ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1998) 4 ΑΑΔ 440

29 Mαΐου, 1998

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ 28

ΔΩΡΟΣ ΓΙΑΣΚΟΥΡΗΣ,

Αιτητής,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ' ης η αίτηση.

 

(Υπόθεση Αρ. 970/96)

 

Δημόσιοι Yπάλληλοι ― Mετάθεση ― Όροι νομιμότητος ― H επίδικη μετάθεση εκρίθη νόμιμη ―�Yιοθετήθηκε η Πέτσα v. Δημοκρατίας (1997) 4 Α.Α.Δ. 1723, στην οποία τα επίδικα θέματα ήταν τα αυτά.

O αιτητής προσέφυγε κατά της μετάθεσής του.

Tο Aνώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

Η ίδια διοικητική πράξη υπήρξε αντικείμενο άλλης προσφυγής που υπεβλήθη από άλλο βοηθό φοροθέτη στην οποία ηγέρθηκαν τα ίδια θέματα και προεβλήθη η ίδια επιχειρηματολογία, τίθεται δε το ερώτημα γιατί δεν υπήρξε αίτηση για συνεκδίκαση των δύο προσφυγών. Η υπόθεση αυτή είναι η Πέτσα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1997) 4 Α.Α.Δ. 1723.

Στην προσφυγή αυτή ο Καλλής, Δ., επιλήφθηκε με λεπτομέρεια όλων των θεμάτων που εγείρονται και στην παρούσα προσφυγή και αφού ανέλυσε τη νομολογία τόσο αναφορικά με τις αρχές που διέπουν τις μεταθέσεις, τη σημασία των προσωπικών συνθηκών και λόγων υγείας των υπαλλήλων, το θέμα δημοσίου συμφέροντος και όλα τα λοιπά θέματα που ηγέρθηκαν ενώπιόν του, απέρριψε την προσφυγή.

Το Δικαστήριο είχε την ευκαιρία να μελετήσει με προσοχή την πιο πάνω απόφαση και συμφωνεί απόλυτα με τη νομική ανάλυση που γίνεται σε αυτή, τα συμπεράσματα και την κατάληξη στην οποία έφθασε ο Καλλής, Δ., καθώς και το σκεπτικό της απόφασής του και τα οποία υιοθετούνται πλήρως ως ορθά και έχοντα εφαρμογή και στην παρούσα υπόθεση.

H προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Aναφερόμενη υπόθεση:

Πέτσα v. Δημοκρατίας (1997) 4 Α.Α.Δ. 1723.

Προσφυγή.

Προσφυγή με την οποία προσβάλλεται η μετάθεση του αιτητή από το Eπαρχιακό Γραφείο Φόρου Eισοδήματος Λεμεσού στο Eπαρχιακό Γραφείο Φόρου Eισοδήματος Πάφου.

A. Σ. Aγγελίδης, για τον Aιτητή.

A. Xριστοφόρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Kαθ' ης η αίτηση.

Cur. adv. vult.

APTEMHΣ, Δ.: Ο αιτητής, Βοηθός Φοροθέτης, ζητά ακύρωση της μετάθεσης του από το Επαρχιακό Γραφείο Φόρου Εισοδήματος Λεμεσού στο Επαρχιακό Γραφείο Φόρου Εισοδήματος Πάφου, που έγινε στις 16.9.96 και του κοινοποιήθηκε με επιστολή της ιδίας ημερομηνίας.

Ο Διευθυντής του Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων με επιστολή του ημερ. 5.8.96 προς την αρμοδία αρχή πρότεινε τη μετάθεση 20 Βοηθών Φοροθετών, συμπεριλαμβανομένου και του αιτητή. Στις 22.8.96 ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Οικονομικών, ως αρμοδία αρχή, ζήτησε από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας να προχωρήσει στις μεταθέσεις των 20 αυτών υπαλλήλων που ονομάζονταν στην επιστολή, επισυνάπτοντας μαζί στην πρόταση αυτή και την πιο πάνω επιστολή του Διευθυντή Εσωτερικών Προσόδων, που συνοδευόταν και από τις γραπτές παραστάσεις που υπέβαλαν οι ενιστάμενοι υπαλλήλοι.

Ο αιτητής, ο οποίος είναι άγαμος και διαμένει στην Πάχνα, υπέβαλε ένσταση στη μετάθεση του επικαλούμενος λόγους υγείας του ιδίου καθώς και των ηλικιωμένων και ασθενών γονέων του, που διαμένουν μαζί του, τους οποίους και φροντίζει.

Στις 16.9.96 η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας επιλήφθηκε του θέματος και έλαβε την απόφασή της. Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα:

"Ο Διευθυντής του Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων, στην επιστολή του με αριθμό φακέλου Ε.Πρ. 115 και ημερομηνία 5.8.96, η οποία επισυνάπτεται στην πιο πάνω επιστολή του Γενικού Διευθυντή, Υπουργείο Οικονομικών, με αριθμό Υ.Ο.603/1985/Α9 και ημερομηνία 22.8.96, αναφέρει ότι οι πιο πάνω παραστάσεις των υποψηφίων μελετήθηκαν και κρίθηκαν ότι δεν είναι τόσο σοβαρές ούτως ώστε να δικαιολογούν τη μη μετάθεση των εν λόγω υπαλλήλων.

Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας εξέτασε όλα τα ενώπιον της στοιχεία, και ιδιαίτερα τις παραστάσεις και τα σχετικά δικαιολογητικά που υπέβαλαν οι υπαλλήλοι που διαφωνούν με τις προτάσεις της αρμόδιας αρχής, και έκρινε ότι οι πιο πάνω προτεινόμενες μεταθέσεις είναι προς το δημόσιο συμφέρον. Ως εκ τούτου η Επιτροπή έκρινε ότι τα προβλήματα που ενδεχομένως θα αντιμετωπίσουν οι υπάλληλοι που διαμαρτύρονται με τη μετάθεση τους, αν και δεν υποβαθμίζεται η σημασία τους, εν τούτοις δεν είναι τέτοια που να μην μπορούν να αντιμετωπισθούν ιδιαίτερα αν αντικρυστούν με θετικό μάτι και καλή διάθεση, με γνώμονα το καλό του Τμήματος και της Υπηρεσίας γενικότερα.

Η Επιτροπή σημειώνει σχετικά το γεγονός ότι η αρμόδια αρχή, αναγνωρίζοντας τα προσωπικά προβλήματα που αντιμετωπίζει γενικά ο κάθε υπάλληλος όταν αναγκάζεται να αλλάξει τον τόπο διαμονής του, προχώρησε στην ανάληψη της ευθύνης να προβαίνει κατά τακτά χρονικά διαστήματα σε εκ περιτροπής μεταθέσεις, ούτως ώστε όλοι οι υπάλληλοι να επωμίζονται το βάρος για την εύρυθμη λειτουργία όλων των Επαρχιακών Γραφείων του Τμήματος με το λιγότερο προσωπικό κόστος για τον κάθε υπάλληλο, όσο τούτο είναι δυνατό και επιτρεπτό εκ των πραγμάτων.

Συμπερασματικά και υπό το φως όλων των ενώπιόν της στοιχείων η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας έκρινε ότι οι παραστάσεις των υπαλλήλων που αναφέρθηκαν πιο πάνω δεν είναι τόσο σοβαρές που να δικαιολογούν παρέκκλιση από τις προτάσεις της αρμόδιας αρχής και συνεπώς τις απέρριψε."

Με βάση το άρθρο 48(2) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου, 1990 (Ν.1/90) "οι μεταθέσεις των υπαλλήλων διενεργούνται από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας ύστερα από πρόταση της αρμοδίας αρχής δεόντως αιτιολογημένη".

Επειδή ένα βασικό επιχείρημα του αιτητή είναι ότι η πρόταση της αρμόδιας αρχής δεν ήταν δεόντως αιτιολογημένη, παραθέτω το κείμενο της πρότασης του διευθυντή, η οιποία είχε διαβιβαστεί από την αρμοδία αρχή στην Ε.Δ.Υ.

"Το Τμήμα Εσωτερικών Προσόδων για να μπορεί να καλύπτει τις ανάγκες των Επαρχιακών του Γραφείων σε φοροθετικό Προσωπικό, είναι αναγκασμένο να προβαίνει κατά καιρούς σε μεταθέσεις/τοποθετήσεις ανάλογα με τον όγκο και τη φύση της εργασίας του κάθε Γραφείου.

Λαμβάνοντας υπόψη τις σημερινές ανάγκες των Επαρχιακών Γραφείων και το αίτημα αριθμού υπαλλήλων για μετάθεση στην επαρχία του τόπου διαμονής τους, που ήταν εξάλλου και προφορική υπόσχεση της Διεύθυνσης όταν ετοποθετούντο εκτός έδρας, το Τμήμα αποφάσισε να προτείνει τη διενέργεια των μεταθέσεων που φαίνονται στο Παράρτημα 1.

Η ανάγκη για διενέργεια μεταθέσεων οι οποίες αποφασίστηκε να γίνονται συχνά και για μικρή χρονική περίοδο, συζητήθηκε και με την Κλαδική Επιτροπή του Φοροθετικού Προσωπικού, η οποία συμφωνεί ότι με τον τρόπο αυτό θα υπάρχει πιο δίκαιη μεταχείριση των υπαλλήλων και πιο εύρυθμη και αποδοτική λειτουργία του Τμήματος.

Η Διεύθυνση πριν προχωρήσει, στην πρόταση της, πέραν των αναγκών και της φύσης της εργασίας της κάθε επαρχίας, έλαβε υπόψη τις αιτιολογίες των επηρεαζομένων υπαλλήλων που δήλωσαν ότι διαφωνούν με τυχόν μετάθεση τους σε άλλη επαρχία.

Παρακαλώ σημειώστε ότι οι υπάλληλοι του Παραρτήματος 1 με αύξοντα αριθμό 1-13 συμφωνούν με την προτεινόμενη μετάθεση τους ενώ οι υπόλοιποι με αύξοντα αριθμό 14-20 δεν συμφωνούν. Αντίγραφα των δικαιολογητικών που προβάλλουν και τα οποία κατά την άποψη της Διεύθυνσης του τμήματος δεν είναι σοβαρά σε βαθμό που να δικαιολογούν την μη μετάθεση τους, φαίνονται στα συνημμένα παραρτήματα ΙΙ και VIII".

Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή προβάλλει τα πιο κάτω επιχειρήματα. Εισηγήθηκε ότι η πρόταση για μετάθεση δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις που ορίζει το άρθρο 48(2) καθόσον δεν υπήρχε δέουσα αιτιολογία, δεν αποκαλύφθηκε και δεν συγκεκριμενοποήθηκε ο λόγος του δημόσιου υπηρεσιακού συμφέροντος με αναφορά στις πραγματικές ανάγκες της υπηρεσίας και ότι η ένσταση του αιτητή για τις προσωπικές του συνθήκες και τα θέματα υγείας, απορρίφθηκαν  χωρίς αιτιολογία.

Περαιτέρω, εισηγήθηκε ο συνήγορος ότι η απόφαση της Ε.Δ.Υ. δεν περιέχει αιτιολογία και πάλιν γιατί δεν καταγράφονται ποιές ήταν οι ανάγκες της υπηρεσίας που δικαιολογούσαν την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, δεν αναφέρονται οι λόγοι παραγνώρισης της ένστασης του αιτητή και γιατί δεν εξειδικεύεται το δημόσιο συμφέρον.

Τέλος, πρόβαλε το επιχείρημα ότι δεν υπήρχαν πραγματικοί λόγοι ανάγκης για τη μετάθεση αλλά απλώς ίσχυσε η συμφωνία με την Κλαδική Επιτροπή Φοροθετικού Προσωπικού για εκ περιτροπής μετάθεση, που είναι συμφωνία ανίσχυρη σύμφωνα με το Δημόσιο Δίκαιο, αφού δεν υπάρχει τέτοια πρόνοια στο Νόμο.

Η ίδια διοικητική πράξη υπήρξε αντικείμενο άλλης προσφυγής που υπεβλήθη από άλλο βοηθό φοροθέτη στην οποία ηγέρθηκαν τα ίδια θέματα και προεβλήθη η ίδια επιχειρηματολογία, διερωτώμαι δε γιατί δεν υπήρξε αίτηση για συνεκδίκαση των δύο προσφυγών.  Η υπόθεση αυτή είναι η Πέτσα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1997) 4 Α.Α.Δ. 1723.

Στην προσφυγή αυτή ο Καλλής, Δ., επιλήφθηκε με λεπτομέρεια όλων των θεμάτων που εγείρονται και στην παρούσα προσφυγή και αφού ανέλυσε τη νομολογία τόσο αναφορικά με τις αρχές που διέπουν τις μεταθέσεις, τη σημασία των προσωπικών συνθηκών και λόγων υγείας των υπαλλήλων, το θέμα δημοσίου συμφέροντος και όλα τα λοιπά θέματα που ηγέρθηκαν ενώπιόν του, απέρριψε την προσφυγή.

Είχα την ευκαιρία να μελετήσω με προσοχή την πιο πάνω απόφαση και συμφωνώ απόλυτα με τη νομική ανάλυση που γίνεται σε αυτή, τα συμπεράσματα και την κατάληξη στην οποία έφθασε ο Καλλής, Δ., καθώς και το σκεπτικό της απόφασης του και τα υιοθετώ πλήρως ως ορθά και έχοντα εφαρμογή και στην παρούσα υπόθεση.

Ως εκ τούτου για τους ίδιους λόγους που απορρίφθηκε η προσφυγή Πέτσα (ανωτέρω), απορρίπτω και την παρούσα προσφυγή, που όπως ήδη ανέφερα, αφορά την ίδια διοικητική πράξη και τα ίδια νομικά και πραγματικά ζητήματα. Τα έξοδα θα βαρύνουν τον αιτητή.

H προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο