ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

Υπόθεση αρ. 1032/98

 

ΕΝΩΠΙΟΝ: Σ. ΝΙΚΗΤΑ, Δ.

Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ -

Κορνηλίας Χριστοφή από τη Λευκωσία

Αιτητρίας

- και

Εφόρου Φόρου Εισοδήματος

Καθού η αίτηση

--------------------

Ημερομηνία: 27 Οκτωβρίου, 1999

Για την αιτήτρια: Α. Παπαχαραλάμπους

Για τον καθού η αίτηση: Γ. Λαζάρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄

--------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Στις 20/11/97 ο Έφορος Φόρου Εισοδήματος (ο καθού) επέβαλε προσωρινή φορολογία στην αιτήτρια για εισόδημα που απέκτησε το 1997. Τούτο προήλθε από ενοίκια καταστημάτων της στην Αγία Νάπα. Ο υπολογισμός βασίστηκε στο εισόδημα του έτους 1991, που ήταν το τελευταίο για το οποίο επιβλήθηκε φορολογία. Κι αυτό γιατί η αιτήτρια δεν υπέβαλε, όπως είχε από το νόμο υποχρέωση [(άρθρ. 24 του περί Βεβαιώσεως, και Εισπράξεως Φόρων Νόμου (αρ. 4/78, όπως τροποποιήθηκε)], προσωρινή δήλωση του εισοδήματος της. Αντίγραφο της φορολογίας επισυνάπτεται στην ένσταση του καθού. Η προσφυγή αφορά αυτή τη φορολογία. Ας σημειωθεί ότι η αιτήτρια προσέφυγε, με άλλες προσφυγές της, και για τις φορολογίες άλλων χρόνων.

Το αίτημα θεραπείας, που περιέχει η κρινόμενη προσφυγή, προσδιορίζεται ως εξής:

"Α. Απόφαση και/ή Διακήρυξη του Δικαστηρίου ότι η φορολογία του έτους 1997 που κοινοποιήθηκε στην Αιτήτρια ημερ. 15/10/98 (Τεκμ. 1) είναι άκυρη και/ή παράνομη και/ή εστερημένη οιασδήποτε νομικής ισχύος."

Αξίζει να σταθούμε στην επιστολή της 15/10/98. Στην πραγματικότητα είναι ειδοποίηση προς την αιτήτρια να τακτοποιήσει τις φορολογικές της οφειλές προς το δημόσιο, όπως λεπτομερειακά εκτέθηκαν στη συνημμένη στην ειδοποίηση Κατάσταση Λογαριασμού, τις οποίες παρέλειψε να ξοφλήσει έγκαιρα. Για το σκοπό αυτό τάχθηκε προθεσμία 15 ημερών. Προειδοποιείται περαιτέρω η αιτήτρια πως αν δε συμμορφωθεί θα ληφθούν εναντίον της τα μέτρα που προβλέπει ο νόμος. Μεταξύ των εκκρεμοτήτων της αιτητρίας συμπεριλήφθηκε και το ποσό της επίδικης φορολογίας.

Ο καθού έθεσε προδικαστικά θέμα πως η προσβαλλόμενη πράξη δεν έχει εκτελεστό χαρακτήρα, αλλά είναι απλώς πράξη εκτέλεσης ή βεβαιωτική ή ακόμη πράξη πληροφοριακού περιεχομένου. Όμως προβλήθηκε στην αγόρευση του δικηγόρου της ο ισχυρισμός, παρόλο που δεν εξειδικεύεται καθαρά στα νομικά σημεία, ότι δε στάληκε προηγουμένως στην αιτήτρια η σχετική βεβαίωση της φορολογίας.

Το θέμα της επίδοσης της προσωρινής φορολογίας στην αιτήτρια είναι θεμελιακό για την έκβαση της υπόθεσης. Ο Έφορος έχει υποχρέωση από το άρθρ. 19 του ν. 4/78, όπως τροποποιήθηκε, να επιδώσει ειδοποίηση επιβολής φορολογίας στο φορολογούμενο. Η κοινοποίηση ενεργείται, όπως ορίζει το άρθρ. 19, με συστημένη επιστολή, την οποία ο Έφορος έχει καθήκον να απευθύνει στη συνηθισμένη διεύθυνση της κατοικίας ή επιχείρησης του φορολογούμενου. Μπορεί όμως, διαζευκτικά, να προβεί σε προσωπική επίδοση της ειδοποίησης. Μόνο έτσι έχει ο φορολογούμενος την ευκαιρία να προβάλει ένσταση, δικαίωμα που παραχωρεί το άρθρ. 20 του ίδιου νόμου.

Ο δικηγόρος του Εφόρου στην αγόρευση του ισχυρίζεται ότι ο τελευταίος, στις 20/11/97, επέβαλε και έστειλε την επίδικη προσωρινή φορολογία. Αναφέρθηκε περαιτέρω (στην αγόρευση του) ότι στις 26/6/98 ο Έφορος έστειλε επιστολή στην αιτήτρια "με την οποία την πληροφορούσε για τις υποχρεώσεις της".

Πρέπει να λεχθεί εδώ ότι το μόνο στοιχείο που υπάρχει στο φάκελο είναι η ειδοποίηση επιβολής προσωρινής φορολογίας στην αιτήτρια για το 1997. Καμιά ένδειξη ή στοιχείο δεν υπάρχει που να δείχνει ότι ο Έφορος συμμορφώθηκε με τις διατάξεις του άρθρ. 19 του νόμου αναφορικά με την επίδοση της ειδοποίησης. Ελλείψει οποιασδήποτε μαρτυρίας ότι πραγματοποιήθηκε επίδοση σύμφωνα με το νόμο - δεδομένης και της άρνησης της αιτητρίας ότι την παρέλαβε - οδηγούμαι στο συμπέρασμα ότι δεν αποδείχθηκε συμμόρφωση με το άρθρ. 19. Ας σημειωθεί ότι στην ένσταση του ο Έφορος ισχυρίζεται ότι ο σύζυγος της αιτητρίας, που διαχειριζόταν τις υποθέσεις της, ζήτησε παράταση για να τακτοποιήσει και αυτή τη φορολογική υποχρέωση της. Περαιτέρω ότι δεν τήρησε τελικά τα υπεσχυμένα με αποτέλεσμα να σταλεί η επίδικη ειδοποίηση της 15/10/98. Αυτή όμως η εκδοχή παρέμεινε σε επίπεδο ισχυρισμών. Και τελικά είναι άνευ σημασίας.

Για το λόγο αυτό ακυρώνω την επίδικη απόφαση, όπως έγινε και στην υπόθεση Pitsiakkos v. Republic (1985) 3 C.L.R. 1700, στην οποία αντιμετωπίστηκε παρόμοιο θέμα. Επιδικάζω στην αιτήτρια το 1/2 των εξόδων γιατί πέραν του ότι ο δικηγόρος της έθιξε το θέμα δεν έδωσε άλλη βοήθεια στο δικαστήριο.

 

Σ. Νικήτας, Δ.

 

/Κασ

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο