ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1997) 4 ΑΑΔ 2712

  7 Νοεμβρίου, 1997

[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

1. ΑΝΔΡΕΑΣ ΓΙΑΓΚΟΥ,

2. ΓΑΒΡΙΗΛ ΑΓΑΘΟΚΛΕΟΥΣ,

3. ΑΝΔΡΕΑΣ ΝΙΟΚΚΑΣ,

Αιτητές,

ν.

ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,

Καθ' ης η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 673/96)

Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου — Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου — Υπάλληλοι — Τερματισμός υπηρεσιών για λόγους υγείας — Διαδικασία με βάση τη νομοθετική ρύθμιση — Ο ρόλος της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής— Περιστάσεις τήρησης της νομιμότητας στην περίπτωση του κριθέντος τερματισμού— Ερμηνεία του Καν. 31(8) της Κ.Δ.Π. 291/86 ως προς την υποχρέωση λήψης των απόψεων των συντεχνιών.

Διοικητικό Δίκαιο — Διοικητική πράξη — Αιτιολογία — Η δυνατότητα συμπλήρωσής της από τα περιεχόμενα του διοικητικού φακέλου όταν αυτή δεν προβλέπεται ρητώς από το νόμο.

Οι αιτητές προσέφυγαν κατά της αποφάσεως τερματισμού των υπηρεσιών τους για λόγους υγείας/ανικανότητας εκτελέσεως των καθηκόντων τους.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1. Ο δικηγόρος των αιτητών ισχυρίζεται ότι η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή δεν είχε εξουσία να επιληφθεί του θέματος και ότι το μόνο αρμόδιο σώμα ήταν το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής. Είναι δε η θέση του ότι ο ρόλος της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής υπήρξε καθοριστικός.

Σχετικός με το θέμα είναι ο Κανονισμός 19 των περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών (Κ.Δ.Π. 291/86).

Ο τερματισμός υπηρεσιών υπαλλήλων για λόγους υγείας δεν είναι ένα από τα θέματα που απαριθμούνται στον Κανονισμό, ως εμπίπτοντα στην αρμοδιότητα της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής. Η Συμβουλευτική Επιτροπή όμως έχει σύμφωνα με τον Κανονισμό 19(2)(ε), αρμοδιότητα να επιλαμβάνεται και θεμάτων προσωπικού τα οποία της ανατίθενται ειδικώς υπό της Αρχής. Είναι η θέση των καθ' ων η αίτηση ότι ήταν η πάγια τακτική της Αρχής για σειρά ετών να αφήνει τη διερεύνηση αυτού του είδους θεμάτων στη Συμβουλευτική Υπεπιτροπή. Έστω κι αν δεν υπάρχει γραπτή ανάθεση στην περίπτωση αυτή, το γεγονός της εξέτασης του θέματος από τη Συμβουλευτική Υπεπιτροπή ήταν σε γνώση της Αρχής που πρέπει να θεωρηθεί ότι έδωσε τη συγκατάθεσή της. Εν πάση περιπτώσει, ο ρόλος της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής είναι μόνο συμβουλευτικός και δεν δεσμεύει με κανένα τρόπο την Αρχή. Εφ' όσον δε το θέμα εξετάσθηκε τελικά από την Αρχή που έλαβε την τελική δεσμευτική απόφαση, θεωρείται ότι δεν συντρέχει λόγος ακύρωσης της επίδικης απόφασης για το λόγο αυτό.

2. Η θέση των αιτητών είναι ότι η επίδικη απόφαση λήφθηκε κατά παράβαση του Κανονισμού 31(8) αφού η Αρχή δεν ήλθε προηγουμένως σε συνεννόηση με τη Συντεχνία. Το Δικαστήριο δεν συμφωνεί με τη θέση αυτή. Όπως φαίνεται από τα γεγονότα, η Συντεχνία ενημερώθηκε στις 14.3.96 τόσο για τις εκθέσεις των ιατροσυμβουλίων όπως και για την πιθανότητα τερματισμού των υπηρεσιών των αιτητών και ζητήθηκαν οι απόψεις της επί του θέματος. Η επίδικη απόφαση λήφθηκε στις 7.5.96. Μέχρι τότε, η Συντεχνία δεν ανταποκρίθηκε στην κλήση της Αρχής για έκφραση απόψεων. Η Αρχή έπραξε από μέρους της ότι όφειλε και η παράλειψη στην περίπτωση αυτή βαρύνει τη Συντεχνία των αιτητών.

3. Ο τελευταίος ισχυρισμός των αιτητών αφορά την αιτιολογία της επίδικης απόφασης, η οποία είναι όντως λακωνική και ελλειπής. Η αιτιολογία όμως των διοικητικών αποφάσεων, όταν αυτή δεν απαιτείται ρητά από το νόμο, όπως είναι και η παρούσα περίπτωση, μπορεί να συμπληρωθεί από τα υπόλοιπα στοιχεία των διοικητικών φακέλων. Από τα διάφορα στοιχεία τα οποία τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, κρίνεται ότι η αιτιολογία της επίδικης απόφασης μπορεί να συμπληρωθεί επαρκώς.

Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

Προσφυγή.

Προσφυγή με την οποία προσβάλλεται η απόφαση της Αρχής Ηλεκτρισμού για τον τερματισμό της υπηρεσίας των αιτητών για λόγους υγείας.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τους Αιτητές.

Γ. Κακογιάννης, για την Καθ' ης η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.: Με την προσφυγή αυτή οι αιτητές ζητούν την ακύρωση αντίστοιχων αποφάσεων της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (ΑΗΚ ή η Αρχή), οι οποίες κοινοποιήθηκαν στους αιτητές με επιστολές ημερομηνίας 31.5.96, με τις οποίες τερματίστηκαν οι υπηρεσίες τους από 31.7.96, για λόγους υγείας.

Και οι τρεις αιτητές ήταν, κατά τον κρίσιμο χρόνο, στην υπηρεσία της Αρχής.

Ο αιτητής 1 προσλήφθηκε ως έκτακτος υπάλληλος στις 18.7.66, μονιμοποιήθηκε στις 1.9.67 και κατά τον κρίσιμο χρόνο κατείχε τη θέση του Εφαρμοστή Οργάνων Σταθμού, 1ης Τάξης.

Ο αιτητής 2 προσλήφθηκε ως έκτακτος στις 3.6.68, μονιμοποιήθηκε στις 3.6.70 και κατά τον κρίσιμο χρόνο κατείχε τη θέση του Ηλεκτρολόγου Εφαρμοστή Σταθμού, 1ης Τάξης.

Ο αιτητής 3 προσλήφθηκε ως έκτακτος στις 11.1.66, μονιμοποιήθηκε στις 15.12.66 και κατά τον κρίσιμο χρόνο κατείχε τη θέση του Εργάτη.

Στις 22.7.95, ο αιτητής 1 προσκόμισε ιατρικό πιστοποιητικό του θεράποντα ιατρού του με το οποίο συστήνετο η αποφυγή βαριάς εργασίας και ψυχολογικού στρες, λόγω του ιατρικού ιστορικού του, όπως επίσης και η αποφυγή εργασίας σε ανθυγιεινούς και κλειστούς χώρους, καθώς και σε περιοχές με μεγάλο ύψος. Το πιστοποιητικό αυτό στάληκε τον Αύγουστο του 1995 στην Υπηρεσία Προσωπικού της Αρχής. Δεν έγινε όμως αποδεκτό από την Υπηρεσία Προσωπικού και επεστράφη στο Διευθυντή Ηλεκτροπαραγωγού Σταθμού Μονής, μαζί με την ακόλουθη συνοδευτική επιστολή, ημερομηνίας 5.9.95:

"9130 - Ανδρέας Γιάγκου Εφαρμοστής Οργάνων  Σταθμού 1ης Τάξεως

Αναφέρομαι στην έκθεση του Δρ. Νίκου Νικολάου ημερ. 22.7.1995 ο οποίος συστήνει όπως ο πιο πάνω υπάλληλος αποφεύγει "βαριές εργασίες κλπ".

Με την επιστολή μου αυτή θάθελα να υποδείξω ότι τέτοιες εκθέσεις δεν μπορούν να γίνονται αποδεκτές από την Υπηρεσία Προσωπικού, γιατί δε συνάδουν με τους Όρους Υπηρεσίας και τα Σχέδια Υπηρεσίας. Μετά από απουσία λόγω ασθενείας, τότε μόνο ο υπάλληλος θεωρείται ικανός για ανάληψη καθηκόντων, όταν ο θεράπων ιατρός του βεβαιώσει τούτο.

Στην προκειμένη περίπτωση τουλάχιστο, η Υπηρεσία Προσωπικού δεν μπορεί να προσδιορίσει τί είναι "βαριά εργασία" και "ψυχολογικό στρες". Η δε τελευταία παράγραφος της ιατρικής έκθεσης περιπλέκει περισσότερο τα πράγματα.

Ως εκ τούτου η Έκθεση του Δρ. Νικολάου σας επιστρέφεται. Κανονικά ο υπάλληλος δεν έπρεπε να αναλάβει εργασία με την παρουσίαση της πιο πάνω Ιατρικής Έκθεσης.".

Ο Διευθυντής του Ηλεκτροπαραγωγού Σταθμού Μονής ζήτησε από τον αιτητή 1 όπως προσκομίσει, μέχρι τέλος Σεπτεμβρίου νέα ιατρική έκθεση με την οποία να πιστοποιείται ότι είναι ικανός προς εκτέλεση των καθηκόντων του, άλλως δεν θα του ανατίθετο οποιαδήποτε εργασία. Ο αιτητής δεν προσκόμισε τέτοιο πιστοποιητικό και ο Διευθυντής του Ηλεκτροπαραγωγού Σταθμού Μονής εισηγήθηκε, με επιστολή του προς το Διευθυντή Προσωπικού ημερομηνίας 3.10.95, την παραπομπή του για εξέταση από ιατροσυμβούλιο, για να διαπιστωθεί αν είναι σε θέση να εκτελεί τα καθήκοντα της θέσης του. Ταυτόχρονα, ο Διευθυντής του Ηλεκτροπαραγωγού Σταθμού Μονής επεσήμανε τις περιπτώσεις ακόμα τεσσάρων υπαλλήλων, στις οποίες δημιουργούνταν ερωτηματικά ως προς την ικανότητά τους για εκτέλεση των καθηκόντων τους, και εισηγήθηκε επίσης την παραπομπή τους σε ιατροσυμβούλιο. Ανάμεσα σ' αυτούς ήταν και οι αιτητές 2 και 3.

Το θέμα μελετήθηκε από τη Συμβουλευτική Υπεπιτροπή της Αρχής για Θέματα Προσωπικού (η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή) κατά τις συνεδρίες της ημερομηνίας 17 και 19.10.95, η οποία σύστησε στην Αρχή την παραπομπή τεσσάρων υπαλλήλων, περιλαμβανομένων και των αιτητών σε Ιατροσυμβούλιο, με βάση τον Κανονισμό 31 των περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών του 1986.

Η Αρχή, κατά τη συνεδρία της ημερομηνίας 24.10.95, αποφάσισε την παραπομπή των εν λόγω υπαλλήλων σε ιατροσυμβούλιο, για να υποβληθούν σε εξέταση προς διαπίστωση του βαθμού της ανικανότητάς τους.

Οι αιτητές πληροφορήθηκαν με επιστολές ημερομηνίας 14.11.96 για την πιο πάνω απόφαση της Αρχής. Με την ίδια επιστολή οι αιτητές καλούντο, τόσο οι ίδιοι όσο και η Συντεχνία στην οποία ανήκαν, να υποδείξουν χωρίς καθυστέρηση το γιατρό που θα παρίστατο εκ μέρους τους ή της Συντεχνίας τους, στο ιατροσυμβούλιο.

Τα Ιατροσυμβούλια για τους αιτητές 1) και 3) συγκλήθηκαν στις 29.1.96 και για τον αιτητή 2) στις 13.2.96. Οι εκθέσεις των ιατροσυμβουλίων για τους αιτητές ήταν οι ακόλουθες:

Αιτητής 1 (Ανδρέας Γιάγκου)

"Ιστορικό διαβήτη από το 1980. Υπέστη έμφραγμα μυοκαρδίου το 1982. Η στεφανιογραφία που έγινε έδειξε νόσο ενός αγγείου και συνεστήθη συντηρητική αγωγή. Το 1993 εχειρουργήθη διά στένωση της αριστερής καρωτίδος. Το Μάρτιο του 1995 υπέστη νέο έμφραγμα του μυοκαρδίου. Η κατάσταση του τώρα είναι ικανοποιητική και είναι ελεύθερος συμπτωμάτων.

Η γνώμη του ιατροσυμβουλίου είναι ότι δύναται να εκτελεί τα καθήκοντα του αλλά λόγω του ιστορικού των δύο εμφραγμάτων στο παρελθόν, συνίσταται η αποφυγή ανάθεσης σ' αυτόν καθηκόντων που απαιτούν σοβαρή σωματική κόπωση.".

Αιτητής 2 (Γαβριήλ Αγαθοκλέους)

"Ο πιο πάνω παραπονείται για οσφυαλγία, ισχιαλγία, από το 1985, καθώς και για πόνους στα γόνατα από το 1993.

Ακτινολογικά παρουσιάζει σπονδυλολίσθηση 1ου βαθμού του 04 - 05, με σπονδυλόλυση. Επίσης, αρχόμενες οστεοαρθριτικές αλλοιώσεις δεξιού γόνατος.

Σαν αποτέλεσμα των πιο πάνω, το ιατροσυμβούλιο κρίνει ότι ο κ. Αγαθοκλέους δεν μπορεί να εκτελεί βαρειά σωματική εργασία (Παρατεταμένη ορθοστασία, ανύψωση βαρών, ανεβοκατέβασμα σκαλών κ.λ,π.). Μπορεί όμως να εκτελεί ελαφράν εργασία.". Αιτητής 3 (Ανδρέας Νιόκκας)

"Γνωστός διαβητικός από το 1980. Το 1983 υπέστη οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου και το επόμενο έτος έγινε αγγειοπλαστική των στεφανιαίων στο Λονδίνο.

Το Δεκέμβριο του 1994 νοσηλεύθηκε στα Νοσοκομεία Λεμεσού και Λευκωσίας με οξεία νεφρική ανεπάρκεια. Η νεφρική του λειτουργία έχει σχεδόν αποκατασταθεί πλήρως. Ο ασθενής ο οποίος είναι εργάτης εις Μονή ισχυρίζεται ότι δύναται να εκτελεί τα παρόντα καθήκοντά του.

Το ιατροσυμβούλιο κρίνει ότι δεν μπορεί να εκτελεί οιαδήποτε καθήκοντα εργάτη, και δει εκείνα τα οποία απαιτούν σοβαρή σωματική κόπωση, λόγω σοβαρής δυσλειτουργίας της αριστερής κοιλίας (Κ.Σ.Υ. 30%), η οποία δυσλειτουργία είναι το αποτέλεσμα του εμφράγματος που υπέστη το 1983.".

Αντίγραφα των εκθέσεων των ιατροσυμβουλίων στάληκαν, με επιστολή ημερομηνίας 11.3.96, στο Διευθυντή Ηλεκτροπαραγωγού Σταθμού Μονής για σχόλια και απόψεις. Παράλληλα, στάληκαν και στη Συντεχνία των αιτητών, με επιστολή ημερομηνίας 14.3.96, με την εξής επισήμανση:

"Επειδή πρόκειται να υποβληθεί το θέμα για εξέταση και λήψη απόφασης από την Αρχή σε προσεχή της συνεδρία, παρακαλώ όπως έχω επί του προκειμένου τις απόψεις σας στην περίπτωση που σαν συνέπεια του πορίσματος του Ιατροσυμβουλίου η απόφαση που θα ληφθεί θα είναι ο τερματισμός της υπηρεσίας των υπαλλήλων για λόγους υγείας βάσει του Καν. 31 των περί ΑΗΚ (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών.".

Ο Διευθυντής Ηλεκτροπαραγωγού Σταθμού Μονής, σε επιστολή του προς το Διευθυντή Προσωπικού, ημερομηνίας 13.3.96, ανέφερε τα ακόλουθα:

"α) 29.1.96 - Ανδρέας Γιάγκου (Αρ. ΑΗΚ 9130)

Μεταξύ άλλων η έκθεση του Ιατροσυμβουλίου για τον πιο πάνω συνιστά "την αποφυγή της ανάθεσης σ' αυτόν καθηκόντων που απαιτούν σοβαρή κόπωση". Πόσο εύκολο όμως είναι και ποιος θα αποφασίζει φέρνοντας ταυτόχρονα και την ευθύνη ποιες από τις εργασίες του Τμήματος Συντήρησης Οργάνων δεν θα προκαλέσουν σοβαρή σωματική κόπωση;

Ο μόνος ασφαλής τρόπος υλοποίησης της σύστασης του Ιατροσυμβουλίου είναι να επαφίεται στον Α. Γιάγκου να αποφασίζει ο ίδιος - οπόταν και θα φέρει ο ίδιος την ευθύνη - ποιες από τις εργασίες από αυτές που του ανατίθενται θα εκτελεί, για να διασφαλίζεται ότι δεν υφίσταται "σοβαρή σωματική κόπωση" εφόσον τούτο μόνο ο ίδιος μπορεί να το κρίνει.

Αν η αντιμετώπιση του θέματος πάνω σε αυτή τη βάση είναι αποδεκτή από την Αρχή - οπόταν και σε περίπτωση που μη γένοιτο πάθει κάτι ενώ εργάζεται η ευθύνη θα είναι δική του - πιστεύεται ότι ενδοτμηματικά δεν θα δημιουργηθούν αξεπέραστα προβλήματα για την ομαλή διεξαγωγή της εργασίας. Όμως αυτή η πτυχή θα μπορούσε να είναι υπό παρακολούθηση για να επανέλθομε αν χρειασθεί.

β) 29.1.96 - Ανδρέας  Νιόκκας (Αρ. ΑΗΚ 9597)

Κανένα σχόλιο.

γ) 13.2.96 - Γαβριήλ Αγαθοκλέους (Αρ. ΑΗΚ 9323)

Κατά την εκτέλεση των συνηθισμένων καθηκόντων του πιο πάνω Ηλεκτρολόγου Εφαρμοστή υπάρχει ανάγκη και για παρατεταμένη ορθοστασία και για ανεβοκατέβασμα σκαλών και για ανύψωση βαρών αν και όχι συχνά γι' αυτό το τελευταίο. Επειδή ορισμένες από τις παθήσεις του μόλις άρχισαν πιθανόν με την πάροδο του χρόνου να χειροτερεύουν. Έτσι, σύμφωνα με τα ευρήματα του Ιατροσυμβουλίου ο Γ. Αγαθοκλέους δεν μπορεί να προσφέρει σαν Ηλεκτρολόγος Εφαρμοστής Σταθμού, πολλά.

Επομένως και εφόσον τούτο είναι αποδεκτό από την Αρχή θα μπορούσε να διερευνηθεί αν είναι δυνατό και υπό ποίες συνθήκες θα μπορούσε να αλλάξει καθήκοντα για να εκτελεί εργασία που είναι ελαφρή.".

Η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή, κατά τη συνεδρία της ημερομηνίας 30.4.96, αφού έλαβε υπόψη τις εκθέσεις των ιατροσυμβουλίων για τους αιτητές, αποφάσισε τα ακόλουθα:

"Με βάση τα πορίσματα των Ιατροσυμβουλίων για τους πιο πάνω υπαλλήλους σε συσχετισμό με τα καθήκοντα και ευθύνες, που απαιτούνται από τα Σχέδια Υπηρεσίας των θέσεων που κατέχουν, τα Μέλη αποφάσισαν να δεχθούν εισήγηση της Διεύθυνσης και να συστήσουν στην Αρχή τον τερματισμό των υπηρεσιών των υπαλλήλων αυτών για λόγους υγείας.

Τα Μέλη κατά τη μελέτη της πιο πάνω εισήγησης σημείωσαν τα εξής:

Σύμφωνα με τον Καν. 31.(8) των Περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών του 1986, σε περίπτωση που, συνεπεία του πορίσματος του Ιατροσυμβουλίου, η υπηρεσία του υπαλλήλου θα τερματιστεί, ο τερματισμός θα γίνει κατόπιν συνεννοήσεως με τη Συντεχνία στην οποία ανήκει. Επειδή και οι τρεις επηρεαζόμενοι υπάλληλοι ανήκουν στη δύναμη της ΕΠΟΠΑΗ, με επιστολή του Διευθυντή Προσωπικού ημερ. 14.3.1996 ζητήθηκε από το Γενικό Γραμματέα της ΕΠΟΠΑΗ να υποβάλει τις απόψεις της Συντεχνίας στην περίπτωση που η απόφαση που θα ληφθεί θα είναι ο τερματισμός της υπηρεσίας των υπαλλήλων για λόγους υγείας.".

Το θέμα άχθηκε ενώπιον της Αρχής, η οποία κατά τη συνεδρία της ημερομηνίας 7.5.96, αποφάσισε να τερματίσει τις υπηρεσίες των αιτητών για λόγους υγείας.

Οι αιτητές έλαβαν γνώση της πιο πάνω απόφασης της Αρχής με ταυτόσημες επιστολές ημερομηνίας 31.5.96.

Η Συντεχνία των αιτητών, με επιστολές της προς το Διευθυντή Προσωπικού ημερομηνίας 11.6.96 και 2.7.96, διαμαρτυρήθηκε για την πιο πάνω απόφαση της Αρχής και ζήτησε αναθεώρησή της και σύσταση νέων ιατροσυμβουλίων, αν παρίστατο ανάγκη. Στην επιστολή ημερομηνίας 11.6.96, αναφέρονται, μεταξύ άλλων, ότι δεν τηρήθηκαν οι πρόνοιες του Κανονισμού 31(8) που προβλέπει για διαβουλεύσεις με τις Συντεχνίες των υπαλλήλων σε περίπτωση που επίκειται τερματισμός των υπηρεσιών τους συνεπεία του πορίσματος του ιατροσυμβουλίου, και ότι δεν δόθηκε χρόνος στη Συντεχνία για μελέτη του θέματος. Αναφέρεται επίσης ότι σύμφωνα με τα πορίσματα των ιατροσυμβουλίων οι μεν δύο πρώτοι αιτητές μπορούσαν να εκτελούν τα ελαφρότερα από τα καθήκοντα των θέσεων τους, ο δε τρίτος αιτητής είχε στο μεταξύ παρουσιάσει νεότερα ιατρικά πιστοποιητικά, που παρουσιάζουν βελτιωμένη την κατάσταση της υγείας του.

Ο Διευθυντής Προσωπικού απάντησε με επιστολή του ημερομηνίας 8.7.96 και η Συντεχνία των αιτητών επανήλθε με επιστολή ημερομηνίας 23.7.96, ζητώντας και πάλι αναθεώρηση της απόφασης της Αρχής με το αιτιολογικό ότι οι αιτητές 1 και 2 μπορούσαν να εκτελούν τις ελαφρότερες από τις εργασίες που αναφέρονται στο σχέδιο υπηρεσίας των θέσεων τους, ο δε αιτητής 3 μπορούσε να εκτελεί ελαφρά καθήκοντα. Αναθεώρηση της απόφασης της Αρχής ζήτησαν και οι ίδιοι οι αιτητές, με επιστολές τους ημερομηνίας 25.7.96, ενόψει του διορισμού νέου Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής. Στις 2.8.96, καταχωρήθηκε η παρούσα προσφυγή. Μετά την καταχώρηση της προσφυγής, η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή επιλήφθηκε ξανά του θέματος σε συνεδρία της ημερομηνίας 10.9.96 και αφού άκουσε τις απόψεις της Συντεχνίας, σε ένδειξη καλής θέλησης όπως αναφέρεται στα πρακτικά, αποφάσισε να εμμείνει στην προηγούμενη απόφασή της για τερματισμό των υπηρεσιών των αιτητών για λόγους υγείας. Το θέμα τέθηκε και ενώπιον της Αρχής κατά τη συνεδρία της ημερομηνίας 24.9.96, η οποία αποφάσισε να εμμείνει στην προηγούμενη απόφασή της. Η Συντεχνία των αιτητών απέστειλε στην Αρχή νέα επιστολή, ημερομηνίας 8.10.96, προβάλλοντας και πάλι ότι παραβιάστηκαν οι πρόνοιες του Κανονισμού 31(8) εφόσον δεν έγιναν διαβουλεύσεις με τη Συντεχνία, εξηγώντας ότι η καθυστέρηση στην παράθεση των απόψεών τους οφείλετο στην προσπάθειά τους να συγκεντρώσουν τεκμηριωμένα στοιχεία λόγω της σοβαρότητας του θέματος.

Η προσφυγή αυτή στρέφεται κατά της απόφασης της Αρχής ημερομηνίας 7.5.96 η οποία κοινοποιήθηκε στους αιτητές στις 31.5.96. Οι κυριότεροι λόγοι ακυρώσεως στους οποίους οι αιτητές βασίζουν τους ισχυρισμούς τους είναι:

(α) Η αναρμοδιότητα της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής.

(β) Η παράλειψη της Αρχής να έλθει σε συνεννόηση με τη Συντεχνία των αιτητών,

(γ) Η απουσία της δέουσας αιτιολογίας και

(δ) Η έλλειψη δέουσας έρευνας.

Αναφορικά με τον πρώτο λόγο ακυρώσεως, ο δικηγόρος των αιτητών ισχυρίζεται ότι η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή δεν είχε εξουσία να επιληφθεί του θέματος και ότι το μόνο αρμόδιο σώμα ήταν το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής. Είναι δε η θέση του ότι ο ρόλος της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής υπήρξε καθοριστικός.

Σχετικός με το θέμα είναι ο Κανονισμός 19 των περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών (Κ.Δ.Π. 291/86), ο οποίος προνοεί ότι:

"19.-(1) Συνίσταται Συμβουλευτική Υπεπιτροπή η οποία θα είναι γνωστή ως "Συμβουλευτική Υπεπιτροπή της Αρχής διά θέματα Προσωπικού" απαρτιζομένη εκ τριών Μελών της Αρχής εις τα οποία θα συμπεριλαμβάνεται ο εκάστοτε Πρόεδρος, ή ελλείψει Προέδρου, ή κωλυομένου του Προέδρου να παρακαθήση, ο Αντιπρόεδρος της Αρχής. Τα δύο έτερα Μέλη θα καθορίζωνται υπό της ολομελείας της Αρχής η οποία θα δύναται να καθορίζη τον χρόνον της θητείας των και θα παύη και αντικαθιστά ταύτα.

(2) Η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή θα επιλαμβάνηται των κάτωθι θεμάτων αφορώντων εις ζητήματα προσωπικού-

(α) της προσλήψεως υπαλλήλων

(β) του διορισμού, προαγωγής και μεταθέσεως εις θέσεις, ή της εναλλαγής θέσεων, όλων των επιπέδων

(γ) της επικυρώσεως ή μη, διορισμού εις οιανδήποτε θέσιν

(δ) της παραχωρήσεως επιπρόσθετων προσαυξήσεων

(ε) των ζητημάτων προσωπικού τα οποία της ανατίθενται ειδικώς υπό της Αρχής.

και θα προβαίνη εις συστάσεις και εισηγήσεις προς την Αρχήν.

(3) Ο ρόλος της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής θα είναι συμβουλευτικός μόνον, με σκοπόν παροχής βοηθείας προς την Αρχήν εις την επιλογήν του καλυτέρου διαθεσίμου υποψηφίου διά διορισμόν ή προαγωγήν εις οιανδήποτε κενήν θέσιν ως και εις τα έτερα ζητήματα τα οποία αναφέρονται εις το εδάφιον (2) του παρόντος Κανονισμού.

(4) Η Αρχή ουδόλως θα δεσμεύηται εξ' οιασδήποτε συστάσεως της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής, τα δε μέλη της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής όταν θα παρακάθηνται εις την ολομέλειαν της Αρχής ουδόλως θα δεσμεύωνται υπό οιασδήποτε αποφάσεως ληφθείσης υπό της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής έστω και εάν ταύτα συμμετέσχον εις την λήψιν της τοιαύτης αποφάσεως. Η Αρχή εν ολομέλεια θα έχη αποκλειστικήν αρμοδιότητα και εξουσίαν να λαμβάνη τελικάς και δεσμευτικάς αποφάσεις επί πάντων των θεμάτων προσωπικού.".

.................................."

Ο τερματισμός υπηρεσιών υπαλλήλων για λόγους υγείας δεν είναι ένα από τα θέματα που απαριθμούνται στον Κανονισμό, ως εμπίπτοντα στην αρμοδιότητα της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής. Η Συμβουλευτική Επιτροπή όμως έχει σύμφωνα με τον Κανονισμό 19(2)(ε), αρμοδιότητα να επιλαμβάνεται και θεμάτων προσωπικού τα οποία της ανατίθενται ειδικώς υπό της Αρχής. Είναι η θέση των καθ' ων η αίτηση ότι ήταν η πάγια τακτική της Αρχής για σειρά ετών να αφήνει τη διερεύνηση αυτού του είδους θεμάτων στη Συμβουλευτική Υπεπιτροπή. Έστω κι' αν δεν υπάρχει γραπτή ανάθεση στην περίπτωση αυτή, το γεγονός της εξέτασης του θέματος από τη Συμβουλευτική Υπεπιτροπή ήταν σε γνώση της Αρχής που πρέπει να θεωρηθεί ότι έδωσε τη συγκατάθεσή της. Εν πάση περιπτώσει, ο ρόλος της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής είναι μόνο συμβουλευτικός και δεν δεσμεύει με κανένα τρόπο την Αρχή. Εφ' όσον δε το θέμα εξετάσθηκε τελικά από την Αρχή που έλαβε την τελική δεσμευτική απόφαση, θεωρώ ότι δεν συντρέχει λόγος ακύρωσης της επίδικης απόφασης για το λόγο αυτό.

Αναφορικά με το δεύτερο λόγο ακυρώσεως, ο σχετικός Κανονισμός είναι ο 31, ο οποίος προνοεί ότι:

"31.-(1) Υπάλληλος ο οποίος διά λόγους υγείας θεωρείται ή αισθάνεται ότι δεν δύναται να εκτελή εις ικανοποιητικόν βαθμόν τα καθήκοντα της θέσεως του, δυνατόν να κληθή υπό της Αρχής ή να ζητήση ο ίδιος όπως υποβληθή εις ιατρικήν εξέτασιν υπό ιατροσυμβουλίου προς τον σκοπόν διαπιστώσεως του βαθμού της ανικανότητάς του.

(2) Το ιατροσυμβούλιον θα είναι τριμελές και θα αποτελείται από κυβερνητικόν ιατρόν, ο οποίος θα είναι ο Πρόεδρος, από ιατρόν της Αρχής και από ιατρόν ο οποίος θα υποδειχθή υπό του ενδιαφερομένου υπαλλήλου ή της συντεχνίας εις την οποίαν ανήκει.

(3) Τα αποτελέσματα της ιατρικής εξετάσεως θα καταγραφούν εις πρακτικόν το οποίον θα συνταχθή και υπογραφή υπό των τριών μελών του ιατροσυμβουλίου και θα υποβληθή εις την Αρχήν ουχί αργότερον των 10 ημερών από της ημέρας της ιατρικής εξετάσεως.

..................................

(8) Εις ην περίπτωσιν συνεπεία του πορίσματος του ιατροσυμβουλίου, η υπηρεσία υπαλλήλου θα πρέπει να τερματισθή, ο τερματισμός της υπηρεσίας του θα γίνεται κατόπιν συνεννοήσεως μετά της συντεχνίας εις την οποίαν ανήκει.

.................................."

Η θέση των αιτητών είναι ότι η επίδικη απόφαση λήφθηκε κατά παράβαση του Κανονισμού 31(8) αφού η Αρχή δεν ήλθε προηγουμένως σε συνεννόηση με τη Συντεχνία. Δεν συμφωνώ με τη θέση αυτή. Όπως φαίνεται από τα γεγονότα που εκτέθηκαν πιο πάνω, η Συντεχνία ενημερώθηκε στις 14.3.96 τόσο για τις εκθέσεις των ιατροσυμβουλίων όπως και για την πιθανότητα τερματισμού των υπηρεσιών των αιτητών και ζητήθηκαν οι απόψεις της επί του θέματος. Η επίδικη απόφαση λήφθηκε στις 7.5.96. Μέχρι τότε, η Συντεχνία δεν ανταποκρίθηκε στην κλήση της Αρχής για έκφραση απόψεων. Βρίσκω ότι η Αρχή έπραξε από μέρους της ότι όφειλε και η παράλειψη στην περίπτωση αυτή βαρύνει τη Συντεχνία των αιτητών. Επομένως κι' ο λόγος αυτός ακυρώσεως απορρίπτεται.

Όσο για την οφειλόμενη δέουσα έρευνα, δεν υποδείχθηκε με πιο τρόπο η έρευνα ήταν ελλειπής, πλην του ισχυρισμού των αιτητών για παράλειψη συνεννόησης με τη Συντεχνία, με τον οποίο ασχολήθηκα πιο πάνω. Η Αρχή μερίμνησε τόσο για την παραπομπή των αιτητών σε ιατροσυμβούλια, οι εκθέσεις των οποίων βρίσκονταν ενώπιόν της, όσο και τη λήψη των απόψεων διαφόρων υπηρεσιακών παραγόντων. Επιπλέον, έγινε συσχετισμός των εκθέσεων των ιατροσυμβουλίων με τα καθήκοντα της θέσης του κάθε αιτητή, όπως περιγράφονταν στα αντίστοιχα σχέδια υπηρεσίας. Βρίσκω ότι η διεξαχθείσα έρευνα ήταν επαρκής υπό τις περιστάσεις.

Ο τελευταίος ισχυρισμός των αιτητών αφορά την αιτιολογία της επίδικης απόφασης, η οποία είναι όντως λακωνική και ελλειπής. Η αιτιολογία όμως των διοικητικών αποφάσεων, όταν αυτή δεν απαιτείται ρητά από το νόμο, όπως είναι και η παρούσα περίπτωση, μπορεί να συμπληρωθεί από τα υπόλοιπα στοιχεία των διοικητικών φακέλων. Από τα διάφορα στοιχεία τα οποία τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, βρίσκω ότι η αιτιολογία της επίδικης απόφασης μπορεί να συμπληρωθεί επαρκώς. Ως εκ τούτου απορρίπτω και τον ισχυρισμό αυτό των αιτητών.

Ως αποτέλεσμα, η προσφυγή αυτή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται. Καμιά διαταγή για έξοδα.

Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο