ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 4 ΑΑΔ 1968
8 Σεπτεμβρίου, 1997
[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
CYPROSERVUS CO. LTD.,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1.ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
2.ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 660/95)
Φορολογία — Φορολογία εκτάκτου εισφοράς — Η εξαίρεση της αμοιβής από την επιβολή εισφοράς — Άρθρο 3 τον Ν. 34/76 — Αυθεντική ερμηνεία του όρου αμοιβή στο Άρθρο 2(1) τον Νόμου — Αφορά φυσικά μόνον πρόσωπα.
Διοικητικό Δίκαιο —Διοικητική πράξη — Αιτιολογία — Αιτιολογία επί Ερμηνείας διατάξεως νόμου.
Λέξεις και Φράσεις — Η λέξη αμοιβή στο Άρθρο 3 του περί Καταβολής Έκτακτης Εισφοράς (Προσωρινές Διατάξεις) Νόμου 34 τον 1978 και 111 του 1990.
Η αιτήτρια εταιρεία προσέφυγε κατά της επιβολής σε βάρος της έκτακτης εισφοράς και ως προς αμοιβές που εισέπραξε από υπηρεσίες γραμματέα τις οποίες κατ' επάγγελμα παρείχε.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Είναι καθιερωμένη αρχή ότι στην ερμηνεία Φορολογικών Νόμων και για την εξακρίβωση της πρόθεσης του Νομοθέτη, εξετάζεται αντικειμενικά η γλώσσα και το λεκτικό που χρησιμοποίησε. Τίποτε δεν μπορεί να προστεθεί στο Νόμο ούτε μπορεί να θεωρηθεί ότι εξυπακούεται ή τεκμαίρεται. Στην παρούσα υπόθεση η φράση "οποιουδήποτε προσώπου" δεν μπορεί να απομονωθεί από το όλο κείμενο του Νόμου και να ερμηνευθεί με βάση άλλες διατάξεις άλλων νόμων. Η προσπάθεια του δικηγόρου της αιτήτριας να ερμηνεύσει λέξεις του υπό εξέταση Νόμου με ερμηνευτικές διατάξεις του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113 είναι ατελέσφορη και εναντίον των αρχών ερμηνείας των Νόμων.
Η ουσία της υπόθεσης αυτής έγκειται, κατά την άποψη του Δικαστηρίου, στην ερμηνεία της λέξης "αμοιβή" όπως αυθεντικά ερμηνεύεται από τον ίδιο το Νόμο στην ερμηνευτική διάταξη του Άρθρου 2(1).
Δεν χωρεί καμιά αμφιβολία από την ερμηνευτική αυτή διάταξη ότι η αναφορά του Νόμου σε "οποιοδήποτε πρόσωπο" σημαίνει φυσικό πρόσωπο αφού αναφέρεται σε μισθωτές υπηρεσίες, σε συντάξεις, επιδόματα, φιλοδωρήματα αφυπηρέτησης και Ταμεία Προνοίας. Θα ήταν παράλογο να υποθέσει κάποιος ότι οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο, παρέχοντας υπηρεσίες όπως η αιτήτρια, θα είχε επιδόματα, σύνταξη ή Ταμεία Προνοίας.
2. Ο Έφορος έδωσε πλήρη αιτιολογία για την απόφασή του, εξάλλου είχε να αντιμετωπίει νομικό θέμα που συνίστατο στην ερμηνεία του Νόμου, πράγμα το οποίο και έπραξε.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενη υπόθεση:
Serafino Shoes Ind. v. Republic (1991) 3 C.L.R. 310.
Προσφυγή.
Προσφυγή με την οποία προσβάλλεται η απόφαση του Εφόρου Φόρου Εισοδήματος για την απόρριψη των ενστάσεων της αιτήτριας για τις φορολογίες Έκτακτης Εισφοράς που της επιβλήθηκαν για τα έτη 1987-1991.
Ρ. Καλλιγέρου για Γ. Αγαπίου, για την Αιτήτρια.
Γ. Λαζάρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Α.: Η αιτήτρια Εταιρεία στην προσφυγή αυτή ζητά την ακόλουθη θεραπεία:-
"Δήλωση και/ή διακήρυξη του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η απόφαση του Εφόρου Φόρου Εισοδήματος η οποία κοινοποιήθηκε στην Αιτήτρια με επιστολή ημερομηνίας 8 Μαΐου 1995 σε σχέση με τις ενστάσεις της για τις φορολογίες Έκτακτης Εισφοράς που της επιβλήθηκαν για τα έτη 1987 έως 1991 και σύμφωνα με την οποίαν τα εισοδήματα της Αιτήτριας εταιρείας Cyproservus Co Limited από παροχή υπηρεσιών γραμματέως (secretarial services) φορολογούνται για σκοπούς Έκτακτης Εισφοράς και οι ειδοποιήσεις επιβολής τελικών φορολογιών για τα έτη 1987, 1988, 1989, 1990 και 1991 με τις οποίες επιβλήθηκε στην Αιτήτρια φορολογία σύμφωνα με το άρθρο 3 των περί καταβολής Έκτακτης Εισφοράς (Προσωρινές Διατάξεις) Νόμων 34 του 1978 και 111 του 1990 για τις υπηρεσίες αυτές είναι εξ ολοκλήρου άκυρες και/ή παράνομες και/ή ελήφθησαν κατά παράβαση του Νόμου και/ή του Συντάγματος και στερούνται οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος."
Η αιτήτρια είναι Εταιρεία δεόντως εγγεγραμμένη σύμφωνα με τους νόμους της Κυπριακής Δημοκρατίας με έδρα τη Λεμεσό και παρέχει μεταξύ άλλων υπηρεσιών και υπηρεσίες γραμματέως.
Τον Νοέμβριο του 1993 ο Έφορος Φόρου Εισοδήματος με επιστολή του ημερομηνίας 29.10.1993 πληροφόρησε την αιτήτρια ότι έχει προβεί σε αναθεώρηση της φορολογίας της για σκοπούς Έκτακτης Εισφοράς για τους πρόσφυγες εσωκλείοντας σ' αυτή και τις αντίστοιχες Ειδοποιήσεις Επιβολής Έκτακτης Εισφοράς για τα έτη 1987-1991. Στην επιστολή ο Έφορος αναφέρει ότι τα κέρδη που προκύπτουν από την παροχή υπηρεσιών γραμματέα φορολογούνται για σκοπούς Έκτακτης Εισφοράς και δεν απαλλάσονται όπως η αιτήτρια είχε διεκδικήσει.
Η αιτήτρια υπέβαλε ένσταση στη φορολογία, με επιστολή της ημερομηνίας 4.11.1993, ισχυριζόμενη ότι σύμφωνα με το άρθρο 3 των Νόμων 34/1978 και 111/1990 οι υπηρεσίες γραμματέως εξαιρούνται.
Ο Έφορος Φόρου Εισοδήματος με επιστολή ημερομηνίας 9.5.1995 απέρριψε την ένσταση της αιτήτριας Εταιρείας και συγχρόνως απέστειλε Ειδοποιήσεις Επιβολής Τελικών Φορολογιών για τα έτη 1987-1991. Η αιτιολογία της απόφασης του Εφόρου φαίνεται στις πιο κάτω παραγράφους της εν λόγω επιστολής:-
'Είναι φανερό από το λεκτικό του άρθρου 2(1) ότι αυτό αναφέρεται σε αμοιβή που λαμβάνουν τα φυσικά πρόσωπα από την παροχή μισθωτών ή παρόμοιων προς μισθωτές υπηρεσίες και δεν περιλαμβάνει τα εμπορικά κέρδη οποιασδήποτε εταιρείας.
Οι υπηρεσίες γραμματέως που προσφέρει η εταιρεία σας προσφέρονται μέσω υπαλλήλων που εργοδοτούνται από εσάς και οποιοδήποτε εισόδημα από τις υπηρεσίες αυτές αποτελεί εμπορικό κέρδος για σας που φορολογείται πλήρως για σκοπούς Έκτακτης Προσφυγικής Εισφοράς.".
Εναντίον της απόφασης αυτής καταχωρήθηκε η παρούσα προσφυγή.
Στην προσφυγή αναφέρονται τέσσερις λόγοι ακυρότητας. Οι λόγοι όμως 1,2 και 4 έχουν ως κεντρικό άξονα ότι ο Έφορος ερμήνευσε λανθασμένα το Νόμο καθ' υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας. Ο λόγος 3 αναφέρεται στην αιτιολογία της απόφασης, που, κατά τον ισχυρισμό της αιτήτριας, δεν είναι επαρκής.
Το άρθρο 3 του Νόμου 34/1978 (πανομοιότυπο αλλά στη δημοτική γλώσσα είναι και το άρθρο 3 του Νόμου 111/1990) έχει ως ακολούθως :-
"3. Διά την τριμηνίαν την αρχομένην από της 1ης Απριλίου, 1978 και δι' εκάστην επομένην τριμηνίαν, διαρκούσης της ισχύος του παρόντος Νόμου, επιβάλλεται και εισπράττεται εισφορά, κατά τους συντελεστάς και συμφώνως προς τας διατάξεις τας εν τω Πίνακι αναγραφομένας, επί του εισοδήματος παντός προσώπου προερχομένου εξ οιασδήποτε πηγής ετέρας ή αμοιβής.".
Στην ερμηνευτική διάταξη του πιο πάνω Νόμου 34/78 (όπως και στο Νόμο 111/90) στο άρθρο 2(1) δίδεται η ερμηνεία της λέξης "αμοιβή" ως εξής:-
"'αμοιβή' σημαίνει χρηματικήν αντιμισθίαν οπωσδήποτε κατα-βαλλομένην δι' οιονδήποτε αξίωμα ή μισθωτάς υπηρεσίας, οπουδήποτε ασκούμενον ή παρεχόμενας και περιλαμβάνει οιονδήποτε επίδομα, χρηματικής ή άλλης μορφής, καταβαλλόμενον συνεπεία του αξιώματος ή των υπηρεσιών τούτων καθώς επίσης και συντάξεις, αλλά δεν περιλαμβάνει οιονδήποτε έτερον χορήγημα ή φιλοδώρημα αφυπηρετήσεως ή οιαδήποτε ποσά καταβαλλόμενα υπό εγκεκριμένου Ταμείου Προνοίας."
Είναι η θέση του δικηγόρου της αιτήτριας ότι η αναφορά στο άρθρο 3 του Νόμου σε "οποιοδήποτε πρόσωπο" περιλαμβάνει όχι μόνο το φυσικό πρόσωπο αλλά και νομικό πρόσωπο. Επομένως και αμοιβή νομικού προσώπου, όπως η αιτήτρια, εξαιρείται της φορολογίας.
Με βάση το σκεπτικό αυτό του δικηγόρου της αιτήτριας η αμοιβή που λαμβάνει για τις υπηρεσίες γραμματέως που προσφέρει η αιτήτρια δεν είναι δυνατό να υπόκεινται σε Έκτακτη Εισφορά με βάση το Νόμο. Στην κατάληξή του αυτή οδηγείται από την ερμηνεία της λέξης "πρόσωπο" στους περί Φορολογίας Νόμους και την ερμηνεία της λέξης "αμοιβή" στο Νόμο 34/78 και 111/90, σε συνδυασμό με τον περί Εταιρειών Νόμο, Κεφ. 113.
Δεν συμφωνώ με τη θέση αυτή του δικηγόρου της αιτήτριας. Είναι καθιερωμένη αρχή ότι στην ερμηνεία Φορολογικών Νόμων και για την εξακρίβωση της πρόθεσης του Νομοθέτη, εξετάζεται αντικειμενικά η γλώσσα και το λεκτικό που χρησιμοποίησε. Τίποτε δεν μπορεί να προστεθεί στο Νόμο ούτε μπορεί να θεωρηθεί ότι εξυπακούεται ή τεκμαίρεται (Βλέπε: Serafino Shoes Ind. v. Republic (1991) 3 C.L.R. 310).
Στην παρούσα υπόθεση η φράση "οποιουδήποτε προσώπου" δεν μπορεί να απομονωθεί από το όλο κείμενο του Νόμου και να ερμηνευθεί με βάση άλλες διατάξεις άλλων νόμων. Η προσπάθεια του δικηγόρου της αιτήτριας να ερμηνεύσει λέξεις του υπό εξέταση Νόμου με ερμηνευτικές διατάξεις του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113 είναι ατελέσφορη και εναντίον των αρχών ερμηνείας των Νόμων.
Η ουσία της υπόθεσης αυτής έγκειται, κατά την άποψή μου, στην ερμηνεία της λέξης "αμοιβή" όπως αυθεντικά ερμηνεύεται από τον ίδιο το Νόμο στην ερμηνευτική διάταξη του άρθρου 2(1).
Δεν χωρεί καμιά αμφιβολία από την ερμηνευτική αυτή διάταξη ότι η αναφορά του Νόμου σε "οποιοδήποτε πρόσωπο" σημαίνει φυσικό πρόσωπο αφού αναφέρεται σε μισθωτές υπηρεσίες, σε συντάξεις, επιδόματα, φιλοδωρήματα αφυπηρέτησης και Ταμεία Προνοίας. Θα ήταν παράλογο να υποθέσει κάποιος ότι οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο, παρέχοντας υπηρεσίες όπως η αιτήτρια, θα είχε επιδόματα, σύνταξη ή Ταμεία Προνοίας.
Παραπονείται επίσης η αιτήτρια ότι η απόφαση του Εφόρου δεν είναι επαρκώς ή καθόλου αιτιολογημένη.
Δεν συμφωνώ με τη θέση αυτή. Ο Έφορος έδωσε πλήρη αιτιολογία για την απόφασή του, εξάλλου είχε να αντιμετωπίει νομικό θέμα που συνίστατο στην ερμηνεία του Νόμου, πράγμα το οποίο και έπραξε.
Για τους λόγους αυτούς η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα εκ £200,- υπέρ των καθ' ων η αίτηση.
Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.