ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση Αρ. 318/96

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗ, Δ.

Αναφορικά με τα άρθρα 146 και 28 του Συντάγματος

Μεταξύ:

Γεώργιου Π. Χάμπαλη, από τη Λευκωσία

Αιτητή

και

Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου

Καθ΄ων η αίτηση

--------------

23 Σεπτεμβρίου 1998

Για τον αιτητή: κ. Δ. Χριστοδούλου για Μ. Κυπριανού και Συνεργάτες.

Για τους καθ΄ων η αίτηση: κ. Κ. Χ"Ιωάννου.

--------------------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Αντικείμενο της προσφυγής αυτής είναι η απόφαση της Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (η Αρχή) που ανακοινώθηκε στις 28.2.96, με την οποία προάχθηκε στη θέση Υποδιευθυντή Εκμετάλλευσης/Εμπορικών Υπηρεσιών, από 1.4.96, το ενδιαφερόμενο μέρος Κυριάκος Κορινός, αντί του αιτητή.

Η Αρχή, σε συνεδρία της ημερ. 16.1.96, αποφάσισε την πλήρωση των κενών θέσεων των Προϋπολογισμών του έτους 1995, καθώς και εκείνων που κενώθηκαν μετά από ευδόκιμες αφυπηρετήσεις υπαλλήλων στις 31.12.95, όπως και των θέσεων που θα κενώνονταν μέχρι την 1.4.96, μετά από κανονικές αφυπηρετήσεις των κατόχων τους. Η Αρχή αποφάσισε ταυτόχρονα να ζητήσει τη συμβουλή του Συμβουλίου Προσωπικού και την εισήγηση του Γενικού Διευθυντή για την πλήρωση των θέσεων, με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς της 16ης Ιανουαρίου 1996.

Ανάμεσα στις θέσεις που πληρώθηκαν με βάση την πιο πάνω απόφαση, ήταν και η επίδικη. Σε πρώτο στάδιο το θέμα εξετάστηκε από το Συμβούλιο Προσωπικού. Όπως φαίνεται από τα πρακτικά του ημερ. 20.2.96, το Συμβούλιο Προσωπικού θεώρησε ως υποψηφίους όσους από τους υπαλλήλους είχαν συμπληρώσει στις 16.1.96 τριετή υπηρεσία στο βαθμό του Τομεάρχη, που είναι ο αμέσως κατώτερος βαθμός του Υποδιευθυντή, εφαρμόζοντας τον Κανονισμό 10(1) και (4). Αναφορικά με την υποψηφιότητα του αιτητή, που κατείχε τη θέση Τομεάρχη, αναφέρονται τα ακόλουθα στα πρακτικά:

"Το Συμβούλιο Προσωπικού παρατήρησε ότι το Ανώτατο Δικαστήριο με την απόφαση του στην προσφυγή με αριθμό 420/93 (Νίκος Αρχοντίδης ν. ΑΤΗΚ) που εκδόθηκε στις 7.2.1996 αποφάσισε όπως η προαγωγή των κ κ Γεώργιου Χάμπαλη (2827) και Αναστάσιου Μιχαηλίδη (1417), βλέπετε αύξοντες αριθμούς Β3 και Β4 πιο πάνω, ακυρωθεί όσον αφορά την αναδρομική ισχύ της και "εναπόκειται στην Αρχή να καθορίσει ημερομηνία ισχύος των προαγωγών κατά τρόπο νόμιμο". Επισυνάπτεται ως Συνημμένο 2 η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

Ο νομικός σύμβουλος της Αρχής με την επιστολή του με ημερομηνία 8 Φεβρουαρίου 1996, με την οποία απέστειλε στην Αρχή την πιο πάνω απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, συστήνει την επανεξέταση της ημερομηνίας ισχύος των προαγωγών και τον καθορισμό της από την ημερομηνία λήψης της απόφασης της Αρχής, δηλαδή από τις 2 Μαρτίου 1993. Επισυνάπτεται ως Συνημμένο 3 η επιστολή του νομικού συμβούλου της Αρχής.

Ύστερα από τις πιο πάνω παρατηρήσεις το Συμβούλιο Προσωπικού συμβουλεύει την Αρχή όπως επανεξετάσει το θέμα της ημερομηνίας ισχύος των προαγωγών και αποφασίσει ως ημερομηνία ισχύος τους τις 2 Μαρτίου 1993.

Νοουμένου ότι η Αρχή θα δεχθεί τη συμβουλή του Συμβουλίου Προσωπικού για καθορισμό της ημερομηνίας ισχύος των προαγωγών των κ κ Γ Χάμπαλη (2827) και Α Μιχαηλίδη (1417) από τις 2 Μαρτίου 1993, οι υποψήφιοι αυτοί δε συμπληρώνουν τριετία στο βαθμό του Τομεάρχη στις 16 Ιανουαρίου 1996, γι΄αυτό και αποφάσισε να μην περιλάβει περαιτέρω τα ονόματά τους στον κατάλογο των υποψηφίων.

Εν πάση περιπτώσει και σε περίπτωση που η Αρχή δεν υιοθετήσει την πιο πάνω συμβουλή του Συμβουλίου προσωπικού οι κ κ Γ Χάμπαλης (2827) και Α Μιχαηλίδης (1417) δεν έχουν τριετή πραγματική υπηρεσία στο βαθμό του Τομεάρχη, γιατί η προαγωγή τους έγινε στις 2 Μαρτίου 1993 και ανακοινώθηκε στις 3 Μαρτίου 1993, γι΄αυτό δεν μπορούν να περιληφθούν στον κατάλογο των υποψηφίων. Επισυνάπτεται ως Συνημμένο 4 η εγκύκλιος που ανακοινώθηκε η προαγωγή τους."

 

Το Συμβούλιο Προσωπικού, συνεχίζοντας τις εργασίες του, διαπίστωσε ότι 10 από τους υποψήφιους κατείχαν τα ελάχιστα ειδικά προσόντα του Καν. 8(1)Α(δ), για προαγωγή. Αφού δε αξιολόγησε και σύγκρινε τους υποψήφιους αυτούς με βάση το περιεχόμενο των φακέλων τους και έλαβε υπόψη ότι 3 από αυτούς είχαν ήδη προταθεί για προαγωγή στα πλαίσια άλλης διαδικασίας, σύστησε το ενδιαφερόμενο μέρος ως τον ουσιαστικά καταλληλότερο υποψήφιο για πλήρωση της επίδικης θέσης.

Στις 23.2.96 ο Αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής της Αρχής, προβαίνοντας στην εισήγησή του, συμφώνησε με την πρόταση του Συμβουλίου Προσωπικού.

Κατά τη συνεδρία της ημερ. 27.2.96, η Αρχή επιλήφθηκε του θέματος του καθορισμού νέας ημερομηνίας ισχύος της προαγωγής του αιτητή και του Αναστάσιου Μιχαηλίδη, με βάση την απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση Νίκου Αρχοντίδη ν. ΑΤΗΚ, Υπ. Αρ. 420/93, ημερ. 7.2.96. Η Αρχή, αφού έλαβε υπόψη υπόμνημα του Αναπληρωτή Γενικού Διευθυντή και σχετική νομική συμβουλή, καθόρισε ως νέα ημερομηνία ισχύος της προαγωγής των πιο πάνω στη θέση Τομεάρχη Διοικητικού Προσωπικού, την 2.3.93 (θέμα 55/96 των πρακτικών).

Κατά την ίδια συνεδρία της, όπως φαίνεται από τη συνέχεια των πρακτικών (θέμα 66/96), η Αρχή επιλήφθηκε του θέματος της πλήρωσης της επίδικης θέσης. Αφού έλαβε υπόψη το περιεχόμενο των πρακτικών της συνεδρίασης του Συμβουλίου Προσωπικού και της Εισήγησης του Αναπληρωτή Γενικού Διευθυντή, ανάφερε ότι υποψήφιοι είναι όσοι υπάλληλοι συμπλήρωσαν τριετή πραγματική υπηρεσία στο βαθμό του Τομεάρχη και διαθέτουν τα ελάχιστα ειδικά προσόντα του Καν. 8(1)(Α)(δ). Αναφορικά με τον αιτητή, ανάφερε ότι έχει ήδη αποφασίσει ότι η ημερομηνία ισχύος της προαγωγής του είναι η 2.3.93, ημερομηνία κατά την οποία είχε ληφθεί η απόφαση για προαγωγή του και συμφώνησε με τον πίνακα προσοντούχων υποψηφίων, όπως παρουσιάζετο στα πρακτικά του Συμβουλίου Προσωπικού. Στη συνέχεια, αφού αξιολόγησε και σύγκρινε τους προσοντούχους υποψήφιους, έκρινε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος υπερείχε των υπόλοιπων και ήταν ο καταλληλότερος για την επίδικη θέση και γι΄αυτό αποφάσισε την προαγωγή του από 1.4.96.

Ο δικηγόρος του αιτητή υποστηρίζει ότι λανθασμένα θεωρήθηκε η 16η Ιανουαρίου, 1996, ως η ημερομηνία προσδιορισμού του πραγματικού νομικού καθεστώτος με βάση το οποίο πληρώθηκε η επίδικη θέση, καθότι, σύμφωνα με το υπόμνημα του Γενικού Διευθυντή, επειδή δεν μπορούσε να προσδιορισθεί σε ποια υπηρεσία θα κενώνονταν οι επακόλουθες θέσεις, η Αρχή θα εξουσιοδοτούσε το Γενικό Διευθυντή να προσδιορίσει τις θέσεις της κάθε κατηγορίας μετά την κένωσή τους για να μπορεί το Συμβούλιο Προσωπικού να δίνει τη συμβουλή του. Εισηγείται περαιτέρω ότι η ορθή ημερομηνία του πραγματικού και νομικού καθεστώτος θα έπρεπε να ήταν η 27.2.96 (ημερομηνία λήψης της επίδικης απόφασης από την Αρχή), από την οποία ο αιτητής υπολείπετο μόνο 4-5 μέρες για συμπλήρωση της τριετίας στο βαθμό του Τομεάρχη και έπρεπε να ληφθεί υπόψη ως υποψήφιος. Ισχυρίζεται επίσης ότι λανθασμένα δεν θεωρήθηκε από το Συμβούλιο Προσωπικού ως προσοντούχος υποψήφιος, αφού κατά την ημερομηνία συνεδρίασης του δεν είχε ακόμα ληφθεί απόφαση από την Αρχή αναφορικά με τη νέα ημερομηνία ισχύος της προαγωγής του και επομένως ίσχυε η προηγούμενη ημερομηνία προαγωγής του που ήταν η 1.10.92, με βάση την οποία συμπλήρωνε τριετία στο βαθμό του Τομεάρχη. Για τον ίδιο λόγο, όπως υποστηρίζει, έπρεπε να θεωρηθεί υποψήφιος και από την Αρχή. Πρόσθετα, υποστηρίζει ότι ο αιτητής έπρεπε να θεωρηθεί υποψήφιος με βάση τις διατάξεις της επιφύλαξης του Καν. 10(4), στην περίπτωση που διαπιστώνετο ότι δεν συμπλήρωνε τριετία στο βαθμό, ως μια εξαιρετική περίπτωση. Εισηγήθηκε επίσης ότι η καθυστέρηση στην ετοιμασία εκθέσεων αξιολόγησης των υποψηφίων για το 1995, στέρησε την Αρχή της δυνατότητας συνεκτίμησης των στοιχείων των υποψηφίων και κυρίως της απόδοσής τους κατά τον αμέσως προ της προαγωγής χρόνο, γεγονός που έπρεπε να οδηγήσει στην ακύρωση της επίδικης απόφασης.

Όσον αφορά τον ουσιώδη χρόνο συνδρομής των προσόντων για προαγωγή, βρίσκω ότι ορθά κρίθηκε ότι ήταν η 16.1.96. Είναι φανερό από τα πρακτικά της Αρχής ημερ. 16.1.96, ότι κατά τη συνεδρίαση αυτή αποφασίστηκε η πλήρωση των κενών θέσεων και συνεπώς και η έναρξη της διαδικασίας. Το γεγονός ότι εξουσιοδοτήθηκε ο Γενικός Διευθυντής να προσδιορίσει επακριβώς τις υπηρεσίες στις οποίες ανήκαν οι υπό πλήρωση θέσεις, δεν επηρεάζει την απόφαση για πλήρωση των θέσεων, ούτε μεταθέτει την ημερομηνία της. Εν πάση περιπτώσει, η μετάθεση της ημερομηνίας συνδρομής των προσόντων σ΄εκείνη που εισηγείται ο αιτητής (27.2.96), δεν βοηθά τον αιτητή, αφού και πάλι δεν θα συμπλήρωνε την απαιτούμενη από τους Κανονισμούς τριετή υπηρεσία στο βαθμό του Τομεάρχη. Το γεγονός ότι σε τέτοια περίπτωση θα υπολείπετο μόνο 4-5 μέρες για συμπλήρωση της τριετίας, είναι άσχετο και θεωρητικό και δεν μπορούν να ενεργοποιηθούν για το λόγο αυτό οι πρόνοιες της επιφύλαξης του Καν. 10(4). Ο Καν. 10(4) προνοεί:

"(4) Προαγωγή επιτρέπεται μόνον εις τον αμέσως ανώτερον του κατεχομένου βαθμόν και εφ΄όσον εις τον κατεχόμενον βαθμόν συνεπληρώθη τριετής τουλάχιστον υπηρεσία.

Ουχ ήττον, εις εξαιρετικάς περιπτώσεις, η Αρχή τη συμβουλή του Συμβουλίου Προσωπικού και τη εισηγήσει του Γενικού Διευθυντού, δύναται να προάξη εις οιονδήποτε ανώτερον του κατεχομένου βαθμόν Προσωπικόν το οποίον κέκτηται τα απαιτούμενα διά τον βαθμόν τούτον ειδικά προσόντα, υπό την προϋπόθεσιν ότι το τοιούτο Προσωπικόν διά μεν τας προαγωγάς εις θέσεις Επιθεωρητών θα έχη συμπληρώσει 9ετή υπηρεσίαν εις την Αρχήν, εις δε τας θέσεις Προϊσταμένου Υπηρεσίας Β και άνω, 12ετή υπηρεσίαν."

 

Δεν σκοπεύω να προβώ στην ερμηνεία της πιο πάνω πρόνοιας, γιατί δεν το βρίσκω απαραίτητο. Δεν βλέπω όμως πώς μπορούσε να εφαρμοσθεί στην περίπτωση του αιτητή, για το λόγο που προβάλλει, ο οποίος είναι θεωρητικός, τη στιγμή μάλιστα που υπήρχαν κατάλληλοι υποψήφιοι που είχαν συμπληρώσει την απαιτούμενη τριετία στο βαθμό του Τομεάρχη. Απ΄ότι μάλιστα διαπίστωσα από την έρευνα στους φακέλους του αιτητή και του ενδιαφερόμενου μέρους που κατατέθηκαν ως τεκμήρια, το ενδιαφερόμενο μέρος είχε σαφώς καλύτερες αξιολογήσεις από εκείνες του αιτητή. Από τα ενώπιον μου στοιχεία δεν βρίσκω ότι υπήρχε οποιαδήποτε εξαιρετική περίπτωση στην παρούσα περίπτωση που να δικαιολογούσε επίκληση της επιφύλαξης του Καν. 10(4).

Όσον αφορά τις αιτιάσεις του για το Συμβούλιο Προσωπικού, ο αιτητής δεν αποκλείστηκε μόνο λόγω της μετάθεσης της ημερομηνίας προαγωγής του στο βαθμό του Τομεάρχη, αλλά για ένα επιπρόσθετο και ανεξάρτητο λόγο. Ότι εν πάση περιπτώσει, μέρος της υπηρεσίας του στο βαθμό αυτό ήταν πλασματικό και για το λόγο αυτό δεν συμπλήρωσε τριετή πραγματική υπηρεσία στο βαθμό. Γι΄αυτό το λόγο αποκλεισμού του ο αιτητής δεν πρόβαλε οποιονδήποτε ισχυρισμό. Εν πάση περιπτώσει, η Αρχή που είχε και την αποφασιστική αρμοδιότητα επί του θέματος, ορθά πράττοντας, καθόρισε πρώτα την ημερομηνία ισχύος της προαγωγής του αιτητή στη θέση Τομεάρχη (2.3.93) και μετά τον απέκλεισε από τη διαδικασία, επειδή δεν είχε συμπληρώσει την απαιτούμενη τριετή υπηρεσία στο βαθμό. Με το δεδομένο αυτό, όλοι οι προηγούμενοι ισχυρισμοί του αιτητή αποκτούν πλέον ακαδημαϊκή μόνο σημασία και απορρίπτονται.

Με την απαντητική αγόρευσή του ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος "στερείται προσόντων καταλλήλων για προαγωγή". Ο ισχυρισμός αυτός είναι εντελώς αόριστος και γενικός. Δεν γίνεται απολύτως καμιά περαιτέρω αναφορά ή εξειδίκευση. Δεν καθίσταται γνωστό σε ποιο ή ποια προσόντα αναφέρεται ο αιτητής. Συνεπώς δεν μπορώ να εξετάσω τον ισχυρισμό αυτό και τον απορρίπτω ως αόριστο και ατεκμηρίωτο.

Με βάση τα πιο πάνω, βρίσκω ότι ο αιτητής ορθά απεκλείσθη από το τελικό μέρος της διαδικασίας της επίδικης προαγωγής, αφού δεν είχε τα απαραίτητα προσόντα. Κατά συνέπεια δε, δεν έχει έννομο συμφέρον να προσβάλει την προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους που κατείχε τα προσόντα.

Ενόψει της κατάληξής μου, δεν προτίθεμαι να εξετάσω τον ισχυρισμό του αιτητή που αφορά την καθυστέρηση ετοιμασίας των εκθέσεων αξιολόγησης των υποψηφίων για το 1995, αφού το θέμα αποκτά πλέον ακαδημαϊκή μόνο σημασία.

Ως αποτέλεσμα, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται, με έξοδα εις βάρος του αιτητή.

 

 

 

Γ. Χρυσοστομής

Δ.

 

/ΚΧ"Π


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο