ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1998) 4 ΑΑΔ 89

13 Φεβρουαρίου, 1998

[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤO ΑΡΘΡO 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

(Υπόθεση Αρ. 713/96)

ΣΤΑΥΡΟΣ ΒΟΥΡΓΟΥ,

Αιτητής,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΠΡΟΣΟΔΩΝ,

Καθ' ου η αίτηση.

 

(Υπόθεση Αρ. 714/96)

TAΣΟΥΛΑ ΒΟΥΡΓΟΥ,

Αιτήτρια,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΠΡΟΣΟΔΩΝ,

Καθ' ου η αίτηση.

(Υποθέσεις Αρ. 713/96, 714/96)

 

Φορολογία ― Φορολογία κεφαλαιουχικών κερδών ― Διάθεση ακίνητης ιδιοκτησίας με αμφισβητούμενο το χρόνο κατά τον οποίο αυτή έλαβε χώρα ― Eύρημα του Eφόρου ότι η διάθεση πραγματοποιήθηκε εντός του 1988 ― Tο εύρημα εύλογα επιτρεπτό υπό τις περιστάσεις ― Συνέπειες ― Eφαρμογή επί της διαθέσεως του N. 52/80 ως είχε προ της τροποποίησής του με το N.135/90 ― Oρθή η εφαρμογή των εφαρμοστέων νομοθετικών προνοιών στην κριθείσα περίπτωση ― Περιστάσεις.

[Πέραν των ανωτέρω τίτλων η απόφαση του Δικαστηρίου διαβάζεται ως σύνολο.]

Oι προσφυγές απορρίπτονται με έξοδα.

Aναφερόμενη υπόθεση:

Mακρίδου v. Δημοκρατίας (1997) 3 A.A.Δ. 581.

Προσφυγές.

Προσφυγές με τις οποίες προσβάλλονται οι αποφάσεις του Διευθυντή Tμήματος Eσωτερικών Προσόδων με τις οποίες επιβλήθηκε στους αιτητές φόρος Kεφαλαιουχικών Kερδών.

Σπ. Eυαγγέλου, για τους Aιτητές.

Ε. Nικολαΐδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Kαθ' ου η αίτηση.

Cur. adv. vult.

KPONIΔHΣ, Δ.: Οι υποθέσεις αυτές συνεκδικάστηκαν με διαταγή του Δικαστηρίου κατόπιν αιτήματος των δικηγόρων, για το λόγο ότι παρουσιάζουν κοινά πραγματικά και νομικά στοιχεία.

Αντικείμενο των προσφυγών είναι οι αποφάσεις του Διευθυντή Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων (ο Διευθυντής), με τις οποίες επιβλήθηκε στους αιτητές φόρος Κεφαλαιουχικών Κερδών για το κέρδος που προέκυψε από την πώληση του τεμαχίου 223 (αρ. εγγραφής 146), Φ/Σχ. LIV/50.4.111, Τμήμα C, ενορία Αποστόλου Πέτρου και Παύλου, στη Λεμεσό, του οποίου οι αιτητές ήταν συνιδιοκτήτες.

Οι αιτητές υπέβαλαν στις 4.9.91 δηλώσεις διάθεσης ακίνητης ιδιοκτησίας, από τις οποίες φαίνεται ότι πώλησαν στην Εταιρεία Mario Marini Co. Ltd. (η Εταιρεία), έναντι του ολικού ποσού των £18.000,00 το πιο πάνω ακίνητό τους το οποίο περιγράφεται ως οικόπεδο, και στο οποίο κατείχαν 1/2 μερίδιο ο καθένας. Η εταιρεία είναι οικογενειακή και μέτοχοί της είναι οι δύο αιτητές. Στις δηλώσεις διάθεσης δηλώθηκε ότι η πώληση έγινε με συμβόλαιο ημερομηνίας 15.2.89, το οποίο όμως φαίνεται ότι χαρτοσημάνθηκε στις 3.9.91. Με βάση τις πιο πάνω δηλώσεις διάθεσης δεν πρόκυψε οποιοδήποτε ποσό φόρου για τους αιτητές.

Η μεταβίβαση του οικοπέδου έγινε στις 18.12.91 και το Κτηματολόγιο υπολόγισε την αξία του, για σκοπούς είσπραξης μεταβιβαστικών τελών, στις £30.000.

Η εταιρεία συστάθηκε στις 7.1.88. Από τους λογαριασμούς που υπέβαλε για σκοπούς φορολογίας του εισοδήματός της για το έτος 1988, φάνηκε ότι αγόρασε το οικόπεδο για £50.000. Περαιτέρω, φάνηκε από τους λογαριασμούς ότι πιστώθηκε ο λογαριασμός των αιτητών στην εταιρεία και εκδόθηκαν 25.000 μετοχές της £1 στον καθένα τους.

Η πιο πάνω πληροφορία δόθηκε στον καθ' ου η αίτηση στις 5.12.95, όπως φαίνεται από σημείωμα στους φακέλους τεκμήρια 1 και 2 και ως αποτέλεσμα ο καθ' ου η αίτηση εξέδωσε φορολογίες ημερομηνίας 20.12.95, τις οποίες απέστειλε στους αιτητές. Για σκοπούς φορολογίας λογίστηκε ως τίμημα πώλησης του μεριδίου του καθ' ενός από τους αιτητές το ποσό των £25.000 και ως ημερομηνία διάθεσης η 30.9.88. Ως αποτέλεσμα της φορολογίας πρόκυψε ποσό πληρωτέου φόρου εκ £2.700 για τον καθένα από τους αιτητές.

Οι αιτητές ενέστησαν με επιστολές των λογιστών τους ημερομηνίας 5.1.96. Οι ενστάσεις απορρίφθηκαν και στάληκε στους αιτητές η ακόλουθη επιστολή, ημερομηνίας 12.6.96:-

"Αναφέρομαι στην ένσταση που υποβλήθηκε από τους ελεγκτές σας με ημερομηνία 5.1.96 κατά της πιο πάνω φορολογίας και σας πληροφορώ τα εξής:

α) Ύστερα από προσεκτική επανεξέταση της υπόθεσης σας απεφάσισα να εμμείνω στην αρχική μου άποψη ότι το ορθό ποσό του προϊόντος διάθεσης του επίδικου οικοπέδου με αρ. εγγραφής Α146 είναι £50.000 (το όλο μερίδιο) όπως έχει δηλωθεί στους λογαριασμούς φόρου εισοδήματος της εταιρείας Mario - Marini Ltd. για το έτος 1988.

β) Εσωκλείω Τελική Ειδοποίηση Επιβολής Φορολογίας Κεφαλαιουχικών Κερδών. Αν θεωρείτε ότι αδικείστε με την πιο πάνω απόφαση μου έχετε το δικαίωμα να καταχωρήσετε προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο της Δημοκρατίας σε 75 μέρες από την ημερομηνία κατά την οποία η πιο πάνω φορολογία θα περιέλθει σε γνώση σας.".

Ως αποτέλεσμα καταχωρήθηκαν οι παρούσες προσφυγές.

Ο δικηγόρος των αιτητών υποστηρίζει ότι τόσο η ημερομηνία διάθεσης όσο και το προϊόν διάθεσης της περιουσίας όπως καθορίστηκαν από τον καθ' ου η αίτηση, είναι αντίθετα με το περιεχόμενο των επισήμων εγγράφων και εντύπων όπως είναι η δήλωση διάθεσης ακίνητης ιδιοκτησίας, το αγοραπωλητήριο έγγραφο, το πιστοποιητικό μεταβίβασης και η δήλωση μεταβίβασης της εν λόγω ακίνητης ιδιοκτησίας. Ισχυρίζεται περαιτέρω, ότι το προϊόν διάθεσης είναι, σύμφωνα με το άρθρο 9(1) του Νόμου, εκείνο που δηλώθηκε από τους συμβαλλομένους και ότι η αμφισβήτηση του δηλωθέντος ποσού δεν έγινε εντός της επιτακτικής προθεσμίας των 6 μηνών που ορίζει το άρθρο αυτό, ούτε και υπάρχει εύρημα του Εφόρου ως προς τη συνδρομή των προϋποθέσεων για εφαρμογή του. Επίσης, υποστηρίζει ότι και αν ακόμα γίνει δεκτή η ημερομηνία διάθεσης όπως την καθόρισε ο Διευθυντής, η αιτιολογία για τον καθορισμό του προϊόντος διάθεσης στις £50.000, ότι δηλαδή το ποσό αυτό δηλώθηκε στους λογαριασμούς εισοδήματος της εταιρείας, είναι ανεπαρκής και αντίθετη με τις πρόνοιες του άρθρου 9(1) του Νόμου, όπως ίσχυε τότε.

Η δικηγόρος για τον καθ' ου η αίτηση υποστηρίζει ότι η απόφαση του Εφόρου στηρίζεται σε επίσημα έγγραφα (λογαριασμοί της εταιρείας για σκοπούς φόρου εισοδήματος), ότι οι επίδικες αποφάσεις ήταν εύλογα επιτρεπτές με βάση τα στοιχεία αυτά, ότι στην περίπτωση αυτή δεν είχε εφαρμογή το άρθρο 9(1) του περί Φορολογίας Κεφαλαιουχικών Κερδών Νόμου και ότι οι επίδικες φορολογίες ήταν επιτρεπτές με βάση το άρθρο 23 των περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμων.

Απαντώντας, ο δικηγόρος των αιτητών υποστήριξε ότι έστω κι' αν θεωρηθεί ότι η διάθεση έγινε το 1988, οι επίδικες φορολογίες δεν μπορούσαν να επιβληθούν με βάση το άρθρο 23 του πιο πάνω νόμου, αφού παρήλθαν περισσότερα από έξι χρόνια από την ημερομηνία διάθεσης.

Ο νόμος που διέπει το θέμα είναι ο περί Φορολογίας Κεφαλαιουχικών Κερδών Νόμος (αρ. 52/80, ο οποίος τροποποιήθηκε από τους Ν. 135/90, και τον 70(Ι)/94). Ο τροποποιητικός Νόμος 135/90 εφαρμόζεται, σύμφωνα με το άρθρο του 16, "σε σχέση με διαθέσεις ιδιοκτησίας κατά ή μετά την 1η Ιανουαρίου, 1989 ....". Οι ισχυρισμοί του δικηγόρου των αιτητών, αναφορικά με τις πρόνοιες και εφαρμογή του άρθρου 9(1), αφορούν το άρθρο αυτό όπως τροποποιήθηκε από το Νόμο 135/90.

Ο χρόνος διάθεσης της περιουσίας είναι καθοριστικής σημασίας στην παρούσα περίπτωση γιατί από τον προσδιορισμό του εξαρτάται το νομικό καθεστώς σύμφωνα με το οποίο διέπεται η περίπτωση.

Η δήλωση διάθεσης στην παρούσα περίπτωση έγινε στις 4.9.91 και κατά τους ισχυρισμούς των αιτητών η διάθεση έγινε με συμφωνία ημερομηνίας 15.2.89. Συνεπώς, με βάση τα δεδομένα αυτά, στην περίπτωση αυτή τυγχάνουν εφαρμογής οι τροποποιήσεις που επέφερε ο Νόμος 135/90. Σύμφωνα όμως με την απόφαση του καθ' ου η αίτηση, η διάθεση έλαβε χώραν εντός του 1988 (30.9.88), οπότε τυγχάνουν εφαρμογής οι πρόνοιες του Νόμου 52/80, πριν την τροποποίησή του από το Νόμο 135/90. Συνεπώς, εκείνο που προέχει για εξέταση, είναι η ορθότητα του ευρήματος του καθ' ου η αίητηση αναφορικά με το χρόνο διάθεσης.

Το εύρημα του καθ' ου η αίτηση ότι η διάθεση έλαβε χώρα το 1988, στηριζόταν στα στοιχεία που του διαβιβάστηκαν από το Γραφείο Φόρου Εισοδήματος. Τα στοιχεία αυτά ήταν ότι η εταιρεία στην οποία πωλήθηκε το οικόπεδο ιδρύθηκε το 1988, και ότι σύμφωνα με τους λογαριασμούς της που υπέβαλε για το 1988, φαίνεται ότι αγόρασε το οικόπεδο στο χρόνο αυτό, για το συνολικό ποσό των £50.000. Περαιτέρω, από τους λογαριασμούς αυτούς φαίνεται ότι πιστώθηκε ο λογαριασμός του καθενός από τους αιτητές και εκδόθηκαν στον καθένα τους 25.000 της £1 εκάστη. Με βάση τα στοιχεία αυτά βρίσκω ότι το συμπέρασμα του Διευθυντή ότι η διάθεση έγινε το 1988 ήταν εύλογα επιτρεπτό. Το γεγονός ότι οι αιτητές είχαν δηλώσει άλλες ημερομηνίες διάθεσης στις διάφορες δηλώσεις τους ενώπιον του Κτηματολογίου και του Διευθυντή, δεν επηρεάζει το κύρος της απόφασης του Διευθυντή. Συνεπώς έχει εφαρμογή ο Νόμος 52/80, πριν την τροποποίησή του από το Νόμο 135/90.

Το άρθρο 9(1) του Νόμου προνοούσε ότι:-

"9.-(1) Το προϊόν της διαθέσεως ιδιοκτησίας είναι το ποσόν όπερ η τοιαύτη ιδιοκτησία, κατά την γνώμην του Διευθυντού, θα απέφερεν εάν επωλείτο εν τη ελευθέρα αγορά κατά τον χρόνον καθ' ον η ιδιοκτησία διετέθη.".

Τα δε άρθρα 12, 13 και 14 προνοούσαν τα ακόλουθα:-

"12.-(1) Ο διαθέτης ιδιοκτησίας οφείλει δι' εκάστην διάθεσιν ιδιοκτησίας να δίδη εις τον Διευθυντήν, εντός ενός μηνός από της τοιαύτης διαθέσεως δήλωσιν περί ταύτης και τοιαύτα έτερα στοιχεία οία δυνατόν να απαιτηθώσι διά τους σκοπούς του παρόντος Νόμου.

  (2) Η δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου απαιτουμένη δήλωσις δέον να είναι εν τύπω εγκεκριμένω υπό του Διευθυντού.

13. Ο Διευθυντής δύναται καθ' οιονδήποτε χρόνον, είτε η δήλωσις διαθέσεως ιδιοκτησίας επεδόθη είτε όχι, να προβή εις βεβαίωσιν του φόρου του πληρωτέου αναφορικώς προς την διάθεσιν ιδιοκτησίας και θα αποστέλλη εις τον διαθέτην της ιδιοκτησίας ειδοποίησιν περί της τοιαύτης βεβαιώσεως.

14. Οσάκις ο Διευθυντής κρίνη ότι το ποσόν το οποίον πρόσωπόν τι υποχρεούται να καταβάλη ως φόρον έχει εκτιμηθή ως έλασσον του δέοντος, ούτος δύναται, καθ' οιονδήποτε χρόνον εντός έξ ετών από της ημερομηνίας της αρχικής βεβαιώσεως, να προβή εις συμπληρωματικήν βεβαίωσιν του ποσού το οποίον το τοιούτο πρόσωπον, κατά την γνώμην του, οφείλει να καταβάλη:

Νοείται ότι εις περιπτώσεις καθ' ας η χαμηλή φορολογία οφείλεται εις δόλον ή εσκεμμένην φοροδιαφυγήν, η τοιαύτη συμπληρωματική βεβαίωσις δύναται να γίνη καθ' οιονδήποτε χρόνον.".

Δεν μπορώ να συμφωνήσω υπό τις περιστάσεις με τον ισχυρισμό των αιτητών, ότι ο καθορισμός του προϊόντος πώλησης στις £50.000 από το Διευθυντή ήταν αντίθετος με τις πρόνοιες του άρθρου 9(1) όπως τούτο ίσχυε το 1988, εφόσον το ποσό όπως καθορίστηκε συμφωνούσε με τους λογαριασμούς της εταιρείας με την οποία είχαν άμεση σχέση οι αιτητές. Επρόκειτο για ελεύθερη πώληση και δεν μπορεί να υποστηριχθεί από τους άμεσα ενδιαφερόμενους ότι δεν επρόκειτο για πώληση στην ελεύθερη αγορά. Ο καθορισμός του προϊόντος πώλησης ήταν εύλογα επιτρεπτός με βάση τα στοιχεία που είχε ο Διευθυντής ενώπιόν του και οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί των αιτητών απορρίπτονται.

Αναφορικά με την χρονική προθεσμία εντός της οποίας θα μπορούσε ο Διευθυντής να προβεί στις επίδικες βεβαιώσεις, σχετικά είναι τα άρθρα 13 και 14 του Νόμου, όπως εκτέθηκαν πιο πάνω. Οι πρόνοιες των πιο πάνω άρθρων έτυχαν πρόσφατα δικαστικής ερμηνείας από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Έλλη Μακρίδου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 581, όπου ηγέρθη παρόμοιο θέμα. Στην υπόθεση εκείνη η αιτήτρια διέθεσε περιουσία το 1982, με βάση δε τη δήλωση διάθεσης την οποία υπέβαλε δεν πρόκυψε φόρος. Εννέα χρόνια αργότερα, το 1991, ο Διευθυντής προέβηκε σε νέες εκτιμήσεις της αξίας της διατεθείσας περιουσίας ως αποτέλεσμα των οποίων αξίωσε την πληρωμή φόρου από την αιτήτρια.

Το Δικαστήριο, ερμηνεύοντας τα άρθρα 13 και 14 του Νόμου, όπως ίσχυαν πριν την τροποποίησή τους με το Νόμο 135/90, αποφάνθηκε ότι η "αρχική βεβαίωση" που αναφέρεται στο άρθρο 14 δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι η δήλωση του φορολογουμένου, αλλά βεβαίωση που διενήργησε ο Διευθυντής. Εφόσον δε στην περίπτωση εκείνη ο Διευθυντής δεν είχε προβεί προηγουμένως σε καμιά βεβαίωση δεν άρχισε να τρέχει ο χρονικός περιορισμός των 6 χρόνων που προνοούσε το άρθρο 14 και συνεπώς η αναθεώρηση της φορολογίας από το Διευθυντή ήταν εύλογα επιτρεπτή.

Τα ίδια ισχύουν και στην παρούσα περίπτωση και συνεπώς βρίσκω ότι οι επίδικες αποφάσεις ήταν εύλογα επιτρεπτές στο Διευθυντή. Κανένας από τους ισχυρισμούς των αιτητών δεν στοιχειοθετήθηκε και απορρίπτονται όλοι.

Ως αποτέλεσμα οι προσφυγές αυτές αποτυγχάνουν και απορρίπτονται με έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση, τα οποία θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή. Οι επίδικες αποφάσεις επικυρώνονται.

Oι προσφυγές απορρίπτονται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο