ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 4 ΑΑΔ 523
27 Φεβρουαρίου, 1997
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΘΕΚΛΑ ΑΔΑΜΟΥ ΚΑΙ ΑΛΛΟΣ,
Αιτητές,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ης η αίτηση.
(Υποθέσεις Αρ. 57/95, 68/95, 169/95, 171/95)
Δημόσιοι Υπάλληλοι — Προαγωγές — Σύσταση Προϊσταμένου — Αιτιολογία — Όροι νομιμότητας της αιτιολογίας — Περιστάσεις τήρησης τους στην κριθείσα περίπτωση.
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος —Ακυρωτική απόφαση — Συνέπειες — Επανεξέταση — Η δυνατότητα έκδοσης κατά την επανεξέταση, απόφασης του αυτού περιεχομένου με την ακυρωθείσα, τηρούμενης της νομιμότητας — Επαναπροαγωγή των αυτών προσώπων στην κριθείσα περίπτωση.
Οι αιτητές προσέβαλαν την επαναπροαγωγή, σε δύο διαφορετικές διαδικασίες, των ενδιαφερομένων μερών σε Ανώτερους Γραμματειακούς Λειτουργούς.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, εξέδωσε μία απόφαση σε όλες τις υποθέσεις και απορρίπτοντας τις προσφυγές, αποφάσισε ότι:
Οι συστάσεις του προϊσταμένου είναι αιτιολογημένες, σύμφωνα με το Νόμο. Διαβάζοντας τες διαπιστώνεται πως χωρίζονται σε κεφάλαια που αφορούν στην αξιολόγηση των υποψηφίων, όπως αυτή εμφαίνεται στους υπηρεσιακούς φακέλους αλλά και την προσωπική του κρίση σε σχέση με την ικανότητα, επίδοση και απόδοση τους με ιδιαίτερη μνεία στις απαιτήσεις της επίδικης θέσης, με ονομαστική αναφορά στους συστηθέντες υποψήφιους και στα χαρακτηριστικά που σχετίζονται με την υπηρεσία τους στη δημόσια διοίκηση, σε σύγκριση με τους υπόλοιπους.
Ο συνήγορος παραπονείται πως το διοικητικό όργανο πήρε την ίδια απόφαση, επαναπροαγωγής δηλαδή των ενδιαφερομένων μερών, γιατί θέλει να επιμένει σε αυτή παρά την ακύρωση της από το Ανώτατο Δικαστήριο. Το σχόλιο σ' αυτή την παρατήρηση είναι πως η διοίκηση δικαιούται να επιμείνει στην επιλογή της, εφόσον τηρεί τις νόμιμες διαδικασίες και συμμορφώνεται με τις δικαστικές αποφάσεις.
Οι προσφυγές απορρίπτονται με έξοδα.
Προσφυγές.
Με τις προσφυγές 57/95 και 169/95 προσβάλλεται η απόφαση της ΕΔΥ για την επαναπροαγωγή των τριών ενδιαφερομένων μερών στη θέση Ανώτερου Γραμματειακού Λειτουργού ενώ με τις προσφυγές 68/95 και 171/95 προσβάλλεται η προαγωγή και των πέντε ενδιαφερομένων μερών.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τους Αιτητές.
Γ.Φράγκου, Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Καθ' ης η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Οι τέσσερις προσφυγές, που καταχωρίστηκαν από δύο αιτητές και χωρίστηκαν σε ισάριθμα ζεύγη, εκδικάστηκαν χωριστά γιατί αφορούν σε δυο διαφορετικές διαδικασίες προαγωγής αντίστοιχα. Όμως, οι συνήγοροι καταχώρισαν την κύρια αγόρευση τους στην προσφυγή 57/95, και στις υπόλοιπες παραπέμπουν ουσιαστικά σ' αυτή. Το ζεύγος των προσφυγών 57/95 και 169/95 προσβάλλει την απόφαση της ΕΔΥ που εδημοσιεύθη στις 16.12.94, και με την οποία επαναπροάχθηκαν τα τρία ενδιαφερόμενα μέρη στη θέση Ανώτερου Γραμματειακού Λειτουργού, ενώ οι προσφυγές 68/95 και 171/95 την απόφαση, της ίδιας ημερομηνίας, με την οποία προάχθηκαν τα πέντε ενδιαφερόμενα μέρη στην ίδια θέση.
Ένα είναι το δεσπόζον ζήτημα σε όλες τις προσφυγές, η εισήγηση του δικηγόρου των αιτητών πως οι συστάσεις του προϊσταμένου του Τμήματος δεν είναι πάλιν αιτιολογημένες, όπως ρητά προβλέπεται στο άρθρο 35(4) του Ν. 1/90. Λέω πάλιν, γιατί η διαδικασία λήψεως των επίδικων αποφάσεων αποτελούσε επανεξέταση των προαγωγών που ακυρώθηκαν με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στις προσφυγές 51/93, 198/93, 199/93 και 200/93 κ.α. που εκδόθηκε στις 8.11.94, για το λόγο ότι οι συστάσεις του προϊσταμένου δεν ήσαν αιτιολογημένες.
Ενόψει των ανωτέρω κρίνω σκόπιμο να εκδώσω μια απόφαση και για τις τέσσερις προσφυγές.
Κατά την εξέταση των επίδικων προαγωγών από την ΕΔΥ, και για να υπάρχει πλήρης συμμόρφωση προς την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, εκλήθη ενώπιον της ο Διευθυντής Υπηρεσίας Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού για να προβεί στις συστάσεις του, με σκοπό αυτή τη φορά να είναι αιτιολογημένες. Οπως πολύ ορθά αναφέρεται στην αρχή του πρακτικού οι συστάσεις του ανάγονταν στον ουσιώδη χρόνο.
Στη νομολογία μας ευρίσκει κανείς πλούσιες εισηγήσεις, σκέψεις και παρατηρήσεις αναφορικά με το αναγκαίο περιεχόμενο της σύστασης, ώστε αυτή να πληρεί την έννοια της αιτιολογίας, που προβλέπεται στο Νόμο. Σ' αυτή τη νομολογία γίνεται ευρεία αναφορά από τους συνηγόρους των μερών. Δεν θα ήταν καρποφόρο να προσθέσω ο,τιδήποτε δικό μου στα όσα ήδη έχουν λεχθεί επί του ζητήματος. Έχω τη γνώμη πως η σύσταση κρίνεται ως αιτιολογημένη ή μη, ανάλογα με το περιεχόμενο της στην κάθε περίπτωση ξεχωριστά.
Στις υποθέσεις που εξετάζουμε ο συνήγορος των αιτητών αναλώνει πολλή γραφίδα για να εισηγηθεί πως η αιτιολόγηση των συστάσεων, που καταλαμβάνει στο σχετικό πρακτικό τρεις περίπου σελίδες, πάσχει, υποστηρίζοντας πως, μολονότι περιέχει φραστικές ωραιολογίες, όπως ο ίδιος χαρακτηρίζει το περιεχόμενο της, εντούτοις στηρίζεται σε "μυστικά ή και άγνωστα στοιχεία", όπως ο ίδιος πάλιν λέει.
Δεν έχω πρόθεση να παραθέσω αυτούσιο το πρακτικό της αιτιολογίας μήτε και να ασχοληθώ ξεχωριστά με αυτά που προτείνει ο συνήγορος των αιτητών, γιατί νομίζω πως θα πρόσθετα στη μακρυγορία, ίσως ακόμη και αυτής της ίδιας της επίδικης αιτιολογίας, που επεξετάθη στο κείμενο σε μια προσπάθεια προφανούς ικανοποίησης των αρχών της νομολογίας. Προσωπικά προτιμώ τον πυκνό, περιεκτικό και διαυγή λόγο, όταν ταυτόχρονα δηλώνει μέσα από αυτό το ύφος και την καθαρότητα συνείδησης και σκέψης.
Έχω τη γνώμη πως οι συστάσεις του προϊσταμένου είναι αιτιολογημένες, σύμφωνα με το Νόμο. Διαβάζοντας τες διαπιστώνω πως χωρίζονται σε κεφάλαια που αφορούν στην αξιολόγηση των υποψηφίων, όπως αυτή εμφαίνεται στους υπηρεσιακούς φακέλους αλλά και την προσωπική του κρίση σε σχέση με την ικανότητα, επίδοση και απόδοση τους με ιδιαίτερη μνεία στις απαιτήσεις της επίδικης θέσης, με ονομαστική αναφορά στους συστηθέντες υποψήφιους και στα χαρακτηριστικά που σχετίζονται με την υπηρεσία τους στη δημόσια διοίκηση, σε σύγκριση με τους υπόλοιπους.
Ο συνήγορος παραπονείται πως το διοικητικό όργανο πήρε την ίδια απόφαση, επαναπροαγωγής δηλαδή των ενδιαφερομένων μερών, γιατί θέλει να επιμένει σε αυτή παρά την ακύρωση της από το Ανώτατο Δικαστήριο. Το σχόλιο μου σ' αυτή την παρατήρηση είναι πως η διοίκηση δικαιούται να επιμείνει στην επιλογή της, εφόσον τηρεί τις νόμιμες διαδικασίες και συμμορφώνεται με τις δικαστικές αποφάσεις.
Οι προσφυγές κρίνω πως είναι ολωσδιόλου αβάσιμες και απορρίπτονται. Οι δυο αιτητές σε αυτές θα πληρώσουν £100 έξοδα ο καθένας.
Οι προσφυγές απορρίπτονται με έξοδα.