ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΠΡΟΣΦΥ ΓΗ ΑΡ. 999/96

ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ, Δ.

Αναφορικά με τα Άρθρα 146, 28 και 29 του Συντάγματος.

Μεταξύ:

Ευάγγελου Ευαγγέλου από τη Λευκωσία

Αιτητή

και

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω

Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας

Καθ΄ης η αίτηση

- - - - - -

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 13.3.1998

Για τον αιτητή: Α.Σ. Αγγελίδης.

Για την καθ΄ης η αίτηση: Ρ. Βραχίμη-Πετρίδου, Ανώτερη Δικηγόρος της

Δημοκρατίας.

- - - - - -

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Ο αιτητής υπηρετεί ως Εκπαιδευτής Μηχανικής Αυτοκινήτων στην κλίμακα Α5-Α7 και, το 1990, υπέβαλε αίτημα για ένταξή του στην κλίμακα Α8-Α10. Όπως υποστήριζε, λόγω των προσόντων του και του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης. Το αίτημα απορρίφθηκε, καταχωρίσθηκε η προσφυγή 381/90 και η άρνηση της Διοίκησης επικυρώθηκε. (Βλ. Ευάγγελος Ευαγγέλου ν. Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας, Προσφυγή 381/90, ημερομηνίας 20.3.1991). Ασκήθηκε η Α.Ε.1342 η οποία όμως αποσύρθηκε στις 29.11.1995.

Με επιστολή ημερομηνίας 23.2.1996 ο αιτητής επανήλθε, για τους ίδιους λόγους. Όχι, δηλαδή, επειδή απέκτησε άλλο ακαδημαϊκό προσόν ή επειδή διαφοροποιήθηκαν τα προαπαιτούμενα για την ένταξη στην κλίμακα που επέμενε να διεκδικεί. Εννοούσε να επανεξεταστεί το επίπεδο του πτυχίου που είχε εξ΄ αρχής, υπό το φως δύο νεότερων και πιο εξειδικευμένων, όπως τα περιγράφει, πιστοποιητικών του Βρεττανικού Συμβουλίου. Η πρώτη αντίδραση της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (ΕΕΥ) ήταν να αρνηθεί την αναθεώρηση της αρχικής της απόφασης. Όπως πληροφόρησε τον αιτητή, θα επανεξέταζε το θέμα μόνο αν επιτύγχανε η έφεση που ασκήθηκε. Καταχωρίστηκε η προσφυγή 437/96 και η ΕΕΥ "ανακάλεσε" την πιο πάνω απόφασή της. Της είχε διαφύγει το γεγονός ότι η έφεση είχε αποσυρθεί, της το υπέδειξε η Νομική Υπηρεσία και, όπως σημειώνει στο πρακτικό της ημερομηνίας 20.9.1996, επενεξέτασε το αίτημα. Το απέρριψε δε επειδή τα πιστοποιητικά που είχε υποβάλει ο αιτητής "δεν προσθέτουν οτιδήποτε ως προς το επίπεδο του πτυχίου το οποίο έχει αποκτήσει". Εξήγησε συναφώς πως "το δίπλωμα το οποίο κατέχει δεν αποτελεί τίτλο/πτυχίο πανεπιστημίου/ανωτάτης σχολής, αλλά προσόν το οποίο θεωρείται ισοδύναμο με το πτυχίο του Α.Τ.Ι. και συνεπώς ορθά έχει ενταχθεί στις κλίμακες Α5-Α7". Η προσφυγή αφορά σ΄ αυτή την απόφαση.

Όταν υπέβαλε το αίτημά του ο αιτητής υποστήριξε πως επέβαλλαν την έγκρισή του και λόγοι ισότητας. Και αναφέρθηκε συναφώς στις περιπτώσεις άλλων που κατείχαν τα ίδια προσόντα, μεταξύ των οποίων και ο συνάδελφός του Ζαμπόγλου. Σε σχέση με το θέμα του οποίου εκκρεμούσε, όπως ανέφερε ο αιτητής, έφεση ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Πρόκειται για την Α.Ε.1575 η οποία στο μεταξύ εκδικάστηκε. (Βλ. Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Αντώνη Ζαμπόγλου, Α.Ε.1575, ημερομηνίας 14.7.1997). Η ΕΕΥ είχε απορρίψει όμοιο αίτημα στηριγμένο στο ίδιο προσόν και η απόφασή της ακυρώθηκε πρωτοδίκως. Εξ΄ου φαντάζομαι και η επίκληση από τον αιτητή της αρχής της ισότητας. Η Ολομέλεια όμως παραμέρισε την πρωτόδικη απόφαση και επικύρωσε τη διοικητική.

Υποστηρίζεται στην αγόρευση του ευπαίδευτου συνηγόρου του πως τα δύο νέα πιστοποιητικά που παρουσίασε και που αναιτιολόγητα, όπως λέγει, κρίθηκε πως δεν πρόσθεταν οτιδήποτε, ήταν στην πραγματικότητα πρόσθετα στοιχεία που μάλιστα δέσμευαν την ΕΕΥ αφού έδειχναν πως το δίπλωμα του αιτητή στην Automobile Engineering του College of Aeronautical and Automobile Engineering του Τσέλσυ, αναγνωριζόταν στην Αγγλία ως τίτλος ή πτυχίο Ανώτατης Σχολής, όπως απαιτεί το Σχέδιο Υπηρεσίας. Και καταλογίζεται στην ΕΕΥ η νομική πλάνη πως ήταν με την εντύπωση ότι "έχει δυνατότητα να μη δεχθεί την αναγνώριση που έδιδε η ίδια η Αγγλία στην ισοδυναμία αυτού του προσόντος". Ενώ αυτό ήταν θέμα της Αγγλίας της ίδιας σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί της Συμβάσεως της ΟΥΝΕΣΚΟ για την Αναγνώριση Σπουδών, Διπλωμάτων και Πτυχίων τα οποία αφορούν την Ανώτερη Εκπαίδευση στα Κράτη που ανήκουν στην περιοχή της Ευρώπης (Κυρωτικού) Νόμου, του 1985 (Ν.11/85). Με αναφορά και στον περί Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης και Παροχής Σχετικών Πληροφοριών Νόμο του 1996 (Ν.68(1)/96). Είναι η άποψη του αιτητή πως η θέσπιση αυτού του Νόμου διαφοροποίησε το καθεστώς οπότε ήταν καθήκον της ΕΕΥ να προχωρήσει σε έρευνα και προς την κατεύθυνση του Συμβουλίου που καθίδρυσε ο Νόμος το οποίο, όπως είχε παρατηρήσει η Ολομέλεια στην υπόθεση Ζαμπόγλου, δεν υπήρχε τότε.

Οι καθ΄ων η αίτηση δεν αρνούνται πως θα είχαν την υποχρέωση επανεξέτασης και, βέβαια, έρευνας στο πλαίσιό της, εφόσον τα δύο νέα πιστοποιητικά πρόσθεταν οτιδήποτε. Παρά τις αποφάσεις που προηγήθηκαν και την τελεσιδικία που προέκυπτε από την απόρριψη της πρώτης προσφυγής του αιτητή. Θεωρούν όμως πως δεν πρόσθεταν τίποτε, πως η προσβαλλόμενη απόφαση, για το λόγο αυτό, δεν είναι εκτελεστή αλλά βεβαιωτική της προηγούμενης και πως η αναθεώρησή της θα συνιστούσε παραβίαση του δεδικασμένου που παράχθηκε. Ειδικά δε σε σχέση με το Ν.68(1)/96 επεσήμαναν πως είναι με αίτηση του ενδιαφερόμενου προς το Κυπριακό Συμβούλιο Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών που κινείται ο μηχανισμός που θεσπίστηκε και πως ο αιτητής δεν προσκόμισε οτιδήποτε το σχετικό.

Η συζήτηση στην πρώτη προσφυγή του αιτητή αλλά και στην υπόθεση Ζαμπόγλου περιστρεφόταν και πάλι γύρω από πιστοποιητικό του Βρεττανικού Συμβουλίου. Αναφερόταν σε αυτό πως το Κολλέγιο από το οποίο αποφοίτησε ο αιτητής δεχόταν φοιτητές που ήταν κάτοχοι του Γενικού Πιστοποιητικού Εκπαίδευσης ή ισοδύναμων προσόντων για πρακτική και θεωρητική εξάσκηση στην Αεροναυτική και Μηχανική Αυτοκινήτων. Και διευκρινιζόταν πως ήταν ανώτερης εκπαίδευσης που, όμως, για σκοπούς μετάφρασης στα Ελληνικά "έχει την έννοια της Ανώτατης Εκπαίδευσης".

Τα δύο νέα πιστοποιητικά και πάλι δεν αναφέρονται στο επίπεδο του διπλώματος του αιτητή, αυτό καθ΄ αυτό. Το ένα εξηγεί πως στην Αγγλία κατά τη χρήση του όρου "ανώτερη εκπαίδευση" δεν γίνεται διάκριση μεταξύ πτυχιακών και μεταπτυχιακών προσόντων. Δεν χρησιμοποιείται ο όρος "highest" για σκοπούς ταξινόμησης επιπέδων μόρφωσης και στον όρο "higher" εντάσσονται και ακαδημαϊκές σπουδές "ακόμα και επιπέδου Masters και Doctorates". Οτιδήποτε δηλαδή, όπως επισημαίνουν οι καθ΄ων η αίτηση, πέραν της λυκειακής εκπαίδευσης. Το άλλο, αναφερόταν απλώς στο πρακτικό μέρος του "μαθήματος" το οποίο περιγράφουν ως αναπόσπαστο μέρος των σπουδών και όχι ως "εργοδότηση ή πρακτική εξάσκηση".

Θεωρώ πως δεν είχε προσκομιστεί οτιδήποτε το νέο και πως η απόρριψη του αιτήματος, με αυτό το αιτιολογικό, δεν συνιστά εκτελεστή πράξη αλλά πράξη βεβαίωσης της αρχικής. Εξακολουθεί το πρώτο από τα νέα πιστοποιητικά να πραγματεύεται τα γενικώς ισχύοντα στην Αγγλία ως προς τους όρους που αναφέρθηκαν και ήταν ακριβώς σ΄ αυτά που επιχειρήθηκε η θεμελίωση της διεκδίκησης εξ΄ αρχής. Ενώ το δεύτερο αφορά μόνο στο θέμα που εξειδικεύει. Εξέταση του ίδιου ζητήματος, όταν μάλιστα υπήρξε και δικαστική κρίση επ΄ αυτού, θα ήταν ανεπίτρεπτη. Επίσης δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί πως διαμορφώνεται νέο καθεστώς εκ μόνης της θέσπισης του Ν.68(1)/96. Δεν υποβλήθηκε το αίτημα κατ΄ επίκληση αποτελέσματος από την αξιοποίηση του μηχανισμού του, που ήταν ευθύνη του αιτητή, και δεν μπορώ να δω πως επειδή ίσχυε πλέον αυτός ο Νόμος, θα ήταν δυνατό να διαφοροποιηθεί το καθήκον της ΕΕΥ. Ενώπιόν της είχε αίτημα στηριγμένο σε δύο πιστοποιητικά του Βρεττανικού Συμβουλίου, ευλόγως έκρινε πως αυτά δεν πρόσθεταν οτιδήποτε και, καθηκόντως θα έλεγα, το απέρριψε για το λόγο που δόθηκε. Ούτε ο Ν.11/85 μπορεί να διαδραματίσει ρόλο στην περίπτωση. Και το ίδιο το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης που διεκδικήθηκε καθορίζει πως εκείνο που μετρά είναι η αναγνώριση του συγκεκριμένου εκπαιδευτικού ιδρύματος ως Πανεπιστημίου ή Ιδρύματος Ανώτατης Εκπαίδευσης από την Κυβέρνηση της χώρας στην οποία αυτό βρίσκεται. Αυτά είχαν ήδη συνυπολογιστεί στην προηγηθείσα διαδικασία και δεν παρέχεται περιθώριο για έλεγχο, που θα ήταν έλεγχος ουσίας πλέον, επί των ιδίων. Η όποια έρευνα και διατύπωση ουσιαστικής κρίσης από την πλευρά της ΕΕΥ θα εισχωρούσε στα ήδη κριθέντα. Η δε επικύρωση της προσέγγισής της ως προς το περιεχόμενο των πιστοποιητικών αφαιρεί και τη δυνατότητα άσκησης ελέγχου πάνω σε τέτοια βάση. (Βλ. Μιχαλάκης Ραφτόπουλος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή αρ. 515/93, ημερομηνίας 19.1.1998.)

Η προσφυγή στρέφεται κατ΄ απόφασης που δεν είναι εκτελεστή και είναι απαράδεκτη. Απορρίπτεται με έξοδα. Τα έξοδα να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή για να εγκριθούν από το Δικαστήριο.

Γ. Κωνσταντινίδης

Δ.

/ΧΤΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο