ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 4 ΑΑΔ 1441
18 Ιουνίου, 1997
[ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
OTHON GHALANOS & SON LTD.,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ,
2. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 680/95)
Φορολογία — Φορολογία εισοδήματος — Η υποχρέωση του φορολογουμένου να προσκομίσει στη φορολογική αρχή τα στοιχεία που υποστηρίζου διεκδικούμενες από αυτόν εκπτώσεις — Συνέπειες παράβασης της υποχρέωσης.
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος — Λόγοι ακυρώσεως — Πλάνη περί τα πράγματα — Περιστάσεις στοιχειοθέτησης της στην κριθείσα υπόθεση επιβολής φορολογίας.
Η αιτήτρια εταιρεία αμφισβήτησε το κύρος της απόρριψης αιτημάτων της για εκπτώσεις από το φορολογητέο της εισόδημα.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, εν μέρει ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
1. Είναι ο φορολογούμενος που έχει υποχρέωση, λόγω της ιδιαίτερης σχέσης, γνώσης και πληροφόρησης που έχει για το θέμα, να παρουσιάσει στον Έφορο στοιχεία που δικαιολογούν τον ισχυρισμό του και που θα βοηθούσαν τον Έφορο να μορφώσει γνώμη. Σε αντίθετη περίπτωση η νομολογία αναγνώρισε ευχέρεια στον Έφορο, όπως έχει λεχθεί στην Artin Bahadourian (Successors) Ltd. v. Δημοκρατίας (1994) 4 ΑΛΛ. 1265:
"να παραγνωρίσει τη δαπάνη για σκοπούς καθορισμού του εισοδήματος του φορολογούμενου."
Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για την προκείμενη περίπτωση. Η απόφαση του Εφόρου ήταν υπό τις περιστάσεις εύλογα επιτρεπτή. Από το σχετικό απόσπασμα της επίδικης απόφασης προκύπτει ότι δόθηκε πλήρης αιτιολόγηση για απόρριψη του αιτήματος, που αφορά τους τόκους.
2. Η διευθέτηση της αγωγής της Δημοκρατίας εναντίον της αιτήτριας και οι λεπτομέρειες της ήταν στοιχεία που ασφαλώς θα επηρέαζαν τον προσδιορισμό του εισοδήματος της. Η εκκρεμοδικία ήταν σε γνώση του Εφόρου. Δε διερεύνησε το θέμα περαιτέρω. Η απόφαση του ήταν πεπλανημένη διότι δεν αξιολογήθηκαν οι επιπτώσεις του διακανονισμού στον προσδιορισμό της φορολογίας. Ας σημειωθεί ότι η αιτήτρια πλήττει, βασικά, την άρνηση του Εφόρου να αφαιρέσει το ποσό των £750.595. Είναι όμως η άγνοια του παραπάνω γεγονότος η οποία οδηγεί αναπόφευκτα σε ακύρωση του μέρους αυτού της απόφασης.
Η προσφυγή επιτυγχάνει μερικώς χωρίς έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Artin Bahadourian (Successors) Ltd v. Δημοκρατίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 1265,
Εταιρεία Νίκος Ψαράς και Υιοί Κέντρα Αναψυχής Λτδ ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 1319,
Chanklis Estates & Tourist Enterprises Limited v. Δημοκρατίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 2252.
Προσφυγή.
Προσφυγή με την οποία προσβάλλεται η φορολογία που επιβλήθηκε στους αιτητές για το 1982.
Μ. Ζαμπακίδου για Μ. Παπαπέτρου, για την Αιτήτρια.
Α. Παπασάββας, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.: Κατά τον κρίσιμο χρόνο, κατά τα οικονομικά έτη 1984 μέχρι 1987, η αιτήτρια εταιρεία είχε την εκμετάλλευση των καταστημάτων αφορολογήτων ειδών στα αεροδρόμια Λάρνακας και Πάφου. Για την περίοδο αυτή και για το 1982 φορολογήθηκε με φόρο εισοδήματος και έκτακτης εισφοράς για όλες τις τριμηνίες της ίδιας περιόδου. Η εκμετάλλευση και διαχείριση των καταστημάτων από την αιτήτρια διεπόταν από τους όρους γραπτής άδειας, ημερ. 18/1/84, που παραχώρησε στην αιτήτρια το Υπουργείο Συγκοινωνιών και Έργων. Ανέκυψαν όμως διαφορές για τις οποίες η Δημοκρατία προσέφυγε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού. Με την αγωγή της (αρ. 1013/87) αξίωσε από την αιτήτρια ποσό £750.595 για ενοίκια και αποζημιώσεις. Η αιτήτρια αξίωσε με ανταπαίτηση της στην ίδια αγωγή ποσό πέραν του £1.000.000.
Ο Έφορος δεν αφαίρεσε το παραπάνω ποσό της απαίτησης της Δημοκρατίας από το φορολογητέο εισόδημα. Η αιτιολογία της επίδικης απόφασης δόθηκε στην επιστολή του Εφόρου ημερ. 23/5/95, που συνόδευε τις τελικές ειδοποιήσεις επιβολής φορολογίας. Και είναι ότι δεν μπορούσε να εκπεσθεί η δαπάνη λόγω εκκρεμότητας της αξίωσης και ανταξίωσης:
"Το ποσό αυτό θεωρείται σαν δαπάνη που δεν πραγματοποιήθηκε και δεν εκπίπτεται από το φορολογητέο εισόδημα σας. Είναι χαρακτηριστικό ότι η υπόθεση εκκρεμεί μέχρι σήμερα μπροστά στο Δικαστήριο και κατά συνέπεια πρόκειται για διεκδίκηση εξόδων που ουδέποτε έχετε υποστεί."
Η αιτήτρια διεκδίκησε επίσης εκπτώσεις για τόκους που κατέβαλε για αγορά 7 ιδιωτικών αυτοκινήτων ισχυριζομένη ότι τα χρησιμοποίησε "εξ ολοκλήρου και αποκλειστικώς" για κτήση του εισοδήματος της που είναι, κατά το άρθρ. 11 του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου, όπως τροποποιήθηκε, το κριτήριο για παροχή τέτοιας έκπτωσης. Ο Έφορος απέρριψε τις διεκδικήσεις της αιτήτριας με την αιτιολογία ότι:
"Πέραν των ιδιωτικών αυτοκινήτων κατέχετε και πληθώρα άλλων εμπορικών αυτοκινήτων που χρησιμοποιούνται στην επιχείρηση σας. Συνεπώς κρίνεται ότι η απόκτηση των ιδιωτικών αυτοκινήτων έγινε για προσωπική χρήση κυρίως από τους Διευθυντές ή και άλλα διευθυντικά στελέχη της επιχείρησης σας για ιδιωτικούς σκοπούς. Στην αλληλογραφία που είχατε μαζί μου όσον αφορά αυτό το θέμα δεν προσκομίστηκαν οποιαδήποτε αδιαμφισβήτητα αποδεικτικά στοιχεία που να πείθουν ότι τα ιδιωτικά αυτοκίνητα χρησιμοποιούνται εξ ολοκλήρου και αποκλειστικά για σκοπούς προαγωγής των εμπορικών δραστηριοτήτων σας και την κτήση του εισοδήματος σας. Έχω συνεπώς αποφασίσει να θεωρήσω ότι χρησιμοποιούνται κατά ποσοστό 80% για ιδιωτικούς σκοπούς. Θα υπολογιστεί ανάλογο ποσό τόκων πάνω στο κόστος των αυτοκινήτων και θα θεωρηθεί σαν δαπάνη που δεν έγινε εξ ολοκλήρου και αποκλειστικά για την κτήση του εισοδήματος σας."
Προτού επιβληθούν οι τελικές φορολογίες είχαν προηγηθεί ενστάσεις των λογιστών της εταιρείας. Στις 17/3/94 ο Έφορος ζήτησε με επιστολή του να πληροφορηθεί, μεταξύ άλλων, και για την τύχη της δικαστικής υπόθεσης. Οι λογιστές απάντησαν στις 12/4/94 ότι "η υπόθεση είναι στα δικαστήρια και δεν έχει εκδοθεί ακόμα καμιά απόφαση". Δεν αμφισβητείται αυτό. Ωστόσο ενάμισυ περίπου μήνα αργότερα και συγκεκριμένα στις 31/5/94 εκδόθηκε απόφαση στην παραπάνω αγωγή υπέρ της Δημοκρατίας και εναντίον της αιτήτριας για το ποσό των £230.000. Από τη διαδικασία προκύπτει πως ο Έφορος τελούσε σε πλήρη άγνοια του γεγονότος αυτού και παρόλο που έλαβε χώρα πολύ πριν την απόφαση για φορολόγηση, εντούτοις η εξέλιξη αυτή δε λήφθηκε καθόλου υπόψη.
Ο δικηγόρος της αιτήτριας ισχυρίζεται ότι ο Έφορος έδρασε υπό καθεστώς πραγματικής πλάνης, εφόσον ένα χρόνο μετά την έκδοση της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού θεώρησε ότι υπήρχε ακόμη εκκρεμότητα. Εν πάση περιπτώσει, σύμφωνα με την εισήγηση του, ο Έφορος δεσμευόταν από το ποσό των £750.595 που απαιτήθηκε από την αιτήτρια, το οποίο όφειλε να αφαιρέσει από το φορολογητέο εισόδημα της. Διαφορετικά έπρεπε να αφαιρεθεί το ποσό των £230.000 εφόσον η δαπάνη αυτή αφορά την περίοδο 1984-1987. Στη συνέχεια ο συνήγορος ζήτησε από το δικαστήριο να απαντήσει σε δύο ερωτήματα: (1) αν το ποσό της ανταπαίτησης της αιτήτριας (£1.070.000) αποτελεί εισόδημα ή κεφαλαιουχική δαπάνη που είναι αφαιρετέα, όπως υποστήριξε. Και (2) στην περίπτωση που το δικαστήριο δεχθεί ότι αποτελεί εισόδημα, τότε θα πρέπει να αποφασιστεί σε ποιό φορολογικό έτος πρέπει να προστεθεί. Η αιτήτρια εισηγείται ότι αυτό πρέπει να γίνει για το έτος 1994 μέσα στο οποίο διευθετήθηκε η αγωγή. Αναφορικά με τους τόκους για την κτήση των αυτοκινήτων υπέβαλε ότι ο Έφορος δεν προέβη σε έρευνα και πρόσθετα η απόφαση του στερείται αιτιολογίας.
Ξεκινώ από τον τελευταίο ισχυρισμό. Είναι ο φορολογούμενος που έχει υποχρέωση, λόγω της ιδιαίτερης σχέσης, γνώσης και πληροφόρησης που έχει για το θέμα, να παρουσιάσει στον Έφορο στοιχεία που δικαιολογούν τον ισχυρισμό του και που θα βοηθούσαν τον Έφορο να μορφώσει γνώμη. Σε αντίθετη περίπτωση η νομολογία αναγνώρισε ευχέρεια στον Έφορο, όπως έχει λεχθεί στην Artin Bahadourian (Successors) Ltd. v. Δημοκρατίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 1265:
"να παραγνωρίσει τη δαπάνη για σκοπούς καθορισμού του εισοδήματος του φορολογούμενου."
Σχετικό είναι και ότι ακολουθεί:
"Η πρόσκληση στους φορολογουμένους για την παροχή αποδεικτικών στοιχείων αποτελούσε το πλέον πρόσφορο μέσο για τη διερεύνηση της δαπάνης. Ενόψει της άρνησης ή παράλειψης της αιτήτριας εταιρείας, άμεσα ή μέσω των Ελεγκτών της, ν' ανταποκριθεί στην πρόσκληση, εύλογα μπορούσε να οδηγηθεί ο Έφορος στο συμπέρασμα ότι η δαπάνη δεν είχε καταβληθεί."
Βλέπε επίσης Νίκος Ψαράς κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 1319, που είναι μία από τις αποφάσεις στην οποία στηρίζεται η απόφαση. Βλέπε επίσης C. Chariklis Estates & Tourist Enterprises Limited v. Δημοκρατίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 2252. To ίδιο ακριβώς ισχύει και για την προκείμενη περίπτωση. Η απόφαση του Εφόρου ήταν υπό τις περιστάσεις εύλογα επιτρεπτή. Από το απόσπασμα της επίδικης απόφασης που παρέθεσα προκύπτει ότι δόθηκε πλήρης αιτιολόγηση για απόρριψη του αιτήματος, που αφορά τους τόκους.
Η διευθέτηση της αγωγής της Δημοκρατίας εναντίον της αιτήτριας και οι λεπτομέρειες της ήταν στοιχεία που ασφαλώς θα επηρέαζαν τον προσδιορισμό του εισοδήματός της. Η εκκρεμοδικία ήταν σε γνώση του Εφόρου. Δε διερεύνησε το θέμα περαιτέρω. Η απόφαση του ήταν πεπλανημένη διότι δεν αξιολογήθηκαν οι επιπτώσεις του διακανονισμού στον προσδιορισμό της φορολογίας. Ας σημειωθεί ότι η αιτήτρια πλήττει, βασικά, την άρνηση του Εφόρου να αφαιρέσει το ποσό των £750.595. Είναι όμως η άγνοια του παραπάνω γεγονότος η οποία οδηγεί αναπόφευκτα σε ακύρωση του μέρους αυτού της απόφασης. Αναφορικά με το πρώτο ερώτημα δεν υπήρχε το παραμικρό στοιχείο. Ούτε συζητήθηκε μέσα σε οποιοδήποτε νομικό πλαίσιο. Αναφορικά με το δεύτερο ξεφεύγει από τη δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου κάτω από το άρθρ. 146 του Συντάγματος.
Το τελικό αποτέλεσμα είναι πως η απόφαση ακυρώνεται μερικώς, στην έκταση που ο Έφορος δεν έλαβε υπόψη το αποτέλεσμα της αγωγής. Το μέρος της που αφορά τους τόκους παραμένει ισχυρό και επικυρώνεται. Δε γίνεται διάταγμα για έξοδα.
Η προσφυγή επιτυγχάνει μερικώς χωρίς έξοδα.