ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1997) 4 ΑΑΔ 2129

11 Σεπτεμβρίου, 1997

[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΚΥΡΟΣ ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ ΜΟΤΟΡ ΛΤΔ.,

Αιτητές,

ν.

1. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ,

2. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,

3. ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ, ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΦΠΑ,

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 151/95)

Αναθεωρητική Δικαιοδοσία— Αντικείμενο της το κύρος της διοικητικής πράξης — Βάρος αποδείξεως της ακυρότητάς της φέρει ο αιτητής — Πεδίο επέμβασης του ακυρωτικού δικαστηρίου.

Φόρος Προστιθέμενης Αξίας— Μείωση του φόρου με βάση πιστωτικές σημειώσεις —Άρθρο 3 των περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Διόρθωση Λογαριασμών) Κανονισμών του 1991 —Περιστάσεις ανεπάρκειας των πιστωτικών σημειώσεων στην κριθείσα περίπτωση — Συνέπειες.

Η αιτήτρια εταιρεία προσέφυγε κατά της σε βάρος της επιβολής φορολογίας προστιθέμενης αξίας που ακολούθησε τον έλεγχο των βιβλίων της.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1. Το βάρος της απόδειξης ότι μια διοικητική πράξη είναι άκυρη, το φέρει ο αιτητής. Έχει καθιερωθεί νομολογιακά ότι τα Δικαστήρια περιορίζονται στον έλεγχο της διοικητικής πράξης εξετάζοντας κατά πόσο η διοίκηση έχει ενεργήσει κάτω από πλάνη ή έχει υπερβεί τα όρια της διακριτικής της εξουσίας. Τα Δικαστήρια δεν επεμβαίνουν εκτός αν η διοικητική πράξη δεν ήταν εύλογα επιτρεπτή με βάση τα στοιχεία που υπήρχαν ενώπιον των αρμοδίων οργάνων.

2. Φόρος Προστιθέμενης Αξίας επιβάλλεται με βάση τα ποσά και στοιχεία που αναφέρονται στα σχετικά τιμολόγια.

Για να εφαρμοστούν οι πρόνοιες του Άρθρου 3 των Κανονισμών του 1991 για τη μείωση του καταβλητέου Φόρου προστιθέμενης αξίας, η αιτήτρια εταιρεία έπρεπε να εκδίδει τις αναγκαίες πιστωτικές σημειώσεις, ο δε Έφορος έχει υποχρέωση να λαμβάνει υπόψη το περιεχόμενο των βιβλίων και/ή αποδείξεων, εφόσον αυτά τηρούνται σύμφωνα με τις πρόνοιες του νόμου. Διαφορετικά έχει τη διακριτική ευχέρεια να τα παραγνωρίζει, αν τα σχετικά έγγραφα και/ή σημειώσεις δεν υποδεικνύουν την πραγματική εικόνα της επιχείρησης.

Μέσα στα πλαίσια των όσων έχουν αναφερθεί, η απόφαση του Εφόρου να μην αποδεχθεί τις εξηγήσεις που έχουν δοθεί από την αιτήτρια εταιρεία για τις πιστωτικές σημειώσεις ήταν νόμιμη και εύλογα επιτρεπτή. Η απόφαση που έλαβε για τον καθορισμό του καταβλητέου ποσού δε στηρίζεται σε εικασίες αλλά στα στοιχεία που είχε ενώπιον του. Οι σκέψεις και τα δεδομένα που έλαβε υπ' όψη για τον καθορισμό του φόρου εκτίθενται με αρκετές λεπτομέρειες στα διάφορα παραρτήματα με τις σχετικές καταστάσεις και υπολογισμούς που δείχνουν καθαρά ότι η απόφαση του Εφόρου δε στηρίζεται πάνω σε αόριστες ενδείξεις, αλλά στο καλύτερο υπόστρωμα που είχε κάτω από τις περιστάσεις. Έχοντας υπ' όψη τα πιο πάνω το Δικαστήριο καταλήγει ότι η απόφαση του ήταν και νόμιμη και εύλογα επιτρεπτή.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Προσφυγή.

Προσφυγή με την οποία προσβάλλεται η απόφαση του Εφόρου Φόρου Εισοδήματος με την οποία κλήθηκε, η αιτήτρια, να καταβάλει Φόρο Προστιθέμενης Αξίας ύψους £15.961,95.

Κουκουρή για Παπαχαραλάμπους και Αγγελίδη, για την Αιτήτρια Εταιρεία.

Στυλιανίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια εταιρεία ασχολείται με την πώληση καινούργιων και μεταχειρισμένων αυτοκινήτων. Κατόπιν ελέγχου που διενήργησε το Γραφείο Φόρου Προστιθέμενης Αξίας τον Ιούνιο του 1994 η αιτήτρια εταιρεία κλήθηκε να καταβάλει Φόρο Προστιθέμενης Αξίας ύψους £16.268,68σ. Κατόπιν ένστασης που υποβλήθηκε εκ μέρους της αιτήτριας εταιρείας στις 26/1/1995 το πιο πάνω ποσό μειώθηκε σε £15.961,95σ. Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια εταιρεία ζητά την ακύρωση της πιο πάνω απόφασης γιατί τη θεωρεί "άκυρη και/ή παράνομη".

Ο βασικός λόγος για τον οποίο προσβάλλεται η πιο πάνω απόφαση είναι η μη έκδοση ορθών πιστωτικών σημειώσεων. Η αιτήτρια εταιρεία προβάλλει μερικούς ισχυρισμούς για τη μη έκδοση πιστωτικών σημειώσεων και/ή για την έκδοση πιστωτικών σημειώσεων το περιεχόμενο των οποίων δε συνήδε με τις σχετικές νομοθετικές πρόνοιες. Ειδικότερα είναι η θέση της αιτήτριας εταιρείας ότι,

(i) Στις πιστωτικές σημειώσεις αναγραφόταν καθαρά το τιμολόγιο πώλησης,

(ii) Οι αγοραστές δεν έπαιρναν τα πρωτότυπα των πιστωτικών σημειώσεων που υπέγραφαν, γιατί δεν τους ήταν χρήσιμα αφού δεν ήταν εγεγραμμένοι στα μητρώα του Φ.Π.Α.,

(iii) Για τις 33 ασυμπλήρωτες πιστωτικές σημειώσεις οι πελάτες, ενώ αρχικά αδυνατούσαν να πληρώσουν ολόκληρο το ποσό, αργότερα μπόρεσαν να το καλύψουν από άλλες πηγές και έτσι η συμπλήρωση τους ήταν πλέον άχρηστη,

(iν) Η διεκδίκηση του ποσού των £142,86σ ως Φόρου εισροών από την εταιρεία "PAPAMICHAEL SPARE PARTS LTD" αναφορικά με την πώληση του οχήματος ΥΕ 283 οφειλόταν σε λάθος της πιο πάνω εταιρείας.

Οι ισχυρισμοί αυτοί εξετάστηκαν και απορρίφθηκαν από τους καθ' ων η αίτηση. Περιληπτικά είναι η θέση των καθ' ων η αίτηση ότι,

(i) Σε όσες πιστωτικές σημειώσεις είχαν εκδοθεί δεν αναγράφονταν οι λόγοι για τους οποίους είχαν εκδοθεί ούτε τα στοιχεία τα οποία απαιτεί ο σχετικός κανονισμός,

(ii) Στις περισσότερες πιστωτικές σημειώσεις δεν υπήρχαν καθόλου στοιχεία εκτός από κάποια υπογραφή κάτω από τη λέξη "ο παραλήπτης", και τα πρωτότυπα αρκετών από τις πιστωτικές σημειώσεις παρέμειναν στην κατοχή των αιτητών, γεγονός που υποδηλοί ότι δεν είχαν παραδοθεί στους πελάτες της αιτήτριας εταιρείας και κατ' επέκταση δεν είχαν εκδοθεί,

(iii) Οι 33 ασυμπλήρωτες πιστωτικές σημειώσεις είναι τελείως κενές και φέρουν την υπογραφή ενός προσώπου ως παραλήπτη, γεγονός που υποδεικνύει ότι οι πιστωτικές σημειώσεις ήταν εικονικές, και

(iv) Για το όχημα ΥΕ 283 το β' τιμολόγιο που εκδόθηκε και η πιστωτική σημείωση έγιναν μεταγενέστερα για να διορθώσουν την εικόνα που δημιουργήθηκε από την έρευνα ότι ο αιτητής απέδιδε ως Φόρο εισροών ποσό λιγότερο από το Φόρο εισροών που απαιτούσε ο αγοραστής.

Το βάρος της απόδειξης ότι μια διοικητική πράξη είναι άκυρη, το φέρει ο αιτητής. Έχει καθιερωθεί νομολογιακά ότι τα Δικαστήρια περιορίζονται στον έλεγχο της διοικητικής πράξης εξετάζοντας κατά πόσο η διοίκηση έχει ενεργήσει κάτω από πλάνη ή έχει υπερβεί τα όρια της διακριτικής της εξουσίας. Τα Δικαστήρια δεν επεμβαίνουν εκτός αν η διοικητική πράξη δεν ήταν εύλογα επιτρεπτή με βάση τα στοιχεία που υπήρχαν ενώπιον των αρμοδίων οργάνων.

Το άρθρο 39 του Νόμου απαιτεί την τήρηση βιβλίων και αρχείων για σκοπούς εξακρίβωσης της παράδοσης αγαθών ή υπηρεσιών. Επίσης σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 37 των Περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμων 1990 μέχρι 1994,

"(1) Εάν από το περιεχόμενο του τιμολογίου φαίνεται ότι έχει πραγματοποιηθεί παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών και το ποσό του φόρου που αναλογεί σ' αυτή αναγράφεται στο τιμολόγιο ξεχωριστά, τότε το πρόσωπο το οποίο εξέδωσε το τιμολόγιο οφείλει να καταβάλει στον Έφορο ποσό ίσο με το ποσό που αναγράφεται σ' αυτό ως φόρος ή, εάν το ποσό του φόρου δεν αναγράφεται ξεχωριστά οφείλει να καταβάλει ποσό ίσο με το ποσό που αναλογεί ως φόρος στην εν λόγω παράδοση ή παροχή."

Από τα πιο πάνω φαίνεται ότι Φόρος Προστιθέμενης Αξίας επιβάλλεται με βάση τα ποσά και στοιχεία που αναφέρονται στα σχετικά τιμολόγια.

Επιπρόσθετα σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 3 των περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Διόρθωση Λογαριασμών) Κανονισμών του 1991, που έχουν εγκριθεί με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 33 των περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμων 1990 μέχρι 1994,

"Σε περίπτωση που υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο περιέλαβε στη μερίδα που αφορά τον καταβλητέο φόρο του λογαριασμού του φόρου προστιθέμενης αξίας που τηρεί, ποσό φόρου εκροών που επέβαλε σε πελάτη για παράδοση ή παροχή, και η αντιπαροχή για την παράδοση ή παροχή αυτή εκ των υστέρων μειώνεται, τότε νοουμένου ότι το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο εκδίδει στον πελάτη του χρονολογημένη πιστωτική σημείωση αναφέροντας

(i) το όνομα του υποκείμενου στο φόρο προσώπου, τη διεύθυνση και τον αριθμό εγγραφής του,

(ii)το όνομα και διεύθυνση του πελάτη του και αν είναι εγγεγραμμένο πρόσωπο, τον αριθμό εγγραφής του,

(iii)την αρχική αντιπαροχή για την παράδοση ή παροχή,

(iv)το ποσό του φόρου που αρχικά επιβλήθηκε για την παράδοση ή παροχή,

(ν) τη μειωμένη αντιπαροχή για την παράδοση ή παροχή,

(vi) το ποσό του επιβλητέου φόρου που αφορά τη μειωμένη αντιπαροχή για την παράδοση ή παροχή μπορεί να καταχωρήσει ως αρνητική εγγραφή στη μερίδα του καταβλητέου φόρου του λογαριασμού φόρου προστιθέμενης αξίας που τηρεί και για τη φορολογική περίοδο στην οποία εκδίδει πιστωτική σημείωση, τη διαφορά μεταξύ των ποσών του φόρου που αναφέρονται στις παραγράφους (iv) και (vi) του παρόντος Κανονισμού".

Από τα πιο πάνω φαίνεται ότι για να εφαρμοστούν οι πρόνοιες του άρθρου 3 για τη μείωση του καταβλητέου Φόρου προστιθέμενης αξίας, η αιτήτρια εταιρεία έπρεπε να εκδίδει τις αναγκαίες πιστωτικές σημειώσεις. Ο Έφορος έχει υποχρέωση να λαμβάνει υπόψη το περιεχόμενο των βιβλίων και/ή αποδείξεων, εφόσον αυτά τηρούνται σύμφωνα με τις πρόνοιες του νόμου. Διαφορετικά έχει τη διακριτική ευχέρεια να τα παραγνωρίζει, αν τα σχετικά έγγραφα και/ή σημειώσεις δεν υποδεικνύουν την πραγματική εικόνα της επιχείρησης.

Μέσα στα πλαίσια των όσων έχω αναφέρει πιο πάνω, η απόφαση του Εφόρου να μην αποδεχθεί τις εξηγήσεις που έχουν δοθεί από την αιτήτρια εταιρεία για τις πιστωτικές σημειώσεις ήταν νόμιμη και εύλογα επιτρεπτή. Η απόφαση που έλαβε για τον καθορισμό του καταβλητέου ποσού δε στηρίζεται σε εικασίες αλλά στα στοιχεία που είχε ενώπιον του. Οι σκέψεις και τα δεδομένα που έλαβε υπ' όψη για τον καθορισμό του φόρου εκτίθενται με αρκετές λεπτομέρειες στα διάφορα παραρτήματα με τις σχετικές καταστάσεις και υπολογισμούς που δείχνουν καθαρά ότι η απόφαση του Εφόρου δε στηρίζεται πάνω σε αόριστες ενδείξεις, αλλά στο καλύτερο υπόστρωμα που είχε κάτω από τις περιστάσεις. Έχοντας υπ' όψη τα πιο πάνω δεν έχω καμιά αμφιβολία να καταλήξω σε συμπέρασμα ότι η απόφαση του ήταν και νόμιμη και εύλογα επιτρεπτή.

Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος της αιτήτριας εταιρείας. Η απόφαση των καθ' ων η αίτηση επικυρώνεται σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 146(4) του Συντάγματος.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο