ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1998) 4 ΑΑΔ 598
17 Ιουλίου, 1998
[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
THE JERUSALEM AND THE EAST MISSION TRUST (CYPRUS),
Αιτητές,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,
2. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Yπόθεση Aρ. 705/97)
Aλλοδαποί ― Kτήση ακίνητης ιδιοκτησίας ― Nομοθετικό και κανονιστικό πλαίσιο ― Προϋπόθεση η χορήγηση άδειας του Yπουργικού Συμβουλίου ―�Eυρεία διακριτική του ευχέρεια περιλαμβάνουσα και εξουσία επιτόπιας έρευνας ― Aδυναμία άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Yπουργικού Συμβουλίου στην κριθείσα περίπτωση αίτησης για άδεια κτήσεως ιδιοκτησίας κειμένης στο υπό τουρκική κατοχή τμήμα της Δημοκρατίας.
Διοικητικό Δίκαιο ― Διοικητική πράξη ― Aιτιολογία ―�Mη αναφορά στο σώμα της πράξεως στις διατάξεις του νόμου επί των οποίων αυτή εδράζεται δεν καθιστά την πράξη αναιτιολόγητη.
Συνταγματικό Δίκαιο ―�Σύνταγμα ―�Άρθρο 185 ― Iσχυρισμός περί παραβίασής του απερρίφθη ―�Περιστάσεις.
Oι αιτητές προσέφυγαν κατά της άρνησης χορήγησης άδειας για εγγραφή στο όνομά τους ακινήτου χαρακτηριζόμενου ως ναού στην Kάτω Kερύνεια.
Tο Aνώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Ο νόμος που διέπει το θέμα είναι ο περί Κτήσης Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Αλλοδαποί) Νόμος, και οι τροποποιήσεις του, με τους Ν. 52/69, 55/72 και 50/90, όπως μεταφράστηκε και ενοποιήθηκε στην Ελληνική (ο Νόμος).
Με βάση το Άρθρο 3(1Α) εκδόθηκε η Κ.Δ.Π. 374/90, η οποία τιτλοφορείται ως οι περί Κτήσης Ακίνητης Ιδιοκτησίας από Αλλοδαπούς (Όροι, Περιορισμοί, Προϋποθέσεις και Κριτήρια για Χορήγηση Άδειας) Κανονισμοί του 1990 (οι Κανονισμοί), η οποία περιέχει πρόνοιες που αφορούν μόνο τις περιπτώσεις που εμπίπτουν στις πρόνοιες του Άρθρου 3(1Α). Εδώ είναι κοινώς αποδεκτό ότι οι πρόνοιες αυτές όπως και το Άρθρο 3(1Α) δεν αφορούν την περίπτωση. Ούτε φαίνεται, από το περιεχόμενο των διοικητικών φακέλων, να βασίστηκε η επίδικη απόφαση στις πρόνοιες αυτές. Συνεπώς, έχει θέση η γενική διακριτική εξουσία που δίνεται στο Υπουργικό Συμβούλιο με το υπόλοιπο μέρος του Άρθρου 3, συμπεριλαμβανομένης και της εξουσίας επιβολής όρων. Η εξουσία αυτή, εφόσο δεν περιορίζεται, πρέπει να θεωρηθεί ότι είναι ευρεία και περιλαμβάνει και εξουσία διενέργειας επιτόπιας έρευνας κατά την κρίση του Υπουργικού Συμβουλίου. Το γεγονός δε της τουρκικής κατοχής της περιοχής όπου βρίσκεται το ακίνητο, εμπόδιζε τέτοια ενέργεια εκ μέρους των καθ' ων η αίτηση. Συνεπώς, οι καθ' ων η αίτηση είχαν κάθε νόμιμο δικαίωμα να απορρίψουν την αίτηση των αιτητών για το λόγο αυτό.
2. Το γεγονός ότι στην επίδικη απόφαση δεν γίνεται συγκεκριμένη αναφορά στο νόμο δεν την καθιστά αναιτιολόγητη, εφόσον προκύπτει από το περιεχόμενο του φακέλου ποιός νόμος είχε εφαρμογή. Εφόσον δε, πρόκειται για άσκηση ευρείας διακριτικής εξουσίας, συμπεριλαμβανομένης και της εξουσίας επιβολής όρων όπως και της συνεπαγόμενης εποπτείας τήρησης και εφαρμογής τους, η επίδικη απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή στους καθ' ων η αίτηση.
3. Από το σύνολο του περιεχομένου των διοικητικών φακέλων δεν προκύπτει καμιά πλάνη περί το νόμο. Ούτε ο ισχυρισμός για παραβίαση των προνοιών του Άρθρου 185 του Συντάγματος έχει βάση.
Δεν διαφαίνεται με ποιο τρόπο παραβιάστηκαν οι πρόνοιες του πιο πάνω Άρθρου από την Κυπριακή Δημοκρατία. Απλά οι καθ' ων η αίτηση δεν ενέκριναν την αίτηση των αιτητών λόγω πραγματικής αδυναμίας πλήρους διερεύνησης και ελέγχου επί του συγκεκριμένου ακινήτου.
H προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Προσφυγή.
Προσφυγή με την οποία προσβάλλεται η απόφαση των Kαθ' ων η αίτηση με την οποία απορρίφθηκε αίτηση των αιτητών για εγγραφή επ' ονόματί τους τεμαχίου γης στην Kάτω Kερύνεια.
Α. Πολυδώρου για Κ. Χρυσοστομίδη, για τους Aιτητές.
Λ. Λουκαΐδης, Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, για τους Kαθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
KPONIΔHΣ, Δ.: Οι αιτητές ζητούν την ακύρωση της απόφασης των καθ' ων η αίτηση, η οποία περιέχεται σ' επιστολή τους ημερομηνίας 1.7.97, με βάση την οποία απορρίφθηκε αίτησή τους για εγγραφή επ' ονόματί τους, του τεμαχίου 238, Φ/Σχ. ΧΙΙ/21.1.11, Τμήμα Γ΄, με αρ. εγγραφής 536 στην Κάτω Κερύνεια.
Το εν λόγω ακίνητο περιγράφεται ως Ναός (δύο δωμάτια με αυλή και δέντρα) και έχει εμβαδόν 3 προστάθια και 1092 τετραγωνικά πόδια. Εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης του είναι η Colonial and Continental Church Society, ίδρυμα που συστάθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Οι αιτητές είναι νομικό πρόσωπο που συστάθηκε και ιδρύθηκε στην Κύπρο δυνάμει του περί Αγαθοεργών Ιδρυμάτων Νόμου.
Με έγγραφο ημερομηνίας 7.12.92, το εν λόγω ακίνητο, όπως και άλλα περιουσιακά στοιχεία του ιδρύματος Colonial and Continental Church Society, περιήλθαν στην ιδιοκτησία του ιδρύματος Jerusalem and the East Mission Trust Ltd. (U.K.), που συστάθηκε και λειτουργεί στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Με έγγραφο ημερομηνίας 22.9.92, το εν λόγω ακίνητο μεταβιβάστηκε, μαζί με άλλα περιουσιακά στοιχεία, στους αιτητές, στα πλαίσια μιας γενικότερης διοικητικής αναδιοργάνωσης της περιουσίας της Αγγλικανικής Εκκλησίας σε παγκόσμια κλίμακα.
Στις 25.1.96, οι αιτητές υπέβαλαν μέσω των δικηγόρων τους, αίτηση για εγγραφή της πιο πάνω ακίνητης ιδιοκτησίας στο όνομά τους. Με επιστολή ημερομηνίας 16.5.96, οι αιτητές πληροφορήθηκαν ότι η αίτησή τους απερρίφθη γιατί κρίθηκε ότι δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις των Κανονισμών και ότι, επειδή το ακίνητο βρισκόταν στα κατεχόμενα, δεν μπορούσε να ελεγχθεί κατά πόσο πληρούνταν οι προϋποθέσεις και τα κριτήρια των σχετικών Κανονισμών.
Οι αιτητές εξέφρασαν την αντίθεσή τους στην πιο πάνω απόφαση με επιστολή του δικηγόρου τους ημερομηνίας 30.5.96 και στη συνέχεια καταχώρησαν την προσφυγή αρ. 631/96. Η απόφαση που αποτελούσε το αντικείμενο της πιο πάνω προσφυγής ανακλήθηκε, με βάση το περιεχόμενο γνωμοδότησης του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας ημερομηνίας 7.5.97, ότι οι Κανονισμοί που επικαλούνταν οι καθ' ων η αίτηση στην απόφασή τους δεν ίσχυαν στη συγκεκριμένη περίπτωση, και η προσφυγή απεσύρθη.
Το θέμα επανεξετάστηκε κατά τη συνεδρία της αρμόδιας Επιτροπής κατά τη συνεδρία της ημερομηνίας 17.6.97. Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα από τα πρακτικά:-
"7. The Jerusalem and The East Mission Trust (Cyprus)
Η αίτηση αυτή απορρίπτεται γιατί είναι αδύνατος ο έλεγχος των νομικών προϋποθέσεων χορήγησης της νενομισμένης άδειας για απόκτηση της περιγραφόμενης ιδιοκτησίας, λόγω αποκλεισμού πρόσβασης των αρμοδίων διοικητικών οργάνων στην κατεχόμενη Κερύνεια, από τα τουρκικά στρατεύματα. Η Κυπριακή Δημοκρατία είναι γεγονός ότι από νομικής πλευράς έχει δικαιοδοσία σε ολόκληρη την Κύπρο, η άσκηση όμως της δικαιοδοσίας της στα κατεχόμενα παρεμποδίζεται στην πράξη από την παρουσία των κατοχικών στρατευμάτων εισβολής, μέσω των οποίων η Τουρκία ασκεί παράνομα De Facto έλεγχο. Η Δημοκρατία συνεπώς δεν μπορεί, λόγω του κατοχικού καθεστώτος και της πραγματικής αδυναμίας της να ελέγξει την εφαρμογή του Νόμου στις κατεχόμενες περιοχές, να εγκρίνει την αίτηση της πιο πάνω Εταιρείας για χορήγηση της αναγκαίας προς τούτο άδειας για απόκτηση του περιγραφόμενου ακινήτου.".
Οι αιτητές πληφορήθηκαν σχετικά με επιστολή των καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 1.7.97, ως αποτέλεσμα δε καταχώρησαν την παρούσα προσφυγή.
Ο δικηγόρος των αιτητών, με τη γραπτή αγόρευσή του ισχυρίζεται ότι η απόφαση των καθ' ων η αίτηση ισοδυναμεί με άρνηση άσκησης δικαιοδοσίας στο κατεχόμενο μέρος της Κύπρου κατά παράβαση του Άρθρου 185 του Συντάγματος, υποστηρίζει δε ότι στην προκειμένη περίπτωση υπήρχαν όλα τα απαραίτητα στοιχεία τα οποία καθιστούσαν δυνατή την άσκηση δικαιοδοσίας και τα οποία φαίνονταν στα διάφορα πιστοποιητικά ακινήτου περιουσίας, χωρίς να παρίσταται ανάγκη επιτόπιας έρευνας. Ισχυρίζεται επίσης ότι η επίδικη απόφαση δεν είναι δεόντως αιτιολογημένη για το λόγο ότι δεν γίνεται αναφορά στο νομοθέτημα του οποίου οι προϋποθέσεις δεν μπορούν να ελεγχθούν, ενόψει και της γνωμάτευσης του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, ημερομηνίας 7.5.97, σύμφωνα με την οποία ο Κανονισμός 3 της Κ.Δ.Π. 374/90 δεν έχει εφαρμογή στην παρούσα περίπτωση. Ο δικηγόρος των αιτητών ισχυρίζεται περαιτέρω ότι ο Κανονισμός 3, στον οποίο προφανώς, κατά τον ισχυρισμό του βασίστηκαν οι καθ' ων η αίτηση, δεν έχει εφαρμογή στην παρούσα περίπτωση, αφού η έκταση του εν λόγω ακινήτου είναι μικρότερη των δύο σκαλών που ρητώς προνοεί ο Κανονισμός. Πρόκειται δε, κατά την άποψή του περί νομικής πλάνης, καθότι εφαρμογή έχει το άρθρο 3(1) του Νόμου. Ισχυρίζεται τέλος, με βάση τους προηγούμενους ισχυρισμούς του, ότι η επίδικη απόφαση εκδόθηκε καθ' υπέρβαση και κατάχρηση εξουσίας.
Ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας που εκπροσώπησε τους καθ' ων η αίτηση, υποστήριξε ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση η διοίκηση αδυνατούσε εκ των πραγμάτων να ασκήσει την παρεχόμενη υπό του νόμου διακριτική εξουσία με βάση όλα τα πραγματικά δεδομένα συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας αποτελεσματικής επιβολής και εποπτείας όρων και προϋποθέσεων που θα κρίνονταν αναγκαίοι. Δεν επρόκειτο, κατά την άποψή του, για μια τυπική πράξη εγγραφής, αλλά για άσκηση ευρείας διακριτικής εξουσίας που ενείχε και το στοιχείο της σκοπιμότητας και επέτρεπε και την επιβολή όρων, η δυνατότητα αποτελεσματικής εφαρμογής των οποίων προσέκρουε στην εκ των πραγμάτων αδυναμία ελέγχου πρόσβασης και εποπτείας της περιοχής. Όσο για την αιτιολογία της επίδικης απόφασης, υποστήριξε ότι τούτη προκύπτει σαφώς από το κείμενο της απόφασης, ο δε νόμος με βάση τον οποίο εξετάστηκε η αίτηση των αιτητών ήταν γνωστός και στους αιτητές και στους δικηγόρους της. Όπως δε προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, η υπόθεση εξετάστηκε με βάση το νόμο και όχι τον Κανονισμό 3 και ως εκ τούτου δεν υπήρξε νομική πλάνη.
Ο νόμος που διέπει το θέμα είναι ο περί Κτήσης Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Αλλοδαποί) Νόμος, και οι τροποποιήσεις του, με τους Ν. 52/69, 55/72 και 50/90, όπως μεταφράστηκε και ενοποιήθηκε στην Ελληνική (ο Νόμος). Το άρθρο 3 του Νόμου προνοεί ότι:-
"3.-(1) Απαγορεύεται η κτήση από αλλοδαπό ακίνητης ιδιοκτησίας διαφορετικά ή λόγω θανάτου χωρίς προηγούμενη άδεια του Υπουργικού Συμβουλίου.
(1Α) Όταν η κτήση ακίνητης ιδιοκτησίας υπερβαίνει την απολύτως αναγκαία έκταση για την ανέγερση υποστατικού για κατοικία ή επαγγελματική στέγη και σε πάσα περίπτωση υπερβαίνει την έκταση των δύο σκαλών, η άδεια που χορηγείται από το Υπουργικό Συμβούλιο θα υπόκειται επίσης σε τέτοιους όρους, περιορισμούς, προϋποθέσεις και κριτήρια τα οποία ήθελαν καθοριστεί με Κανονισμούς που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο και εγκρίνονται από τη Βουλή των Αντιπροσώπων.
(2) Με την υποβολή αίτησης από οποιοδήποτε πρόσωπο, αλλοδαπό ή όχι για χορήγηση άδειας για την κτήση ακίνητης ιδιοκτησίας από συγκεκριμένο αλλοδαπό ή από οποιοδήποτε αλλοδαπό -
(α) το Υπουργικό Συμβούλιο επιλαμβάνεται της αίτησης αυτής, αποφασίζει σχετικά με αυτή και γνωστοποιεί γραπτώς την απόφαση του στο πρόσωπο που υπέβαλε την αίτηση με κάθε δυνατή ταχύτητα.
(β) η τυχόν άδεια που χορηγείται δύναται να προβλέψει ότι καμιά περαιτέρω άδεια δεν απαιτείται για την κτήση από άλλο αλλοδαπό, με τέτοιους όρους οι οποίοι ήθελαν επιβληθεί στη χορηγούμενη άδεια, της ακίνητης ιδιοκτησίας για την κτήση της οποίας χορηγείται αυτή, και σε τέτοια περίπτωση και παρά τις διατάξεις του άρθρου αυτού καμιά τέτοια περαιτέρω άδεια δεν απαιτείται.
(3) Έγκυρη σύμβαση ή συμφωνία, γραπτή ή προφορική, που έγινε σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Συμβάσεων Νόμου ή οποιουδήποτε άλλου νόμου που ισχύει εκάστοτε, η οποία προνοεί την κτήση ακίνητης ιδιοκτησίας από κάποιο αλλοδαπό δεν χορηγεί στον αλλοδαπό ................................................................".
Με βάση το άρθρο 3(1Α) εκδόθηκε η Κ.Δ.Π. 374/90, η οποία τιτλοφορείται ως οι περί Κτήσης Ακίνητης Ιδιοκτησίας από Αλλοδαπούς (Όροι, Περιορισμοί, Προϋποθέσεις και Κριτήρια για Χορήγηση Άδειας) Κανονισμοί του 1990 (οι Κανονισμοί), η οποία περιέχει πρόνοιες που αφορούν μόνο τις περιπτώσεις που εμπίπτουν στις πρόνοιες του άρθρου 3(1Α). Εδώ είναι κοινώς αποδεκτό ότι οι πρόνοιες αυτές όπως και το άρθρο 3(1Α) δεν αφορούν την περίπτωση. Ούτε φαίνεται, από το περιεχόμενο των διοικητικών φακέλων, να βασίστηκε η επίδικη απόφαση στις πρόνοιες αυτές. Συνεπώς, έχει θέση η γενική διακριτική εξουσία που δίνεται στο Υπουργικό Συμβούλιο με το υπόλοιπο μέρος του άρθρου 3, συμπεριλαμβανομένης και της εξουσίας επιβολής όρων. Η εξουσία αυτή, εφόσο δεν περιορίζεται, πρέπει να θεωρηθεί ότι είναι ευρεία και περιλαμβάνει και εξουσία διενέργειας επιτόπιας έρευνας κατά την κρίση του Υπουργικού Συμβουλίου. Το γεγονός δε της τουρκικής κατοχής της περιοχής όπου βρίσκεται το ακίνητο, εμπόδιζε τέτοια ενέργεια εκ μέρους των καθ' ων η αίτηση. Συνεπώς, κατά την άποψή μου, οι καθ' ων η αίτηση είχαν κάθε νόμιμο δικαίωμα να απορρίψουν την αίτηση των αιτητών για το λόγο αυτό.
Το γεγονός ότι στην επίδικη απόφαση δεν γίνεται συγκεκριμένη αναφορά στο νόμο δεν την καθιστά αναιτιολόγητη, εφόσον προκύπτει από το περιεχόμενο του φακέλου ποιός νόμος είχε εφαρμογή. Η αναφορά στο κείμενο της απόφασης στο ότι "είναι αδύνατος ο έλεγχος των νομικών προϋποθέσεων χορήγησης της νενομισμένης άδειας ...." δεν πρέπει να διαβασθεί μόνη της, αλλά σε συνδιασμό με το υπόλοιπο κείμενό της. Η τελευταία δε πρόταση και ιδιαίτερα η φράση: "Η Δημοκρατία συνεπώς δεν μπορεί, λόγω ..... της πραγματικής αδυναμίας της να ελέγξει την εφαρμογή του Νόμου στις κατεχόμενες περιοχές, να εγκρίνει την αίτηση ....." αποδίδει πιο ορθά, κατά τη γνώμη μου, το νόημα της επίδικης απόφασης. Εφόσον δε, όπως είπα πιο πάνω, πρόκειται για άσκηση ευρείας διακριτικής εξουσίας, συμπεριλαμβανομένης και της εξουσίας επιβολής όρων όπως και της συνεπαγόμενης εποπτείας τήρησης και εφαρμογής τους, βρίσκω ότι η επίδικη απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή στους καθ' ων η αίτηση.
Από το σύνολο του περιεχομένου των διοικητικών φακέλων δεν προκύπτει καμιά πλάνη περί το νόμο. Ούτε ο ισχυρισμός για παραβίαση των προνοιών του Άρθρου 185 του Συντάγματος έχει βάση. Το Άρθρο αυτό προνοεί ότι:-
"1. Το έδαφος της Δημοκρατίας είναι ενιαίον και αδιαίρετον.
2. Η καθολική ή μερική ένωσης της Κύπρου μεθ' οιουδήποτε άλλου Κράτους ή η χωριστική ανεξαρτησία αποκλείονται.".
Δεν βλέπω με ποιό τρόπο παραβιάστηκαν οι πρόνοιες του πιο πάνω Άρθρου από την Κυπριακή Δημοκρατία. Απλά οι καθ' ων η αίτηση δεν ενέκριναν την αίτηση των αιτητών λόγω πραγματικής αδυναμίας πλήρους διερεύνησης και ελέγχου επί του συγκεκριμένου ακινήτου.
Όλοι οι ισχυρισμοί των αιτητών απορρίπτονται.
Ως αποτέλεσμα, η προσφυγή αυτή αποτυγχάνει και απορρίπτεται, με έξοδα.
Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται.
H προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.