ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1997) 4 ΑΑΔ 1405

10 Ιουνίου, 1997

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΠΟΛΥΒΙΟΥ,

Αιτήτρια,

ν.

ΚΕΝΤΡΙΚΟΥ ΦΟΡΕΑ ΙΣΟΤΙΜΗΣ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ ΒΑΡΩΝ, ΔΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΟΥ,

Καθ' ου η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 191/96)

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος — Λόγοι ακυρώσεως — Κακή συγκρότηση συλλογικού οργάνου — Περιστάσεις βασιμότητας του λόγου στην κριθείσα περίπτωση.

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος — Λόγοι ακυρώσεως — Έλλειψη αιτιολογίας — Στοιχειοθετήθηκε η έλλειψη αιτιολογίας διορισμών στην κριθείσα περίπτωση.

Η αιτήτρια προσέφυγε κατά του διορισμού των ενδιαφερομένων μερών ως Λειτουργών Φορέα Ισότιμης Κατανομής Βαρών.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

1. Στα διάφορα στάδια λήψης της επίδικης απόφασης μέλη του Συμβουλίου που μετείχαν σε κάποια συνεδρίαση απουσίαζαν από άλλη. Πουθενά δεν αναφέρεται πως έγινε ενημέρωση των απόντων μελών γι' αυτά που διαμείφθηκαν στην απουσία τους. Επισημαίνεται μάλιστα πως σε μια από αυτές τις συνεδριάσεις μέλος του Συμβουλίου, που τυγχάνει να είναι δικηγόρος, ήγειρε το ζήτημα της απουσίας δύο μελών από την προηγούμενη συνεδρίαση και εισηγήθηκε πως δεν μπορούσαν να μετέχουν σ' αυτή που γινόταν. Μετά από συζήτηση του θέματος τα δυο αυτά μέλη αποσύρθηκαν οικειοθελώς από τη συνεδρίαση. Δεν ετέθη θέμα ενημέρωσης και παραμονής τους.

2. Το Συμβούλιο κατά την κρίσιμη συνεδρία του, που αποφάσισε το διορισμό των ενδιαφερομένων μερών, περιορίστηκε στη συζήτηση των πιο άξιων να διοριστούν στη θέση, με μοναδική αναφορά στα αποτελέσματα του γραπτού και προφορικού διαγωνισμού, και σε τίποτε άλλο. Το κάθε μέρος του Συμβουλίου εξέφραζε την άποψη του για τους υποψήφιους σε σχέση, κατά κύριο και βασικό λόγο, στην απόδοσή τους στους δυο διαγωνισμούς. Όταν διαπιστώθηκε η πλειοψηφία υπέρ των ενδιαφερομένων ελήφθη και η απόφαση για διορισμό τους, χωρίς να λεχθεί ό,τιδήποτε άλλο. Δεν έγινε καμιά μνεία ή στάθμιση της συνολικής αξίας των υποψηφίων αναφορικά με τα υπόλοιπα στοιχεία που τη συνθέτουν, όπως π.χ. τα προσόντα τους, ακαδημαϊκά και άλλα.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

Προσφυγή.

Προσφυγή με την οποία προσβάλλεται ο διορισμός των ενδιαφερομένων μερών στη θέση του Λειτουργού Φορέα Ισότιμης Κατανομής Βαρών αντί της αιτήτριας.

Λ. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.

Π. Κληρίδης, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Καθ' ου η αίτηση.

Πάγκου, για τα Ενδιαφερόμενα μέρη 1 και 2.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια, μαζί με 157 άλλους υποψήφιους, διεκδίκησε μια από τις δυο θέσεις Λειτουργού Φορέα Ισότιμης Κατανομής Βαρών που προκηρύχθηκαν από τον Κεντρικό Φορέα Ισότιμης Κατανομής Βαρών, που συνεστήθη με τον ομώνυμο νόμο Ν. 141/89. Το άρθρο 11.3 του νόμου προβλέπει πως: "ο Διευθυντής και οι λοιποί υπάλληλοι του Κεντρικού Φορέα διορίζονται από το Συμβούλιο, που καθορίζει και τα απαραίτητα προς διορισμό προσόντα και τους άλλους όρους υπηρεσίας". Το άρθρο 16 δίδει αρμοδιότητα στο Συμβούλιο να εκδίδει Κανονισμούς για τη ρύθμιση οποιουδήποτε θέματος που κατά το νόμο χρήζει ή είναι δεκτικό καθορισμού. Εκδόθηκαν σχετικοί Κανονισμοί, οι περί του Κεντρικού Φορέα Ισότιμης Κατανομής Βαρών (Όροι πρόσληψης και υπηρεσίας Υπαλλήλων), Κ.Δ.Π.206/95.0 Κανονισμός 7.1 προβλέπει πως οι θέσεις πρώτου διορισμού πληρούνται μετά από προκήρυξη που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας. Ο Κ.8(ε) προνοεί πως ο διοριζόμενος πρέπει να κατέχει τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα και Κ.9(2) ορίζει πως το Συμβούλιο επιλαμβάνεται της κρίσης της σχετικής αξίας των υποψηφίων και μπορεί να απαιτήσει από αυτούς να παρακαθήσουν σε γραπτή ή να παρευρεθούν σε προφορική εξέταση ή και τα δυο.

Για την επίδικη θέση το Συμβούλιο αποφάσισε όπως οι προσοντούχοι υποψήφιοι υποβληθούν σε γραπτό διαγωνισμό και προφορική εξέταση. Η βαθμολόγηση της γραπτής εξέτασης έγινε με ανώτατο όριο τις 100 μονάδες. Στην προφορική εξέταση οι υποψήφιοι αξιολογούνταν ως ακολούθως: Κάθε παριστάμενο μέλος του Συμβουλίου βαθμολογούσε, πάλιν με ανώτατο όριο τις 100 μονάδες, την κατά την κρίση του επίδοση του υποψηφίου. Οι μονάδες που έδιδαν όλα τα μέλη προστίθεντο, διαιρείτο δε ο αριθμός με τον αριθμό των μελών του Συμβουλίου, για να εξαχθεί ο μέσος όρος βαθμολογίας. Τέλος η βαθμολόγηση της γραπτής και της προφορικής εξέτασης προστίθετο για να βρεθεί ο μέσος όρος της γενικής βαθμολογίας. Η αιτήτρια πήρε 82 μονάδες στη γραπτή εξέταση και 72 στην προφορική, επομένως ο μέσος όρος γενικής βαθμολογίας της ήταν 78. Το ενδιαφερόμενο μέρος Λουκία Ευσταθίου 77, 88 με συνολική βαθμολογία 83 και η Σοφία Ηρακλέους 78,90 με συνολική βαθμολογία 84, αντίστοιχα. Βλέπουμε λοιπόν πως στη γενική βαθμολογία τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερτερούσαν της αιτήτριας.

Η αιτήτρια προσβάλλει το διορισμό των ενδιαφερομένων μερών, που έγινε από Συμβούλιο με ισχύ από 1.2.96, και εδημοσιεύθη στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 16.2.96.

Ο δικηγόρος της αιτήτριας προβάλλει αριθμό λόγων για την ακύρωση της επίδικης απόφασης, τους οποίους προχωρώ αμέσως να παραθέσω και ταυτόχρονα να συζητήσω, αφού διευκρινήσω πρώτα πως το Συμβούλιο αποφάσισε να δώσει ίση βαρύτητα στους δυο διαγωνισμούς, το γραπτό και προφορικό, κάτι που φαίνεται και από τον τρόπο βαθμολόγησης, που επεξήγησα πιο πάνω.

Ο δικηγόρος της αιτήτριας διατείνεται πως το καθ' ου η αίτηση Συμβούλιο, δεν είχε καμιά εκ του Νόμου εξουσία, ή των Κανονισμών, να αποφασίσει ότι οι δυο διαγωνισμοί θα είχαν ίση βαρύτητα, δοθείσης και της νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου πως η γραπτή εξέταση είναι το καλύτερο αντικειμενικό κριτήριο διάγνωσης της αξίας των διαγωνιζομένων.

Δεν συμμερίζομαι την άποψη του συνηγόρου επί αυτού του σημείου. Δεν υπάρχει τίποτε στο Νόμο ή τον Κανονισμό που να εμποδίζει το Συμβούλιο να λειτουργήσει με τον τρόπο που επέλεξε. Το ζήτημα εμπίπτει στη διακριτική του αρμοδιότητα. Θα μπορούσε το ίδιο το Συμβούλιο, ανάλογα με την περίπτωση, να καθορίσει το μέγεθος της βαρύτητας που θα αποδιδόταν στους δυο διαγωνισμούς.

Ο συνήγορος εισηγήθηκε επίσης πως δεν υπάρχει καμιά αιτιολόγηση της βαθμολογίας στην προφορική εξέταση, που έδιδε το κάθε μέρος του Συμβουλίου. Η αποτίμηση της κρίσης του σε μονάδες δεν αποτελεί αιτιολογία γιατί η βαθμολόγηση είναι το αποτέλεσμα της νοητικής διεργασίας που οδηγεί σ' αυτή, και που δεν καταγράφεται ως αιτιολογία στο πρακτικό.

Θα πρέπει να υποδείξω σ' αυτό το σημείο πως δεν υπάρχει νομοθετική υποχρέωση για αιτιολόγηση της κρίσης στην προφορική εξέταση. Έχω παραθέσει πιο πάνω τις σχετικές νομοθετικές ρυθμίσεις. Φρονώ, επομένως, πως το Συμβούλιο οφείλει να λειτουργεί σύμφωνα με τις γνωστές αρχές της χρηστής διοίκησης, που επιβάλλουν βεβαίως την αιτιολογία της υπό συζήτηση απόφασης και την τήρηση επαρκών πρακτικών της διαδικασίας κατά τη λήψη της, ώστε να μπορεί το Ανώτατο Δικαστήριο να ασκήσει τον αναθεωρητικό του έλεγχο. Δυνατό να προταθεί πως η αξιολόγηση των διαγωνιζομένων μπορεί να είναι ταυτόσημη από μερικά μέλη του Συμβουλίου, να κρίνουν λ.χ. πως κάποιος διαγωνιζόμενος απάντησε ορθά, με ευθύτητα, έδειξε να κατέχει το θέμα του, έχει καλή εκφορά του λόγου και αξιόλογη προσωπικότητα, εντούτοις, λόγω διαφορετικής προσέγγισης στην αποτίμηση των πιο πάνω στοιχείων σε μονάδες, ο ένας να δίδει Α μονάδες και ο άλλος Β. Το ίδιο όμως ισχύει και στο γραπτό διαγωνισμό, όταν τα γραπτά ελέγχονται από διαφορετικούς εξεταστές.

Η προσπάθεια, κατά τη γνώμη μου, κατευθύνεται πάντοτε στην πλησιέστερη προς την αντικειμενική κρίση αξιολόγηση. Βέβαια η πορεία προς αυτήν είναι υποκειμενική, εφόσον στη διαδικασία λήψης της όποιας απόφασης λειτουργεί ο άνθρωπος. Εκείνο που έχει τελικά σημασία είναι η γνησιότητα της υποκειμενικής κρίσης, που αποκτά αυτή την ιδιότητα όταν βασίζεται στην έντιμη λειτουργία.

Ένα άλλο παράπονο του δικηγόρου της αιτήτριας είναι πως κατά τη διαδικασία λήψης της επίδικης απόφασης το Συμβούλιο δεν ήταν δεόντως συγκροτημένο, γιατί από διάφορες συνεδρίες του απουσίαζαν μέλη του, που παρευρίσκονταν σε άλλες. Το γεγονός αυτό είναι παραδεκτό από το δικηγόρο της Δημοκρατίας, ο οποίος εισηγείται όμως πως όταν απουσίαζαν μέλη του Συμβουλίου ενημερώνονταν στις επόμενες γι' αυτά που έγιναν στην απουσία τους. Ο δικηγόρος της αιτήτριας αντέτεινε πως τέτοιο πράγμα δεν καταγράφεται στα πρακτικά.

Διαπιστώνεται από το φάκελο πως ο δικηγόρος της αιτήτριας έχει δίκαιο. Στα διάφορα στάδια λήψης της επίδικης απόφασης μέλη του Συμβουλίου που μετείχαν σε κάποια συνεδρίαση απουσίαζαν από άλλη. Πουθενά δεν αναφέρεται πως έγινε ενημέρωση των απόντων μελών γι' αυτά που διαμείφθηκαν στην απουσία τους. Επισημαίνω μάλιστα πως σε μια από αυτές τις συνεδριάσεις μέλος του Συμβουλίου, που τυγχάνει να είναι δικηγόρος, ήγειρε το ζήτημα της απουσίας δύο μελών από την προηγούμενη συνεδρίαση και εισηγήθηκε πως δεν μπορούσαν να μετέχουν σ' αυτή που γινόταν. Μετά από συζήτηση του θέματος τα δυο αυτά μέλη αποσύρθηκαν οικειοθελώς από τη συνεδρίαση. Δεν ετέθη θέμα ενημέρωσης και παραμονής τους.

Η τελευταία εισήγηση του δικηγόρου της αιτήτριας είναι πως η επίδικη απόφαση δεν είναι δεόντως αιτιολογημένη. Και σ' αυτό έχει δίκαιο. Το Συμβούλιο κατά την κρίσιμη συνεδρία του, που αποφάσισε το διορισμό των ενδιαφερομένων μερών, περιορίστηκε στη συζήτηση των πιο άξιων να διοριστούν στη θέση, με μοναδική αναφορά στα αποτελέσματα του γραπτού και προφορικού διαγωνισμού, και σε τίποτε άλλο. Το κάθε μέρος του Συμβουλίου εξέφραζε την άποψη του για τους υποψήφιους σε σχέση, κατά κύριο και βασικό λόγο, στην απόδοσή τους στους δυο διαγωνισμούς. Όταν διαπιστώθηκε η πλειοψηφία υπέρ των ενδιαφερομένων ελήφθη και η απόφαση για διορισμό τους, χωρίς να λεχθεί ό,τιδήποτε άλλο. Δεν έγινε καμιά μνεία ή στάθμιση της συνολικής αξίας των υποψηφίων αναφορικά με τα υπόλοιπα στοιχεία που τη συνθέτουν, όπως π.χ. τα προσόντα τους, ακαδημαϊκά και άλλα.

Για τους πιο πάνω λόγους η επίδικη απόφαση ακυρώνεται με £150 έξοδα υπέρ της αιτήτριας.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο