ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Δεν έχει εντοπιστεί νομοθεσία ή απόφαση ή δικονομικός θεσμός στον οποίο να κάνει αναφορά η απόφαση αυτή

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση αρ. 475/97

ΕΝΩΠΙΟΝ: Σ. ΝΙΚΗΤΑ, Δ.

Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ -

Ανδρέα Αντωνίου, από τον Άγιο Επίκτητο

Κερύνειας, τώρα στα Λατσιά

Αιτητή

- και -

Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας

διά του Υπουργού Εσωτερικών

Καθού η αίτηση

--------------------

Ημερομηνία: 30 Μαρτίου, 1998

Για τον αιτητή: Αντ. Γεωργιάδης

Για τον καθού η αίτηση: Α. Χριστοφόρου

-------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Ο αιτητής, που γεννήθηκε στον Άγιο Επίκτητο Κερύνειας, προσβάλλει την απορριπτική απόφαση του Λειτουργού Εγγραφής ημερ. 24/3/97 να επανεξετάσει αίτημα, που υπέβαλε στις 7/2/97, μέσω του δικηγόρου του, για χορήγηση προσφυγικής ταυτότητας. Ο λόγος γιαυτό, όπως αναφέρει η παραπάνω επιστολή, ήταν ότι η διοίκηση είχε ήδη διαπιστώσει, ύστερα από έρευνα των στοιχείων που υπέβαλε προηγουμένως ο αιτητής, ότι η συνήθης διαμονή του μέχρι την εισβολή δε βρισκόταν στον τόπο της καταγωγής του, αλλά στο χωριό Ποτάμι, στις ελεύθερες περιοχές. Έτσι δεν μπορούσε να θεωρηθεί εκτοπισμένος, σύμφωνα με τον ορισμό που περιέχει η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου με αρ. 13503 ημερ. 19/9/74 και να τύχει του ευεργετήματος.

Ας σημειωθεί ότι στο Ποτάμι έμενε μόνιμα κάποια Μαρία Σ. Χριστοφόρου, την οποία ο αιτητής αρραβωνιάστηκε από το 1972 και νυμφεύθηκε αργότερα τον Ιούλιο του 1975. Το υλικό που συνόδευσε την αίτηση της 7/2/97 δε δικαιολογούσε, όπως αναφέρει η επίδικη απόφαση, επανεξέταση γιατί οι σχετικές βεβαιώσεις δεν προσθέτουν "τίποτε το ουσιαστικό σε όσα μέχρι σήμερα ο κ. Αντωνίου έχει στείλει στην Υπηρεσία μας", και τα οποία εν πάση περιπτώσει θα μπορούσε να καταθέσει πολύ ενωρίτερα.

Πρέπει να λεχθεί ότι οι προσπάθειες του αιτητή να εξασφαλίσει ταυτότητα άρχισαν αμέσως μετά την εισβολή. Πράγματι, αρχικά του δόθηκε η ταυτότητα. Τον Απρίλιο του 1978 ζήτησε αντικατάσταση της γιατί την έχασε. Συνόδευσε το αίτημα του με βεβαίωση του τότε κοινοτάρχη ότι κατά τον κρίσιμο χρόνο ήταν μόνιμος κάτοικος Αγίου Επικτήτου. Όπως και με αλλη βεβαίωση προς την ίδια κατεύθυνση. Η έρευνα που έκαμε η διοίκηση δεν υποστήριζε τέτοιο συμπέρασμα. Γιαυτό και δεν του εκδόθηκε νέα ταυτότητα. Ο αιτητής πληροφορήθηκε το αποτέλεσμα τον Ιούνιο του 1978. Η ένσταση που υπέβαλε τον επόμενο μήνα οδήγησε σε νέα έρευνα που επιβεβαίωσε ότι μέχρι την εισβολή το ζεύγος εργαζόταν και διέμενε στις ελεύθερες περιοχές, συγκεκριμένα στο Ποτάμι. Η νέα απορριπτική απόφαση γνωστοποιήθηκε στον αιτητή το Δεκέμβριο του 1978. Δεν αντέδρασε. Εννοώ πως δεν πρόσβαλε την απόφαση με αίτηση ακυρώσεως.

Παρόλα αυτά τον Ιανουάριο του 1989 ο αιτητής επανήλθε. Ανέθεσε την υπόθεση του σε δικηγόρο, ο οποίος ζήτησε αναθεώρηση της απόφασης, υποστηρίζοντας το διάβημα του με βεβαίωση που αφορούσε τον τόπο εργασίας του αιτητή μέχρι την εισβολή. Το θέμα διερευνήθηκε, αλλά η αρμόδια Επιτροπή δεν μεταπείσθηκε. Οι διαπιστώσεις της εκτίθενται στην ένσταση (βλέπε επίσης γιαυτό όπως και για τα άλλα θέματα το διοικητικό φάκελο). Η αίτηση επανεξέτασης απορρίφθηκε. Η απόφαση κοινοποιήθηκε στο δικηγόρο του αιτητή στις 18/7/89.

Ο αιτητής δεν πτοήθηκε. Ζήτησε "νέα επανεξέταση" συνυποβάλλοντας αριθμό βεβαιώσεων, μεταξύ των οποίων από τους νέους κοινοτάρχες Ποταμίου και Αγίου Επικτήτου, το Γραμματέα της Σ.Π.Ε. Αγίου Επικτήτου και από χωριανό του υπάλληλο του Υπουργείου Οικονομικών. Όλοι αυτοί, όπως διαπιστώνεται από το φάκελο, είχαν προσεγγισθεί από την Υπηρεσία για διευρεύνηση των δηλώσεων τους. Τα συμπεράσματα της διοίκησης καταγράφονται στην παράγραφο 9 της ένστασης. Δεν στάθηκαν αρκετά να αλλοιώσουν την απόφαση της. Ο αιτητής ειδοποιήθηκε εγγράφως στις 4/11/96 (κυανούν 38). Το ιστορικό του νέου διαβήματος του, ημερ. 7/2/97, το έχουμε ήδη εκθέσει.

Το βασικό παράπονο είναι πως ο Λειτουργός Εγγραφής δεν επενεξέτασε το ζήτημα, που ανακινήθηκε από τον ίδιο, υπό το πρίσμα των στοιχείων που του απέστειλε ο δικηγόρος του αιτητή. Η σκέψη αυτή αποτέλεσε τον άξονα της εισήγησης του δικηγόρου του αιτητή πως η επίδικη απόφαση λήφθηκε πλανεμένα, αναιτιολόγητα και χωρίς προηγούμενη έρευνα. Ο κ. Γεωργιάδης είχε αποστείλει, με την επιστολή του τις 7/2/97, ένορκη δήλωση της συζύγου του αιτητή, την οποία είχε στο μεταξύ διαζευχθεί, με την οποία εκείνη υποστήριζε το βασικό ισχυρισμό του. Και άλλη ένορκη δήλωση από ομοχώριο του ότι ο αιτητής μέχρι την εισβολή έμενε με τη μητέρα του στο χωριό τους.

Προβλήθηκε και αναπτύχθηκε προδικαστική ένσταση ότι η πράξη είναι βεβαιωτική της προηγούμενης. Ο κ. Χριστοφόρου υπέβαλε πως δεν υπήρχε ανάγκη διεξαγωγής νέας έρευνας. Το θέμα εξαντλήθηκε με τις προηγούμενες. Δεν είναι ορθό πως η διοίκηση ανέλαβε την πρωτοβουλία για επανεξέταση. Απλά ο αιτητής διόρισε δικηγόρο, ο οποίος ανακίνησε το θέμα. Η άρνηση της καθής να επανεξετάσει το αίτημα ήταν νόμιμη. Και παρέπεμψε τελικά ο δικηγόρος της Δημοκρατίας στην απόφαση μου στην προσφ. αρ. 319/94 Ερωτόκριτος Θ. Ερωτοκρίτου ν. Λειτουργού Εγγραφής κ.α., ημερ. 9/9/96 και συγκεκριμένα στην παρακάτω περικοπή:

"Πέραν τούτου οι τρεις νέες δηλώσεις δεν προσθέτουν τίποτε το ουσιαστικό σε όσα μέχρι τότε είχαν σταλεί στη διοίκηση από τον αιτητή. Παρατηρώ πως τέτοιες δηλώσεις μπορούσαν να είχαν προσκομιστεί πολύ πιο νωρίς. Έχω ισχυρές αμφιβολίες αν η αργοπορημένη προσκομιδή τους, έχοντας υπόψη το ιστορικό που εξέθεσα συνοπτικά, έδιναν το δικαίωμα στη διοίκηση να προβεί σε επανεξέταση με αποτέλεσμα να παραχθεί νέα διοικητική πράξη, που μπορούσε να προσβληθεί στο Δικαστήριο αυτό. Η έμμεση ενθάρρυνση τέτοιων ενεργειών θα ενέπλεκε τη διοίκηση σε ατέρμονες διαδικασίες, που θα στηρίζονταν σε σαθρή βάση."

Συμφωνώ πως η επίδικη πράξη είναι βεβαιωτική της προηγούμενης του 1978. Ή έστω του 1989. Ή ακόμη της 4/11/96. Στηρίζεται στην ίδια νομική και πραγματική βάση. Δεν υπήρχε ικανοποιητικό έρεισμα για επανεξέταση, που θα παρήγαγε νέα διοικητική εκτελεστή απόφαση. Για το ίδιο ακριβώς θέμα είχαν, σε επανειλημμένες περιπτώσεις, υποστηριχθεί οι ίδιοι ισχυρισμοί με πληθώρα ταυτόσημων βεβαιώσεων. Ο αιτητής όμως συνέχισε να παρενοχλεί τη διοίκηση. Ό,τι έχει λεχθεί στην Ερωτοκρίτου, ανωτέρω, περιγράφει την πορεία και αυτού του αιτήματος.

Η φύση της έρευνας που απαιτείται για τη δημιουργία διοικητικής πράξης που διαθέτει εκτελεστότητα και είναι άρα προσβλητή με αίτηση ακυρώσεως διαγράφεται από το Μ. Δ. Στασινόπουλο "Δίκαιον των Διοικητικών Διαφορών" 4η έκδοση (1974) στη σελ. 176, με τη συνηθισμένη για το συγγραφέα καθαρότητα έκφρασης:

"Πότε υπάρχει νέα έρευνα, είναι ζήτημα πραγματικόν. Θεωρείται όμως γενικώς νέα έρευνα η λήψις υπ' όψιν νέων ουσιωδών νομικών ή πραγματικών στοιχείων, κρίνεται δε αυστηρώς το χρησιμοποιηθέν νέον υλικόν, διότι δεν πρέπει ο απολέσας την προθεσμίαν διά την προσβολήν μιας εκτελεστής πράξεως, να δύναται να καταστρατηγή την προθεσμίαν ταύτην διά της δημιουργίας νέας πράξεως, η οποία εξεδόθη κατ' επίφασιν μεν κατόπιν νέας ερεύνης, κατ' ουσιαν όμως επί τη βάσει των αυτών στοιχείων."

Τα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου Επικρατείας (1929 έως 1959) στη σελ. 241 υποστηρίζουν την παραπάνω διατύπωση του κανόνα:

"Νέα έρευνα υπάρχει εάν, προ της εκδόσεως της νεωτέρας πράξεως, λαμβάνη χώραν εξέτασις νεωστί προκυπτόντων, ή προϋπαρχόντων μεν αλλά τέως αγνώστων κυρίων στοιχείων κρίσεως, άτινα νυν λαμβάνονται προσθέτως υπ' όψιν."

Παραπέμπω επίσης στην προσφ. αρ. 952/91 Κόμμα των Φιλελευθέρων και Άλλος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, ημερ. 14/5/93 και Α.Ε. 1431 Δήμος Λευκωσίας ν. Μέλπως Γρηγορίου ημερ. 26/4/96.

Η απόφαση είναι κατά την άποψη μου βεβαιωτικού χαρακτήρα. Η περίπτωση του αιτητή είχε ήδη κριθεί προ πολλού με απόφαση καθοριστική των δικαιωμάτων του, που δεν έπληξε με αίτηση ακυρώσεως μέσα στην τασσόμενη συνταγματική προθεσμία.

Θα μπορούσε στο σημείο αυτό να υπομνησθεί ότι το Υπουργικό Συμβούλιο με την απόφαση του αρ. 42.465, ημερ. 19/4/95, έδωσε νέα ερμηνεία στη λέξη "εκτοπισθείς":

"πρόσωπα τα οποία πριν και μέχρι την εισβολή είχαν τη μόνιμη κατοικία τους στις ελεύθερες περιοχές λόγω του επαγγέλματος αλλά το σπίτι τους ή/και γενικά η περιουσία τους ήταν στις κατεχόμενες περιοχές."

Δεν είναι όμως πάνω σε αυτή τη βάση που υπέβαλε και συζήτησε το αίτημα του ο προσφεύγων. Εναπόκειται επομένως στον ίδιο, αφού συμβουλευθεί το δικηγόρο του, να προωθήσει οποιονδήποτε αίτημα νομίζει πως δυνατό να έχει έρεισμα στις νέες ρυθμίσεις.

Η προσφυγή απορρίπτεται. Με £150 έξοδα εναντίον του αιτητή.

Σ. Νικήτας,

Δ.

/Κασ

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο