ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 4 ΑΑΔ 1194
13 Μαΐου, 1997
[ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΓΙΣ ΧΡΙΣΤΟΦΙΔΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
(ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΜΕΡΙΜΝΗΣ ΚΑΙ
ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΣ ΕΚΤΟΠΙΣΘΕΝΤΩΝ)
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 447/96)
Εκτοπισθέντες — Αυτοστέγαση — Οικονομική βοήθεια — Κριτήρια — Η περίπτωση την αυτοστεγαζομένων με δικά τους έξοδα σε ιδιόκτητα οικόπεδα ή με αγορά έτοιμης κατοικίας — Τα ισχύοντα κριτήρια δεν δημιουργούν ανισότητα — Περιστάσεις μη υπαγωγής σε αυτά της κριθείσας περίπτωσης.
Ο αιτητής προσέβαλε την απόρριψη της αίτησης του για χορήγηση του 50% της οικονομικής βοήθειας που παρέχεται σε εκτοπισθέντες για αγορά κατοικίας.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
Η παρούσα περίπτωση διέπεται από την παράγραφο 4.5 της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου. Η παράγραφος τιτλοφορείται "Αυτοστεγασθέντες με δικά τους έξοδα σε Ιδιόκτητα Οικόπεδα και με αγορά έτοιμης κατοικίας/διαμερίσματος.
Από την προσεκτική ανάγνωση του κειμένου αυτού προκύπτει ότι βοήθεια μπορεί να παρασχεθεί σε δύο κατηγορίες δικαιούχων: σε πρόσφυγες που αυτοστεγάστηκαν χωρίς οποιαδήποτε βοήθεια, κτίζοντας οι ίδιοι ή αγοράζοντας κατοικία. Επισημαίνεται ότι στο πρώτο αυτό σκέλος του κριτηρίου χορήγησης βοήθειας δεν γίνεται - σκόπιμα για σκοπούς διαφοροποίησης - καμιά μνεία σε μή εκτοπισθείσα σύζυγο. Η δεύτερη περίπτωση αφορά αυτοστέγαση πραγματοποιούμενη όμως σε οικόπεδο που αποτελεί ιδιοκτησία είτε ενός πρόσφυγα είτε της συζύγου του, που δεν έχει τέτοια ιδιότητα. Δε διαφαίνεται η δημιουργία ανισότητας εφόσον η νέα απόφαση διευρύνει αισθητά το φάσμα των δικαιούχων.
Είναι παραδεκτόν ότι η σύζυγος του αιτητή δεν είναι εκτοπι-σθείσα και ότι αγόρασε την επίδικη κατοικία πολύ πριν παντρευτεί τον αιτητή. Αποτελεί περαιτέρω κοινό έδαφος ότι δεν αγοράστηκε από τον αιτητή με την ιδιότητα του πρόσφυγα, ούτε κτίστηκε σε ιδιόκτητο οικόπεδο του ενός ή του άλλου των συζύγων. Όπως προκύπτει από το πωλητήριο, αγοράστηκε έτοιμη κατοικία με την έννοια ότι θα ανεγειρόταν από τον πωλητή. Και το μέγιστο μέρος του τιμήματος αγοράς καταβλήθηκε από τον πατέρα της συζύγου. Το επιχείρημα για εξόφληση του οικοπέδου μέσα στα πλαίσια του πωλητήριου εγγράφου, που αφορά σαφώς την πώληση ενιαίας περιουσίας, δεν έχει κανένα νομικό ή λογικό έρεισμα.
Η αιτιολογία που δόθηκε ότι η σύζυγος ήταν κάτοχος ή ιδιοκτήτης προτού παντρευτεί, είναι ουσιαστικά ακριβής. Έτσι η κρινόμενη περίπτωση δεν καλύπτεται από οποιοδήποτε από τα κριτήρια που έθεσε η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου.
Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόρριψης της αιτήσεως του αιτητή για την χορηγία του 50% της οικονομικής βοήθειας, η οποία παρέχεται σε εκτοπισθέντες για αγορά έτοιμης κατοικίας.
Ν. Χατζηιωάννου, για τον Αιτητή.
Α. Μαππουρίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.: Ο αιτητής γεννήθηκε στην Αμμόχωστο. Είναι κάτοχος προσφυγικής ταυτότητας. Στις 16/5/95 αποτάθηκε στην Υπηρεσία Μερίμνης και Αποκαταστάσεως Εκτοπισθέντων για να του χορηγηθεί το 50% της οικονομικής βοήθειας, η οποία παρέχεται σε εκτοπισθέντες για αγορά έτοιμης κατοικίας. Η αίτηση του εξετάστηκε από το αρμόδιο όργανο, την Κεντρική Επιτροπή Επιλογής και Κριτηρίων. Όμως απορρίφθηκε στις 7/2/96 με την αιτιολογία ότι "η σύζυγος του κατείχε διαμέρισμα πριν παντρευτούν" (παράρτημα Ε στην ένσταση). Η απόφαση, που κοινοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή της Υπηρεσίας, ημερ. 29/3/96, αναφέρει ως λόγο απόρριψης "γιατί η σύζυγος σας ήταν ιδιοκτήτρια οικίας πριν παντρευτείτε" (βλέπε παράρτημα Στ συνημμένο στο ίδιο δικόγραφο των καθών).
Της επίδικης απόφασης προηγήθηκε προσωπική συνέντευξη του αιτητή από την Υπηρεσία, κατά την οποία του ζητήθηκε η προσκομιδή διαφόρων στοιχείων. Ένα από αυτά, που ακολούθως παρουσίασε, ήταν πωλητήριο έγγραφο ημερ. 20/5/89. Από αυτό προκύπτει πως η σύζυγος του αιτητή, που ήταν τότε ελεύθερη, αγόρασε από την εταιρεία "ΚΕΡΜΙΑ ΛΤΔ.", τη διόροφη κατοικία στο Στρόβολο για την οποία ο αιτητής υπέβαλε το παραπάνω αίτημα για συνδρομή. Το τίμημα αγοράς ήταν £64.500. Η πωλούμενη κατοικία, σύμφωνα με τους όρους του εγγράφου, θα παραδινόταν μέχρι τον Ιούνιο του 1991. Ωστόσο, όπως ο αιτητής αναφέρει σε ένορκη δήλωση στην οποία προέβη, αποπερατώθηκε αργότερα το Νοέμβριο του 1991. Μέχρι τότε ο πενθερός του αιτητή κατέβαλε, ο ίδιος προσωπικά, έναντι του τιμήματος αγοράς και "υπό μορφή προίκας", όπως αναφέρεται στην πρώτη αγόρευση του αιτητή, ποσό £53.200 (βλέπε παράγραφο 5 της ένορκης δήλωσης ημερ. 6/12/96). Το υπόλοιπο από £12.300 πλέον τόκοι και δικαιώματα μεταβίβασης άρχισε να πληρώνει ο αιτητής με τη σύζυγο του με μηνιαίες δόσεις από £220 η καθεμιά (βλέπε επίσης παράγραφο 5 ανωτέρω).
Στις 3/5/95 ο δικηγόρος του αιτητή παραπονέθηκε πως λανθασμένα δε δόθηκε η προβλεπόμενη από την απόφαση αρ. 40.907 του Υπουργικού Συμβουλίου οικονομική βοήθεια. Η σύζυγος του αιτητή δεν ήταν, ακόμη και κατά το χρόνο που γράφτηκε η διαμαρτυρία για απόρριψη του αιτήματος, ιδιοκτήτρια της κατοικίας. Η Υπηρεσία δε μεταπείσθηκε. Αρνήθηκε να αναθεωρήσει την απορριπτική απόφαση για το λόγο που αναφέρεται σε επιστολή της προς το δικηγόρο του αιτητή ημερ. 14/5/96:
"..σύμφωνα με τα ισχύοντα κριτήρια/αποφάσεις το διαμέρισμα θεωρείται αγορασθέν με βάση την ημερομηνία του συμβολαίου και όχι με βάση την τιτλοποίηση ή αποπληρωμή του."
Ο δικηγόρος του αιτητή δε συμφωνεί με την τοποθέτηση αυτή. Ισχυρίστηκε ότι το μόνο ερώτημα είναι αν ήταν λογικά επιτρεπτό για τους καθών να αποφασίσουν ότι "πριν παντρευτεί ο αιτητής η σύζυγος του ήτο ιδιοκτήτρια της οικίας για την αγορά της οποίας ζητείτο βοήθεια". Το ερώτημα απαντά ο ίδιος αρνητικά επικαλούμενος τον ορισμό της λέξης "κύριος" που παρέχει το άρθρ. 2 του περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμησις) Νόμου, Κεφ. 224 και των διατάξεων του περί Συμβάσεων Νόμου, Κεφ. 149, τις οποίες όμως δεν προσδιόρισε. Επίσης επικαλείται το γεγονός, που βεβαίωσε ο αιτητής σε ένορκη δήλωση του ημερ. 6/12/96, ότι μέχρι τότε το πωληθέν δεν είχε ακόμη μεταβιβαστεί. Τέλος, ο κ. Ν. Χ'' Ιωάννου, προφανώς για να εντάξει την περίπτωση του πελάτη του στα παραπάνω κριτήρια παροχής βοηθήματος, προβαίνει σε ορισμένους μαθηματικούς υπολογισμούς για να δείξει ότι η αξία της γης, στην οποία είχε ανεγερθεί η πωληθείσα κατοικία, αποπληρώθηκε περίπου το Μάιο του 1990.
Ο κ. Μαππουρίδης υποστηρίζει ότι η βοήθεια παραχωρείται όταν η κατοικία, κατά το χρόνο ανέγερσης, ανήκει στον αιτητή ή όταν κτίστηκε σε ιδιόκτητο οικόπεδο του. Η μαρτυρία είναι πως αγοράστηκε από τη σύζυγο, που δεν ήταν εκτοπισθείσα και βασικά πληρώθηκε από τον πατέρα της. Ο αιτητής, συνέχισε ο δικηγόρος της Δημοκρατίας, δεν ήταν ιδιοκτήτης ούτε κατά το χρόνο αγοράς της κατοικίας ούτε κατά τη συμπλήρωση της. Ο αιτητής απάντησε στην ουσία ότι η αιτιολογία που δόθηκε ήταν σαφής και δεν μπορεί να αλλάζει εκ των υστέρων με προτάσεις του δικηγόρου. Και πρόσθεσε ότι η σχετική απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου δεν μπορεί να ερμηνευθεί με τρόπο που να δημιουργείται διάκριση σε βάρος προσφύγων που στεγάστηκαν σε κατοικίες μερικώς αποπληρωθείσες από τη σύζυγο. Μια τέτοια ερμηνεία θα παραβίαζε την αρχή της ισότητας και θα καθιστούσε τα κριτήρια αντισυνταγματικά. Και επέμεινε ότι ο λόγος απόρριψης της αίτησης είναι λανθασμένος λόγω πλάνης περί τα πράγματα και περί το δίκαιον.
Η παρούσα περίπτωση διέπεται - όπως είναι αμοιβαία αποδεκτόν - από την παράγραφο 4.5 της παραπάνω απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου. Η παράγραφος τιτλοφορείται "Αυτοστεγασθέντες με δικά τους έξοδα σε Ιδιόκτητα Οικόπεδα και με αγορά έτοιμης κατοικίας/διαμερίσματος" και ορίζει ότι:
"Οι πρόσφυγες που αυτοστεγάστηκαν με δικά τους έξοδα χωρίς να πάρουν οποιαδήποτε βοήθεια, παίρνουν το 50% της οικονομικής βοήθειας στο χρόνο ανέγερσης ή αγοράς της κατοικίας/διαμερίσματος. Οι Υπουργοί Εσωτερικών και Οικονομικών συμφώνησαν στις 20/12/93, να δίδεται το 50% της βοήθειας και σε εκείνες τις περιπτώσεις που αυτοστεγάστηκαν σε Ιδιόκτητα Οικόπεδα και η σύζυγος δεν είναι εκτοπισθείσα".
Από την προσεκτική ανάγνωση του κειμένου αυτού προκύπτει ότι βοήθεια μπορεί να παρασχεθεί σε δύο κατηγορίες δικαιούχων: σε πρόσφυγες που αυτοστεγάστηκαν χωρίς οποιαδήποτε βοήθεια, κτίζοντας οι ίδιοι ή αγοράζοντας κατοικία. Επισημαίνεται ότι στο πρώτο αυτό σκέλος του κριτηρίου χορήγησης βοήθειας δεν γίνεται - πιστεύω σκόπιμα για σκοπούς διαφοροποίησης - καμιά μνεία σε μή εκτοπισθείσα σύζυγο. Η δεύτερη περίπτωση αφορά αυτοστέγαση πραγματοποιούμενη όμως σε οικόπεδο που αποτελεί ιδιοκτησία είτε ενός πρόσφυγα είτε της συζύγου του, που δεν έχει τέτοια ιδιότητα. Δε διαφαίνεται η δημιουργία ανισότητας εφόσον η νέα απόφαση διευρύνει αισθητά το φάσμα των δικαιούχων.
Είναι παραδεκτόν ότι η σύζυγος του αιτητή δεν είναι εκτοπισθείσα και ότι αγόρασε την επίδικη κατοικία πολύ πριν παντρευτεί τον αιτητή. Αποτελεί περαιτέρω κοινό έδαφος ότι δεν αγοράστηκε από τον αιτητή με την ιδιότητα του πρόσφυγα, ούτε κτίστηκε σε ιδιόκτητο οικόπεδο του ενός ή του άλλου των συζύγων. Όπως προκύπτει από το πωλητήριο, αγοράστηκε έτοιμη κατοικία με την έννοια ότι θα ανεγειρόταν από τον πωλητή. Και το μέγιστο μέρος του τιμήματος αγοράς καταβλήθηκε από τον πατέρα της συζύγου. Το επιχείρημα για εξόφληση του οικοπέδου μέσα στα πλαίσια του πωλητήριου εγγράφου, που αφορά σαφώς την πώληση ενιαίας περιουσίας, δεν έχει κανένα νομικό ή λογικό έρεισμα.
Η αιτιολογία που δόθηκε ότι η σύζυγος ήταν κάτοχος ή ιδιοκτήτης (με την έννοια ακόμη του άρθρ. 2 στο οποίο στηρίχθηκε ο συνήγορος) προτού παντρευτεί, είναι ουσιαστικά ακριβής. Έτσι η κρινόμενη περίπτωση δεν καλύπτεται από οποιοδήποτε από τα κριτήρια που έθεσε η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου.
Η επίδικη απόφαση ήταν λογικά εφικτή, διαπίστωση που με οδηγεί στην απόρριψη της προσφυγής και την επικύρωση της πράξης. Δεν επιδικάζονται έξοδα.
Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.