ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση αρ. 731/97
ΕΝΩΠΙΟΝ: Σ. ΝΙΚΗΤΑ, Δ.
Μεταξύ -
Χρίστου Λοΐζου από τη Λευκωσία τώρα σπουδαστή
στις Η.Π.Α.
Αιτητή
και -
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω
Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας
Καθής η αίτηση
-------------------------
Ημερομηνία:
10 Μαρτίου 1999Για τον αιτητή: Α.Σ. Αγγελίδης
Για την καθής η αίτηση: Ρ. Πετρίδου, Ανώτερη Δικηγόρος της
Δημοκρατίας
---------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Στις 16/10/96 ο αιτητής υπέβαλε αίτηση να περιληφθεί στον πίνακα διοριστέων καθηγητών Πληροφορικής/Επιστήμης Ηλεκτρονικών Υπολογιστών. Στις 15/1/97 η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (Ε.Ε.Υ. ή Επιτροπή), προς την οποία αποτάθηκε, απέρριψε το αίτημα του. Με την αιτιολογία ότι:
".... έχει διαπιστωθεί ότι δεν κατέχετε την απαιτούμενη από τα Σχέδια Υπηρεσίας "Γνώση της ελληνικής γλώσσας σε επίπεδο Γ΄τάξης Λυκείου/Στ΄Τάξης δημόσιου σχολείου μέσης εκπαίδευσης της Κύπρου, που να μπορεί να αποδειχτεί -
(α) με απολυτήριο Γ΄τάξης Λυκείου ή Στ΄Τάξης εξατάξιου αναγνωρισμένου ελληνικού σχολείου μέσης εκπαίδευσης
ή
(β) με επιτυχία σε εξέταση στα Νέα Ελληνικά, σε επίπεδο Γ΄Τάξης Λυκείου που διεξάγεται από το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού".
Συνεπώς δεν θα είναι δυνατό να εγγραφείτε στον εν λόγω πίνακα, εκτός εάν αποκτήσετε το πιο πάνω προσόν."
Συγχρόνως η Ε.Ε.Υ. παρέπεμψε τον αιτητή στην Υπηρεσία Εξετάσεων του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού για πληροφορίες αναφορικά με την εξεταστέα ύλη και το χρόνο διεξαγωγής των εξετάσεων. Είναι αμοιβαία αποδεκτό ότι ο αιτητής δεν παρακάθησε σε τέτοιες εξετάσεις για να διαπιστωθεί το επίπεδο γνώσης του, όπως του ζητήθηκε. Ας σημειωθεί ότι φοίτησε στην Αγγλική Σχολή Λευκωσίας και συνέχισε τις σπουδές του σε Αμερικανικό Πανεπιστήμιο που του απένειμε τον τίτλο Bsc. Tα στοιχεία δεν αποκαλύπτουν την ειδικότητα, αλλά το θέμα είναι αδιάφορο.
Η επίδικη απόφαση - που κοινοποιήθηκε με επιστολή ημερ. 21/7/97 - είχε ληφθεί την 1/7/97. Αφορούσε και άλλους υποψηφίους για εγγραφή στον πίνακα διοριστέων, που ήταν στην ίδια μοίρα με τον αιτητή. Το αίτημα τους δεν έγινε δεκτό, όπως ρητά αναφέρει το πρακτικό:
".....γιατί δεν έχουν το απαιτούμενο από τα Σχέδια Υπηρεσίας προσόν "Γνώση της Ελληνικής Γλώσσας σε επίπεδο Γ΄Τάξης Λυκείου/Στ τάξης δημοσίου σχολείου μέσης εκπαίδευσης της Κύπρου......"
που θα μπορούσε να βεβαιωθεί με τον τρόπο που αναφέρεται στην παραπάνω επιστολή της Επιτροπής.
Προέχει τώρα η εξέταση προδικαστικής ένστασης. Δεν είχε εγερθεί στο δικόγραφο, αλλά υπό τις εξής συνθήκες. Ο δικηγόρος του αιτητή ανέπτυξε στην αρχική του αγόρευση τη θέση πως ο πελάτης του νομιμοποιείται,παρότι δεν του αναγνωρίστηκε το προσόν της γλώσσας, να προσφύγει κατά της απόφασης. Με αφορμή προφανώς την τοποθέτηση αυτή η δικηγόρος της Δημοκρατίας υποστήριξε πως ο αιτητής, όντας μη προσοντούχος, δεν έχει το απαραίτητο έννομο συμφέρον να την πλήξει. Το ζήτημα όμως αυτό είναι έντονα αμφισβητούμενο.
Σωρεία αποφάσεων υποστηρίζει την άποψη πως κάθε φορά που η κατοχή των προσόντων καθίσταται, όπως εδώ, επίδικο θέμα, το έννομο συμφέρον για καταχώρηση προσφυγής μένει ζωντανό: βλ. προσφ. αρ. 401/92 Δαυίδ Γεωργίου ν. Δημοκρατίας ημερ. 24/5/94, προσφ. αρ. 61/95 Γεωργία Παπαμιλτιάδους-Μπατίστα ν. Κ.Ο.Τ. ημερ. 29/11/95, προσφ. αρ. 900/96 Νεόφυτος Νεοφύτου κ.α. ν. Δημοκρατίας ημερ. 29/4/98 και απόφαση στις Α.Ε. 2153 και 2155 Ελένη Χρυσοστόμου κ.α. ν. Αικατερίνης Κωνσταντινίδου κ.α. ημερ. 20/1/99. Υπό αυτό το πρίσμα εξεταζόμενη η ένσταση δεν είναι δυνατό να ευσταθήσει και απορρίπτεται. Σημειώνω, προτού προχωρήσω στην ουσία, πως η μη έγερση του ζητήματος στο δικόγραφο της Δημοκρατίας, δεν αποτελούσε κώλυμα για τη διερεύνηση του.
Κρίνω σκόπιμο να παραθέσω αυτούσιο το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης στο οποίο βασίζονται ουσιαστικά όλοι οι ισχυρισμοί:
"
Απαιτούμενα προσόντα:1. Απολυτήριο Γ΄Τάξης Λυκείου ή Στ΄Τάξης εξατάξιου αναγνωρισμένου σχολείου μέσης εκπαίδευσης.
2. Γνώση της ελληνικής γλώσσας σε επίπεδο Γ΄Τάξης Λυκείου/Στ΄Τάξης δημόσιου σχολείου μέσης εκπαίδευσης της Κύπρου, που να μπορεί να αποδειχτεί -
(α) με απολυτήριο Γ΄Τάξης Λυκείου ή Στ΄Ταξης εξατάξιου αναγνωρισμένου ελληνικού σχολείου μέσης εκπαίδευσης
ή
(β) με επιτυχία σε εξέταση στα Νέα Ελληνικά, σε επίπεδο Γ΄Τάξης Λυκείου που διεξάγεται από το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού.
Σημ.: (1) Οι υποψήφιοι καθηγητές ξένων γλωσσών εξαιρούνται από την πρόνοια αυτή.
(2) Υποψήφιοι που κατείχαν την απαιτούμενη από τα προϊσχύσαντα Σχέδια Υπηρεσίας επιτυχία στις εξετάσεις Νέων Ελληνικών σε προχωρημένο επίπεδο (AL) του Γενικού Πιστοποιητικού Εκπαίδευσης (G.C.E.) του Πανεπιστημίου του Λονδίνου και περιλαμβάνονται στους πίνακες διοριστέων του Αυγούστου του 1995 θεωρούνται ότι καλύπτουν την εν λόγω πρόνοια.
3. Τίτλος/πτυχίο πανεπιστημίου ή ανώτατης σχολής ισοδύναμης με πανεπιστήμιο στην ειδικότητα που προορίζεται να διδάξει."
Ο δικηγόρος της αιτήτριας υπέβαλε ότι η Ε.Ε.Υ. ενήργησε υπό το κράτος πλάνης, χωρίς διεξαγωγή έρευνας και χωρίς να αιτιολογήσει την απόφαση της. Περαιτέρω ότι η απόφαση ήταν απόρροια λανθασμένης ερμηνείας του σχεδίου υπηρεσίας κατά τούτο: δεν απαιτεί απολυτήριο από δημόσιο σχολείο, αλλά μόνο γνώση της γλώσσας στο επίπεδο που καθορίστηκε. Δε διερευνήθηκε ωστόσο κατά πόσο η Αγγλική Σχολή είναι ή όχι δημόσιο σχολείο. Ούτε το πραγματικό επίπεδο γνώσης του αιτητή. Είναι άγνωστο πως η Ε.Ε.Υ. ερμήνευσε τον όρο "ελληνικό σχολείο", αφού η έννοια αυτή δεν προσδιορίζεται από το νόμο. Το ίδιο συμβαίνει και με τον όρο "αναγνωρισμένο" ελληνικό σχολείο. Είναι η θέση του ότι η Αγγλική Σχολή είναι αναγνωρισμένο σχολείο. Οι σκέψεις αυτές αποτέλεσαν το υπόβαθρο της επιχειρηματολογίας που υποστηρίζει τις παραπάνω αιτιάσεις κατά της απόφασης.
Επικουρικά ή πρόσθετα ο συνήγορος πρόβαλε το επιχείρημα ότι το άρθρ. 28 του περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμου αρ. 10/69 (όπως τροποποιήθηκε) δεν εξουσιοδοτεί το Υπουργικό Συμβούλιο να θέτει ως κριτήριο, όταν καταρτίζει σχέδια υπηρεσίας, συγκεκριμένου χαρακτήρα σχολή μέσης εκπαίδευσης στην οποία όφειλε να είχε φοιτήσει υποψήφιος. Επομένως η σχετική πρόβλεψη του σχεδίου υπηρεσίας, το οποίο παραθέσαμε αυτούσιο, είναι ultra vires της πιο πάνω διάταξης του νόμου. Θα μπορούσα εδώ να προσθέσω ότι το εδ. (γ) του άρθρ. 28 του βασικού νόμου ορίζει πως κανένας δεν διορίζεται ως εκπαιδευτικός λειτουργός εκτός αν
"κέκτηται τα προσόντα τα οποία καθορίζονται εν τω σχεδίω υπηρεσίας διά την θέσιν εις την οποίαν πρόκειται να γίνη ο διορισμός".Ο αιτητής εγείρει και θέμα αντισυνταγματικότητας του σχεδίου υπηρεσίας, που συσχέτισε και με τον όρο "ελληνικό σχολείο". Κατά την αντίληψη του παραβιάζει το δικαίωμα εκπαίδευσης σε σχολή της προτίμησης του, το οποίο κατοχυρώνει το άρθρ. 20 του Συντάγματος. Αναφέρεται περαιτέρω, με γενικότητα, πως παραβιάστηκε και ο ν. 39/62 με τον οποίο κυρώθηκε η Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Ανθρωπίνων
Δικαιωμάτων του 1950 καθώς και ο ν. 14/69 που κύρωσε τη Διεθνή Συμφωνία για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Πολιτιστικά και άλλα Δικαιώματα του ανθρώπου.Επικαλείται επίσης το αρθρ. 28 του Συντάγματος για να υποστηρίξει ότι έτυχε άνισης μεταχείρισης έναντι των συμμαθητριών του, που αποφοίτησαν τον ίδιο χρόνο από την Αγγλική σχολή. Η ουσία του ισχυρισμού του είναι ότι αυτές δεν υπηρέτησαν στην Εθνική Φρουρά, όπως ο ίδιος, με αποτέλεσμα να αποπερατώσουν τις σπουδές τους ενωρίτερα και να τους δοθεί η ευκαιρία εγγραφής στους Πίνακες Διοριστέων πριν την τροποποίηση του οικείου σχεδίου υπηρεσίας. Ενώ για τον ίδιο ήταν απαραίτητη η εφαρμογή της παραγράφου 2(β) του σχεδίου υπηρεσίας. Η άλλη όψη του ιδίου επιχειρήματος για δυσμενή διάκριση στηρίζεται στο κριτήριο που εισήγαγε η παράγραφος 2 η οποία συνιστά, όπως μου ελέχθη, δυσμενή μεταχείριση εκείνων που δεν φοίτησαν σε ελληνικά σχολεία.
Η δικηγόρος της Δημοκρατίας υποστήριξε ότι το Υπουργικό Συμβούλιο άσκησε τις κανονιστικές του εξουσίες αυστηρά μέσα στα πλαίσια που του παρέχουν τα άρθρ. 24 και 28(γ) του νόμου. Ο καθορισμός αντικειμενικών κριτηρίων για την απόδειξη προσόντων δεν εκφεύγει των ορίων των εξουσιοδοτικών διατάξεων. Δέχεται ότι η Αγγλική Σχολή είναι αναγνωρισμένο σχολείο όχι όμως ελληνικό. Έτσι ώστε να παρέχει το εχέγγυο γνώσης της ελληνικής γλώσσας. Το Υπουργείο Παιδείας είναι κατά νόμο αρμόδιο για τη διεξαγωγή των σχετικών εξετάσεων. Η πρόνοια της παραγράφου 2 του σχεδίου υπηρεσίας δε συνιστά άνιση, αλλά ευνοϊκή μεταχείριση για τους υποψηφίους που είναι απόφοιτοι της αγγλικής σχολής. Κι αυτό γιατί τους παρέχει τη δυνατότητα να αποδείξουν τη γνώση τους αναφορικά με την ελληνική γλώσσα. Ο αποκλεισμός του αιτητή οφείλεται στην παράλειψη του να υποστεί την εξέταση.
Δεν έχω πεισθεί ότι η Ε.Ε.Υ. έσφαλε στην ερμηνεία του σχεδίου υπηρεσίας. Ο αιτητής δεν ικανοποίησε τις πρόνοιες του, αφού δεν απέδειξε με τους τρόπους που αυτό ορίζει τη γνώση της γλώσσας στον απαιτούμενο βαθμό. Η κρίση της Ε.Ε.Υ. πως η Αγγλική Σχολή δεν είναι ελληνικό σχολείο μέσης εκπαίδευσης, ήταν ως θέμα ερμηνείας, εύλογα επιτρεπτή δοθέντος ότι τα μαθήματα της σχολής διεξάγονται σε γλώσσα άλλη από την ελληνική. Το ερώτημα αν το σχολείο αυτό είναι δημόσιο ή ιδιωτικό δεν ήταν αναγκαίο να απαντηθεί. Μια και δεν ήταν αυτός ο λόγος απόρριψης του αιτήματος. Κατά συνέπεια δε χρειαζόταν έρευνα προς αυτή την κατεύθυνση. Ούτε αιτιολόγηση που αφορούσε το καθεστώς της Αγγλικής Σχολής. Η ερμηνεία που έδωσε η Επιτροπή, η οποία ήταν λογικά δυνατή, δεν επέτρεπε αποδοχή της αίτησης.
Στην ιεράρχηση των νομικών κανόνων, το σχέδιο υπηρεσίας κατατάσσεται στην κατηγορία της δευτερογενούς νομοθεσίας. Κατά γενική αρχή του δικαίου το αντικείμενο της τελευταίας δεν πρέπει να είναι εκτός νομοθετικής εξουσιοδότησης (ultra vires). Το ερώτημα εδώ είναι αν οι πρόνοιες του σχεδίου υπηρεσίας βρίσκονται μέσα στο πλαίσιο της κανονιστικής εξουσίας που παρέχεται στο Υπουργικό Συμβούλιο από τα άρθρ. 24 και 28(γ) του νόμου, το οποίο επικαλείται ο αιτητής. Αναφέρθηκα ήδη στην τελευταία διάταξη. Πρέπει να έχουμε υπόψη και το άρθρ. 24 πριν
από την τροποποίηση του από τον τροποποιητικό νόμο αρ. 43(1)/96, που ήταν σε ισχύ κατά τον κρίσιμο χρόνο. Ας σημειωθεί ότι το σχέδιο υπηρεσίας είχε εγκριθεί από το Υπουργικό Συμβούλιο στις 6/10/95. Το άρθρ. 24 προνοούσε ότι:"24.(1) Τα γενικά καθήκοντα και ευθύναι θέσεώς τινος και τα διά την κατοχήν αυτής απαιτούμενα προσόντα καθορίζονται εις σχέδια υπηρεσίας καταρτιζόμενα υπό του Υπουργικού Συμβουλίου.
(2) Σχέδιον υπηρεσίας δυνατόν να προνοή ως προϋπόθεσιν διορισμού ή προαγωγής και την υπό των υποψηφίων επιτυχίαν εις διαγωνισμόν."
Σκοπός της πρόνοιας του σχεδίου υπηρεσίας είναι η εξακρίβωση του βαθμού γνώσης χωρίς να περιορίζεται η επιλογή υποψηφίων σε εκείνους που αποφοίτησαν από αναγνωρισμένο ελληνικό σχολείο. Η τοποθέτηση στον κατάλογο είναι ανοικτή, ανεξαίρετα για όλους, υπό την προϋπόθεση επιτυχίας σε κατάλληλες εξετάσεις των υποψηφίων που δεν τέλειωσαν ελληνικό σχολείο. Είδαμε ότι το άρθρ. 28 του νόμου δεν περιορίζει με κανένα τρόπο την ευχέρεια του Υπουργικού Συμβουλίου αναφορικά με τα προσόντα που μπορεί να καθορίσει για κατάληψη θέσης. Εξάλλου το άρθρ. 24, όπως είχε κατά το χρόνο κατάρτισης του σχεδίου υπηρεσίας έδινε και εξουσία (vires) περίληψης πρόνοιας για διενέργεια διαγωνισμού ως προϋπόθεσης διορισμού. Άρα η πρόνοια για εξετάσεις προς απόδειξη των προσόντων κείται εντός των ορίων της εξουσιοδοτικής διάταξης των άρθρ. 24 και 28. Υπογραμμίζεται ότι έχουμε στο άρθρ. 24 ρητή εξουσιοδότηση παρόλο που μπορεί η ύπαρξη της να εξυπακούεται στην κατάλληλη περίπτωση ( βλ. R. v. Secretary of State ex p. Le
ech (1993) 4 All E.R. 539).Έρχομαι στον ισχυρισμό για παράβαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης. Ο αιτητής ανήκε σε άλλη κατηγορία ατόμων απ' εκείνη τη παραγράφου 2(α). Δεν υπήρχε όμως ταυτότητα συνθηκών. Εφόσον η γλώσσα διδασκαλίας σε μη ελληνικά σχολεία μέσης εκπαίδευσης δεν είναι η ελληνική, σε αντίθεση με τα αντίστοιχα τους ελληνικά, η διαφοροποίηση που ενυπάρχει στο σχέδιο υπηρεσίας ήταν αντικειμενικά και λογικά αναπόφευκτη. Και ως εκ τούτου έγκυρη. Σχετικές είναι οι αποφάσεις: προσφ. αρ. 857/96 Κωνσταντίνος Γαλιούνας κ.α. ν. Δημοκρατίας ημερ. 6/3/98 και προσφ. αρ. 834/96 Ελενα Παπαναστασίου ν. Δημοκρατίας ημερ. 6/4/98 (αποφάσεις Αρτέμη Δ). Δε θεμελιούται επομένως παράβαση της αρχής της ισότητας.
Ούτε ο άλλος ισχυρισμός του αιτητή για δυσμενή διάκριση είναι δυνατό να ευσταθήσει. Το σχέδιο υπηρεσίας δε διαφοροποιεί μεταξύ των υποψηφίων με βάση το φύλο τους. Εφαρμόζεται για όλους χωρίς οποιοδήποτε συσχετισμό με το φύλο του υποψηφίου. Οι λόγοι για τους οποίους ο αιτητής δεν πρόλαβε να εγγραφεί στον πίνακα διοριστέων με βάση το προϊσχύον σχέδιο υπηρεσίας δεν αφορούν την κρινόμενη υπόθεση ούτε μπορούν να εξεταστούν σε αυτή.
Έμεινε για εξέταση ο ισχυρισμός για παραβίαση του άρθρ. 20(1) του Συντάγματος και των παραπάνω διεθνών συνθηκών στις οποίες προσχώρησε η Κύπρος. Τα ίδια στην ουσία επιχειρήματα απέρριψε η Ολομέλεια στην υπόθεση Ειρήνη Τοφίδου και άλλοι ν. Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ. 263, όπου αναφέρονται στις σελ. 271 και 272 τα ακόλουθα:
"Είναι φανερό από τη διατύπωση της παραγράφου 1 του Άρθρου 20 του Συντάγματος το οποίο κατοχυρώνει το δικαίωμα εκπαιδεύσεως όπως και από τα γεγονότα της υπόθεσης ότι ουδεμία σχέση έχει το Άρθρο τούτο με την υπό εξέταση υπόθεση διότι εδώ δεν πρόκειται περί περιορισμού του δικαιώματος εκπαίδευσης, αλλά περί των απαραίτητων προσόντων για συμμετοχή και σε τελευταία ανάλυση για εισδοχή στα πανεπιστήμια μιας άλλης κρατικής επικράτειας από εκείνη της Κυπριακής της οποίας το δικαίωμα εκπαίδευσης ρυθμίζεται από το Άρθρο 20 του Συντάγματος. Και μια και ασχολούμεθα με το θέμα αυτό,
Θα υπομνήσω ότι, ομοίως, εδώ ο αιτητής δεν εμποδίστηκε με οποιονδήποτε τρόπο να φοιτήσει σε εκπαιδευτικό ίδρυμα της εκλογής του. Η πρόνοια του σχεδίου υπηρεσίας αφορούσε μόνο τις διεκδικήσεις του για εγγραφή στον πίνακα διοριστέων συγκεκριμένης θέσης. Στην υπόθεση Ειρήνη Τοφίδου, ανωτέρω, δικηγόρος της εφεσείουσας ήταν πάλιν ο κ. Αγγελίδης. Διερωτώμαι γιατί επανέλαβε τις ίδιες θέσεις επί του ζητήματος όταν τούτο κρίθηκε οριστικά από την Ολομέλεια και το γνώριζε ο συνήγορος. Δεν προάγεται με αυτό τον τρόπο η απονομή της δικαιοσύνης.
Η κατακλείδα είναι ότι δεν αποδείχθηκε έξω από κάθε λογική αμφιβολία, όπως απαιτείται, η αντισυνταγματικότητα του σχεδίου υπηρεσίας.
Η προσφυγή απορρίπτεται. Με έξοδα σε βάρος του αιτητή. Η επίδικη πράξη επικυρώνεται.
Σ. Νικήτας, Δ.
/ΚΑΣ