ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 4 ΑΑΔ 3341
22 Δεκεμβρίου, 1997
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΚΑΠΝΙΣΗΣ,
Αιτητής,
ν.
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
2. ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΓΓΡΑΦΗΣ ΚΤΗΜΑΤΟΜΕΣΙΤΩΝ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 736/96)
Κτηματομεσίτης — Εγγραφή στο Μητρώο —Εγγραφή δυνάμει τον Άρθρου 6(1)(στ) του περί Κτηματομεσιτών Νόμου Αρ. 66/87 — Ερμηνεία.
Διοικητικό Δίκαιο — Διοικητική πράξη — Εκτελεστή πράξη σε αντίθεση με πράξη που συγχωνεύθηκε σε άλλη κατόπιν ασκήσεως ιεραρχικής προσφυγής.
Ο αιτητής προσέβαλε την απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής του κατά της απόφασης που απέρριψε το αίτημά του για εγγραφή στο Μητρώο Κτηματομεσιτών.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Στην παρούσα αίτηση ακυρώσεως εγείρεται ένα μόνο νομικό ζήτημα: η εισήγηση του συνήγορου του αιτητή, που έγινε και στα διοικητικά όργανα, ότι δηλαδή η ορθή ερμηνεία της σχετικής διάταξης του Νόμου, Άρθρο 6(1)(στ), είναι πως οποιοσδήποτε πολίτης έχει δεκαετή πείρα περί την κτηματομεσιτική εργασία δικαιούται να εγγραφεί στο Μητρώον Κτηματομεσιτών, έστω και αν δεν ασχολείται επί μονίμου βάσεως με κτηματομεσιτική εργασία.
Η ερμηνεία που δίδει σ' αυτό το Άρθρο το Συμβούλιο και στη συνέχεια ο Υπουργός, ακολουθεί γνωμοδότηση του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, σύμφωνα με την οποία το ορθό νόημα της πιο πάνω διάταξης του Νόμου είναι πως: "δεκαετής πείρα περί την κτηματομεσιτικήν εργασίαν" αποτελεί η μόνιμη απασχόλησης με κτηματομεσιτικές εργασίες, και όχι η ευκαιριακή ή η περιστασιακή ενασχόληση με αυτές.
Το Δικαστήριο συμφωνεί με την ερμηνεία του Νόμου που υιοθετεί ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας, και ακολούθησαν τα διοικητικά όργανα. Αυτή η ερμηνεία συνάδει αφενός και με τις υπόλοιπες διατάξεις του Νόμου και αφετέρου με τον εν γένει σκοπό για τον οποίο θεσπίστηκε, να κατοχυρώνεται και να ρυθμίζεται το επάγγελμα του κτηματομεσίτη, και ταυτόχρονα να αποκλείεται η ανεξέλεγκτη άσκηση του από πρόσωπα που δεν έχουν τα αναγκαία εφόδια, που θεώρησε πρέπον να προβλέψει ο νομοθέτης για τη λειτουργία του.
2. Η προσφυγή στρέφεται εναντίον του Υπουργού Εσωτερικών, ο οποίος αποφάσισε την ιεραρχική προσφυγή και του Συμβουλίου Εγγραφής Κτηματομεσιτών, που απέρριψε την αίτηση για εγγραφή. Ο δικηγόρος του Συμβουλίου ορθά ήγειρε προδικαστική ένσταση με την εισήγηση πως, εφόσον ασκήθηκε ιεραρχική προσφυγή, η απόφαση του Συμβουλίου συγχωνεύεται σ' αυτή του Υπουργού Εσωτερικών και δεν μπορεί να αποτελεί αντικείμενο προσφυγής. Η θέση του δικηγόρου του Συμβουλίου βασίζεται στην πάγια νομολογία και τις αρχές του διοικητικού δικαίου και γι' αυτό γίνεται αποδεκτή. Εξάλλου, η προσφυγή εναντίον της απόφασης του Συμβουλίου θα ήταν και εκπρόθεσμη, δεδομένου ότι ελήφθη και κοινοποιήθηκε στον αιτητή τον Οκτώβρη του 1994, ενώ η προσφυγή καταχωρίστηκε τον Σεπτέμβρη του 1996.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης του Υπουργού Εσωτερικών με την οποία απέρριψε την ιεραρχική προσφυγή του αιτητή σχετική με την άρνηση του Συμβουλίου Εγγραφής Κτηματομεσιτών να τον εγγράψει στο Μητρώο Κτηματομεσιτών.
Σπ. Ευαγγέλου, για τον Αιτητή.
Μ. Μάρκου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Καθ' ου η αίτηση αρ.1.
Α. Παναγιώτου, για τον Καθ' ου η αίτηση Αρ. 2.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Στις 11.1.90 ο προσφεύγων υπέβαλε αίτηση για εγγραφή στο Μητρώο Κτηματομεσιτών, σύμφωνα με τον περί Κτηματομεσιτών Νόμο του 1987, Ν.66/87. Το αίτημα του, αφού εξετάστηκε, απορρίφθηκε γιατί κρίθηκε πως δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις του Νόμου για εγγραφή, συγκεκριμένα τις διατάξεις του άρθρου 6(1)(στ) του Νόμου. Στις 3.6.94 υπόβαλε νέα αίτηση, στην οποία επισύναψε και βεβαίωση κτηματομεσιτικής εταιρείας πως συνεργαζόταν με αυτή τις ελεύθερες ώρες του, για περίπου 40 ώρες την εβδομάδα, από 1.3.83.
Το Συμβούλιο εξέτασε την επίδικη αίτηση και κατά την έρευνα κάλεσε τον αιτητή σε προσωπική συνέντευξη. Διαπιστώθηκε, και δεν αμφισβητείται, πως ο αιτητής εργοδοτείτο από τον Σύνδεσμο Αδειούχων Αχθοφόρων Λεμεσού από το 1983 έως το 1994, που τερματίστηκαν οι υπηρεσίες του, οι οποίες ήσαν επί μονίμου και πλήρους απασχόλησης βάσης. Δεν ήταν υπάλληλος, ούτε και εργοδοτείτο από αδειούχο κτηματομεσίτη, από το 1987, που τέθηκε σε ισχύ ο περί Κτηματομεσιτών Νόμος. Η μόνιμη εργασία του δεν του επέτρεπε να ασχολείται ως συνεργάτης κτηματομεσιτών, για τις ώρες που ο ίδιος ισχυρίστηκε.
Ο αιτητής καταχώρισε ιεραρχική προσφυγή στον Υπουργό Εσωτερικών εναντίον της απόρριψης της αιτήσεως του από το Συμβούλιο Εγγραφής Κτηματομεσιτών. Και αυτή η προσφυγή απορρίφθηκε, μετά από ενδελεχή εξέταση στην οποία και πάλιν ο αιτητής κλήθηκε σε προσωπική συνέντευξη. Τα γεγονότα της υπόθεσης, όπως είχαν διαπιστωθεί από το Συμβούλιο, επιβεβαιώθηκαν και στην ιεραρχική προσφυγή.
Στην παρούσα αίτηση ακυρώσεως εγείρεται ένα μόνο νομικό ζήτημα: η εισήγηση του συνήγορου του αιτητή, που έγινε και στα διοικητικά όργανα, ότι δηλαδή η ορθή ερμηνεία της σχετικής διάταξης του Νόμου, άρθρο 6(1)(στ), είναι πως οποιοσδήποτε πολίτης έχει δεκαετή πείρα περί την κτηματομεσιτική εργασία δικαιούται να εγγραφεί στο Μητρώον Κτηματομεσιτών, έστω και αν δεν ασχολείται επί μονίμου βάσεως με κτηματομεσιτική εργασία.
Το άρθρο έχει ως εξής:
«Πας πολίτης της Δημοκρατίας δικαιούται να εγγραφή ως
κτηματομεσίτης εάν το Συμβούλιον πεισθή ότι είναι καλού
χαρακτήρος, και
(α) . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
(στ) έχει δεκαετή πείραν περί, την κτηματομεσιτικήν εργασίαν.»
Η ερμηνεία που δίδει σ' αυτό το άρθρο το Συμβούλιο και στη συνέχεια ο Υπουργός, ακολουθεί γνωμοδότηση του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, σύμφωνα με την οποία το ορθό νόημα της πιο πάνω διάταξης του Νόμου είναι πως: «δεκαετής πείρα περί την κτηματομεσιτικήν εργασίαν» αποτελεί η μόνιμη απασχόλησης με κτηματομεσιτικές εργασίες, και όχι η ευκαιριακή ή η περιστασιακή ενασχόληση με αυτές.
Συμφωνώ με την ερμηνεία του Νόμου που υιοθετεί ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας, και ακολούθησαν τα διοικητικά όργανα. Αυτή η ερμηνεία συνάδει αφενός και με τις υπόλοιπες διατάξεις του Νόμου και αφετέρου με τον εν γένει σκοπό για τον οποίο θεσπίστηκε, να κατοχυρώνεται και να ρυθμίζεται το επάγγελμα του κτηματομεσίτη, και ταυτόχρονα να αποκλείεται η ανεξέλεγκτη άσκησή του από πρόσωπα που δεν έχουν τα αναγκαία εφόδια, που θεώρησε πρέπον να προβλέψει ο νομοθέτης για τη λειτουργία του.
Η προσφυγή στρέφεται εναντίον του Υπουργού Εσωτερικών, ο οποίος αποφάσισε την ιεραρχική προσφυγή και του Συμβουλίου Εγγραφής Κτηματομεσιτών, που απέρριψε την αίτηση για εγγραφή. Ο δικηγόρος του Συμβουλίου ορθά ήγειρε προδικαστική ένσταση με την εισήγηση πως, εφόσον ασκήθηκε ιεραρχική προσφυγή, η απόφαση του Συμβουλίου συγχωνεύεται σ' αυτή του Υπουργού Εσωτερικών και δεν μπορεί να αποτελεί αντικείμενο προσφυγής Η θέση του δικηγόρου του Συμβουλίου βασίζεται στην πάγια νομολογία και τις αρχές του διοικητικού δικαίου και γι' αυτό γίνεται αποδεκτή. Εξάλλου, η προσφυγή εναντίον της απόφασης του Συμβουλίου θα ήταν και εκπρόθεσμη, δεδομένου ότι ελήφθη και κοινοποιήθηκε στον αιτητή τον Οκτώβρη του 1994, ενώ η προσφυγή καταχωρίστηκε τον Σεπτέμβρη του 1996. Για τους λόγους που εξήγησα πιο πάνω η προσφυγή απορρίπτεται και επί της ουσίας, σε ότι αφορά την απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών. Ο αιτητής θα πληρώσει £200 έξοδα στον καθένα από τους καθ' ων η αίτηση.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.