ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1997) 4 ΑΑΔ 1487

24 Ιουνίου, 1997

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

HOLDERBANK FINANCIERE GLARUS A.G.,

Αιτήτρια,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1.ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,

2.ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΠΡΟΣΟΔΩΝ ΚΑΙ/ Ή ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ,

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 389/95)

Φορολογία — Φορολογία εισοδήματος — Άρθρο 23.1 των περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμων 1978-1991 — Ερμηνεία και εφαρμογή στα γεγονότα της κριθείσας περίπτωσης.

Φορολογία — Φορολογία εισοδήματος — Άρθρα 8 (κστ) και επιφύλαξη σε αυτό (III), και 35Α(2), 35Γ και 36(2) των περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμων 1961-1992 — Ερμηνεία — Οι διατάξεις ρητές και σαφείς — Δεν μπορεί να αναζητηθεί σκοπός του νομοθέτη άλλος και πέρα από την εκπεφρασμένη βούλησή του — Συνέπειες.

Αναθεωρητική Δικαιοδοσία — Επίσημη γλώσσα της Δημοκρατίας — Ο ακυρωτικός έλεγχος δεν μπορεί να ασκηθεί όταν τα έγγραφα του φακέλου δεν είναι διατυπωμένα στην επίσημη γλώσσα της Δημοκρατίας — Συνέπειες.

Η αιτήτρια εταιρεία προσέβαλε απόφαση που περιείχε άρνηση επιστροφής φόρου που παρακρατήθηκε από μερίσματα, απόρριψη αιτήματος απαλλαγής 30% εξ αιτίας χρήσης του σχετικού ποσού για αγορά νέων μετοχών δημόσιας εταιρείας και περαιτέρω απαίτηση επιστροφής τόκων που κακώς καταβλήθηκαν στην αιτήτρια.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

1. Εκείνο που έχει σημασία, και που το Άρθρο 23.1 στοχεύει, είναι η ορθή φορολόγηση, όπως προβλέπει ο Νόμος. Ο Διευθυντής έχει, σύμφωνα με τις πρόνοιες του, εξουσία να βεβαιώνει την ορθή φορολόγηση, και προς το σκοπό αυτό να τροποποιεί τη σχετική απόφασή του μέσα στο χρονικό διάστημα που διαλαμβάνεται στο άρθρο. Στην παρούσα υπόθεση ο Διευθυντής έχει την άποψη πως τα ποσά, που επιδιώκει η αιτήτρια να της επιστραφούν, δεν είναι επιστρεπτέα βάσει του Νόμου. Ο Διευθυντής βεβαίωσε με την προσβαλλόμενη απόφαση του υψηλότερη φορολογία, ενώ στις προηγούμενες του αποφάσεις, τις οποίες και τροποποίησε, η φορολογία ήταν χαμηλότερη.

2. Τα άλλα ζητήματα που εγείρονται στην προσφυγή είναι επίσης νομικά. Προκύπτουν από τις διατάξεις των Άρθρων 8 (κστ) και της επιφύλαξης σ' αυτό (III) και των Άρθρων 35Α(2), 35Γ και 36(2), των περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμων 1961-1992.

Η πιο πάνω επιφύλαξη προστέθηκε στο Νόμο με το Άρθρο 3(δ) του Ν.33/84, με ισχύ από 1.1.83. Η απαλλαγή επεκτάθηκε και στις εταιρείες από 1.1.85 με το Άρθρο 3 του Ν. 14/85. Τα Άρθρα 35Α, 35Γ και 36 εντάχθηκαν στο Νόμο με τον Ν.245/90, και αντικατέστησαν τα προηγούμενα Άρθρα 35 και 36.

Οι σχετικές διατάξεις είναι σαφείς, ρητές και δεν εμπεριέχουν οποιοδήποτε κεκρυμμένο σκοπό του νομοθέτη. Η πρόθεσή του εκφράζεται με σαφήνεια στο πιο πάνω άρθρο. Οι δικηγόροι της αιτήτριας έχουν κατά την άποψή μου δίκαιο.

3. Οι ίδιες σκέψεις ισχύουν και για τα υπόλοιπα άρθρα του Νόμου και που αναφέρονται στην επιστροφή του παρακρατηθέντα φόρου πάνω στα μερίσματα που πληρώθηκαν από δημόσια εταιρεία. Το Άρθρο 35 Γ προβλέπει μεν πως δεν παρακρατείται φόρος από εταιρεία σε περίπτωση κατά την οποία τα μερίσματα τα οποία πληρώνονται μέχρι 31.12.95 προέρχονται από εισόδημα πάνω στο οποίο καταβλήθηκε ή είναι καταβλητέος φόρος με συντελεστή που ίσχυε πριν την έναρξη της ισχύος του Νόμου 245/90, δηλαδή 1.1.91, αλλά η επιφύλαξη 2 στο Άρθρο 36 είναι ρητή, και αναφέρεται ειδικά στο Άρθρο 35Γ με τη φράση: "παρά τις διατάξεις του Άρθρου 35Γ".

4. Τέλος γίνεται η εξής παρατήρηση. Αριθμός εγγράφων που περιέχονται στο διοικητικό φάκελο, επιστολές των κυπρίων λογιστών της αιτήτριας, απαντήσεις του φορολογικού τμήματος, ακόμη και έντυπα δηλώσεων, είναι διατυπωμένα σε άλλη γλώσα απ' αυτή που προβλέπει το Σύνταγμα. Κατά την άποψη του Δικαστηρίου αυτό είναι ανεπίτρεπτο και θα εδικαιολογείτο η απόρριψη της προσφυγής και γι' αυτό το λόγο. Το Δικαστήριο δεν μπορεί να ασκήσει το διοικητικό του έλεγχο όταν τα έγγραφα του φακέλου δεν είναι στην επίσημη γλώσσα της Δημοκρατίας. Επειδή όμως πλείστα έγγραφα είναι διατυπωμένα στην επίσημη γλώσσα της Δημοκρατίας, και σ' αυτά περιέχονται όλα τα στοιχεία της υπόθεσης, το Δικαστήριο αποφάσισε να μη δώσει συνέχεια στο ζήτημα.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

Προσφυγή.

Προσφυγή με την οποία προσβάλλεται η απόφαση του Διευθυντή Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων με την οποία δεν επεστράφη στους αιτητές ο φόρος που παρακρατήθηκε από μερίσματα που εισέπραξε για τα έτη 1991 και 1992 και δεν παραχωρήθηκε η απαλλαγή 30% του ποσού που πλήρωσε για αγορά νέων μετοχών σε δημόσια εταιρεία.

Κ. Χατζηαθανασίου για Γ. Κακογιάννη, για την Αιτήτρια.

Ν. Νικολαΐδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Α.: Η αιτήτρια προσβάλλει την απόφαση του Διευθυντή Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων σύμφωνα με την οποία:

α) δεν επιστρέφεται σ' αυτή ο φόρος που παρακρατήθηκε από μερίσματα που εισέπραξε για τα έτη 1991 και 1992.

β) δεν παραχωρείται απαλλαγή 30%, του ποσού που πλήρωσε για αγορά νέων μετοχών στη δημόσια εταιρεία C.C.C. Holdings and Investments Ltd και

γ) να απαιτήσει από την αιτήτρια την επιστροφή ποσού £4,362 που αντιπροσωπεύει τόκους, που, κατά την απόφαση του, λανθασμένα καταβλήθηκαν σ' αυτήν στην αρχική φορολογία του έτους 1990.

Τα γεγονότα της υπόθεσης είναι τα εξής:

Η αιτήτρια είναι αλλοδαπή εταιρεία, της οποίας ο έλεγχος και η διεύθυνση ασκούνται εκτός Κύπρου. Ήταν μέτοχος στις Κυπριακές δημόσιες εταιρείες The Cyprus Cement Co Ltd και CCC Holdings and Investments Ltd. Τα εισοδήματα της αιτήτριας στην Κύπρο προήλθαν από μερίσματα των δημοσίων αυτών εταιρειών και από δικαιώματα για τεχνική βοήθεια που παρέσχε στην πρώτη εταιρεία.

Η αιτήτρια υπέβαλε μέσω των λογιστών της τις φορολογικές της δηλώσεις για τα έτη 1989-1992. Στις 29.1.93 ο Διευθυντής απάντησε στους ελεγκτές της αιτήτριας πως οι δηλώσεις τους έγιναν αποδεκτές, σύμφωνα δε με αυτές θα επιστρέφονταν στην αιτήτρια τα ακόλουθα ποσά, που παρακρατήθηκαν από μερίσματα που εισέπραξε η αιτήτρια από τις πιο πάνω δημόσιες εταιρείες.

Για το έτος 1989 ποσό      £ 10,069

"  1990  "                     £ 22,283

"  1991  "                   £127,637

 " 1992   "                  £ 49,577

Και αναφορικά με την απαλλαγή 30%, του ποσού που δαπανήθηκε από την αιτήτρια για την αγορά πρώτης έκδοσης μετοχών στη δημόσια εταιρεία CCC Holdings and Investment Ltd.

Για το   1989 £22,886

"   1990  "          £25,161

"   1991  "          £734, και

 1992  "          £786

(Τα πιο πάνω ποσά παρατίθενται υπό την αίρεση κάποιου λάθους εκ μέρους μου).

Στις 12.4.93 οι ελεγκτές της αιτήτριας ζήτησαν με επιστολή τους να τους αποσταλούν οι πιο πάνω επιστρεπτέοι φόροι. Στις 23.4.93 το φορολογικό τμήμα πληροφόρησε την ίδια την αιτήτρια, και τους ελεγκτές, ότι είχαν ανακαλέσει την απόφαση τους και πως την τροποποίησαν, με αποτέλεσμα το επιστρεπτέο ποσό να είναι μικρότερο. Ταυτόχρονα έστειλαν νέα ειδοποίηση επιβολής φορολογίας για τα έτη 1989 και 1991. Οι ελεγκτές της εταιρείας υπέβαλαν ένσταση, ζήτησαν όμως να τους επιστραφεί έστω το μικρότερο ποσό που, σύμφωνα με τη νεώτερη απόφαση του Διευθυντή, ήταν επιστρεπτέο. Ο Διευθυντής όμως, με επιστολή του 16.11.93, πληροφόρησε τους ελεγκτές της αιτήτριας πως το ζήτημα παραπέμφθηκε στη Γενική Εισαγγελεία για γνωμοδότηση, και θα έπρεπε να αναμένουν την νεότερη απόφαση του. Στην επιστολή αυτή αναφέρονται και τα εξής:

"....Θα συμφωνείτε μαζί μου ότι η επιστροφή τέτοιων μεγάλων ποσών φόρου που σε καμία περίπτωση δεν υπήρχε πρόθεσης να επιστραφούν, χρήζει ενδελεχούς μελέτης και επιβεβαίωσης από την νομική υπηρεσία ότι πράγματι δεν μπορεί να δοθεί άλλη ερμηνεία στο αντίστοιχο άρθρο του νόμου από αυτή που εκ πρώτης όψεως φαίνεται να είναι ορθή."

Θα πρέπει εδώ να ανοίξω μια παρένθεση για να παρατηρήσω πως ο χειρισμός της υπόθεσης από το φορολογικό τμήμα απέχει πολύ από την παραδεκτή διαδικασία της χρηστής διοίκησης που αναμένεται να ακολουθείται. Το αρμόδιο τμήμα τροποποίησε τρεις φορές την αρχική του απόφαση με προφανή σκοπό, όπως εκδηλώνεται στην πιο πάνω σχετική παράγραφο της επιστολής τους, να μην επιστραφούν οι φόροι στην αιτήτρια εταιρεία, γιατί αυτοί αποτελούνται από τεράστια ποσά, αυτά που καταγράφω πιο πάνω.

Το πρώτο νομικό σημείο που εγείρουν οι δικηγόροι της αιτήτριας είναι πως το άρθρο 23(1) των περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμων 1978-1991, δεν παρέχει εξουσία στο Διευθυντή να αναθεωρεί απόφαση του, εδώ δυο φορές, για την επιστροφή φόρων, γιατί μια τέτοια απόφαση δεν αφορά σε πρόσθετη φορολογία, που δικαιούται ο Διευθυντής να επιβάλει βάσει του πιο πάνω άρθρου. Αντίθετη είναι η άποψη της δικηγόρου της Δημοκρατίας που εισηγείται πως σύμφωνα με τις διατάξεις του σχετικού άρθρου, ο Διευθυντής μπορεί να προβαίνει σε αναθεώρηση της απόφασης για φορολόγηση, με σκοπό την επιβολή συμπληρωματικής φορολογίας, ως αποτέλεσμα επανεκτίμησης των γεγονότων, δεδομένων και νομικών διατάξεων, στοιχεία στα οποία στηρίχθηκε η προηγούμενη του απόφαση.

Το άρθρο 23.1 έχει ως εξής:

"23.1 Οσάκις ο Διευθυντής κρίνη ότι πρόσωπον τι εφ' ου επεβλήθη φόρος δυνάμει οιουδήποτε νόμου,..επιβαλόντος προσωπικήν εισφοράν υπό μορφήν φόρου εισοδήματος, ..δεν εφορολογήθη ή εφορολογήθη δια ποσού ελάσσοντος εκείνου δια του οποίου ώφειλε να φορολογηθή, ο Διευθυντής δύναται, εντός του φορολογικού έτους ή εντός εξ ετών από της λήξεως αυτού, να επιβάλη εις το πρόσωπον τούτο φορολογίαν τοιούτου ποσού ή τοιούτου επιπροσθέτου οσού οίον επεβλήθη δυνάμει των διατάξεων του επιβαλόντος τον φόρον νόμου..."

Δεν συμφωνώ, επί αυτού του σημείου, με τη θέση των δικηγόρων της αιτήτριας. Εκείνο που έχει σημασία, και που το άρθρο 23.1 στοχεύει, είναι η ορθή φορολόγηση, όπως προβλέπει ο Νόμος. Ο Διευθυντής έχει, σύμφωνα με τις πρόνοιες του, εξουσία να βεβαιώνει την ορθή φορολόγηση, και προς το σκοπό αυτό να τροποποιεί τη σχετική απόφαση του μέσα στο χρονικό διάστημα που διαλαμβάνεται στο άρθρο. Στην παρούσα υπόθεση ο Διευθυντής έχει την άποψη πως τα ποσά, που επιδιώκει η αιτήτρια να της επιστραφούν, δεν είναι επιστρεπτέα βάσει του Νόμου. Ο Διευθυντής βεβαίωσε με την προσβαλλόμενη απόφαση του υψηλότερη φορολογία, ενώ στις προηγούμενες του αποφάσεις, τις οποίες και τροποποίησε, η φορολογία ήταν χαμηλότερη.

Τα άλλα ζητήματα που εγείρονται στην προσφυγή ειναι επίσης νομικά. Προκύπτουν από τις διατάξεις των άρθρων 8 (κστ) και της επιφύλαξης σ' αυτό (III) και των άρθρων 35Α(2), 35Γ και 36(2), των περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμων 1961-1992. Θα παραθέσω αυτούσιες τις σχετικές διατάξεις των άρθρων, για να γίνουν αντιληπτοί οι εκατέρωθεν ισχυρισμοί.

Άρθρον 8: Απαλλάττονται του φόρου -

"(κστ) τα τριάκοντα τοις εκατόν του ποσού του δαπανηθέντος υπό φυσικού τινός προσώπου προς απόκτησιν της πρώτης εκδόσεως μετοχών δημοσίων εταιρειών αι οποίαι θα ιδρυθούν ή θα μετατραπούν εις δημοσίας εταιρείας εν τη Δημοκρατία μετά την έναρξιν της ισχύος του Νόμου 24 του 1981 ή μολονότι ιδρύθησαν προ της ενάρξεως της ισχύος του Νόμου 24 του 1981 εξέδωσαν πρόσκλησιν δι' εγγραφήν προς το κοινόν εν τη Δημοκρατία μετά την 1ην Ιανουαρίου, 1981:

(ι)...............................   

(ιι)................................    

(ιιι) εις την περίπτωσιν φυσικού τινός προσώπου το οποίον είναι μέτοχος ιδιωτικής τινος εταιρείας μετατρεπομένης εις δημοσίαν εταιρείαν η τοιαύτη απαλλαγή, καθ' ην έκτασιν αύτη δεν παραχωρείται λόγω του εν τη υποπαραγράφω (ιι) της παρούσης επιφυλάξεως περιορισμού, δύναται να μεταφέρεται και, τηρουμένου του προαναφερθέντος περιορισμού, να παραχωρήται κατά τα επόμενα τέσσαρα έτη."

Η πιο πάνω επιφύλαξη προστέθηκε στο Νόμο με το άρθρο 3(δ) του Ν.33/84, με ισχύ από 1.1.83. Η απαλλαγή επεκτάθηχε και στις εταιρείες από 1.1.85 με το άρθρο 3 του Ν. 14/85. Τα άςθρα 35A, 35 Γ και 36 εντάχθηκαν στο Νόμο με τον Ν.245/90, και αντικατέστησαν τα προηγούμενα άρθρα 35 και 36.

35 Α. (1) Σε περίπτωση κατά την οποία οργανισμός προσώπων ο οποίος συστήνεται στη Δημοκρατία, ή του οποίου ο έλεγχος και η διεύθυνση ασκούνται στη Δημοκρατία εκδίδει μέρισμα από κέρδη τα οποία προέρχονται από μέρισμα μετοχών σε άλλο οργανισμό προσώπων ο οποίος επίσης συστήνεται στη Δημοκρατία ή του οποίου επίσης ο έλεγχος και η διεύθυνση ασκούνται στη Δημοκρατία δικαιούται σε επιστροφή του παρακρατηθέντα φόρου πάνω στα μερίσματα ο οποίος αναλογεί στο ποσό του μερίσματος το οποίο πληρώνεται από αυτόν.

(2) Σε περίπτωση οργανισμού προσώπων ο οποίος συστήνεται εκτός της Δημοκρατίας, ή του οποίου ο έλεγχος και η διεύθυνση ασκούντα εκτός της Δημοκρατίας ο οποίος αποκτά μέρισμα από οργανισμό προσώπων ο οποίος συστήνεται στη Δημοκρατία, ή του οποίου ο έλεγχος και η διεύθυνση ασκούνται στη Δημοκρατία, δικαιούται σε επιστροφή του παρακρατηθέντα φόρου ανεξάρτητα από την έκδοση μερίσματος από αυτόν:

.................................."

"35Γ. Οργανισμός προσώπων ο οποίος συστήνεται στη Δημοκρατία, ή του οποίου ο έλεγχος και η διεύθυνση ασκούνται στη Δημοκρατία δεν παρακρατεί φόρο σε περίπτωση κατά την οποία τα μερίσματα τα οποία πληρώνονται μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 1995 προέρχονται απο εισόδημα πάνω στο οποίο καταβλήθηκε ή είναι καταβλητέος φόρος με συντελεστή ο οποίος ίσχυε πριν την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου."

"36.-(1) Ολόκληρο το ποσό φόρου ή προσωπικής εισφοράς το οποίο παρακρατείται από τον οργανισμό προσώπων από το μέρισμα το οποίο καταβάλλεται στους μετόχους σύμφωνα με το άρθρο 35 και ολόκληρο το ποσό φόρου ή προσωπικής εισφοράς το οποίο αναλογεί στο μερίδιο που δικαιούται οποιοδήποτε πρόσωπο από το εισόδημα του οργανισμού προσώπων το οποίο φορολογείται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και το οποίο μέρισμα ή μερίδιο από τα κέρδη περιλαμβάνεται στο φορολογητέο εισόδημα του μετόχου ή του προσώπου αυτού, δύναται για σκοπούς είσπραξης να συμψηφίζεται με το φόρο που επιβλήθηκε στο πιο πάνω φορολογητέο εισόδημα:

Νοείται ότι ο συμψηφισμός του φόρου περιορίζεται στο ποσό το οποίο παρακρατήθηκε από τα μερίσματα τα οποία καταβάλλονται στους μετόχους.

(2) Παρά τις διατάξεις του άρθρου 35 Γ, οποτεδήποτε καταβάλλεται μέρισμα από κέρδη τα οποία πραγματοποιήθηκαν πριν από το φορολογικό έτος 1991, λογίζεται ότι παρακρατήθηκε φόρος από τον οργανισμό προσώπων από το εισόδημα από το οποίο καταβάλλεται το μέρισμα με συντελεστή με τον οποίο καταβλήθηκε ή ήταν καταβλητέος ο φόρος."

Οι δικηγόροι της αιτήτριας εταιρείας ισχυρίζονται πως σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 8(κστ) και της επιφύλαξης (ιιι) δικαιούνται στην απαλλαγή του 30% του ποσού που πλήρωσαν για την απόκτηση της πρώτης έκδοσης μετοχών στη δημόσια εταιρεία, που αναφέρω πιο πάνω. Διατείνονται δε πως οι διατάξεις είναι ρητές και δεν επιδέχονται καμιάς άλλης ερμηνείας. Η δικηγόρος της Δημοκρατίας εισηγείται πως δεν μπορεί να γίνει δεκτή η ερμηνεία που δίδουν οι δικηγόροι της αιτήτριας, γιατί θα είχε ως αποτέλεσμα να τεθούν οι μέτοχοι ιδιωτικής εταιρείας, που μετατρέπεται σε δημόσια, σε ευμενέστερη θέση σε ότι αφορά τις φορολογικές απαλλαγές έναντι των νέων μετόχων δημόσιων εταιρειών όταν και οι δυο αγοράζουν πρώτης έκδοσης μετοχές στη δημόσια εταιρεία. Προχωρεί δε να εισηγηθεί πως δεν είναι δυνατό να ήταν αυτός ο σκοπός του νομοθέτη, να δημιουργεί δηλαδή, κατά παράβαση του συντάγματος, ανισότητα μεταξύ των δύο κλάσεων αγοραστών μετοχών σε ιδρυόμενες δημόσιες εταιρείες.

Διαφωνώ με τη θέση που προβάλλει η δικηγόρος της Δημοκρατίας. Οι σχετικές διατάξεις που παραθέτω πιο πάνω είναι σαφείς, ρητές και δεν εμπεριέχουν οποιοδήποτε κεκρυμμένο σκοπό του νομοθέτη. Η πρόθεση του εκφράζεται με σαφήνεια στο πιο πάνω άρθρο, που έχω παραθέσει. Οι δικηγόροι της αιτήτριας έχουν κατά την άποψη μου δίκαιο.

Οι ίδιες σκέψεις ισχύουν και για τα υπόλοιπα άρθρα του Νόμου που ενθέτω πιο πάνω, και που αναφέρονται στην επιστροφή του παρακρατηθέντα φόρου πάνω στα μερίσματα που πληρώθηκαν από δημόσια εταιρεία. Το άρθρο 35 Γ προβλέπει μεν πως δεν παρακρατείται φόρος από εταιρεία σε περίπτωση κατά την οποία τα μερίσματα τα οποία πληρώνονται μέχρι 31.12.95 προέρχονται από εισόδημα πάνω στο οποίο καταβλήθηκε ή είναι καταβλητέος φόρος με συντελεστή που ίσχυε πριν την έναρξη της ισχύος του Νόμου 245/90, δηλαδή 1.1.91, αλλά η επιφύλαξη 2 στο άρθρο 36 είναι ρητή, και αναφέρεται ειδικά στο άρθρο 35Γ με τη φράση: "παρά τις διατάξεις του άρθρου 35Γ". Με τις εισηγήσεις της η δικηγόρος της Δημοκρατίας αναφορικά με την ερμηνεία των σχετικών νομοθετικών διατάξεων προσθέτει και αφαιρεί φράσεις στο νομοθέτημα, για να καταδείξει το σκοπό του νομοθέτη, που ο ίδιος δεν χρησιμοποίησε στο κείμενο του Νόμου.

Συνεπώς και πάνω σ' αυτό το νομικό σημείο οι δικηγόροι της αιτήτριας εταιρείας έχουν δίκαιο.

Ενόψει των ανωτέρω η προσφυγή γίνεται αποδεκτή.

Προτού τελειώσω θάθελα να κάμω την εξής παρατήρηση. Αριθμός εγγράφων που περιέχονται στο διοικητικό φάκελο, επιστολές των κυπρίων λογιστών της αιτήτριας, απαντήσεις του φορολογικού τμήματος, ακόμη και έντυπα δηλώσεων, είναι διατυπωμένα σε άλλη γλώσα απ' αυτή που προβλέπει το Σύνταγμα. Κατά την άποψη μου αυτό είναι ανεπίτρεπτο και θα εδικαιολογείτο η απόρριψη της προσφυγής και γι' αυτό το λόγο. Το Δικαστήριο δεν μπορεί να ασκήσει το διοικητικό του έλεγχο όταν τα έγγραφα του φακέλου δεν είναι στην επίσημη γλώσσα της Δημοκρατίας. Επειδή όμως πλείστα έγγραφα είναι διατυπωμένα στην επίσημη γλώσσα της Δημοκρατίας, και σ' αυτά περιέχονται όλα τα στοιχεία της υπόθεσης, αποφάσισα να μη δώσω συνέχεια στο ζήτημα.

Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται με £300 έξοδα υπέρ της αιτήτριας.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο