αιτητές που επικοινώνησαν με το Υπουργείο, αλλά ο Παγκύπριος Σύνδεσμος Καρδιοπαθών. Οι αιτητές θεωρούν το επιχείρημα αβάσιμο, αντιπαραθέτοντας ότι διατηρούν έννομο συμφέρον όντας μέλη του Συνδέσμου.
Δεν υπήρξε αναφορά από τους δικηγόρους είτε σε συγγράμματα είτε σε νομολογία. Θα περιοριστώ στο σύγγραμμα του Θ. Δ. Τσάτσου "Η αίτησις ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας" σελ. 60-61, που διαφωτίζει αρκούντως το υπό συζήτηση θέμα:
"Εάν όμως η γενικώς ζημιωθείσα ομάς αποτελή κατά νόμον υποχρεωτικώς νομικόν πρόσωπον, δηλαδή υποκειμενικήν ενότητα δικαίου, νομιμοποιείται το νομικόν τούτο πρόσωπον και δεν νομιμοποιούνται εις έκαστος ιδιαιτέρως οι αποτελούντες τούτο. Ούτοι νομιμοποιούνται παραλλήλως μόνον εφ' όσον παρωράθησαν διά της προσβαλλομένης πράξεως ή παραλείψεως και ειδικώτερα συμφέροντά των, δηλαδή συμφέροντα μηδέ κοινά μηδέ όμοια προς τα συμφέροντα του συνόλου των αποτελούντων το νομικόν πρόσωπον. Άλλως, αν η ζημιωθείσα ομάς ή μέρος αυτής αποτελή μεν νομικόν πρόσωπον, αλλ' ουχί κατά νόμον υποχρεωτικώς, νομιμοποιείται και το νομικόν τούτο πρόσωπον παραλλήλως προς ένα έκαστον, εφ' όσον η προσβαλλομένη πράξις ή παράλειψις θίγει τα συμφέροντα του συνόλου των μελών αυτού και η προστασία τους εμπίπτει εις τους σκοπούς αυτού, δεν νομιμοποιείται όμως, αν αύτη αφορά εις ένα ή περισσότερα μόνον των μελών αυτού ατομικώς. Η ανωτέρω τεθείσα αρχή επιβάλλεται, δοθέντος ότι το νομικόν πρόσωπον, εις ό συνενούνται συντεταγμένα συμφέροντα, είναι αρμοδιώτερον παντός άλλου διά την εκπροσώπησιν και προάσπισιν αυτών. Προκειμένου μάλιστα περί σωματείων λειτουργούντων νομίμως, το δικαίωμα της δικαστικής προασπίσεως του σκοπού των, δέον να θεωρηθή, ότι απορρέει εκ της υφισταμένης συνταγματικής προστασίας του δικαιωματος του συνεταιρίζεσθαι."
Δεν αμφισβητείται ότι ο παραπάνω Σύνδεσμος έχει νομική οντότητα. Δεν προσέφυγε όμως ο Σύνδεσμος, αλλά αριθμός μελών του. Ωστόσο, όπως προκύπτει από το παραπάνω σύγγραμμα τα μέλη δεν νομιμοποιούνται να προσβάλουν την παράλειψη με αίτηση ακυρώσεως.
Το πρώτο σκέλος του αιτήματος θεραπείας απορρίπτεται.
Η άλλη θεραπεία διατυπώνεται ως εξής:
"Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η παράλειψη της Καθ' ής η Αίτηση να εξετάσει και να ικανοποιήσει το υποβληθέν διά των δύο επιστολών αίτημα των Αιτητών για επιστροφή των χρηματικών ποσών που έχουν ήδη καταβληθεί παρανόμως και/ή αχρεωστήτως βάσει της ως άνω αναφερθείσης πρακτικής από τους Αιτητές - οι οποίοι είναι όλοι καρδιοπαθείς - για την μετάβαση τους στο εξωτερικό, είναι παράνομη, και παν ότι παρελήφθη πρέπει να εκτελεσθεί."
Οι αιτητές ισχυρίζονται ότι νομιμοποιούνται να ζητήσουν επιστροφή των χρημάτων που κατέβαλαν ως συνεισφορά τους για εγχείρηση στην οποία υποβλήθηκαν στο εξωτερικό. Προβλήθηκε στην αξίωση αυτή η προδικαστική ένσταση ότι στην προκείμενη περίπτωση έχουμε χρηματική διαφορά μεταξύ αιτητών και δημοσίου, η οποία δεν υπάγεται στη δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Στη υπόθεση Δικηγορόπουλος ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 260 έκρινα, υπό παρόμοιες συνθήκες, ότι από μια τέτοια κατάσταση πραγμάτων γεννάται ακυρωτική διαφορά, που ανήκει στη δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου:
"...Δεν πρόκειται για τη λεγόμεη αμιγή χρηματική διαφορά που αφορά στην εκτέλεση συμβατικών όρων. Η προσβαλλόμενη πράξη έχει τα εξωτερικά γνωρίσματα μονομερούς πράξης της διοίκησης και αποτελεί έκφραση της δημόσιας διοικητικής δράσης, που ρυθμίζεται στο προκείμενο από κανόνες του διοικητικού δικαίου. Πέραν αυτού είναι πράξη η οποία, στο πλαίσιο των διατάξεων του Σχεδίου, επιδιώκει ολοφάνερα δημόσιο σκοπό, την υγεία των πολιτών. Η υπογραφή σχετικής δήλωσης δεν επηρεάζει τη φύση της υφιστάμενης νομικής σχέσης."
Επομένως δεν παρεμβάλλεται το προδικαστικό κώλυμα που επηρεάζει το δικαίωμα προσφυγής στο θέμα αυτό. Υπάρχει η βασική προϋπόθεση νομιμοποίησης των αιτητών. Παρατηρώ ότι οι δηλώσεις που υπέγραψαν δεν είναι ενώπιον μου για να εκτιμηθεί η σημασία τους. Ούτε έχει εγερθεί τέτοιο θέμα από το δικηγόρο του καθού. Όπως όμως έχω υποδείξει δεν υπάρχουν τα πλήρη στοιχεία για κάθε περίπτωση που θα καθιστούσαν δυνατό το δικαστικό έλεγχο. Υπάρχει εντούτοις ένα άλλο ανυπέρβλητο εμπόδιο για τους αιτητές. Τα σχετικά γεγονότα διαδραματίστηκαν σε όλες τις περιπτώσεις στη διάρκεια των ετών 1994 και 1996-1997. Οπωσδήποτε τυχόν νόμιμη απαίτηση τους δε διεκδικήθηκε μέσα στη συνταγματική προθεσμία των 75 ημερών. Υπό οποιεσδήποτε συνθήκες, η προσφυγή αυτή είναι εκπρόθεσμη.
Ο δικηγόρος του καθού δήλωσε, όταν η υπόθεση ήταν ορισμένη για διευκρινίσεις, ότι σε περίπτωση αποτυχίας της προσφυγής δε θα ζητούσε έξοδα. Η προσφυγή απορρίπτεται. Δεν επιδικάζονται έξοδα.
Σ. Νικήτας, Δ.
/Κασ