ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 4 ΑΑΔ 456
21 Φεβρουαρίου, 1997
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΜΙΧΑΗΛ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
2. ΤΟΥ ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 835/95)
Φορολογία — Φορολογία εισοδήματος — Επιβολή με βάση το ποσό του αντικειμένου φόρου κατ' εφαρμογή του Άρθρου 13 (2)(β) του Ν.4/78 — Εσκεμμένη παράλειψη του φορολογουμένου και καταλογισμός της δυνάμει του Άρθρου 23(2) του Νόμου — Ουσιαστική κρίση της διοίκησης — Υποχρέωση του φορολογουμένου να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς του — Περιστάσεις νομιμότητας της επιβολής της φορολογίας στην κριθείσα περίπτωση.
Ο αιτητής προσέφυγε κατά της επιβολής Φόρου Εισοδήματος (και συναφών φορολογιών) που κάλυπτε δεκαετή περίοδο.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
Δεν έχει στοιχειοθετηθεί λόγος ακυρότητας. Κρίνεται πως δεν ήταν αυθαίρετος ο ορισμός του αντικειμένου φόρου αλλά έγινε πάνω στη βάση σχετικών στοιχείων στο πλαίσιο των ορίων της διακριτικής εξουσίας του εφόρου. Την οποία ευλόγως χρησιμοποίησε ενόψει των περιστατικών όπως τα αποκάλυψε η έρευνα που διεξάχθηκε αναφορικά με την κατάσταση της περιουσίας του αιτητή και το εισόδημα που αυτά αναδεικνύουν για τους λόγους που εξηγήθηκαν. Επίσης, αντίθετα προς τον ισχυρισμό του αιτητή το Δικαστήριο δέχεται ως εύλογα επιτρεπτό τον καταμερισμό που έγινε, και ιδιαίτερα την κλιμάκωση των ποσών προς τα άνω μέχρι το τελευταίο έτος και ακόμα, κάτω από τις περιστάσεις της ουσιαστικής απόκρυψης που διαπιστώθηκε, την κρίση του Εφόρου πως, για το λόγο που δόθηκε (παράλειψη δήλωσης του πραγματικού εισοδήματος) συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή του Άρθρου 23(2) του Ν. 4/78.
Ήταν ευθύνη του αιτητή να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς του και η αποτυχία του να το κάμει που, ας σημειωθεί, σαφώς εκτείνεται και στα σημεία της ένστασης που δεν προωθήθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, ευλόγως οδήγησαν στην απόρριψη τους. Ο ισχυρισμός για διάκριση λόγω οικογενειακών σχέσεων δεν προβλήθηκε με έρεισμα οποιοδήποτε νομολογιακό προηγούμενο και, πάντως, εν προκειμένω, με αναφορά και στις πηγές εισοδήματος της θυγατέρας του αιτητή, εύλογα απορρίφθηκε και ο ισχυρισμός αναφορικά με τη φύλαξη χιλιάδων λιρών σε μετρητά στο σπίτι.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Προσφυγή.
Προσφυγή με την οποία προσβάλλεται η φορολογία του Φόρου Εισοδήματος που επιβλήθηκε στον αιτητή για τα φορολογικά έτη 1981-1990 καθώς και η φορολογία έκτακτης εισφοράς και έκτακτης εισφοράς για την Άμυνα.
Στ. Ρήγας, για τον Αιτητή.
Α. Παπασάββας, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Η προσφυγή στρέφεται κατά των φορολογιών Φόρου Εισοδήματος για τα φορολογικά έτη 1981 -1990, των φορολογιών έκτακτης εισφοράς για τις τριμηνίες 1/81 - 4/90 και των φορολογιών έκτακτης εισφοράς για την Άμυνα για το πρώτο και δεύτερο εξάμηνο των ετών 1986 - 1990, που επιβλήθηκαν στον αιτητή.
Οι φορολογίες επιβλήθηκαν πάνω στη βάση του ποσού του αντικειμένου φόρου όπως το όρισε ο Έφορος Φόρου Εισοδήματος ασκώντας την κρίση του κατ' επίκληση του άρθρου 13(2)(β) του περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμου του 1978 (Ν.4/78, όπως τροποποιήθηκε) και περαιτέρω, κατ' επίκληση του άρθρου 23(2) του ίδιου Νόμου, ενόψει εσκεμμένης παράλειψης που απεδόθη στον αιτητή.
Η διερεύνηση καταγγελίας που υποβλήθηκε, οδήγησε στην αξίωση υποβολής από τον αιτητή κατάστασης περιουσίας κατά τις 31.12.80,31.12.86 και 31.12.90. Ο Έφορος, με αναφορά στα στοιχεία που προέκυψαν και στις εξηγήσεις που δόθηκαν από τον αιτητή, στην παρουσία του ελεγκτή του, όρισε ως εισόδημα του αιτητή κατά την δεκαετία μεταξύ του 1981 -1990, το ποσό των £133.613. Έλαβε συναφώς υπόψη όσα υπολόγισε ως έξοδα συντήρησης έξοδα αυτοκινήτου κλπ όπως φαίνεται στην επιστολή του ημερομηνίας 22 Σεπτεμβρίου 1994 και κατένειμε το πιο πάνω ποσό αρχίζοντας με £10,000 για το 1981 και καταλήγοντας με £19.142 για το 1990.
Η ένσταση που υποβλήθηκε αναφορικά με τα έτη 1981,1982 και 1986 ήταν εντελώς γενική. Όπως υποστηρίχθηκε, το εισόδημα που υπολογίστηκε ήταν υπερβολικό και δεν δόθηκαν οι προσωπικές εκπτώσεις. Το ίδιο και ως προς τα έτη 1984, 1985 και 1989. Υποστηρίχθηκε και ως προς αυτά ότι το εισόδημα που υπολογίστηκε ήταν υπερβολικό. Επαναλήφθηκε ενώπιον μου ο ίδιος ισχυρισμός και μπορώ να σημειώσω από τώρα πως η παράλειψη οποιασδήποτε εξειδίκευσης και πολύ λιγότερο τεκμηρίωσης δεν μπορεί παρά να οδηγήσει στην απόρριψη του ως γενικού και αόριστου.
Σε συγκεκριμένα ζητήματα αναφέρθηκε η ένσταση για τα έτη 1983 - 1987, 1988 και 1990, ημερομηνίας 17 Οκτωβρίου 1994 και είναι σε μερικά από αυτά που επικεντρώθηκε η συζήτηση ενώπιον μου. Ο Έφορος επιλήφθηκε των ενστάσεων και τις απέρριψε με την επιστολή του ημερομηνίας 10 Ιουλίου 1995. Η αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης συντίθεται από το κείμενο των δυο πιο πάνω επιστολών.
Δεν έχει αμφισβητηθεί η ύπαρξη των περιουσιακών στοιχείων όπως τα καταγράφει ο Έφορος. Είναι αξιοσημείωτο συναφώς πως επί τόπου καταμέτρηση έδειξε αποθέματα σχετικά με το εμπόριο καπέλλων που διεξάγει ο αιτητής αξίας £32.000 κατά το 1990 όταν κατά το 1986 είχαν δηλωθεί £2,500. Επίσης, ενώ στην ένσταση ημερομηνίας 17 Οκτωβρίου 1994 αμφισβητήθηκαν οι υπολογισμοί του Εφόρου αναφορικά με τα έξοδα συντήρησης της οικογένειας και του αυτοκινήτου του αιτητή, όπως και το ύψος του ποσού των μετρητών κατά το 1990, αυτά δεν προωθήθηκαν ενώπιον μου. Γνωστοποιήθηκαν στον αιτητή οι επιπρόσθετες εξηγήσεις που περιέχονται στην επιστολή του Εφόρου ημερομηνίας 10 Ιουλίου 1995, δεν αναπτύχθηκε ενώπιον μου οποιοδήποτε συγκεκριμένο επιχείρημα ή ισχυρισμός και δεν μπορώ παρά να περιοριστώ σε όσα εξειδικεύθηκαν ως στοιχειοθετούντα κατά την άποψη του αιτητή λόγους ακυρότητας. Αυτά αναφέρονται (α) στην απόφαση του Εφόρου ότι η αγορά του οικοπέδου αρ. J2.708 για £13.500 πλέον £770 μεταβιβαστικά και η ανέγερση κατοικιών κόστους £47.000 έγιναν από τον αιτητή και όχι από τη θυγατέρα του και (β) στην απόφαση του Εφόρου να θεωρήσει πως ήταν ο αιτητής που πλήρωσε για την αγορά του αυτοκινήτου UH391 και όχι η θυγατέρα του.
Ως προς το (α)
Ο έφορος εξήγησε στον αιτητή τους λόγους που τον οδήγησαν στην απόφαση του ως εξής
"(α) Σε επιστολή των ελεγκτών σας ημερομηνίας 27.7.94 αναφέρεται ότι δεν είχατε υπογράψει οιονδήποτε συμβόλαιο αγοράς του οικοπέδου. Κατόπιν όμως έρευνας, διαπίστωσα ότι έχετε υπογράψει συμβόλαιο εσείς εκ μέρους της θυγατέρας σας στις 26.10.82.
(β) Η άδεια οικοδομής εκδόθηκε στο όνομα σας.
(γ) Τα αρχιτεκτονικά σχέδια έχουν ετοιμαστεί στο όνομα σας.
(δ) Υπάρχουν δάνεια που χρησιμοποιήθηκαν για την ανέγερση των κατοικιών στο όνομα σας και άλλα στο όνομα της θυγατέρας σας. Όλα όμως τα δάνεια διεκδικούνται από εσάς στην κατάσταση περιουσίας και η αποπληρωμή γίνεται από εσάς.
(ε) Όλες οι αποδείξεις πληρωμής για ανέγερση των κατοικιών εκδίδονται στο όνομα σας και ο ισχυρισμός σας ότι ποσό 27000 δόθηκε σε μετρητά σε σας σε διάφορες ημερομηνίες από τη θυγατέρα σας και το χρησιμοποιήσατε για την ανέγερση των κατοικιών, δε μπορεί να γίνει αποδεκτό, επειδή κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν έχετε προσκομίσει.
Προς πληροφορία σας έχω εξετάσει τις φορολογικές υποθέσεις της θυγατέρας σας και δεν παρουσίασε οποιοδήποτε στοιχείο που να αποδεικνύει ότι είχε κατά την 31:12.81 το ποσό των £27000 σε μετρητά. Επί πλέον το εισόδημα της κατά τα χρόνια 1981 - 1985 δεν άφηνε περιθώριο για βοήθεια σε σας".
Επιπρόσθετα, ενόψει της ένστασης, στην επιστολή του Εφόρου της 10 Ιουλίου 1995 αναφέρθηκαν και τα ακόλουθα:
"Στην επιστολή των ελεγκτών σας ημερομηνίας 17.10.94, δηλώνεται ότι το οικόπεδο αγοράστηκε από την κόρη σας, ενώ στην υπεύθυνη δήλωση σας ημερομηνίας 9.12.94, δηλώνεται ότι εσείς αγοράσατε το οικόπεδο και πληρώθηκε από εσάς, με χρήματα που σας έδινε η κόρη σας κατά διαστήματα, στα χρόνια 1964 μέχρι 1982.
Αναφορικά με την ανέγερση των κατοικιών, αποδέχεστε στην υπεύθυνη σας δήλωση, ότι οι πληρωμές εγένοντο από εσάς με συνεισφορά της κόρης σας ύψους £13.300 που σας έδιδε κατά διαστήματα στα χρόνια 1964 μέχρι 1985.
Παρόλο που σας ζητήθηκε να προσκομίσετε αποδεικτικά στοιχεία για να υποστηρίξετε τον ισχυρισμό σας ότι τα χρήματα σας δόθηκαν από την κόρη σας, εντούτοις παραλείψατε να το πράξετε.
Γι' αυτό, με βάση τους λόγους που σας έχω εκθέσει στην επιστολή μου ημερομηνίας 22.9.1994, θεωρώ ότι, τόσο η αγορά του οικοπέδου σας όσο και η ανέγερση των κατοικιών, έγιναν αποκλειστικά από δικά σας εισοδήματα."
Ο αιτητής δεν αμφισβητεί πως το κάθε ένα από τα πιο πάνω ήταν πραγματικό γεγονός. Η αντίληψη του είναι, και αυτό είναι που αποτελεί τον πυρήνα της επιχειρηματολογίας του, πως παρά τα πιο πάνω, δεν έπρεπε ο Έφορος να απορρίψει τον ισχυρισμό πως η θυγατέρα του αιτητή είχε φυλαγμένο στο σπίτι το ποσό των £27.000 σε μετρητά το οποίο και έδωσε στον πατέρα της για τους αναφερθέντες σκοπούς. Κατά την άποψη του δεν μπορεί να αναμένεται τήρηση βιβλίων ή η ύπαρξη αποδεικτικών στοιχείων αναφορικά με τις σχέσεις γονιών και τέκνων.
Ως. προς το (β)
Δεν αρνείται ο αιτητής πως πλήρωσε ο ίδιος για την αγορά του αυτοκινήτου. Είναι και εν προκειμένω ο ισχυρισμός του πως χρησιμοποίησε χρήματα που του έδωσε η θυγατέρα του και πως, όσο και αν δεν υπήρχαν στοιχεία γι' αυτά, ο Έφορος ώφειλε να είχε αποδεχθεί τη δήλωση του.
Οι καθ' ων η αίτηση παρέπεμψαν στην αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης και στα στοιχεία του φακέλλου. Κυρίως στον πράγματι αναπόδεικτο ισχυρισμό, όπως άλλωστε ήταν και οι υπόλοιποι, πως η θυγατέρα του αιτητή, ενώ διατηρούσε τραπεζικό λογαριασμό φύλαττε στο σπίτι της το μεγάλο ποσό των £27,000 για να αποφύγει το "κουτσομπολιό". Και επικαλέστηκαν τις θεμελιωμένες αρχές ως προς τη φύση του αναθεωρητικού ελέγχου στο πλαίσιο του οποίου το Ανώτατο Δικαστήριο δεν αντικαθιστά την κρίση της Διοίκησης με τη δική του και ακόμα ως προς την ευθύνη του φορολογούμενου να τεκμηριώνει τους ισχυρισμούς του.
Δεν έχει στοιχειοθετηθεί λόγος ακυρότητας. Κρίνω πως δεν ήταν αυθαίρετος ο ορισμός του αντικειμένου φόρου αλλά έγινε πάνω στη βάση σχετικών στοιχείων στο πλαίσιο των ορίων της διακριτικής εξουσίας του εφόρου. Την οποία ευλόγως χρησιμοποίησε ενόψει των περιστατικών όπως τα αποκάλυψε η έρευνα που διεξάχθηκε αναφορικά με την κατάσταση της περιουσίας του αιτητή και το εισόδημα που αυτά αναδεικνύουν για τους λόγους που εξηγήθηκαν. Επίσης, αντίθετα προς τον ισχυρισμό του αιτητή δέχομαι ως εύλογα επιτρεπτό τον καταμερισμό που έγινε, και ιδιαίτερα την κλιμάκωση των ποσών προς τα άνω μέχρι το τελευταίο έτος και ακόμα, κάτω από τις περιστάσεις της ουσιαστικής απόκρυψης που διαπιστώθηκε, την κρίση του Εφόρου πως, για το λόγο που δόθηκε (παράλειψη δήλωσης του πραγματικού εισοδήματος) συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή του άρθρου 23(2) του Ν. 4/78.
Ήταν ευθύνη του αιτητή να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς του και η αποτυχία του να το κάμει που, ας σημειωθεί, σαφώς εκτείνεται και στα σημεία της ένστασης που δεν προωθήθηκαν ενώπιον μου, ευλόγως οδήγησαν στην απόρριψη τους. Ο ισχυρισμός για διάκριση λόγω οικογενειακών σχέσεων δεν προβλήθηκε με έρεισμα οποιοδήποτε νομολογιακό προηγούμενο και, πάντως, εν προκειμένω, με αναφορά και στις πηγές εισοδήματος της θυγατέρας του αιτητή, εύλογα απορρίφθηκε και ο ισχυρισμός αναφορικά με τη φύλαξη χιλιάδων λιρών σε μετρητά στο σπίτι.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται. Τα έξοδα να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή για να εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.