ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
FONT>Υπόθεση Αρ. 648/99
Ενώπιον: ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ, Δ.
Αναφορικά με τα Άρθρα 28 και 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
Γεώργιου Μ. Μιχαήλ από το Μάμμαρι
Αι τητή
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας
Κα θ΄ ης η αίτηση
- - - - - -
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ
: 11.5.2000Για τον αιτητή: κ. Α.Σ. Αγγελίδης.
Για την καθ΄ης η αίτηση: κ. Ξ. Ευσταθίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την προσφυγή ο αιτητής ζητά δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση της καθ΄ης η αίτηση με την οποία διόρισε το ενδιαφερόμενο μέρος Στέλλα Πισσαρίδου στη μόνιμη θέση Συντηρητή, Τμήμα Αρχαιοτήτων, από τις 2.4.1999, αντί αυτού, είναι άκυρη.
Το πραγματικό υπόβαθρο της υπόθεσης είναι το ακόλουθο:
Η επίδικη θέση είναι πρώτου διορισμού. Αφού δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και υποβλήθηκαν δεκαέξι συνολικά αιτήσεις, ο Γραμματέας της καθ΄ης η αίτηση τις διαβίβασε στον Αναπληρωτή Διευθυντή Τμήματος Αρχαιοτήτων (ο Διευθυντής), ως Πρόεδρο της αρμόδιας Συμβουλευτικής Επιτροπής, με την παράκληση όπως, αφού συνέλθει η Συμβουλευτική Επιτροπή, εξετάσει τους υποψηφίους και υποβάλει την έκθεσή της προς την καθ΄ης η αίτηση. Ακολούθως, η Συμβουλευτική Επιτροπή, μετά που συνήλθε και εξέτασε τους υποψηφίους, με επιστολή του Προέδρου της, ημερομηνίας 28.3.1998, υπέβαλε την έκθεσή της προς την καθ΄ης η αίτηση. Με την έκθεση σύστηνε ως καταλληλότερους για επιλογή τέσσερις υποψηφίους, μεταξύ των οποίων τον αιτητή, όχι όμως και το ενδιαφερόμενο μέρος. Στη συνέχεια, η καθ΄ης η αίτηση, κατά τη συνεδρία της 7.5.1998, αφού μελέτησε την έκθεση, «αποφάσισε να αποστείλει το θέμα στη Συμβουλευτική Επιτροπή για εξ υπαρχής επανάληψη της διαδικασίας», επειδή διαπίστωσε αριθμό παρατυπιών και σφαλμάτων στον τρόπο με τον οποίο ενήργησε. Κατόπιν τούτου, η Συμβουλευτική Επιτροπή επανέλαβε εξ υπαρχής την όλη διαδικασία και, αφού ετοίμασε νέα έκθεση, με επιστολή του Προέδρου της, ημερομηνίας 13.1.1999, την υπέβαλε στην καθ΄ης η αίτηση. Στη νέα έκθεση, μεταξύ των τεσσάρων υποψηφίων που σύστηνε ως καταλληλότερους για επιλογή, περιέλαβε τόσο τον αιτητή όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος. Στη συνέχεια, η καθ΄ης η αίτηση, κατά τη συνεδρία της 27.1.1999, αφού εξέτασε και υιοθέτησε την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, και αφού προέβη στον καταρτισμό του τελικού καταλόγου των υποψηφίων, ο οποίος ήταν ο ίδιος με τον προκαταρκτικό κατάλογο που ετοίμασε η Συμβουλευτική Επιτροπή, αποφάσισε να καλέσει σε προφορική εξέταση τους τέσσερις υποψηφίους που περιλήφθηκαν στον τελικό κατάλογο. Ακολούθως, κατά τη συνεδρία της 17.2.1999, η καθ΄ης η αίτηση, στην παρουσία του Διευθυντή του Τμήματος Αρχαιοτήτων, που κλήθηκε να παραστεί, δέχθηκε σε προφορική εξέταση τους τέσσερις υποψηφίους. Μετά το τέλος της εξέτασης, και αφού αξιολόγησε την απόδοση τόσο του αιτητή όσο και του ενδιαφερόμενου μέρους ως «Πολύ Καλή», ο Διευθυντής αποχώρησε από τη συνεδρία. Στη συνέχεια, η καθ΄ης η αίτηση προχώρησε στην αξιολόγηση των υποψηφίων και, αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, έκρινε, κατά πλειοψηφία (Πρόεδρος και δύο Μέλη), ότι το ενδιαφερόμενο μέρος υπερείχε των άλλων υποψηφίων και την επέλεξε για διορισμό.
Ο πρώτος λόγος ακυρώσεως που προβάλλεται είναι ότι παράνομα η καθ΄ης η αίτηση αποφάσισε την επανάληψη και παράνομα επαναλήφθηκε η διαδικασία ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Διαζευκτικά προβάλλεται η θέση ότι, εάν ήθελε κριθεί ότι νόμιμα επαναλήφθηκε η διαδικασία ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής, τότε η εκ μέρους της αξιολόγηση του ενδιαφερόμενου μέρους στη δεύτερη προφορική εξέταση, όπου χαρακτηρίστηκε «Καλή», είναι αναιτιολόγητη, αφού στην πρώτη διαδικασία, με ανάλογα σχόλια, αξιολογήθηκε με «Γ», με αποτέλεσμα να μην συμπεριληφθεί στον προκαταρκτικό κατάλογο.
Σύμφωνα με το πρακτικό της συνεδρίας της 7.5.1998, η καθ΄ης η αίτηση αποφάσισε την εξ υπαρχής επανάληψη της διαδικασίας ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής, αφού μελέτησε τη σχετική έκθεση και παρατήρησε τα εξής:
«(α) Η συμμετοχή της κας Φλωρίδου, μέλους της Συμβουλευτικής Επιτροπής, στην τελική επιλογή είναι παράτυπη εφόσον δεν συμμετείχε στις προφορικές εξετάσεις.
(β) Δεν υπάρχει γενική αξιολόγηση των προσοντούχων υποψηφίων που να προκύπτει ύστερα από συνεκτίμηση της προφορικής εξέτασης των προσόντων, της πείρας και της προτίμησης.
(γ) Δεν υπάρχει πόρισμα για την προτίμηση της καλής γνώσης μιας άλλης ευρωπαϊκής γλώσσας.
(δ) Όσον αφορά τη διαπίστωση από μέρους των υποψηφίων του προσόντος της πολύ καλής γνώσης της Ελληνικής και της καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας, η Συμβουλευτική Επιτροπή θα πρέπει να επανεξετάσει το θέμα έχοντας υπόψη ότι οι υπόφοιτοι Ελληνικών Σχολών Μέσης Παιδείας κατά τεκμήριο ικανοποιούν το εν λόγω προσόν. Ειδικά για απόφοιτους Αγγλόφωνων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, εάν δεν υπάρχουν τεκμήρια κατοχής της πολύ καλής γνώσης της Ελληνικής Γλώσσας, αυτοί θα πρέπει να υποβληθούν σε γραπτή και προφορική εξέταση.
(ε) Όσον αφορά τις υποψηφιότητες των Χ»Κυριάκου Μάριου και Χατζηπαύλου Χαράλαμπου, η Συμβουλευτική Επιτροπή θα πρέπει να προβεί σε δέουσα έρευνα μέσω των αρμοδίων αρχών για διαπίστωση του επιπέδου των προσόντων τους. Ιδιαίτερα θα πρέπει να ερευνηθεί η περίπτωση του Χ»Κυριάκου Μάριου για το προσόν «Master Conservator» του St. Mark Academy of Art Conservation and Science.»
Από το πιο πάνω απόσπασμα προκύπτει ότι ορθά η καθ΄ης η αίτηση αποφάσισε την επανάληψη της διαδικασίας ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Και μόνη η συμμετοχή του μέλους κας Φλωρίδου στη συνεδρία κατά την οποία έγινε η τελική αξιολόγηση των υποψηφίων, ενώ δεν συμμετείχε στη διαδικασία της προφορικής τους εξέτασης, ήταν αρκετή για να επιφέρει την ακυρότητα της όλης διαδικασίας ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής, ιδιαίτερα της τελικής αξιολόγησης των υποψηφίων. Είναι γνωστή η αρχή ότι η διαδικασία ενώπιον των συλλογικών διοικητικών οργάνων πρέπει να εξελίσσεται από την αρχή μέχρι το τέλος ενώπιον των ίδιων πάντοτε μελών και ότι μοναδική εξαίρεση αποτελεί η περίπτωση κατά την οποία τα μέλη που παίρνουν την τελική απόφαση έχουν πλήρη ενημέρωση αναφορικά με τα στοιχεία της διαδικασίας που προηγήθηκε και στην οποία δεν συμμετείχαν. (Βλέπε, μεταξύ άλλων, Πολυβίου ν. Κεντρικού Φορέα Ισότιμης Κατανομής Βαρών, Προσφυγή Αρ. 901/97, απόφαση ημερομηνίας 15.2.1999). Στην προκείμενη περίπτωση, η μη συμμετοχή της κας Φλωρίδου στη διαδικασία της προφορικής εξέτασης των υποψηφίων δεν της επέτρεπε να συμμετάσχει στην τελική τους αξιολόγηση. Ούτε και βέβαια υπήρχε θέμα ενημέρωσής της για τα αποτελέσματα της προφορικής εξέτασης εφόσον, λόγω της φύσεως του πράγματος, θάπρεπε απαραίτητα να συμμετείχε στην προφορική εξέταση για να μπορεί να διαμορφώσει προσωπική άποψη.
Δεδομένου ότι για τον πιο πάνω λόγο, αλλά και για τους άλλους που επικαλέσθηκε η καθ΄ης η αίτηση, η επανάληψη της διαδικασίας ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής ήταν επιβεβλημένη, δεν τίθεται θέμα σύγκρισης της αξιολόγησης των υποψηφίων κατά τις δύο διαδικασίες ούτε αιτιολόγησης της διαφοροποίησης της αξιολόγησης του ενδιαφερόμενου μέρους κατά τη δεύτερη διαδικασία, αφού, κατά τα προαναφερθέντα, η πρώτη διαδικασία ήταν άκυρη.
Ακολουθεί ότι ο πρώτο λόγος ακυρώσεως δεν ευσταθεί.
Ο δεύτερος λόγος ακυρώσεως που προβάλλεται είναι ότι παράνομα ο Διευθυντής αξιολόγησε την απόδοση των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση ενώπιον της καθ΄ης η αίτηση. Σύμφωνα με το δικηγόρο του αιτητή, το άρθρο 33 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου (ο Νόμος), που ρυθμίζει τη διαδικασία για την πλήρωση θέσεων πρώτου διορισμού, δεν δίνει καμιά απολύτως αρμοδιότητα στο Διευθυντή. Στην εσχάτη δε των περιπτώσεων που θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι εφαρμόζονται τα άρθρα 17 και 33(10) του Νόμου, ο Διευθυντής, ως «Βοηθών Λειτουργός», δεν θα ήταν επιτρεπτό να προβεί σε αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων στην προφορική εξέταση και, μάλιστα, χωρίς καν να την αιτιολογήσει.
Το άρθρο 17 του Νόμου έχει ως εξής:
«Η Επιτροπή μπορεί να απαιτήσει μέσω της αρμόδιας αρχής από οποιοδήποτε δημόσιο υπάλληλο να προσέλθει και να δώσει μαρτυρία ενώπιόν της ή να παράσχει οποιαδήποτε πληροφορία ή να βοηθήσει την Επιτροπή πάνω σε οποιοδήποτε ζήτημα το οποίο η Επιτροπή έχει να εξετάσει κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της και μπορεί να απαιτήσει την προσαγωγή οποιωνδήποτε επίσημων εγγράφων που αφορούν κάθε τέτοιο ζήτημα.»
Το άρθρο 33(10) του ίδιου Νόμου έχει ως εξής:
«Η Επιτροπή, πριν κάμει την τελική επιλογή, καλεί σε προφορική εξέταση τους υποψηφίους που περιλαμβάνονται στον τελικό κατάλογο. Κατά την προφορική εξέταση των υποψηφίων η Επιτροπή μπορεί να βοηθείται από λειτουργό ή λειτουργούς που λόγω των ειδικών τους γνώσεων είναι σε θέση να βοηθήσουν.»
Σύμφωνα με το Σχέδιο Υπηρεσίας η επίδικη θέση συνεπάγεται τα ακόλουθα καθήκοντα και ευθύνες:
«Συντήρησις, καθαρισμός και διατήρησις τοιχογραφιών, ψηφιδωτών, εικόνων, μεταλλικών αντικειμένων, ξύλων ή άλλων αρχαιολογικών αντικειμένων. Εκτελεί οιαδήποτε άλλα καθήκοντα τα οποία ήθελον ανατεθή εις αυτόν.»
Ενόψει των καθηκόντων και των ευθυνών της επίδικης θέσης, όπως διαγράφονται πιο πάνω, ευρίσκω ότι η καθ΄ης η αίτηση, ενεργούσα μέσα στα πλαίσια των άρθρων 17 και 33(10) του Νόμου, είχε το δικαίωμα, και ορθά έπραξε, να καλέσει το Διευθυντή να τη βοηθήσει κατά την προφορική εξέταση των υποψηφίων, λόγω των ειδικών του γνώσεων, ως Διευθυντή του Τμήματος Αρχαιοτήτων, ιδιότητα που τον έθετε σε ιδιάζουσα θέση να αξιολογήσει το επίπεδο γνώσεων και την ικανότητα του κάθε ενός από τους υποψηφίους να ανταποκριθεί στα καθήκοντα και τις ευθύνες της θέσης. Όσον αφορά το θέμα της αιτιολόγησης της αξιολόγησης του Διευθυντή, παρατηρώ ότι, εφόσον ο Νόμος δεν απαιτεί αιτιολόγηση των απόψεων που παρέχονται στην Επιτροπή από αρμόδιους λειτουργούς, μέσα στα πλαίσια των άρθρων 17 και 33(10) του Νόμου, υποχρέωση για αιτιολόγηση δεν υπήρχε.
Ούτε ο δεύτερος λόγος ακυρώσεως ευσταθεί.
Ο τρίτος λόγος ακυρώσεως που προβάλλεται είναι ότι παράνομα η προφορική εξέταση αποτέλεσε αποφασιστικό παράγοντα στην κρίση της καθ΄ης η αίτηση για τη λήψη της επίδικης απόφασης.
Η αναλυτική αξιολόγηση της καθ΄ης η αίτηση αναφορικά με την απόδοση του αιτητή και του ενδιαφερόμενου μέρους στην ενώπιόν της προφορική εξέταση έχει ως εξής:
«3. ΜΙΧΑΗΛ Γεώργιος. Σχεδόν πολύ καλός. Διαθέτει ικανοποιητικές γνώσεις, δεν είναι όμως σε θέση να τις εκφράσει με σαφήνεια και χρειάζεται βοήθεια στην ολοκλήρωση των σκέψεών του.
4. ΠΙΣΣΑΡΙΔΟΥ Στέλλα:
(α) Πλειοψηφία (Πρόεδρος, κ.κ. Αναστασίου και Θεοφίλου): Πάρα πολύ καλή. Διαθέτει ψηλό επίπεδο γνώσεων και σημαντική πείρα στην πρακτική εφαρμογή συντήρησης εικόνων. Έχει ορθολογιστική προσέγγιση των θεμάτων και είναι σαφής στην έκφρασή της.
(β) κ. Σ. Δημητρίου: Πολύ καλή+. Έχει πολύ καλές γνώσεις στο θεωρητικό και πρακτικό επίπεδο. Εκφράζεται με άνεση και αυτοπεποίθηση.»
Σύμφωνα με το δικηγόρο του αιτητή, ειδικά στην περίπτωση της επίδικης θέσης, η απόδοση των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση ενώπιον της καθ΄ης η αίτηση δεν έπρεπε να αποτελέσει το κύριο κριτήριο επιλογής. Και τούτο γιατί το Σχέδιο Υπηρεσίας της επίδικης θέσης δεν απαιτεί ευχέρεια λόγου ώστε να μπορεί να θεωρηθεί ότι ο αιτητής υστερεί επειδή δεν είναι σε θέση να εκφράσει τις γνώσεις του με σαφήνεια και χρειάζεται βοήθεια στην ολοκλήρωση των σκέψεών του. Το Σχέδιο Υπηρεσίας απαιτεί απλώς τη συντήρηση, καθαρισμό και διατήρηση αρχαιολογικών αντικειμένων, πράγμα που σημαίνει ότι η καταλληλότητα του υποψηφίου εξαρτάται από τα ακαδημαϊκά προσόντα και τις εμπειρίες του και όχι την ευχέρεια ή την αδυναμία του στην έκφραση των γνώσεων ή των σκέψεών του.
Έχω την άποψη ότι η εισήγηση του δικηγόρου του αιτητή δεν μπορεί να δικαιολογήσει την ανατροπή της απόφασης της καθ΄ης η αίτηση. Όπως προκύπτει από τα στοιχεία που έχω ενώπιόν μου, η καθ΄ης η αίτηση είχε να επιλέξει μεταξύ δύο εξίσου κατάλληλων, από πλευράς ακαδημαϊκών προσόντων και πείρας, υποψηφίων. Τελικά, η πλάστιγγα έκλινε υπέρ του ενδιαφερόμενου μέρους για το λόγο ότι «η πλειοψηφία, επιλέγοντας την Πισσαρίδου Στέλλα, σημείωσε
ότι κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση αξιολογήθηκε απ΄ αυτή σε ψηλότερο επίπεδο από τους άλλους υποψηφίους». Δεν θεωρώ ότι η καθ΄ης η αίτηση, κλίνοντας την πλάστιγγα υπέρ του ενδιαφερόμενου μέρους, με βάση την αξιολόγησή της κατά την προφορική εξέταση, κινήθηκε έξω από τα ενδεδειγμένα νομικά πλαίσια. Ανεξάρτητα από τα καθήκοντα μιας θέσης, όπως καθορίζονται από το Σχέδιο Υπηρεσίας, η δυνατότητα έκφρασης και, γενικότερα, η προσωπικότητα του κάθε υποψηφίου για διορισμό, είναι στοιχεία που μπορούν και πρέπει, κατά την άποψή μου, να λαμβάνονται υπόψη από την Επιτροπή, ιδιαίτερα προκειμένου και υποψηφίων οι οποίοι, όπως στην παρούσα περίπτωση, εμφανίζονται, κατά τα λοιπά, ως ίσοι. Άλλωστε, η απόδοση των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση, σύμφωνα με το άρθρο 33(11) του Νόμου, είναι στοιχείο που πρέπει πάντοτε να λαμβάνεται «δεόντως υπόψη» από την Επιτροπή, ανεξάρτητα από τα πλαίσια των καθηκόντων της συγκεκριμένης θέσης, όπως διαγράφονται από το σχετικό Σχέδιο Υπηρεσίας.Ο τελευταίος λόγος ακυρώσεως που προβάλλεται είναι ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι επαρκώς αιτιολογημένη. Ούτε και έγινε, όπως έπρεπε, σύγκριση μεταξύ των υποψηφίων. Ούτε ο λόγος αυτός ευσταθεί. Από τα πρακτικά της 17.2.1999 (Παράρτημα 10 στην ένσταση) προκύπτει καθαρά η αιτιολογία της προτίμησης του ενδιαφερόμενου μέρους. Χαρακτηριστικό είναι το πιο κάτω απόσπασμα:
«Η Επιτροπή έλαβε δεόντως υπόψη τα αποτελέσματα της προφορικής εξέτασης των υποψηφίων που διεξήχθη από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, τα προσόντα των υποψηφίων σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης, όπως επίσης και τα υπόλοιπα στοιχεία των αιτήσεων, καθώς και την απόδοση των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση ενώπιον της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας όπως αυτή λεπτομερώς και αναλυτικά αναφέρεται στο συνημμένο παράρτημα για τον
(Η παραπομπή στο «παράρτημα» αναφέρεται στην αναλυτική αξιολόγηση της απόδοσης του αιτητή και του ενδιαφερόμενου μέρους στην προφορική εξέταση την οποία παρέθεσα επί λέξει προηγουμένως.)
Όσον αφορά την εισήγηση του δικηγόρου της αιτήτριας ότι κακώς δεν έγινε σύγκριση μεταξύ των υποψηφίων, παρατηρώ ότι, σύμφωνα με τη νομολογία, το διορίζον όργανο δεν έχει υποχρέωση να προβαίνει σε ονομαστική σύγκριση μεταξύ των υποψηφίων. (Βλέπε, μεταξύ άλλων, Καψοσιδέρης ν. Δημοκρατίας (1995) 3 ΑΑΔ, 170 και
Πεκρής ν. ΕΔΥ, Προσφυγή Αρ. 89/99, απόφαση ημερομηνίας 31.1.2000).Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.
Ρ. Γαβριηλίδης
Δ.
/ΧΤΘ