ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1998) 4 ΑΑΔ 482

18 Ioυνίου, 1998

[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΜΑΡΙΑ ΚΑΪΣΙΔΟΥ ΠΕΤΡΟΥ,

Αιτήτρια,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ' ης η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 436/97)

 

Δημόσιοι Yπάλληλοι ― Προαγωγές ―�Σύσταση του Προϊσταμένου του Tμήματος ―�Tο ζήτημα κατά πόσο ο Διευθυντής μελέτησε τους υπηρεσιακούς φακέλους των υποψηφίων πριν προβεί σε συστάσεις ―�Tο ζήτημα της χρησιμοποίησης από το Διευθυντή της προσωπικής του γνώσης ―�Eιδικά η προσωπική γνώση Διευθυντή που κατά τον ουσιώδη χρόνο ήταν άμεσα προϊστάμενος υποψηφίων και κατέστη Διευθυντής εν των μεταξύ λόγω ακύρωσης και επανεξέτασης ―�Περιστάσεις υπό τις οποίες εκρίθη ότι η σύσταση δεν εσυγκρούετο με το περιεχόμενο των φακέλων στην κριθείσα περίπτωση.

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ― Λόγοι ακυρώσεως ―�Προκατάληψη ―�Δεν στοιχειοθετήθηκε στην κριθείσα περίπτωση Προϊσταμένου Tμήματος που προέβη σε συστάσεις ― Περιστάσεις.

H αιτήτρια προσέφυγε κατά της κατ' επανεξέταση αναδρομικής προαγωγής των ενδιαφερομένων μερών. Eίχε μεσολαβήσει ακύρωση της αρχικής προαγωγής των αυτών προσώπων μετά από προσφυγή και πάλι της αιτήτριας.

Tο Aνώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1. Ο πρώτος ισχυρισμός του δικηγόρου της αιτήτριας, αναφορικά με την προχειρότητα των συστάσεων, κρίνεται ανυπόστατος και απορρίπτεται.  Δεν απεδείχθη με κανένα τρόπο ότι οι συστάσεις έγιναν χωρίς τη δέουσα μελέτη των φακέλων των υποψηφίων, που στην παρούσα περίπτωση ήταν μόνο τέσσερις. Σχετική είναι η πρόσφατη απόφαση στην υπόθεση Κώστας Αδάμου και Άλλος v. Ε.Δ.Υ., Υποθ. Αρ. 133/96 και 244/96, ημερ. 8.5.98.

2. Ούτε κι ο ισχυρισμός ότι ο Αναπληρωτής Διευθυντής, με τη χρησιμοποίηση της προσωπικής του γνώσης εισήγαγε στοιχείο εκτός του ουσιώδους χρόνου μπορεί να ευσταθήσει. Ο Αναπληρωτής Διευθυντής είχε κάθε δικαίωμα να προβεί σε συστάσεις έστω κι αν δεν ήταν Διευθυντής στον ουσιώδη χρόνο, χρησιμοποιώντας άλλα μέσα για άντληση πληροφοριών για τους υποψηφίους. Όπως φαίνεται από τις εκθέσεις αξιολόγησής τους, ο Αναπληρωτής Διευθυντής ήταν μέλος της ομάδας αξιολόγησης της αιτήτριας και του ενδιαφερόμενου μέρους 2 κατά τα έτη 1992, 1993 και 1994 και του ενδιαφερόμενου μέρους 1 κατά το 1993 και 1994. Συνεπώς τεκμαίρεται ότι είχε προσωπική γνώση της εργασίας των υποψηφίων, την οποία μπορούσε νόμιμα να χρησιμοποιήσει.

3. Κατά την άποψη του δικηγόρου της αιτήτριας, ο Αναπληρωτής Διευθυντής, ως Διοικητικά Προϊστάμενος της αιτήτριας το 1995, είχε διαμορφώσει, μαζί με την προϊσταμένη της, την αρνητική κρίση που μετέφερε ο τότε Διευθυντής στην ΕΔΥ, από την οποία συνέχιζε να ήταν επηρεασμένος κατά την υποβολή των υπό κρίση συστάσεων. Αυτός όμως ο ισχυρισμός δεν τεκμηριώνει από μόνος του προκατάληψη του Αναπληρωτή Διευθυντή εναντίον της αιτήτριας και απορρίπτεται.

4. Οι λόγοι της προτίμησης του Αναπληρωτή Διευθυντή για τα ενδιαφερόμενα μέρη συνίστανται στην υπεροχή τους στο υπηρεσιακό ενδιαφέρον, την ανάπτυξη πρωτοβουλιών και την υπευθυνότητα και σοβαρότητα με την οποία ανταποκρίνονται στην εργασία τους. Από την έρευνα των φακέλων αξιολογήσεων των υποψηφίων διαπιστώνονται τα ακόλουθα, αναφορικά με τις αξιολογήσεις τους στα στοιχεία (3), Υπηρεσιακό Ενδιαφέρον, (4), Υπευθυνότητα και (5), Πρωτοβουλία.

    Η αιτήτρια αξιολογήθηκε και στα τρία πιο πάνω στοιχεία ως πολύ ικανοποιητική για όλα τα χρόνια από το 1990-1994 συμπεριλαμβανομένων.

    Η αξιολόγηση του ενδιαφερόμενου μέρους 1 στο στοιχείο (3), Υπηρεσιακό Ενδιαφέρον, ήταν η ίδια με της αιτήτριας σε όλα τα χρόνια.  Στο στοιχείο (4), Υπευθυνότητα ήταν και πάλι πολύ ικανοποιητική σε όλα τα χρόνια, πλην του 1992 κατά το οποίο αξιολογήθηκε ως ικανοποιητική (πιο χαμηλά από την αιτήτρια). Στο στοιχείο (5), Πρωτοβουλία, αξιολογήθηκε ως πολύ ικανοποιητική σε όλα τα χρόνια, πλην του 1994, κατά το οποίο αξιολογήθηκε ως εξαίρετη (πιο ψηλά από την αιτήτρια).

    Το ενδιαφερόμενο μέρος 2 κατά το 1994 αξιολογήθηκε ως εξαίρετη και στα τρία πιο πάνω στοιχεία. Το 1993 αξιολογήθηκε ως εξαίρετη στο στοιχείο (4) και στα στοιχεία (3) και (5) ως πολύ ικανοποιητική.  Οι αξιολογήσεις της για τα χρόνια 1992 και 1991 την παρουσιάζουν ως πολύ ικανοποιητική και στα τρία πιο πάνω στοιχεία.

    Με την πιο πάνω εικόνα η σύσταση του Αναπληρωτή Διευθυντή των ενδιαφερομένων μερών δεν είναι αντίθετη με τις αξιολογήσεις των υποψηφίων, ούτε έρχεται σε αντίθεση με το περιεχόμενο των φακέλων.

5. Όσον αφορά την απόφαση της ΕΔΥ, νόμιμα λήφθηκε υπόψη η σύσταση του Αναπληρωτή Διευθυντή και η απόφασή της ήταν εύλογα επιτρεπτή υπό τις περιστάσεις. Η αιτιολογία του μέρους της απόφασης της ΕΔΥ, μπορεί να συμπληρωθεί από τα στοιχεία των φακέλων των υποψηφίων.

H προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Aναφερόμενες υποθέσεις:

Πέτρου Καϊσίδου v. Δημοκρατίας (1997) 4 Α.Α.Δ. 53,

Αδάμου και Άλλος v. Ε.Δ.Υ., Υποθ. Αρ. 133/96 και 244/96, ημερ. 8.5.98.

Προσφυγή.

Προσφυγή με την οποία προσβάλλεται η προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών στη θέση Λειτουργού Mηχανογράφησης 1ης τάξης αναδρομικά από 1.12.95 αντί της αιτήτριας.

Α. Σ. Αγγελίδης, για την Aιτήτρια.

Τ. Πολυχρονίδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας A΄, για την Kαθ' ης η αίτηση.

Γ. Τριανταφυλλίδης, για τα Eνδιαφερόμενα μέρη.

Cur. adv. vult.

KPONIΔHΣ, Δ.: Αντικείμενο της προσφυγής εναι η απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ), με την οποία προάχθηκαν στη θέση Λειτουργού Μηχανογράφησης 1ης Τάξης, αναδρομικά από 1.12.95, τα ενδιαφερόμενα μέρη: 1) Ανδριάνα Αχιλλέως, και 2) Μόνικα Κασάπη Καλακουτή, αντί της αιτήτριας.

Η επίδικη απόφαση δημοσιεύθηκε στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερομ. 21.3.97 και ήταν το αποτέλεσμα επανεξέτασης που ακολούθησε ακυρωτική απόφαση του Δικαστηρίου (Βλέπε: Μαρία Καϊσίδου-Πέτρου ν. Δημοκρατίας (1997) 4 Α.Α.Δ. 53).

Τα ενδιαφερόμενα μέρη προήχθηκαν στην ίδια θέση από την πιο πάνω ημερομηνία με προηγούμενη απόφαση της ΕΔΥ.  Με την προσφυγή της που άσκησε εναντίον της πιο πάνω απόφασης η αιτήτρια, πέτυχε την ακύρωση της προαγωγής των ενδιαφερομένων μερών για λόγους που σχετίζονταν κυρίως με τη σύσταση του Διευθυντή του Τμήματος, ο οποίος σύστησε τα ενδιαφερόμενα μέρη.

Μετά την ακύρωση της απόφασής της, η ΕΔΥ επανεξέτασε το θέμα κατά τη συνεδρία της ημερομ. 11.2.97. Κατά τη συνεδρία της αυτή η ΕΔΥ άκουσε τις νέες συστάσεις του Αναπληρωτή Διευθυντή, που έγιναν σύμφωνα με τα στοιχεία του ουσιώδους χρόνου.  Ο Αναπληρωτής Διευθυντής σύστησε και πάλι τα ενδιαφερόμενα μέρη, τις οποίες η ΕΔΥ τελικά επέλεξε για προαγωγή στην επίδικη θέση, αναδρομικά από την ημερομηνία που ίσχυε η προηγούμενη προαγωγή τους η οποία ακυρώθηκε από το Δικαστήριο.

Επίκεντρο των ισχυρισμών του δικηγόρου της αιτήτριας είναι και πάλι η σύσταση του Αναπληρωτή Διευθυντή. Ισχυρίζεται ότι έγινε πρόχειρα, μετά από στιγμιαία μελέτη των φακέλων των υποψηφίων, ότι είναι αναιτιολόγητη καθότι ελλείπουν οι λόγοι της προτίμησης των ενδιαφερομένων μερών και ότι συγκρούεται με τα στοιχεία των φακέλων. Περαιτέρω, δεν ήταν επιτρεπτός ο κατακερματισμός των εκθέσεων αξιολόγησης με επιλεκτική αναφορά μόνο σε μερικά από τα στοιχεία αξιολόγησης, στα οποία εν πάση περιπτώσει και η αιτήτρια είχε την ίδια βαθμολογία με τα ενδιαφερόμενα μέρη. Επίσης, δεν ήταν επιτρεπτό να ληφθεί υπόψη η αξιολόγηση της αιτήτριας για το 1995, για την οποία είχε εκφέρει τότε ορισμένες απόψεις ο Αναπληρωτής Διευθυντής και απετέλεσε ένα από τους λόγους ακύρωσης της προηγούμενης απόφασης της ΕΔΥ. Ισχυρίζεται επί πλέον ότι ο Αναπληρωτής Διευθυντής χρησιμοποιώντας την προσωπική του γνώση, εισήγαγε στοιχεία που δεν αφορούσαν στον ουσιώδη χρόνο, εφόσον δεν ήταν τότε Διευθυντής, ούτε πήρε πληροφορίες από τους τότε άμεσα προϊσταμένους των υποψηφίων. Καταλήγει ότι η μη σύσταση της αιτήτριας δεν ήταν επιτρεπτή, λαμβανομένης υπόψη της υπεροχής της σε αρχαιότητα και της εξίσωσης των υποψηφίων στα άλλα κριτήρια.

Αναφορικά με την απόφαση της ΕΔΥ, υποστηρίζει ότι η αιτιολογία της είναι γενική και αόριστη, δεν αποκαλύπτει τους λόγους της προτίμησης της ΕΔΥ ενόψει της υπεροχής της αιτήτριας στο στοιχείο της αρχαιότητας και ότι δεν προηγήθηκε από την ΕΔΥ, η οποία απλά ασπάστηκε τις συστάσεις του Αναπληρωτή Διευθυντή, οποιαδήποτε έρευνα.

Ο πρώτος ισχυρισμός του δικηγόρου της αιτήτριας, αναφορικά με την προχειρότητα των συστάσεων, κρίνεται ανυπόστατος και απορρίπτεται. Δεν απεδείχθη με κανένα τρόπο ότι οι συστάσεις έγιναν χωρίς τη δέουσα μελέτη των φακέλων των υποψηφίων, που στην παρούσα περίπτωση ήταν μόνο τέσσερις. Παραπέμπω σχετικά και στην πρόσφατη απόφασή μου στην υπόθεση Κώστας Αδάμου και Άλλος ν. Ε.Δ.Υ., Υποθ. Αρ. 133/96 και 244/96, ημερ. 8.5.98.

Ούτε κι ο ισχυρισμός ότι ο Αναπληρωτής Διευθυντής, με τη χρησιμοποίηση της προσωπικής του γνώσης εισήγαγε στοιχείο εκτός του ουσιώδους χρόνου μπορεί να ευσταθήσει. Ο Αναπληρωτής Διευθυντής είχε κάθε δικαίωμα να προβεί σε συστάσεις έστω κι αν δεν ήταν Διευθυντής στον ουσιώδη χρόνο, χρησιμοποιώντας άλλα μέσα για άντληση πληροφοριών για τους υποψηφίους.  Όπως φαίνεται από τις εκθέσεις αξιολόγησης τους, ο Αναπληρωτής Διευθυντής ήταν μέλος της ομάδας αξιολόγησης της αιτήτριας και του ενδιαφερόμενου μέρους 2 κατά τα έτη 1992, 1993 και 1994 και του ενδιαφερόμενου μέρους 1 κατά το 1993 και 1994.  Συνεπώς τεκμαίρεται ότι είχε προσωπική γνώση της εργασίας των υποψηφίων, την οποία μπορούσε νόμιμα να χρησιμοποιήσει. Ο ισχυρισμός αυτός απορρίπτεται.

Όσον αφορά τους ισχυρισμούς για την έκθεση αξιολόγησης της αιτήτριας για το 1995, η έκθεση αυτή δεν φαίνεται να λήφθηκε υπόψη κατά την παρούσα διαδικασία, όπως ούτε κατά την προηγούμενη, αφού τότε δεν είχε καν συνταχθεί. Ούτε και βρίσκεται στο φάκελο της που ήταν ενώπιον της ΕΔΥ. Τα σχόλια του Δικαστηρίου στην ακυρωτική του απόφαση αφορούσαν την αναφορά του τότε Διευθυντή στην απόδοση της αιτήτριας κατά το 1995, όπου γίνονται αρνητικά σχόλια γι' αυτήν.  Το Δικαστήριο επεσήμανε ότι η αναφορά έγινε μόνο για την αιτήτρια και όχι συγκριτικά με τους άλλους υποψηφίους, έκρινε δε ότι έπρεπε να είχε δοθεί στην αιτήτρια η ευκαιρία να ακουστεί. Το ότι η αξιολόγηση της αιτήτριας για το 1995 δεν λήφθηκε υπόψη, φαίνεται από τα πρακτικά της ΕΔΥ, ημερομ. 11.2.97, όπου στη σελίδα 27 αναφέρεται ότι:-

"Η Επιτροπή έλαβε υπόψη τις Εμπιστευτικές/Υπηρεσιακές Εκθέσεις των υποψηφίων στο σύνολό τους, μέχρι τον ουσιώδη χρόνο, όπως αυτές έγιναν τελικά δεκτές από την ίδια, με ιδιαίτερη έμφαση στα τελευταία χρόνια.".

Η σύσταση του τότε Διευθυντή, στην οποία έγιναν τα συγκεκριμένα σχόλια, είχε ακυρωθεί από το Δικαστήριο και δεν βρισκόταν ενώπιον της ΕΔΥ κατά την επανεξέταση.

Κατά την άποψη του δικηγόρου της αιτήτριας, ο Αναπληρωτής Διευθυντής, ως Διοικητικά Προϊστάμενος της αιτήτριας το 1995, είχε διαμορφώσει, μαζί με την προϊσταμένη της, την αρνητική κρίση που μετέφερε ο τότε Διευθυντής στην ΕΔΥ, από την οποία συνέχιζε να ήταν επηρεασμένος κατά την υποβολή των υπό κρίση συστάσεων. Αυτός όμως ο ισχυρισμός δεν τεκμηριώνει από μόνος του προκατάληψη του Αναπληρωτή Διευθυντή εναντίον της αιτήτριας και απορρίπτεται.

Συστήνοντας τα ενδιαφερόμενα μέρη, ο Αναπληρωτής Διευθυντής ανέφερε, μεταξύ άλλων και τα ακόλουθα:-

"Σε σχέση με την αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις αξιολογήσεις των υποψηφίων, παρατηρώ ότι, παρ' όλο που υπάρχουν κάποιες οριακές διαφορές, φαίνεται ότι η Καλακουτή-Κασάπη υπετρερεί και ακολουθούν οι υπόλοιποι.

Αναφέρω επίσης ότι επειδή το Τμήμα Μηχανογραφικών Υπηρεσιών είναι ένα μικρό Τμήμα χωρίς προσωπικό σε άλλες επαρχίες, έχω προσωπική γνώση για την απόδοση και την προσφορά όλων των υποψηφίων, οι οποίοι κατά τον ουσιώδη χρόνο υπηρετούσαν στον τομέα του οποίου προΐσταμαι. Πιστεύω, λοιπόν, ότι, με βάση τα πιο πάνω κριτήρια που καθορίζει ο Νόμος, καθώς και με βάση την προσωπική μου εκτίμηση, οι Καλακουτή-Κασάπη Μόνικα και Αχιλλέως Ανδριάνα διακρίνονται και υπερτερούν έναντι των άλλων δύο υποψηφίων για το υπηρεσιακό ενδιαφέρον, για την ανάπτυξη πρωτοβουλιών κατά την εκτέλεση των εργασιών τους και για την υπευθυνότητα και σοβαρότητα με την οποία ανταποκρίνονται στην εργασία τους και τις συστήνω για προαγωγή ως πιο κατάλληλες στη θέση Λειτουργού Μηχανογράφησης, 1ης Τάξης.".

Οι λόγοι της προτίμησης του Αναπληρωτή Διευθυντή για τα ενδιαφερόμενα μέρη φαίνονται στο πιο πάνω απόσπασμα και συνίστανται στην υπεροχή τους στο υπηρεσιακό ενδιαφέρον, την ανάπτυξη πρωτοβουλιών και την υπευθυνότητα και σοβαρότητα με την οποία ανταποκρίνονται στην εργασία τους. Από την έρευνα των φακέλων αξιολογήσεων των υποψηφίων διαπιστώνονται τα ακόλουθα, αναφορικά με τις αξιολογήσεις τους στα στοιχεία (3), Υπηρεσιακό Ενδιαφέρον, (4), Υπευθυνότητα και (5), Πρωτοβουλία.

Η αιτήτρια αξιολογήθηκε και στα τρία πιο πάνω στοιχεία ως πολύ ικανοποιητική για όλα τα χρόνια από το 1990-1994 συμπεριλαμβανομένων.

Η αξιολόγηση του ενδιαφερόμενου μέρους 1 στο στοιχείο (3), Υπηρεσιακό Ενδιαφέρον, ήταν η ίδια με της αιτήτριας σε όλα τα χρόνια. Στο στοιχείο (4), Υπευθυνότητα ήταν και πάλι πολύ ικανοποιητική σε όλα τα χρόνια, πλην του 1992 κατά το οποίο αξιολογήθηκε ως ικανοποιητική (πιο χαμηλά από την αιτήτρια).  Στο στοιχείο (5), Πρωτοβουλία, αξιολογήθηκε ως πολύ ικανοποιητική σε όλα τα χρόνια, πλην του 1994, κατά το οποίο αξιολογήθηκε ως εξαίρετη (πιο ψηλά από την αιτήτρια).

Το ενδιαφερόμενο μέρος 2 κατά το 1994 αξιολογήθηκε ως εξαίρετη και στα τρία πιο πάνω στοιχεία. Το 1993 αξιολογήθηκε ως εξαίρετη στο στοιχείο (4) και στα στοιχεία (3) και (5) ως πολύ ικανοποιητική. Οι αξιολογήσεις της για τα χρόνια 1992 και 1991 την παρουσιάζουν ως πολύ ικανοποιητική και στα τρία πιο πάνω στοιχεία.

Με την πιο πάνω εικόνα μπορώ να πω ότι η σύσταση του Αναπληρωτή Διευθυντή των ενδιαφερομένων μερών δεν είναι αντίθετη με τις αξιολογήσεις των υποψηφίων, ούτε έρχεται σε αντίθεση με το περιεχόμενο των φακέλων.

Η ΕΔΥ, επιλέγοντας τα ενδιαφερόμενα μέρη, ανέφερε τα ακόλουθα:-

"Καταλήγοντας στην πιο πάνω απόφαση, η Επιτροπή δεν παρέλειψε να σημειώσει ότι οι υποψήφιοι Πασπαλίδης Χαράλαμπος και Πέτρου-Καϊσίδου Μαρία υπερέχουν σε αρχαιότητα έναντι των δύο επιλεγεισών υποψήφιων, η αρχαιότητα όμως αυτή, η οποία δεν αφορά την παρούσα τους θέση και συνεπώς είναι οριακή, δεν μπορεί από μόνη της να υπερνικήσει την υπεροχή των επιλεγεισών, όπως αυτή πηγάζει από το σύνολο των κριτηρίων που λήφθηκαν υπόψη για την επιλογή. Συγκεκριμένα, οι Αχιλλέως Ανδριάνα και Καλακουτή-Κασάπη Μόνικα υπερέχουν ή έχουν την ίδια περίπου αξία και προσόντα με τους άλλους δύο υποψηφίους και, επιπλέον, διαθέτουν την αιτιολογημένη σύσταση του Αναπληρωτή Διευθυντή, η οποία συνάδει με τα στοιχεία των Φακέλων και προσθέτει στο στοιχείο της αξίας.".

Όσον αφορά την απόφαση της ΕΔΥ, νόμιμα λήφθηκε υπόψη η σύσταση του Αναπληρωτή Διευθυντή και η απόφασή της ήταν εύλογα επιτρεπτή υπό τις περιστάσεις. Η αιτιολογία του μέρους της απόφασης της ΕΔΥ, μπορεί να συμπληρωθεί από τα στοιχεία των φακέλων των υποψηφίων.

Ως αποτέλεσμα, η παρούσα προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα. Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται.

H�προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο