ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1998) 4 ΑΑΔ 949

30 Οκτωβρίου, 1998

[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΦΩΤΟΣ ΦΩΤΙΑΔΗΣ ΖΥΘΟΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΛΤΔ,

Αιτητές,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΤΜΗΜΑ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ, ΥΠΗΡΕΣΙΑ Φ.Π.Α.,

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 225/95)

 

Φόρος Προστιθέμενης Αξίας ― Παράδοση αγαθών ― Παράδοση αγαθών χωρίς αντιπαροχή ― Οι διατάξεις του Άρθρου 6 του Ν. 246/90 ― Το Άρθρο 6(2) και 6(7) σε αντιπαραβολή προς τη διάταξη του Άρθρου 6(6) ― Περιεχόμενο ρύθμισης και ερμηνεία ― Περιστάσεις σύννομης εφαρμογής του Άρθρου 6(6) στην κριθείσα περίπτωση.

Οι αιτητές προσέβαλαν την απόφαση του Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας με την οποία επεβλήθηκε φορολογία ΦΠΑ επί παραδόσεως αγαθών από τους αιτητές σε πελάτες τους οι οποίες γίνονταν χωρίς χρηματική αντιπαροχή.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1. To Άρθρο 6 του Νόμου 246/90 καθορίζει τι είναι ή τι θεωρείται ότι είναι παράδοση αγαθών και τι είναι ή τι θεωρείται ότι είναι παροχή υπηρεσιών σύμφωνα με το νόμο.

    Προκύπτει από τις διατάξεις 6(2), 6(6) και 6(7) του εν λόγω άρθρου ότι, και η χωρίς αντιπαροχή διάθεση αγαθών επιχείρησης έτσι ώστε να μην αποτελούν πλέον περιουσιακά στοιχεία της επιχείρησης, συνιστά παράδοση αγαθών, η οποία επισύρει την επιβολή Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Άρθρο 6(6) του νόμου). Όταν όμως τα αγαθά παρέχονται ως δώρο, μέσα στα πλαίσια ή για την προώθηση των δραστηριοτήτων της επιχείρησης, τότε δεν επιβάλλεται ΦΠΑ νοουμένου ότι η συνολική αξία των δωρεάν παροχών δεν υπερβαίνει σ' ένα ημερολογιακό έτος το 0,75% των καθάριστων εσόδων της επιχείρησης για το έτος αυτό.

2. Στην προκείμενη περίπτωση η υπό των αιτητών διάθεση χωρίς χρηματική αντιπαροχή, αγαθών δικής τους παραγωγής (μπύρα Carlsberg - νερό Montano) προς συγκεκριμένους τακτικούς πελάτες τους (εστιατόρια - υπεραγορές) δε συνιστά αυτοδικαίως και διάθεση εμπορευμάτων χωρίς αντιπαροχή εντός της έννοιας του Άρθρου 6(6) του νόμου.

    Είναι δυνατό μια τέτοια διάθεση αγαθών να γίνεται χωρίς χρηματική αντιπαροχή αλλά υπό όρους, προϋποθέσεις, δεσμεύσεις ή/και υποχρεώσεις μεταξύ αυτών που παρέχουν τα αγαθά και εκείνων που τα αποκτούν.

    Η διαπίστωση για το κατά πόσο η διάθεση αγαθών στη συγκεκριμένη περίπτωση έγινε με αντιπαροχή μη χρηματική ανιχνεύεται στη σχέση των αιτητών και των συγκεκριμένων πελατών τους σε συνάρτηση προς τα περιβάλλοντα την κάθε περίπτωση γεγονότα και περιστάσεις.

    Στην προκείμενη περίπτωση οι αιτητές διέθεταν προς ορισμένους πελάτες τους προϊόντα δικής τους παραγωγής (μπύρα Carlsberg και νερό Montano) έναντι χρηματικής αντιπαροχής και κατά περιόδους διέθεταν προς τους ίδιους πελάτες τα ίδια προϊόντα χωρίς χρηματική αντιπαροχή.

3. Τα γεγονότα της υπόθεσης όπως έχουν αντληθεί από τις δηλώσεις του υπεύθυνου επί των πωλήσεων των αιτητών κ. Ανδρέου προς το λειτουργό ΦΠΑ κ. Σταύρου και καταγράφονται στο σχετικό μνημόνιο που ετοίμασε ο τελευταίος, αποκαλύπτουν ότι μεταξύ των αιτητών και των συγκεκριμένων πελατών τους διαμορφώθηκε μια άλλη ειδική σχέση συναλλαγής προς αμοιβαίο οικονομικό όφελος.

    Το οικονομικό όφελος των αιτητών είναι προφανές.  Αύξηση στις πωλήσεις των συγκεκριμένων αγαθών, προβολή, διαφήμιση και καθιέρωση των προϊόντων τους στην αγορά, αυτό δηλαδή που στοχεύει να επιτύχει ο κάθε επιχειρηματίας είτε μέσω της διαφήμισης ή του λεγόμενου marketing.

    Το μέγεθος των συγκεκριμένων συναλλαγών καθώς και η συνέχισή τους ήταν θέμα εξηρτημένο με το βαθμό ικανοποίησης της μιας ή της άλλης πλευράς από αυτό που έπαιρνε από την άλλη. Προφανώς οι αιτητές ήταν ελεύθεροι να διακόπτουν ή να μειώνουν τις ποσότητες αγαθών που διέθεταν χωρίς χρηματική αντιπαροχή προς συγκεκριμένο πελάτη αν τα αποτελέσματα των πωλήσεων ήταν πενιχρά και δεν αντιστάθμιζαν το προσδοκόμενο από αυτούς όφελος.

    Ο Έφορος Φ.Π.Α. έχοντας υπόψη όλα τα πιο πάνω γεγονότα, εύλογα αποφάσισε πως η διάθεση υπό των αιτητών των συγκεκριμένων προϊόντων προς τους πελάτες των αιτητών στους οποίους αναφέρεται η διεξαχθείσα έρευνα και η επίδικη απόφαση συνιστά παράδοση αγαθών εντός της εννοίας του νόμου η οποία συνεπάγεται την επιβολή φορολογίας Φόρου Προστιθέμενης Αξίας.

    Ο Έφορος εξέτασε δίκαια και καλόπιστα όλο το υλικό που τέθηκε ενώπιόν του καθώς και το υλικό που ήλθε στο φως κατά τη διεξαγωγή της σχετικής έρευνας. Η απόφαση που έλαβε βασίζεται στο υλικό και τις ορθές πληροφορίες που είχε ενώπιόν του. Ο Έφορος ΦΠΑ άσκησε την εξουσία του έντιμα και καλόπιστα. Η επίδικη απόφαση είναι εύλογα επιτρεπτή και δεν υπάρχει πεδίο επέμβασης του δικαστηρίου.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Προσφυγή.

Προσφυγή με την οποία προσβάλλεται η απόφαση του Eφόρου ΦΠA για βεβαίωση φόρου πληρωτέου από τους αιτητές.

Χρ. Κληρίδης, για τους Aιτητές.

Μ. Ραφτόπουλος, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Kαθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

KPAMBHΣ, Δ.: Οι αιτητές ασχολούνται με τη ζυθοποιεία, το εμπόριο μπύρας και εμφιαλωμένου νερού. Είναι εγγεγραμμένοι στο μητρώο ΦΠΑ και έχουν αριθμό εγγραφής 10001141Μ.

Στις 21.9.94 λειτουργοί του Επαρχιακού γραφείο Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (ΦΠΑ) επισκέφθηκαν τα υποστατικά της επιχείρησης των αιτητών και με βάση τις εξουσίες που τους παρέχει ο περί Φόρου Προστιθεμένης Αξίας Νόμος του 1990 (ο νόμος) άρχισαν τη διεξαγωγή ελέγχου.

Με βάση τα στοιχεία που προέκυψαν κατά τον έλεγχο, κρίθηκε από τον Έφορο ΦΠΑ ότι οι φορολογικές δηλώσεις των αιτητών για τις φορολογικές περιόδους από 1.7.92 μέχρι 31.7.94 περιείχαν σφάλματα και ατασθαλίες.

Κατόπιν της πιο πάνω διαπίστωσης, ο Έφορος ΦΠΑ προέβη σε βεβαίωση του πληρωτέου από τους αιτητές φόρου για τις υπό αναφορά φορολογικές περιόδους (1.7.92 - 31.7.94) και σύμφωνα με τη σχετική βεβαίωση ημερομηνίας 21.12.94 ο οφειλόμενος φόρος υπολογίσθηκε στις ΛΚ63237,91.

Οι αιτητές με επιστολή τους ημερομηνίας 20.1.95 προς τον Έφορο ΦΠΑ αμφισβήτησαν την βεβαίωση του φόρου στην οποία προέβη ο Εφορος και ζήτησαν αναθεώρηση.

Ο Έφορος ΦΠΑ πληροφόρησε τους αιτητές πως η αναθεώρηση της βεβαίωσης θα μπορούσε να γίνει μόνο κατόπιν προσαγωγής νέων στοιχείων τα οποία δεν λήφθηκαν υπόψη κατά τη διεξαγωγή της έρευνας.

Ακολούθησαν διαπραγματεύσεις που είχαν ως αποτέλεσμα τον περιορισμό της διαφοράς στο μέρος εκείνο της απόφασης που εμπεριέχεται στην πρώτη παράγραφο της επιστολής των καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 21.12.94 που αφορά την επιβολή φόρου προστιθέμενης αξίας επί των παραδόσεων χωρίς χρηματική αντιπαροχή μπύρας και εμφιαλωμένου νερού των αιτητών. Η επίδικη απόφαση αναφέρει:

"Αναφέρομαι στην επίσκεψη ελέγχου της 13.10.94 και σας πληροφορώ ότι από έλεγχο των βιβλίων και αρχείων σας έχουν διαπιστωθεί τα ακόλουθα που επηρεάζουν τις φορολογικές σας υποχρεώσεις:

1.  Δεν αποδίδατε φόρο επί των παραδόσεων χωρίς χρηματική αντιπαροχή μπύρας δικής σας κατασκευής και εμφιαλωμένου νερού που εμπορεύεστε. Η μπύρα και το νερό που παραδίδετε χωρίς χρηματική αντιπαροχή είναι του αυτού είδους με εκείνα που κατασκευάζετε και πωλείτε και αποτελούν μέρος μιας διαδοχικής σειράς προσφορών προς τα ίδια πρόσωπα, τους πελάτες σας. Οι πελάτες σας (υπεραγορές, εστιατόρια, μπυραρίες και άλλοι) αναλαμβάνουν ως αντάλλαγμα έναντι αυτών των παραδόσεων, ορισμένες υποχρεώσεις, πχ ευνοϊκή τοποθέτηση των προϊόντων σας στα ράφια τους, διατήρηση παγωμένων φιαλών στα ψυγεία τους, σερβίρισμα των δικών σας προϊόντων όταν οι τελικοί καταναλωτές δεν ζητούν συγκεκριμένη μάρκα. Οι εν λόγω παραδόσεις είναι φορολογητέες δυνάμει του άρθρου 6(6) του Ν. 246/90 και ως φορολογητέα αξία λαμβάνεται η αξία τους στην ελεύθερη αγορά δυνάμει του άρθρου 23(3) του ιδίου Νόμου."

Με την παρούσα προσφυγή οι αιτητές επιδιώκουν ακύρωση της πιο πάνω επίδικης απόφασης του Εφόρου ΦΠΑ ημερομηνίας 21.12.94.

Η θέση των αιτητών είναι ότι η επίδικη απόφαση αντίκειται προς ουσιώδεις πρόνοιες του Νόμου 246/90 και των σχετικών κανονισμών. Υπάρχει κατάχρηση και/ή υπέρβαση εξουσίας, εμφιλοχώρησε πλάνη περί τα πράγματα και η ερμηνεία των προνοιών του νόμου ήταν λανθασμένη. Προβάλλεται επίσης ο ισχυρισμός ότι δεν έγινε η δέουσα έρευνα.

Προς υποστήριξη της προσφυγής οι αιτητές ισχυρίζονται ότι:

(α) Κατά καιρούς παρέχουν σε ιδρύματα, κοινοτικά σωματεία κλπ διάφορα από τα προϊόντα τους και επιπρόσθετα παρέχουν σε πελάτες τους μπύρα Carlsberg και εμφιαλωμένο νερό Montano σαν μέρος της πολιτικής τους στα πλαίσια ή για προώθηση των πωλήσεων της επιχείρησης.

(β) Στην πραγματικότητα παραδίδουν ποσότητα προϊόντων στους πελάτες τους σε διάφορες τιμές και η χρέωση Φόρου Προστιθέμενης Αξίας έπρεπε να ήταν μόνο επί της τελικής τιμής χρέωσης ενώ σε αντίθεση οι καθ' ων η αίτηση επέβαλαν ΦΠΑ σε πρόσθετες ποσότητες μπύρας και νερού με το σκεπτικό ότι οι ποσότητες αυτές παραδίδονται χωρίς χρηματική αντιπαροχή και είναι φορολογητέες με βάση την αξία τους στην ελεύθερη αγορά αγνοώντας και μη λαμβάνοντας επαρκώς υπόψη την ουσία του θέματος.

(γ) Οι καθ' ων η αίτηση συμπεριέλαβαν στις ποσότητες αυτές και ποσότητα μπύρας που οι αιτητές κατά καιρούς παρέδωσαν σε φιλανθρωπικά ιδρύματα και σωματεία και την  φορολόγησαν με την ίδια φορολογία.

Οι λειτουργοί οι οποίοι διενήργησαν τον έλεγχο διαπίστωσαν,  ότι οι αιτητές επιπροσθέτως των ποσοτήτων μπύρας  και νερού δικής τους παραγωγής που παρέδωσαν σε αρκετούς πελάτες τους έναντι χρηματικής αντιπαροχής, παρέδωσαν στους ιδίους πελάτες κατά διάφορα χρονικά διαστήματα κάποιες μικρότερες ποσότητες από τα ίδια προϊόντα (μπύρα και νερό) δωρεάν. Για κάθε μια τέτοια ποσότητα που διδόταν δωρεάν διαπιστώθηκε ότι εξέδιδαν "ένταλμα" με τον τίτλο "Ένταλμα Παραδόσεως Εμπορευμάτων Μπύρα και Νερό Δωρεάν".

Ο αρμόδιος λειτουργός ΦΠΑ κ. Σταύρου διερεύνησε κατά πόσο η πιο πάνω δωρεάν παράδοση των προϊόντων γινόταν κάτω από οποιουσδήποτε όρους ή προϋποθέσεις. Οι καθ' ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι ο υπεύθυνος του τμήματος πωλήσεων των αιτητών, κ. Α. Ανδρέου ανέφερε στον εν λόγω αρμόδιο λειτουργό, στην παρουσία και των λογιστών των αιτητών, ότι η παράδοση των προϊόντων (μπύρας-νερού) γινόταν υπό ορισμένες προϋποθέσεις ήτοι:

(α) Οι πελάτες αναλάμβαναν υποχρέωση για προώθηση των πωλήσεων της μπύρας Carlsberg και του νερού Montano. διά της τοποθετήσεως της μπύρας Carlsberg σε περίοπτα σημεία πάνω στα ράφια των υποστατικών των πελατών τους έτσι ώστε τα προϊόντα τους να διακρίνονται των ομοειδών προϊόντων των ανταγωνιστών των αιτητών. Αναλάμβαναν επίσης την υποχρέωση τοποθέτησης ων προϊόντων των αιτητών σε ψυγεία ώστε να διατηρούνται παγωμένα για να γίνονται πιο ελκυστικά για αγορά το καλοκαίρι καθώς και την προώθησή των εν λόγω προϊόντων σε πελάτες εστιατορίων που ζητούν γενικά και χωρίς ιδιαίτερη προτίμηση εμφιαλωμένο νερό καθώς και σε τουρίστες που ζητούν να δοκιμάσουν κυπριακή μπύρα.

Οι αιτητές αμφισβήτησαν τα γεγονότα πάνω στα οποία στηρίζεται η διαπίστωση των καθ' ων η αίτηση, ότι δηλαδή η χωρίς χρηματική αντιπαροχή παράδοση των προϊόντων τους (μπύρας και νερού) σε συγκεκριμένους πελάτες τους γινόταν κάτω από προϋποθέσεις και/ή κάτω από τις προϋποθέσεις που επικαλούνται οι καθ' ων η αίτηση.

Η θέση των αιτητών είναι ότι η χωρίς αντιπαροχή παράδοση προϊόντων σε συγκεκριμένους πελάτες συνιστά δωρεά και για τον προσδιορισμό κάθε τέτοιας δωρεάς εκδίδεται σχετικό ένταλμα με σαφή περιγραφή των σχετικών στοιχείων. Οι αιτητές, λέγουν ακόμα πως δεν υπάρχουν οποιαδήποτε αποδεικτικά στοιχεία που να αποδεικνύουν την ύπαρξη συμφωνίας, γραπτής ή προφορικής  μεταξύ αιτητών και πελατών τους η οποία να ρυθμίζει τη μεταξύ τους σχέση στη βάση που οι καθ' ων η αίτηση θέλουν να την τοποθετούν.

Η αμφισβήτηση από τους αιτητές του περιεχομένου των δηλώσεων του υπευθύνου επί των πωλήσεων κ. Ανδρέου προς τον αρμόδιο λειτουργό ΦΠΑ όπως ο εν λόγω λειτουργός παρουσιάζει τις εν λόγω δηλώσεις, κατέστησε αναγκαία την προσαγωγή μαρτυρίας. Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειωθεί ότι η επίδικη απόφαση λήφθηκε με βάση τις διαπιστώσεις του εφόρου και αυτές ακριβώς οι διαπιστώσεις έχουν ως υπόβαθρο και απορρέουν από  τις αμφισβητούμενες δηλώσεις του κ. Ανδρέου. Οι εν λόγω δηλώσεις του κ. Ανδρέου έγιναν στη διάρκεια στιχομυθίας στα πλαίσια του ελέγχου και ο λειτουργός ΦΠΑ κ. Σταύρου τις κατέγραψε, καθώς διατείνεται, μετά το πέρας του ελέγχου υπό μορφή μνημονίου.

Όπως φυσικά αναμενόταν, τόσο η μαρτυρία του κ. Ανδρέου, υπεύθυνου πωλήσεων των αιτητών, όσο και η μαρτυρία του λειτουργού του ΦΠΑ κ. Σταύρου περιστράφηκε γύρω από εκείνη τη στιχομυθία. Κατέθεσαν ενόρκους δηλώσεις και αντεξετάστηκαν.  Κατατέθηκε επίσης γραπτή ένορκη δήλωση του κ. Α. Ζωπιάτη, λογιστή των αιτητών.

Ο προσδιορισμός του χρόνου σύνταξης του μνημονίου υπήρξε αντικείμενο αμφισβήτησης από πλευράς αιτητών. Η σημασία που αποδίδεται στο χρόνο σύνταξης του μνημονίου σχετίζεται με την ορθότητα / ακρίβεια απόδοσης των δηλώσεων του κ. Ανδρέου που καταγράφονται στο μνημόνιο. Η θέση των αιτητών είναι ότι το μνημόνιο συντάχθηκε μετά από πάροδο μερικών μηνών αφότου έγιναν οι φερόμενες δηλώσεις, γεγονός το οποίο επηρεάζει αρνητικά την ικανότητα μνήμης του συντάκτη του μνημονίου με αποτέλεσμα το περιεχόμενο του εγγράφου να αφίσταται ουσιωδώς από την πραγματικότητα. Αντίθετα η θέση του κ. Σταύρου είναι ότι το σχετικό μνημόνιο συντάχθηκε μέσα σε σύντομο χρόνο αφότου έγιναν οι δηλώσεις, όταν η μνήμη ήταν ακόμα νωπή, και σ' αυτό καταγράφονται επακριβώς τα λεχθέντα τα οποία ενθυμάται και διατηρεί στη μνήμη του.

Κατά την αντεξέταση, ζητήθηκε από τον κ. Σταύρου να προσδιορίσει επακριβώς τις ημερομηνίες κατά τις οποίες έγινε ο έλεγχος. Ο μάρτυρας δεν ήταν σε θέση να ανταποκριθεί γιατί δεν θυμόταν. Ζητήθηκε επίσης από το μάρτυρα να παρουσιάσει τις σημειώσεις τις οποίες κατέθεσε ότι κράτησε κατά τον έλεγχο στις περιπτώσεις όπου έκρινε ότι τούτο ήταν αναγκαίο πλην όμως και πάλιν δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί επειδή δεν τις είχε μαζί του.  Ο μάρτυρας τοποθέτησε χρονικά τη συνομιλία στα πλαίσια της οποίας έγιναν οι επίμαχες δηλώσεις στις 3.11.94.  Η συνομιλία αυτή ανέφερε, "πρέπει να έγινε στις 3.11.94 τελευταία ημερομηνία επίσκεψης που είχα στην εταιρεία".

Προκύπτει από τη μαρτυρία ότι το μνημόνιο συντάχθηκε σε χρόνο μεταγενέστερο του χρόνου που έγιναν οι επίμαχες δηλώσεις. Η μαρτυρία δεν παρέχει τη δυνατότητα προσδιορισμού με ακρίβεια του διαστήματος που μεσολάβησε μεταξύ του χρόνου των δηλώσεων και του χρόνου σύνταξης του μνημονίου. Προκύπτει όμως με βεβαιότητα ότι η σύνταξη του μνημονίου δεν πρέπει να έγινε σε χρόνο μεταγενέστερο της 10.11.94 ημερομηνίας που αναγράφεται στο τέλος της κάθε σελίδας του μνημονίου. Η ημερομηνία που έγιναν οι δηλώσεις παραμένει το άγνωστο στοιχείο. Η ημερομηνία αυτή λογικά δεν πρέπει να είναι προγενέστερη της ημερομηνίας έναρξης του ελέγχου ήτοι η 21.9.94 που θεωρώ ότι μπορεί να ληφθεί υπόψη ως το ακραίο όριο. Μέσα σ' αυτό λοιπόν το σχετικά μικρό χρονικό διάστημα μπορεί να τοποθετηθεί η σύνταξη του μνημονίου. Το περιεχόμενο των δηλώσεων που καταγράφονται στο μνημόνιο αναφέρεται σε γεγονότα που ως εκ της φύσεως τους δεν μπορούσαν εύκολα να παρερμηνευθούν. Πρόκειται για αδρή αναφορά γεγονότων που η ερμηνεία τους δεν απαιτεί ιδιαίτερη προσπάθεια ούτε και εμπεριέχουν λεπτά σημεία που θα μπορούσε κάποιος λογικά να σκεφθεί ότι υπήρχε κίνδυνος αλλοίωσης της εικόνας που πραγματικά συνθέτουν σε περίπτωση απόκλισης κατά την καταγραφή τους στο μνημόνιο είτε λόγω απροσεξίας είτε λόγω αδυναμίας της μνήμης του συντάξαντος το μνημόνιο ή για οποιοδήποτε άλλο λόγο που δεν περιέχει το στοιχείο της σκοπιμότητας. 

Στην προκείμενη περίπτωση δεν διέκρινα οποιαδήποτε σκοπιμότητα ή πρόθεση εκ μέρους του κ. Σταύρου για παραποίηση των γεγονότων. Το μνημόνιο συντάχθηκε σε χρόνο ανύποπτο και με επιμέλεια. Πιστεύω ότι στο μνημόνιο καταγράφονται οι αυθεντικές δηλώσεις του κ. Ανδρέου οι οποίες αποκαλύπτουν την αλήθεια αναφορικά με τη συγκεκριμένη πραγματική κατάσταση που εν προκειμένω ενδιαφέρει και η οποία αποτέλεσε την βάση επί της οποίας ο Έφορος ενήργησε και έλαβε την επίδικη απόφαση.

Το άρθρο 6(2) του νόμου καθορίζει τί είναι ή τί θεωρείται ότι είναι παράδοση αγαθών και τί είναι ή τί θεωρείται ότι είναι παροχή υπηρεσιών σύμφωνα με το νόμο. Η εν λόγω διάταξη έχει ως εξής:

"6(2)           Χωρίς να επηρεάζεται οποιαδήποτε άλλη διάταξη του παρόντος άρθρου οι όροι "παράδοση αγαθών" ή "παροχή υπηρεσιών" περιλαμβάνουν κάθε μορφή παράδοσης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών αλλά δεν περιλαμβάνουν οτιδήποτε το οποίο πραγματοποιείται χωρίς αντιπαροχή."

Το άρθρο 6(6) του νόμου 246/90 προβλέπει:

"6(6)           Όταν αγαθά τα οποία αποτελούν μέρος περιουσιακών στοιχείων επιχείρησης μεταβιβάζονται ή διατίθενται, με αντιπαροχή ή χωρίς αντιπαροχή, από το πρόσωπο που ασκεί την επιχείρηση ή με οδηγίες του, έτσι ώστε να παύσουν πλέον να αποτελούν μέρος των περιουσιακών στοιχείων της επιχείρησης, το γεγονός αυτό αποτελεί παράδοση των αγαθών από το εν λόγω πρόσωπο .........................."

Το άρθρο 6(7) του ιδίου νόμου προβλέπει:

"6(7)           Το εδάφιο (6) πιο πάνω δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση όπου αγαθά:

        Παρέχονται ως δώρο μέσα στα πλαίσια ή για προώθηση των δραστηριοτήτων της επιχείρησης, στην έκταση όμως που η συνολική τους αξία δεν υπερβαίνει σε ένα ημερολογιακό έτος το 0,75% των ακαθάριστων εσόδων της επιχείρησης για το έτος αυτό."

Προκύπτει από τις πιο πάνω διατάξεις ότι και η χωρίς αντιπαροχή διάθεση αγαθών επιχείρησης έτσι ώστε να μη αποτελούν πλέον περιουσιακά στοιχεία της επιχείρησης συνιστά παράδοση αγαθών η οποία επισύρει την επιβολή Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (άρθρο 6(6) του νόμου). Όταν όμως τα αγαθά παρέχονται ως δώρο μέσα στα πλαίσια ή για την προώθηση των δραστηριοτήτων της επιχείρησης τότε δεν επιβάλλεται ΦΠΑ νοουμένου ότι η συνολική αξία των δωρεάν παροχών δεν υπερβαίνει σ' ένα ημερολογιακό έτος το 0,75% των ακαθάριστων εσόδων της επιχείρησης για το έτος αυτό.

Στην προκείμενη περίπτωση η υπό των αιτητών διάθεση χωρίς χρηματική αντιπαροχή, αγαθών δικής τους παραγωγής (μπύρα Carlsberg - νερό Montano) προς συγκεκριμένους τακτικούς πελάτες τους (εστιατόρια - υπεραγορές) δεν συνιστά αυτοδικαίως και διάθεση εμπορευμάτων χωρίς αντιπαροχή εντός της εννοίας του άρθρου 6(6) του νόμου. 

Είναι δυνατό μιά τέτοια διάθεση αγαθών να γίνεται χωρίς χρηματική αντιπαροχή αλλά υπό όρους, προϋποθέσεις, δεσμεύσεις ή/και υποχρεώσεις μεταξύ αυτών που παρέχουν τα αγαθά και εκείνων που τα αποκτούν.

Η διαπίστωση για το κατά πόσο η διάθεση αγαθών στη συγκεκριμένη περίπτωση έγινε με αντιπαροχή μη χρηματική ανιχνεύεται στη σχέση των αιτητών και των συγκεκριμένων πελατών τους σε συνάρτηση προς τα περιβάλλοντα την κάθε περίπτωση γεγονότα και περιστάσεις.

Στην προκείμενη περίπτωση οι αιτητές διέθεταν προς ορισμένους πελάτες τους προϊόντα δικής τους παραγωγής (μπύρα Carlsberg και νερό Montano) έναντι χρηματικής αντιπαροχής και κατά περιόδους διέθεταν προς τους ίδιους πελάτες τα ίδια προϊόντα χωρίς χρηματική αντιπαροχή.

Εύλογα τίθεται το ερώτημα γιατί οι αιτητές να διαθέτουν στους ίδιους πελάτες κατ' επανάληψη και περιοδικά αγαθά - εμπορεύματα χωρίς να παίρνουν από αυτούς χρήματα - οπότε δεν επρόκειτο για πράξη πωλήσεως - αλλά για συναλλαγή χωρίς χρηματική αντιπαροχή. Οι αιτητές αποκαλούν αυτή τη συναλλαγή ως δωρεά, δηλαδή παροχή αγαθών που έχουν οικονομική αξία χωρίς οποιαδήποτε αντιπαροχή.

Τα γεγονότα της υπόθεσης όπως έχουν αντληθεί από τις δηλώσεις του υπεύθυνου επί των πωλήσεων των αιτητών κ. Ανδρέου προς τον λειτουργό ΦΠΑ κ. Σταύρου και καταγράφονται στο σχετικό μνημόνιο που ετοίμασε ο τελευταίος, αποκαλύπτουν ότι μεταξύ των αιτητών και των συγκεκριμένων πελατών τους διαμορφώθηκε μια άλλη ειδική σχέση συναλλαγής προς αμοιβαίο οικονομικό όφελος.

Οι πελάτες των αιτητών δέχονταν από τους αιτητές χωρίς χρηματική αντιπαροχή ποσότητες συγκεκριμένων αγαθών των αιτητών τα οποία πωλούσαν και το κέρδος που αποκόμιζαν ήταν για το δικό τους όφελος. Οι πελάτες των αιτητών φρόντιζαν εν προκειμένω για την προβολή των συγκεκριμένων αγαθών στα υποστατικά τους έναντι παρόμοιων προϊόντων άλλων κατασκευαστών και συνάμα επεδίωκαν, όταν οι συνθήκες το ευνοούσαν, να προωθούν τις πωλήσεις των εν λόγω αγαθών των αιτητών. Το οικονομικό όφελος των αιτητών είναι προφανές. Αύξηση στις πωλήσεις των συγκεκριμένων αγαθών, προβολή, διαφήμιση και καθιέρωση των προϊόντων τους στην αγορά, αυτό δηλαδή που στοχεύει να επιτύχει ο κάθε επιχειρηματίας είτε μέσω της διαφήμισης ή του λεγόμενου marketing.

Το μέγεθος των συγκεκριμένων συναλλαγών καθώς και η συνέχισή τους ήταν θέμα εξηρτημένο με το βαθμό ικανοποίησης της μιας ή της άλλης πλευράς από αυτό που έπαιρνε από την άλλη. Προφανώς οι αιτητές ήταν ελεύθεροι να διακόπτουν ή να μειώνουν τις ποσότητες αγαθών που διέθεταν χωρίς χρηματική αντιπαροχή προς συγκεκριμένο πελάτη αν τα αποτελέσματα των πωλήσεων ήταν πενιχρά και δεν αντιστάθμιζαν το προσδοκόμενο από αυτούς όφελος.

Ο Έφορος Φ.Π.Α. έχοντας υπόψη όλα τα πιο πάνω γεγονότα εύλογα αποφάσισε πως η διάθεση υπό των αιτητών των συγκεκριμένων προϊόντων προς τους πελάτες των αιτητών στους οποίους αναφέρεται η διεξαχθείσα έρευνα και η επίδικη απόφαση συνιστά παράδοση αγαθών εντός της εννοίας του νόμου η οποία συνεπάγεται την επιβολή φορολογίας Φόρου Προστιθέμενης Αξίας.

Αποφαίνομαι ότι ο Έφορος εξέτασε δίκαια και καλόπιστα όλο το υλικό που τέθηκε ενώπιόν του καθώς και το υλικό που ήλθε στο φως κατά τη διεξαγωγή της σχετικής έρευνας. Η απόφαση που έλαβε βασίζεται στο υλικό και τις ορθές πληροφορίες που είχε ενώπιόν του. Ο Έφορος ΦΠΑ άσκησε την εξουσία του έντιμα και καλόπιστα. Η επίδικη απόφαση είναι εύλογα επιτρεπτή και δεν υπάρχει πεδίο επέμβασης του δικαστηρίου.

Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται στην ολότητά της.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

H�προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο