ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1997) 4 ΑΑΔ 2805

14 Νοεμβρίου, 1997

[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΣΤΕΛΙΟΣ ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ,

Αιτητής,

ν.

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΑΜΠΕΛΟΥΡΓΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ;

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 310/94)

Διοικητικό Δίκαιο —Διοικητική πράξη —Αιτιολογία — Όροι νομιμότητας — Συμπλήρωση της αιτιολογίας από τα περιεχόμενα του διοικητικού φακέλου.

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος —Λόγοι ακυρώσεως — Έλλειψη δέουσας έρευνας — Παράλειψη διεξαγωγής της επιβεβλημένης έρευνας προς διαπίστωση της κατοχής του προσόντος της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας.

Ο αιτητής προσέβαλε την προαγωγή του ενδιαφερομένου μέρους στη θέση Ανώτερου Επόπτη.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

1. Η εισήγηση του αιτητή ότι η σχετική απόφαση πάσχει από έλλειψη αιτιολογίας αφού η σχετική αναφορά των δεδομένων που λήφθηκαν υπόψη δεν αποκαλύπτει οποιαδήποτε αιτιολογία δεν μπορεί να ευσταθήσει. Μια διοικητική απόφαση πρέπει να είναι αιτιολογημένη σε βαθμό που να παρέχει στο Δικαστήριο την ευχέρεια να ελέγχει τη νομιμότητά της. Η αοριστία και η ασάφεια που καθιστά αδύνατο τον έλεγχο μιας διοικητικής απόφασης έχει ως φυσικό επακόλουθο την ακύρωση της πράξης. Η αιτιολογία πρέπει να είναι ειδική και επαρκής. Όμως μπορεί να πάρει ακόμα και μια λακωνική μορφή νοουμένου ότι το συμπέρασμα ανταποκρίνεται προς τα γεγονότα που περιέχονται στο σχετικό φάκελο.

Μια σύγκριση των στοιχείων κρίσης σε συσχετισμό με τα στοιχεία του καθενός από τους υποψηφίους (όπως αυτά περιέχονται στους σχετικούς φακέλους που έχουν κατατεθεί ως τεκμήρια) δείχνει ότι το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε το Συμβούλιο ήταν εύλογα επιτρεπτό.

2. Είναι ορθό, όπως φαίνεται από τα πρακτικά του Συμβουλίου της 23/3/94, ότι τα μέλη του Συμβουλίου προέβηκαν στη σχετική προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους αφού συνεκτίμησαν όλα τα στοιχεία κρίσης που υπήρχαν ενώπιόν του. Μέσα σε αυτά στο σχετικό κατάλογο υπήρχε και ειδική αναφορά ότι το ενδιαφερόμενο μέρος κατείχε Πιστοποιητικό Κατώτερων Αγγλικών του Κυπριακού Πιστοποιητικού Εκπαίδευσης. Όμως από τα πρακτικά δεν φαίνεται ότι το Συμβούλιο εξέτασε αυτή την πτυχή και ειδικότερα μέσα στα πλαίσια της αναβάθμισης του επιπέδου της Αγγλικής γλώσσας από "καλή γνώση" για τη θέση του Επόπτη Α' σε "πολύ καλή γνώση" για τη θέση του Ανώτερου Επόπτη. Το θέμα της γνώσης της Αγγλικής γλώσσας εξετάστηκε στην υπόθεση Χριστοδουλίδου ν. Ε.Δ.Υ. (1999) 3 Α.Α.Δ. 1, όπου πιστοποιητικό του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης ότι το ενδιαφερόμενο μέρος κατά το τρίτο έτος των σπουδών της πέτυχε σε υποχρεωτικό μάθημα της Αγγλικής δεν κρίθηκε ικανοποιητικό.

Στην παρούσα περίπτωση είναι φανερό ότι το επίπεδο του πιστοποιητικού σε σχέση με την πολύ καλή γνώση της Αγγλικής γλώσσας δεν προβλημάτισε το Συμβούλιο. Δεν έγινε οποιαδήποτε εξέταση ή αναφορά ως προς το κατά πόσο το πιστοποιητικό του ενδιαφερόμενου μέρους ικανοποιούσε τις προϋποθέσεις της "πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας" που ήταν ένα από τα τρία απαιτούμενα προσόντα που έπρεπε να κατέχει το πρόσωπο που θα διοριζόταν στη θέση του Ανώτερου Επόπτη. Το Συμβούλιο Αμπελουργικών Προϊόντων παρέλειψε να εξετάσει αν το ενδιαφερόμενο μέρος κατείχε αυτό το προσόν. Η παράλειψη αυτή υποδηλώνει ότι δεν έγινε η δέουσα έρευνα για να διαπιστωθεί ότι το πιστοποιητικό του ενδιαφερόμενου μέρους ικανοποιούσε τις προϋποθέσεις της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

Αναφερόμενη υπόθεση:

Χριστοδουλίδου ν. Ε.Δ.Υ. (1999) 3 Α.Α.Δ. 1.

Προσφυγή.

Προσφυγή με την οποία προσβάλλεται η απόφαση του Συμβουλίου Αμπελουργικών Προϊόντων για την προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους στην θέση Ανώτερου Επόπτη αντί του αιτητή.

Ν. Παπασάββα για Α.Σ. Αγγελίδη, για τον Αιτητή.

Κ. Μαυραντώνης για Α.Π. Αναστασιάδη, για τους Καθ' ων η αίτηση.

Ι. Νικολάου, για το Ενδιαφερόμενο μέρος.

Cur. adv. vult.

ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Στις 9/3/94 το Συμβούλιο Αμπελουργικών Προϊόντων απεφάσισε την πλήρωση της θέσης του Ανώτερου Επόπτη, που ήταν θέση προαγωγής. Προς τούτο ο Διευθυντής σύμφωνα με τις πρόνοιες των Κανονισμών 10(1) και (2) του περί Αμπελουργικών Προϊόντων Κανονισμού 1976-1990 ετοίμασε κατάλογο υποψηφίων που πληρούσαν το Σχέδιο Υπηρεσίας. Ο κατάλογος τέθηκε ενώπιον των μελών του Συμβουλίου και εξετάστηκε στις 23/3/94. Ως αποτέλεσμα της εξέτασης του καταλόγου των υποψηφίων, το Συμβούλιο απεφάσισε στις 23/3/94 να προαγάγει στη θέση του Ανώτερου Επόπτη, το ενδιαφερόμενο μέρος Κλεόπα Ιακώβου από την 1/4/94.

Είναι η θέση του αιτητή ότι η πιο πάνω απόφαση είναι άκυρη γιατί υπάρχει (α) Έλλειψη διαφάνειας, (β) Έλλειψη αιτιολογίας και (γ) Έλλειψη έρευνας.

Αναφορικά με την έλλειψη διαφάνειας είναι η θέση του αιτητή ότι από τα πρακτικά της 23/3/1994 φαίνεται ότι ο Διευθυντής του Οργανισμού κυκλοφόρησε στα μέλη δύο επιστολές του Ρένου Παπαδόπουλου, Επόπτη Α' του Συμβουλίου Αμπελουργικών Προϊόντων ημερομηνίας 16/3/94 και 21/3/94 με τις οποίες ο Ρένος Παπαδόπουλος διαμαρτυρόταν για τη μη συμπερίληψη του στον κατάλογο των υποψηφίων για προαγωγή στη θέση του Ανώτερου Επόπτη. Επιπρόσθετα, από τα πρακτικά φαίνεται ότι τα μέλη αφού ενημερώθηκαν για το περιεχόμενο των δύο επιστολών και τις απόψεις του Διευθυντή (που συνέπιπταν με εκείνες του Νομικού Συμβούλου του Σ.Α.Π.) ότι ο Ρένος Παπαδόπουλος δεν πληρούσε τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας, προέβηκαν. στην εξέταση των υπολοίπων υποψηφίων για την πλήρωση της θέσης. Ο αιτητής ζήτησε τα πιο πάνω στοιχεία του περιεχομένου των δύο επιστολών και της ενημέρωσης του Διευθυντή, τα οποία όμως δεν παρουσιάστηκαν. Είναι η εισήγηση του αιτητή ότι η έλλειψη των πιο πάνω στοιχείων που δεν επιτρέπει δικαστικό έλεγχο, αποτελεί έλλειψη διαφάνειας και παραβίαση των αρχών της χρηστής διοίκησης.

Αναφορικά με την έλλειψη αιτιολογίας ο αιτητής ισχυρίζεται ότι στη σχετική απόφαση δεν αποκαλύπτεται ο λόγος της επιλογής του ενδιαφερόμενου μέρους, ούτε τα συγκεκριμένα στοιχεία που λήφθηκαν υπ' όψη για την προαγωγή του με αποτέλεσμα η απόφαση να πάσχει από έλλειψη αιτιολογίας.

Σχετικά με την έλλειψη έρευνας ο αιτητής ισχυρίζεται ότι από τα πρακτικά της σχετικής συνεδρίας του Συμβουλίου δεν φαίνεται ότι οι καθ' ων προέβηκαν στη δέουσα έρευνα αφού παρουσιάζεται η εικόνα μιας καταγραφής κάποιων στοιχείων σύγκρισης χωρίς να επεξηγείται η επιλογή του ενδιαφερόμενου μέρους. Επιπρόσθετα οι καθ' ων έπρεπε να προβούν σε έρευνα για να διαπιστώσουν κατά πόσο οι υποψήφιοι κατείχαν το απαιτούμενο προσόν της Αγγλικής γλώσσας που προβλέπεται από το Σχέδιο Υπηρεσίας, κάτι που παρέλειψαν να πράξουν.

Από τα πρακτικά της συνεδρίας της 23/3/94 του Συμβουλίου Αμπελουργικών Προϊόντων φαίνεται ότι τα πρόσωπα που μπορούσαν να προαχθούν σύμφωνα με τις πρόνοιες του Κανονισμού 10(1) και (2) των περί Συμβουλίου Αμπελουργικών Προϊόντων Κανονισμών 1976-1990 ήταν ο αιτητής και οι Παντελής Μανώλη και Κλεόπας Ιακώβου. Το Συμβούλιο αφού προέβηκε σε μια συντεκτίμηση των στοιχείων που είχε ενώπιον του (σύμφωνα με τις πρόνοιες του Κανονισμού 15(1)-(3) των Κανονισμών) και αφού έλαβε υπόψη ότι όλοι οι υποψήφιοι συγκέντρωναν τον ίδιο βαθμό αρχαιότητας και ότι στην αξία και προσόντα το ενδιαφερόμενο μέρος υπερτερούσε του αιτητή, αποφάσισαν την προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους Κλεόπα Ιακώβου στη θέση του Ανώτερου Επόπτη από την 1/4/94.

Η θέση που προβάλλει ο αιτητής ότι η μη παράθεση του περιεχομένου των δύο επιστολών του Επόπτη Α' του Συμβουλίου Αμπελουργικών Προϊόντων για τον αποκλεισμό του από τον κατάλογο των υποψηφίων, όπως επίσης και η σχετική ενημέρωση του Διευθυντή του Συμβουλίου στα μέλη της Επιτροπείας για τους λόγους που οδήγησαν στον αποκλεισμό του δεν μπορούν να επηρεάσουν τη νομιμότητα της απόφασης προαγωγής του ενδιαφερόμενου μέρους. Το περιεχόμενο των επιστολών και η ενημέρωση του Διευθυντή που δεν φαίνεται στα πρακτικά του Συμβουλίου της 23/3/94, είναι θέματα που δεν θα μπορούσαν να επηρεάσουν τα μέλη στην εξέταση των προσόντων των υποψηφίων. Η όλη διαδικασία της συνεκτίμησης των στοιχείων δεν μπορούσε να επηρεάσει και δεν φαίνεται να είχε επηρεάσει την ύπαρξη των δύο πιο πάνω επιστολών.

Η εισήγηση του αιτητή ότι η σχετική απόφαση πάσχει από έλλειψη αιτιολογίας αφού η σχετική αναφορά των δεδομένων που λήφθηκαν υπόψη δεν αποκαλύπτει οποιαδήποτε αιτιολογία δεν μπορεί να ευσταθήσει. Μια διοικητική απόφαση πρέπει να είναι αιτιολογημένη σε βαθμό που να παρέχει στο Δικαστήριο την ευχέρεια να ελέγχει τη νομιμότητα της. Η αοριστία και η ασάφεια που καθιστά αδύνατο τον έλεγχο μιας διοικητικής απόφασης έχει ως φυσικό επακόλουθο την ακύρωση της πράξης. (Ίδε Δαγτόγλου "Γενικό Διοικητικό Δίκαιο", 3η έκδοση, 1992, παράγραφοι 636, 646 και 647.) Η αιτιολογία πρέπει να είναι ειδική και επαρκής. Όμως μπορεί να πάρει ακόμα και μια λακωνική μορφή νοουμένου ότι το συμπέρασμα ανταποκρίνεται προς τα γεγονότα που περιέχονται στο σχετικό φάκελο. (Ίδε Σπηλιωτόπουλου "Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου", 6η έκδοση, σ. 67 και Ι. Σαρμά, "Συνταγματική και Διοικητική Νομολογία του Συμβουλίου Επικρατείας", σ. 130.)

Μια σύγκριση των στοιχείων κρίσης σε συσχετισμό με τα στοιχεία του καθενός από τους υποψηφίους (όπως αυτά περιέχονται στους σχετικούς φακέλους που έχουν κατατεθεί ως τεκμήρια) δείχνει ότι το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε το Συμβούλιο ήταν εύλογα επιτρεπτό. Μπορεί η σχετική απόφαση του Συμβουλίου να μην αναφέρεται σε όλες εκείνες τις λεπτομέρειες που οδήγησαν στη λήψη της σχετικής απόφασης, αλλά τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξε δεν συγκρούονται με τα στοιχεία που υπάρχουν στους σχετικούς φακέλους. Αντίθετα μπορεί να λεχθεί ότι τα συμπεράσματα του Συμβουλίου συνάδουν με τα στοιχεία των φακέλων σε βαθμό που η εισήγηση για έλλειψη αιτιολογίας να μην μπορεί να επηρεάσει την εγκυρότητα της απόφασης.

Τόσο ο αιτητής όσο και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο υπηρετούσαν στη θέση του Επόπτη Α από την 1/12/89. Ενα από τα απαιτούμενα προσόντα για τη θέση αυτή σύμφωνα με τα Σχέδια Υπηρεσίας ήταν και η "καλή γνώση της Ελληνικής και Αγγλικής γλώσσας". Για τη θέση του Ανώτερου Επόπτη τα κριτήρια για τη γνώση της Αγγλικής γλώσσας γίνονται πιο αυστηρά αφού απαιτείται "πολύ καλή γνώση της Ελληνικής και Αγγλικής γλώσσας".

Από το περιεχόμενο του σχετικού φακέλου φαίνεται ότι το ενδιαφερόμενο μέρος είναι κάτοχος του English Lower, Cyprus Certificate of Education (Κατώτερα Αγγλικά του Κυπριακού Πιστοποιητικού Εκπαίδευσης) σε αντίθεση με τον αιτητή που οι γνώσεις του της Αγγλικής γλώσσας περιορίζονται στα όσα είχε διδαχθεί στο Εμπορικό Λύκειο Λεμεσού από όπου απεφοίτησε το 1956.

Ο αιτητής προβάλλει τον ισχυρισμό ότι το Συμβούλιο απέτυχε να προβεί στη δέουσα έρευνα για να διαπιστώσει αν πράγματι οι υποψήφιοι κατείχαν το απαιτούμενο προσόν της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας. Είναι ορθό, όπως φαίνεται από τα πρακτικά του Συμβουλίου της 23/3/94, ότι τα μέλη του Συμβουλίου προέβηκαν στη σχετική προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους αφού συνεκτίμησαν όλα τα στοιχεία κρίσης που υπήρχαν ενώπιόν του. Μέσα σε αυτά στο σχετικό κατάλογο υπήρχε και ειδική αναφορά ότι το ενδιαφερόμενο μέρος κατείχε Πιστοποιητικό Κατώτερων Αγγλικών του Κυπριακού Πιστοποιητικού Εκπαίδευσης. Όμως από τα πρακτικά δεν φαίνεται ότι το Συμβούλιο εξέτασε αυτή την πτυχή και ειδικότερα μέσα στα πλαίσια της αναβάθμισης του επιπέδου της Αγγλικής γλώσσας από "καλή γνώση" για τη θέση του Επόπτη Α' σε "πολύ καλή γνώση" για τη θέση του Ανώτερου Επόπτη. Το θέμα της γνώσης της Αγγλικής γλώσσας εξετάστηκε στην υπόθεση Λουΐζα Χριστοδουλίδου ν. Ε.Δ.Υ. (1999) 3 Α.Α.Δ. 1, όπου πιστοποιητικό του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης ότι το ενδιαφερόμενο μέρος κατά το τρίτο έτος των σπουδών της πέτυχε σε υποχρεωτικό μάθημα της Αγγλικής δεν κρίθηκε ικανοποιητικό. Όπως τονίστηκε από το Δικαστή Κωνσταντινίδη στην πιο πάνω απόφαση,

"Δεν ήταν γνωστό το επίπεδο γνώσης που συνεπάγεται η επιτυχία στο μάθημα της Αγγλικής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης ούτε και η υπόσταση και το επίπεδο του Ιδιωτικού Κέντρου που αναφέρθηκε για να ήταν δυνατή η εκτίμηση ως προς το αξιόπιστο των αποτελεσμάτων που διαβεβαίωνε. Διαπιστώνουμε συνεπώς επιπρόσθετη αιτία ακυρότητας."

Στην παρούσα περίπτωση είναι φανερό ότι το επίπεδο του πιστοποιητικού σε σχέση με την πολύ καλή γνώση της Αγγλικής γλώσσας δεν προβλημάτισε το Συμβούλιο. Δεν έγινε οποιαδήποτε εξέταση ή αναφορά ως προς το κατά πόσο το πιστοποιητικό του ενδιαφερόμενου μέρους ικανοποιούσε τις προϋποθέσεις της "πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας" που ήταν ένα από τα τρία απαιτούμενα προσόντα που έπρεπε να κατέχει το πρόσωπο που θα διοριζόταν στη θέση του Ανώτερου Επόπτη. Το Συμβούλιο Αμπελουργικών Προϊόντων παρέλειψε να εξετάσει αν το ενδιαφερόμενο μέρος κατείχε αυτό το προσόν. Η παράλειψη αυτή υποδηλώνει ότι δεν έγινε η δέουσα έρευνα για να διαπιστωθεί ότι το πιστοποιητικό του ενδιαφερόμενου μέρους ικανοποιούσε τις προϋποθέσεις της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας.

Συνεπακόλουθα η αίτηση επιτυγχάνει. Η σχετική απόφαση των καθ' ων η αίτηση ακυρώνεται σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 146.4 του Συντάγματος με έξοδα σε βάρος των καθ' ων η αίτηση.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο