ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση Αρ. 647/96
Ενώπιον
: ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ, Δ.Αναφορικά με τα ΄Αρθρα 146 και 28 του Συντάγματος
Μεταξύ:-
Δημήτρη Τριμιθιώτη, από Λευκωσία
Αιτητή
και
Αρχής Βιομηχανικής Κατάρτισης
Καθ΄ ων η Αίτηση
_ _ _ _ _ _ _ _
20 Μαρτίου, 1998
ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ
Για τον Αιτητή: Κος. Μενέλαος Κυπριανού.
Για τους Καθ΄ ων η Αίτηση: Κα. Μ. Σπανού-Αναστασίου.
Για το Ενδιαφερόμενο Μέρος: Κος. Α.Σ. Αγγελίδης.
_ _ _ _ _ _ _ _
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο αιτητής είναι υπάλληλος της καθ΄ ης η αίτηση. Προσλήφθηκε για πρώτη φορά την 1/9/1979 ως Βοηθός Γραφέας σε έκτακτη βάση. Στις 2/11/1981 διορίσθηκε στη μόνιμη θέση Βοηθού Γραφέα και, στη συνέχεια, στις 13/2/1985, προήχθη σε Γραφέα 2ης Τάξης και, την 1/9/1989, σε Γραφέα 1ης Τάξης.
Στις 8/1/1996 ο Γενικός Διευθυντής της καθ΄ ης η αίτηση ζήτησε από το Διοικητικό Συμβούλιο να προχωρήσει στην πλήρωση μιας κενής θέσης Γραμματειακού Λειτουργού.
Η θέση Γραμματειακού Λειτουργού είναι θέση προαγωγής.
Στις 8/4/1996 και 28/5/1996, προτού προχωρήσει στην πλήρωση της θέσης, το Διοικητικό Συμβούλιο εξέτασε τα παράπονα που είχαν υποβληθεί από υποψηφίους Γραφείς 1ης Τάξης, μεταξύ των οποίων και ο αιτητής, σχετικά με τον τρόπο που έγιναν οι υπηρεσιακές τους εκθέσεις για τα έτη 1993 και 1994. Για το σκοπό αυτό, και ειδικά για την περίπτωση του αιτητή, έλαβε υπ΄ όψη και τις απόψεις της ομάδας αξιολόγησης που είχε ετοιμάσει τις εκθέσεις. Οι απόψεις αυτές περιείχοντο σε πρακτικό της ομάδας που είχε συνέλθει προς τούτο την προηγούμενη της δεύτερης συνεδρίασης, δηλαδή στις 27/5/1996. Ακολούθως το Συμβούλιο, αφού έκρινε, κατά πλειοψηφία, ότι τα παράπονα ήσαν αβάσιμα, απεφάσισε ότι οι εν λόγω εκθέσεις έπρεπε να γίνουν δεκτές και να ληφθούν υπ΄ όψη κατά τη διαδικασία επιλογής του καταλληλότερου για προαγωγή. Δύο μέρες αργότερα, στις 30/5/1996, προχώρησε στη διαδικασία πλήρωσης της θέσης. Αφού έλαβε υπ΄ όψη την αξία, τα προσόντα και την αρχαιότητα των υποψηφίων, μεταξύ των οποίων ήσαν ο αιτητής και το ενδιαφερόμενο μέρος, όπως προέκυπταν από τους προσωπικούς φακέλους και τους φακέλους των υπηρεσιακών τους εκθέσεων, και αφού άκουσε, επίσης, τις απόψεις του Γενικού Διευθυντή, ο οποίος σύστησε το ενδιαφερόμενο μέρος, απεφάσισε, κατά πλειοψηφία, να προάξει το ενδιαφερόμενο μέρος, από την 1/6/1996.
Με την προσφυγή ο αιτητής επιδιώκει, για σειρά λόγων, την ακύρωση της απόφασης της καθ΄ ης η αίτηση.
Ο πρώτος λόγος ανάγεται στις υπηρεσιακές εκθέσεις του αιτητή για τα έτη 1993-1994. Προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι οι εκθέσεις αυτές έγιναν κατά παράβαση του Κανόνα 5(1) του Πίνακα του Κανονισμού 16 των Περί Αρχής Βιομηχανικής Καταρτίσεως (΄Οροι Υπηρεσίας Υπαλλήλων) Κανονισμών του 1977 έως 1994 (Κ.Δ.Π. 266/77 όπως τροποποιήθηκε από την Κ.Δ.Π. 289/94), διότι ετοιμάστηκαν από διμελή και όχι από τριμελή ομάδα αξιολόγησης.
Ο Κανόνας 5 του εν λόγω Πίνακα έχει ως ακολούθως:-
"(1) Οι Υπηρεσιακές Εκθέσεις συντάσσονται, όπου αυτό είναι δυνατό, από τριμελή ομάδα αξιολόγησης στην οποία απαραίτητα μετέχουν ο διοικητικά προϊστάμενος και ο άμεσα προϊστάμενος του αξιολογούμενου υπαλλήλου. Το τρίτο μέλος της ομάδας αξιολόγησης μπορεί να είναι είτε ο προϊστάμενος του οικείου τμήματος, κλάδου, υπηρεσίας ή υποδιαίρεσης της υπηρεσίας ή τομέα εργασίας όπου υπηρετεί ή υπάγεται ο αξιολογούμενος υπάλληλος, όταν είναι διαφορετικό πρόσωπο από το διοικητικά προϊστάμενο του αξιολογούμενου υπαλλήλου, είτε ο ιεραρχικά ανώτερος του άμεσα προϊσταμένου του αξιολογούμενου υπαλλήλου είτε υπάλληλος ο οποίος κατέχει στην υπηρεσία όπου υπηρετεί ή υπάγεται ο αξιολογούμενος υπάλληλος θέση μισθοδοτικά ψηλότερη από αυτόν και έχει άμεση ή έμμεση σχέση με την εργασία του.
(2) Οι ομάδες αξιολόγησης ορίζονται από το Γενικό Διευθυντή και γνωστοποιούνται στο Διοικητικό Συμβούλιο . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . ."
(3) Στην περίπτωση που δεν μπορεί να συσταθεί τριμελής ομάδα αξιολόγησης, σύμφωνα με τις απαιτήσεις της παραγράφου (1) του παρόντος Κανονισμού, η αξιολόγηση γίνεται από το διοικητικά προϊστάμενο και τον άμεσα προϊστάμενο του αξιολογούμενου υπαλλήλου. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . ."
Για τον αιτητή, αλλά και για άλλους Γραφείς 1ης Τάξης οι οποίοι υπηρετούσαν στη Διεύθυνση Υπηρεσιών Κατάρτισης, ο Γενικός Διευθυντής είχε ορίσει διμελή ομάδα αξιολόγησης για τα έτη 1993 και 1994, η οποία απετελείτο από τον άμεσα προϊστάμενό τους και τον διοικητικά προϊστάμενό τους, δηλαδή τον ίδιο. Για το ενδιαφερόμενο μέρος Μαρία Χρίστου, για μεν το έτος 1993 είχε ορίσει τριμελή ομάδα αξιολόγησης ενώ, για το έτος 1994, διμελή.
΄Οπως έχω ήδη αναφέρει, πριν από την επίδικη προαγωγή, ο αιτητής, όπως και οι άλλοι Γραφείς 1ης Τάξης, είχε υποβάλει παράπονο για τον τρόπο που έγιναν οι υπηρεσιακές του εκθέσεις για τα έτη 1993 και 1994. Συγκεκριμένα, με επιστολές του δικηγόρου του στις 26/4/1995, 20/1/1996, και 2/5/1996, πρόβαλε ένσταση κατά της εγκυρότητας των εν λόγω εκθέσεων επικαλούμενος, μεταξύ άλλων, και το γεγονός ότι η αξιολόγησή του είχε γίνει από διμελή ομάδα ενώ, κατά την άποψή του, αυτή έπρεπε να είχε γίνει από τριμελή ομάδα στην οποία να συμμετέχει, ως τρίτο μέλος, ο Λειτουργός 1ης Τάξης, ο οποίος, κατά τον ισχυρισμό του, είχε άμεση σχέση με την εργασία του.
Στις 27/5/1996 η διμελής ομάδα που είχε αξιολογήσει τον αιτητή συνήλθε για να εξετάσει την ένσταση. Θα παραθέσω μερικά αποσπάσματα από το πρακτικό που τηρήθηκε στα οποία αποδίδω ιδιαίτερη σημασία.
Αναφέρεται σε κάποιο σημείο "... η Ομάδα παρατήρησε ότι όχι μόνο ο Γραφέας δεν ήταν ως προς κανένα μέρος της εργασίας του κάτω από την υπευθυνότητα του Λειτουργού 1ης Τάξης, αλλά και η υπηρεσιακή σχέση που είχε με το Λειτουργό αυτό ήταν μικρή, και εν πάση περιπτώσει μικρότερη από αυτή που ο Γραφέας είχε με άλλους Λειτουργούς της Διεύθυνσης." Σε άλλο σημείο αναφέρεται "... η υπογραφή των διατακτικών δεν δίνει σ΄ αυτόν που υπογράφει (δηλαδή το Λειτουργό 1ης Τάξης) τη δυνατότητα να έχει πλήρη γνώση του όγκου και της ποιότητας της εργασίας που διεκπεραιώνουν οι Γραφείς, ...". Τέλος, ως συμπέρασμα, αναφέρεται ότι "Η Ομάδα κατέληξε ότι με τα δεδομένα αυτά καταδεικνύεται ότι η υπηρεσιακή σχέση του παραπονούμενου Γραφέα με το Λειτουργό 1ης Τάξης κατά την υπό αναφορά περίοδο ήταν πολύ μικρή, και οπωσδήποτε μικρότερη από εκείνη με άλλους Λειτουργούς της Διεύθυνσης.".
Από τα πιο πάνω αποσπάσματα προκύπτει αβίαστα, κατά την κρίση μου, ότι η ίδια η διμελής ομάδα αξιολόγησης παραδέχεται ότι, ο μεν Λειτουργός 1ης Τάξης είχε κάποια, έστω μικρή, σχέση με την εργασία του αιτητή, ενώ άλλοι Λειτουργοί της Διεύθυνσης είχαν ακόμη περισσότερη σχέση. Η παραδοχή αυτή εγείρει αμέσως το ερώτημα κατά πόσο, σύμφωνα με τον Κανόνα 5 του Πίνακα του Κανονισμού 16, ο Λειτουργός 1ης Τάξης ή οποιοσδήποτε άλλος Λειτουργός που κατείχε θέση μισθοδοτικά ψηλότερη από τον αιτητή, έπρεπε να συμμετάσχει, ως τρίτο μέλος, στην ομάδα αξιολόγησης.
Δεν είναι ανάγκη να τονισθεί ιδιαίτερα ότι ο βασικός σκοπός του γενικού κανόνα για τριμελή ομάδα αξιολόγησης αποβλέπει στην κατά το δυνατό μεγαλύτερη εξασφάλιση του αξιολογούμενου υπαλλήλου από τον κίνδυνο να μην τύχει πλήρους, αντικειμενικής και αμερόληπτης αξιολόγησης. Η πρόβλεψη για διμελή ομάδα αξιολόγησης αποτελεί την εξαίρεση από τον κανόνα. Και, αναμφίβολα, πρέπει να εφαρμόζεται μόνο στις ακραίες εκείνες περιπτώσεις στις οποίες, εξ αντικειμένου, δεν υπάρχει στην υπηρεσία κανένας τρίτος που να υπηρετεί σε θέση, τουλάχιστον μισθοδοτικά ψηλότερη από εκείνη του αξιολογούμενου υπάλληλου και, ταυτόχρονα, να έχει, έστω έμμεση, σχέση με την εργασία του.
Διαβάζοντας τα όσα αναφέρει στο πρακτικό της η διμελής ομάδα αξιολόγησης και μόνο, αποσπάσματα από το οποίο έχω παραθέσει πιο πάνω, οδηγούμαι στο συμπέρασμα ότι, όχι μόνο ο Λειτουργός 1ης Τάξης, αλλά, και κυρίως, άλλοι Λειτουργοί της Διεύθυνσης, σε θέση ψηλότερη του αιτητή, είχαν οπωσδήποτε, αν όχι άμεση, τουλάχιστον έμμεση σχέση με την εργασία του και, επομένως, υπό τις περιστάσεις, μπορούσε να συσταθεί και λειτουργήσει, μέσα στο πνεύμα του Κανόνα 5, τριμελής ομάδα αξιολόγησής του αναφορικά με τα συζητούμενα έτη 1993 και 1994. Τούτου δοθέντος, ευρίσκω ότι οι υπηρεσιακές αυτές εκθέσεις, εφ΄ όσον έγιναν κατά παράβαση του Κανόνα 5, δεν έπρεπε να ληφθούν υπ΄ όψη από το Συμβούλιο στην προσπάθεια επιλογής του καταλληλότερου για την επίδικη προαγωγή αλλά, αντίθετα, έπρεπε να αγνοηθούν. ΄Επεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει και είναι ακυρωτέα.
Εν όψει του ευρήματός μου αυτού, δεν κρίνω σκόπιμο να υπεισέλθω στους υπόλοιπους λόγους ακυρώσεως που προβάλλονται.
Η προσφυγή γίνεται αποδεκτή με έξοδα σε βάρος των καθ΄ ων η αίτηση.
Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται βάσει του άρθρου 146(4)(β) του Συντάγματος.
Ρ. Γαβριηλίδης,
Δ.
/ΜΝ