ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 4 ΑΑΔ 3283
19 Δεκεμβρίου, 1997
[ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΜΑΡΙΑ ΠΛΑΤΩΝΑ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΠΡΟΣΟΔΩΝ,
Καθ' ου η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 68/96)
Φυσική Δικαιοσύνη — Εύρος ισχύος των αρχών της —Δεν τυγχάνουν εφαρμογής στην περίπτωση επανεξέτασης διοικητικής απόφασης από το αρμόδιο όργανο κατόπιν υποβολής νέων στοιχείων — Δεν τίθεται θέμα ενέργειας του οργάνου ως κριτή των ιδίων αυτού πράξεων.
Φορολογία — Φορολογία κεφαλαιουχικών κερδών — Υπολογισμός της αξίας της ιδιοκτησίας κατά την 27/6/1978 — Αντιφατικές εκτιμήσεις στο φάκελο της διοίκησης — Συνέπειες για το κύρος της επιβολής του φόρου.
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος — Λόγοι ακυρώσεως — Έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας — Περιστάσεις βασιμότητάς τους.
Η αιτήτρια προσέφυγε κατά της φορολογίας κεφαλαιουχικών κερδών που της επιβλήθηκε αναφορικά με εκποίηση ακινήτου ιδιοκτησίας της.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
1. Δεν υπάρχει βάση στον ισχυρισμό της αιτήτριας για παραβίαση της αρχής της φυσικής δικαιοσύνης ότι κανείς δεν μπορεί να ενεργεί ως κριτής των πράξεών του. Εδώ δεν πρόκειται ούτε για πειθαρχική διαδικασία ούτε για ιεραρχική προσφυγή. Αρμοδιότητα για την έκδοση της επίδικης απόφασης έχει μόνο ο καθ' ου η αίτηση, ο οποίος έχει και καθήκον να επανεξετάσει το θέμα κατόπιν υποβολής νέων στοιχείων. Η επανεξέταση του θέματος από τον Διευθυντή με βάση τα νέα στοιχεία που υποβλήθηκαν, δεν παραβιάζει την αρχή της φυσικής δικαιοσύνης.
2. Αναφορικά με τη δέουσα έρευνα διαπιστώθηκε, κατά τη μελέτη του φακέλου της διοίκησης για σκοπούς έκδοσης απόφασης, ότι υπήρχε και άλλη εκτίμηση της αξίας της ίδιας περιουσίας της αιτήτριας, που έγινε το 1984, για σκοπούς φορολογίας ακίνητης ιδιοκτησίας. Σύμφωνα με την εκτίμηση αυτή, η αξία της εν λόγω περιουσίας κατά την 1.1.80 ανέρχετο σε £30.000. Λόγω της μεγάλης διαφοράς που υπήρχε μεταξύ των δυο εκτιμήσεων της Κυβέρνησης, δηλαδή της εκτίμησης εκείνης και της παρούσας, επανανοίχθηκε η υπόθεση για να ακούσει το Δικαστήριο τις απόψεις των δικηγόρων των δυο πλευρών. Ο δικηγόρος για τους καθ' ων η αίτηση ισχυρίστηκε ότι πρόκειται για άλλη εκτίμηση που έγινε από άλλο Κυβερνητικό όργανο σε διαφορετικό χρόνο και δεν ήταν απαραίτητο να ληφθεί υπόψη από το Διευθυντή.
Το Δικαστήριο δεν συμφωνεί με τη θέση αυτή. Έστω κι αν η προηγούμενη εκτίμηση έγινε για σκοπούς άλλης φορολογίας, αφορούσε πάλι την αξία της ίδιας περιουσίας κατά τον ίδιο περίπου χρόνο, αφού τίποτε το σημαντικό δεν φαίνεται να μεσολάβησε από τις 27.6.78 μέχρι τις 21.1.80, που να επιφέρει σημαντική μεταβολή στην αξία της εν λόγω περιουσίας της αιτήτριας. Το γεγονός που επέφερε σημαντική αύξηση της αξίας της περιουσίας επεσυνέβηκε πολύ αργότερα, με τη δημιουργία δρόμου, για τη δημιουργία του οποίου απαλλοτριώθηκε και μέρος της περιουσίας της αιτήτριας. Και οι δυο εκτιμήσεις έγιναν από Κυβερνητικά Τμήματα και η μεγάλη διαφορά στις δυο εκτιμήσεις εγείρει ερωτηματικά. Η πιο πάνω εκτίμηση, η οποία βρισκόταν πάντοτε στο φάκελο της Διοίκησης, δεν φαίνεται να λήφθηκε υπόψη από τον καθ' ου η αίτηση κατά την έκδοση της επίδικης απόφασης. Επομένως, υπό τις περιστάσεις, δεν έγινε η δέουσα έρευνα σ' όλα τα στοιχεία που αφορούσαν τον υπολογισμό της αξίας της υπό εξέταση ιδιοκτησίας. Περαιτέρω, ενόψει των πιο πάνω αντιφατικών στοιχείων του φακέλου, η αιτιολογία της επίδικης απόφασης καθίσταται ανεπαρκής.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης του Διευθυντή Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων με την οποία καθορίστηκε η αγοραία αξία των ακινήτων που διέθεσε η αιτήτρια στο Παραλίμνι.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τους Αιτητές.
Α. Χριστοφόρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Καθ' ου η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια, με την προσφυγή της αυτή, ζητά τις πιο κάτω θεραπείες:
"Α. Δήλωση και/ή απόφαση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση του καθ' ου η Αίτηση ημερ. 3.1.96 με την οποίαν καθορίστηκε μετά από επανεξέταση σε ΛΚ18,500 η αγοραία αξία κατά την 27.6.1978 των ακινήτων που διέθεσε η αιτήτρια (αρ. τεμ. 646, 647 και 648 (νέο τεμάχιο 664), Φ/Σχ: 33/64) στο Παραλίμνι με συνέπεια να αποφασίσει ο καθ' ου την επιβολή στην Αιτήτρια φόρου Κεφαλαιουχικού ανερχομένου σε ΛΚ42,300, είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος.
Β. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η επιβολή στην αιτήτρια 42,300,- Λιρών Κύπρου ως φορολογία για Κεφαλαιουχικά κέρδη είναι άκυρη και χωρίς νομικό αποτέλεσμα."
Η αιτήτρια ήταν ιδιοκτήτρια των πιο πάνω τεμαχίων, τα οποία πώλησε στις 29.11.88, στην τιμή των ΛΚ230,000. Ο καθ' ου η αίτηση (ή ο Διευθυντής) κοινοποίησε στην αιτήτρια απόφασή του ημερ. 16.4.91, με την οποία της επέβαλε φόρο κεφαλαιουχικών κερδών για το κέρδος που προέκυψε από τη διάθεση αυτή ύψους ΛΚ42,300, με βάση την εκτίμηση των ακινήτων κατά την 27.6.78, την οποία υπολόγισε στις ΛΚ18,500. Η αιτήτρια υπέβαλε ένσταση κατά της πιο πάνω φορολογίας, ισχυριζόμενη ότι η αξία των κτημάτων της κατά την 27η Ιουνίου 1978 ήταν πιο ψηλή από την υπολογισθείσα. Η ένστασή της απορρίφθηκε και ο Διευθυντής βεβαίωσε την αρχική του φορολογία. Η αιτήτρια καταχώρησε, κατά της πιο πάνω φορολογίας, την προσφυγή 54/92. Εκκρεμούσης της προσφυγής έγινε επανεξέταση του θέματος κατά την οποία λήφθηκε υπόψη και έκθεση εμπειρογνώμονα που υπέβαλε ο δικηγόρος της αιτήτριας. Σαν αποτέλεσμα η απόφαση του Διευθυντή ακυρώθηκε και στάληκε στην αιτήτρια νέα ειδοποίηση επιβολής φορολογίας και η προσφυγή 54/92 αποσύρθηκε και απορρίφθηκε. Σύμφωνα με τη νέα ειδοποίηση επιβολής φορολογίας, ο Διευθυντής κατάληξε και πάλι στα ίδια συμπεράσματα αναφορικά με την αξία της περιουσίας της αιτήτριας κατά τις 27.6.78 και τις φορολογικές υποχρεώσεις της.
Η αιτήτρια ενέστη στη νέα φορολογία με επιστολή των λογιστών της ημερ. 27.6.95, υποστηρίζοντας ότι είναι υπερβολική και άδικη και ότι κατά τον υπολογισμό του κεφαλαιουχικού κέρδους δεν λήφθηκαν υπόψη σημαντικά στοιχεία που αναφέρονται στην έκθεση του εκτιμητή της αιτήτριας.
Ο Διευθυντής με την επιστολή του ημερ. 3.1.96 απέρριψε την ένσταση της αιτήτριας και δίδοντας τους λόγους της απόρριψης, επέβαλε την τελική φορολογία. Ουσιαστικά ο Διευθυντής υιοθέτησε την εκτίμηση του εκτιμητή του Τμήματος του.
Εναντίον της πιο πάνω απόφασης καταχωρήθηκε η παρούσα προσφυγή.
Σύμφωνα με την έκθεση εκτίμησης του εκτιμητή της αιτήτριας, η αξία της εν λόγω περιουσίας της κατά την 27.6.78 ήταν £28.000.
Δεν θα ασχοληθώ με όλους τους λόγους ακυρότητας που υποβλήθηκαν. Είναι, πιστεύω, αρκετό να αναφερθώ σε συντομία στον ισχυρισμό περί παραβίασης των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης και στον ισχυρισμό ότι ο Διευθυντής δεν προέβη στη δέουσα έρευνα.
Σχετικά με τον πρώτο λόγο, δεν βρίσκω βάση στον ισχυρισμό της αιτήτριας για παραβίαση της αρχής της φυσικής δικαιοσύνης ότι κανείς δεν μπορεί να ενεργεί ως κριτής των πράξεων του. Εδώ δεν πρόκειται ούτε για πειθαρχική διαδικασία ούτε για ιεραρχική προσφυγή. Αρμοδιότητα για την έκδοση της επίδικης απόφασης έχει μόνο ο καθ' ου η αίτηση, ο οποίος έχει και καθήκον να επανεξετάσει το θέμα κατόπιν υποβολής νέων στοιχείων. Η επανεξέταση του θέματος από τον Διευθυντή με βάση τα νέα στοιχεία που υποβλήθηκαν, δεν παραβιάζει την αρχή της φυσικής δικαιοσύνης. Ο ισχυρισμός αυτός απορρίπτεται.
Αναφορικά με τη δέουσα έρευνα διαπίστωσα, κατά τη μελέτη του φακέλου της διοίκησης για σκοπούς έκδοσης απόφασης, ότι υπήρχε και άλλη εκτίμηση της αξίας της ίδιας περιουσίας της αιτήτριας, που έγινε το 1984, για σκοπούς φορολογίας ακίνητης ιδιοκτησίας. Σύμφωνα με την εκτίμηση αυτή, η αξία της εν λόγω περιουσίας κατά την 1.1.80 ανέρχετο σε £30.000. Λόγω της μεγάλης διαφοράς που υπήρχε μεταξύ των δυο εκτιμήσεων της Κυβέρνησης, δηλαδή της εκτίμησης εκείνης και της παρούσας, επανάνοιξα την υπόθεση για να ακούσω τις απόψεις των δικηγόρων των δυο πλευρών. Ο δικηγόρος για τους καθ' ων η αίτηση ισχυρίστηκε ότι πρόκειται για άλλη εκτίμηση που έγινε από άλλο Κυβερνητικό όργανο σε διαφορετικό χρόνο και δεν ήταν απαραίτητο να ληφθεί υπόψη από το Διευθυντή.
Δεν συμφωνώ με τη θέση αυτή. Έστω κι αν η προηγούμενη εκτίμηση έγινε για σκοπούς άλλης φορολογίας, αφορούσε πάλι την αξία της ίδιας περιουσίας κατά τον ίδιο περίπου χρόνο, αφού τίποτε το σημαντικό δεν φαίνεται να μεσολάβησε από τις 27.6.78 μέχρι τις 21.1.80, που να επιφέρει σημαντική μεταβολή στην αξία της εν λόγω περιουσίας της αιτήτριας. Το γεγονός που επέφερε σημαντική αύξηση της αξίας της περιουσίας επεσυνέβηκε πολύ αργότερα, με τη δημιουργία δρόμου, για τη δημιουργία του οποίου απαλλοτριώθηκε και μέρος της περιουσίας της αιτήτριας. Και οι δυο εκτιμήσεις έγιναν από Κυβερνητικά Τμήματα και η μεγάλη διαφορά στις δυο εκτιμήσεις εγείρει ερωτηματικά. Η πιο πάνω εκτίμηση, η οποία βρισκόταν πάντοτε στο φάκελο της Διοίκησης, δεν φαίνεται να λήφθηκε υπόψη από τον καθ' ου η αίτηση κατά την έκδοση της επίδικης απόφασης. Επομένως βρίσκω ότι, υπό τις περιστάσεις, δεν έγινε η δέουσα έρευνα σ' όλα τα στοιχεία που αφορούσαν τον υπολογισμό της αξίας της υπό εξέταση ιδιοκτησίας. Περαιτέρω, ενόψει των πιο πάνω αντιφατικών στοιχείων του φακέλου, η αιτιολογία της επίδικης απόφασης καθίσταται ανεπαρκής.
Ως εκ τούτου, καταλήγω ότι η επίδικη απόφαση πρέπει ν' ακυρωθεί.
Ενόψει της ακύρωσης της απόφασης για τους πιο πάνω λόγους, δεν θα ασχοληθώ με τους υπόλοιπους ισχυρισμούς της αιτήτριας.
Σαν αποτέλεσμα, η προσφυγή αυτή επιτυγχάνει και η επίδικη απόφαση ακυρώνεται, με έξοδα εις βάρος των καθ' ων η αίτηση.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.