ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1996) 4 ΑΑΔ 488
16 Φεβρουαρίου, 1996
[ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ Άρθρο 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΥΒΕΛΗ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ,
Αιτήτρια,
ν.
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΑΠΟΧΕΤΕΥΣΕΩΝ ΛΕΜΕΣΟΥ-ΑΜΑΘΟΥΝΤΟΣ,
Καθ'ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 630/94)
Προσφυγή βάσει τον Άρθρου 146 του Συντάγματος— Λόγοι ακυρώσεως — Έλλειψη αιτιολογίας — Διορισμοί — Ανεφάρμοστη η νομολογία περί ρητής αιτιολόγησης των συνεντεύξεων σε περιπτώσεις άλλες από τη δημόσια υπηρεσία όπου δεν υφίσταται διάταξη ανάλογη αυτών του Ν. 1/90 — Κριθείσα περίπτωση διορισμού στο Συμβούλιο Αποχετεύσεων Λεμεσού - Αμαθούντος.
Η αιτήτρια προσέφυγε κατά του διορισμού του ενδιαφερομένου μέρους στη θέση Γραφέα 2ης Τάξης στο Συμβούλιο Αποχετεύσεων Λεμεσού - Αμαθούντος.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
Ο κύριος ισχυρισμός της αιτήτριας είναι η έλλειψη αιτιολογίας στην επίδικη απόφαση με ιδιαίτερη έμφαση στην έλλειψη αιτιολογίας κατά την αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων κατά τις συνεντεύξεις.
Οι καθ'ων η αίτηση στα πλαίσια της διακριτικής τους ευχέρειας καθόρισαν τη διαδικασία την οποία ακολούθησαν και σύμφωνα με την παράγραφο (στ) της διαδικασίας αυτής θα επιλέγετο το άτομο που θα συγκέντρωνε την ψηλότερη τελική βαθμολογία. Το ενδιαφερόμενο μέρος συγκέντρωσε την ψηλότερη βαθμολογία άσχετα αν η διαφορά αυτή σε σχέση με την αιτήτρια ήτο μικρή.
Στην παρούσα διαδικασία δεν υπάρχει διάταξη στο νόμο που να προβλέπει ρητή αιτιολόγηση της αξιολόγησης των υποψηφίων κατά τη συνέντευξη. Επομένως η νομολογία που δημιουργήθηκε με βάση τον Περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμο, Ν. 1/90 δεν έχει εφαρμογή.
Αναφορικά με τον αόριστο ισχυρισμό που τέθηκε για επιλογή του ενδιαφερομένου μέρους για αλλότριους σκοπούς, τέτοιος ισχυρισμός δεν έχει καθόλου στοιχειοθετηθεί και απορρίπτεται.
Όσον αφορά την γενική αιτιολόγηση της επίδικης απόφασης αυτή συμπληρώνεται από τα πρακτικά και το περιεχόμενο των φακέλων.
Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.
Αναφερόμενη υπόθεση:
Προσφυγή.
Προσφυγή με την οποία προσβάλλεται η απόφαση του Συμβουλίου Αποχετεύσεων Λεμεσού - Αμαθούντος να διορίσει στη θέση Γραφεία 2ης Τάξης στο Συμβούλιο το ενδιαφερόμενο μέρος αντί της Αιτήτριας.
Ε. Ευσταθίου, για την Αιτήτρια.
JV. Ιωάννου, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια ζητά από το Δικαστήριο την πιο κάτω θεραπεία:
"Α. Δήλωση και/ή διαταγή του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η απόφαση του καθ' ου η αίτηση Συμβουλίου Αποχετεύσεων Λεμεσού-Αμαθούντος (ΣΑΛΑ) η οποία περιήλθε σε γνώση της αιτήτριας κατά ή περί την 6η Ιουνίου 1994 και με την οποία οι καθ' ων η αίτηση διόρισαν στη θέση Γραφέα 2ης Τάξης στο ΣΑΛΑ το Ενδιαφερόμενο Μέρος Ρεβέκκα Τριμικλινιώτου αντί της αιτήτριας είναι άκυρη και/ή παράνομη και/ή εστερημένη εννόμου αποτελέσματος, παν δε το παραλειφθέν δεν θα έπρεπε να ελάμβανε χώραν."
Οι λόγοι για τους οποίους προσβάλλεται η επίδικη απόφαση είναι η έλλειψη αιτιολογίας και ειδικά η μη αιτιολόγηση της διαδικασίας της επιλογής τόσο στη διαδικασία των συνεντεύξεων όσο και στην τελική απόφαση. Ένας άλλος ισχυρισμός που προτάχθηκε από τον δικηγόρο της αιτήτριας ήταν ότι η βαθμολογία που δόθηκε ήταν αποτέλεσμα αλλότριων σκοπών και συγκεκριμένα πολιτικών κριτηρίων ή και προσωπικών σχέσεων. Επίσης γίνεται ισχυρισμός ότι η αιτήτρια είχε υπεροχή σε όλους τους τομείς έναντι του ενδιαφερομένου μέρους και θα έπρεπε να διοριστεί αυτή στην επίδικη θέση.
Στην γραπτή αγόρευσή του ο δικηγόρος της αιτήτριας αναφέρεται σε διάφορες αυθεντίες μεταξύ των οποίων και Δημοκρατία ν. Χ"Γεωργίου (1994) 3 Α.Α.Δ. 574. Στις αυθεντίες αυτές αναφέρεται ότι υπάρχει ρητή απαίτηση για αιτιολόγηση. Όμως οι αυθεντίες που παρέθεσε ο δικηγόρος της αιτήτριας αφορούν τον Περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμο 1/90, όπου υπάρχει ρητή νομική πρόνοια για αιτιολόγηση της αξιολόγησης των υποψηφίων κατά τις προφορικές εξετάσεις ενώπιον της ΕΔΥ.
Στην παρούσα υπόθεση το Συμβούλιο Αποχετεύσεων Λεμεσού-Αμαθούντος προκαθόρισε, κατά τη συνεδρία του ημερομηνίας 29.9.93, τη διαδικασία την οποία θα ακολουθούσε για αξιολόγηση των υποψηφίων και η διαδικασία όπως αναφέρεται στα πρακτικά ημερομηνίας 29.9.93 ήταν η ακόλουθη:
"Πριν την έναρξη των συνεντεύξεων τα μέλη συμφώνησαν τα εξής:
(α) Το κάθε μέλος της Επιτροπής θα υποβάλλει ερωτήσεις στον κάθε υποψήφιο με την σειρά, αρχίζοντας από τον Πρόεδρο, μετά τον κο Παπαϊακώβου και ακολούθως τον κο Χρίστου.
(β) Το κάθε μέλος της Επιτροπής θα κρατά τις δικές του σημειώσεις και θα βαθμολογά τον κάθε υποψήφιο ανεξάρτητα.
(γ) Σύμφωνα με την απόφαση της Ολομέλειας, τα μέλη της Υπηρεσιακής Επιτροπής θα βαθμολογούν με μέγιστο βαθμό το 80. Συμφωνήθηκε επίσης από τα μέλη της Επιτροπής ότι η ελάχιστη βαθμολογία θα είναι το 50.
(δ) Μετά την εξέταση όλων των υποψηφίων οι ανεξάρτητες βαθμολογίες και των τριών μελών της Επιτροπής θα συγχωνευθούν και θα υπολογιστεί ο μέσος όρος της βαθμολογίας για κάθε υποψήφιο.
(ε) Οι υποψήφιοι που θα πάρουν τις τέσσερις ψηλότερες βαθμολογίες θα παραπεμφθούν στην Ολομέλεια η οποία θα βαθμολογήσει τους υποψηφίους με βάση το 20.
(στ) Ο υποψήφιος που θα επιλεγεί θα είναι το άτομο που θα πάρει την ψηλότερη βαθμολογία αφού συγχωνευθεί ο μέσος όρος της βαθμολογίας της Ολομέλειας με τον μέσο όρο της βαθμολογίας της Υπηρεσιακής Επιτροπής.
Μετά την ολοκλήρωση των συνεντεύξεων διαπιστώθηκε ότι παρουσιάστηκαν για συνέντευξη 19 υποψήφιοι ενώ μόνο ένας δεν παρουσιάστηκε.
Μετά τον υπολογισμό του μέσου όρου των βαθμολογιών, διε-φάνει ότι οι τέσσερις υποψήφιοι που πήραν τις ψηλότερες βαθμολογίες και που σύμφωνα με τις αποφάσεις της Ολομέλειας θα παραπεμφθούν στην Ολομέλεια, είναι όπως φαίνονται στην επισυνημμένη κατάσταση βαθμολογίας.
Κατάσταση βαθμολογίας με τον μέσο όρο της βαθμολογίας για τον κάθε υποψήφιο, επισυνάπτεται στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α."
Στο παράρτημα Α φαίνεται ότι η αιτήτρια και το ενδιαφερόμενο μέρος είχαν βαθμολογία 78 και γι' αυτό κλήθηκαν σε συνέντευξη ενώπιον της Ολομέλειας του Συμβουλίου. Μετά από εξέταση των προσόντων και πείρας της κάθε υποψήφιας και μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας η τελική βαθμολογία της αιτήτριας ήταν 95.13 και του ενδιαφερομένου μέρους 95.59.
Ο κύριος ισχυρισμός της αιτήτριας είναι η έλλειψη αιτιολογίας στην επίδικη απόφαση με ιδιαίτερη έμφαση στην έλλειψη αιτιολογίας κατά την αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων κατά τις συνεντεύξεις.
Οι καθ'ων η αίτηση στα πλαίσια της διακριτικής τους ευχέρειας καθόρισαν τη διαδικασία την οποία ακολούθησαν και σύμφωνα με την παράγραφο (στ) της διαδικασίας αυτής θα επιλέγετο το άτομο που θα συγκέντρωνε την ψηλότερη τελική βαθμολογία. Το ενδιαφερόμενο μέρος συγκέντρωσε την ψηλότερη βαθμολογία άσχετα αν η διαφορά αυτή σε σχέση με την αιτήτρια ήτο μικρή.
Στην παρούσα διαδικασία δεν υπάρχει διάταξη στο νόμο που να προβλέπει ρητή αιτιολόγηση της αξιολόγησης των υποψηφίων κατά τη συνέντευξη. Επομένως η νομολογία που δημιουργήθηκε με βάση τον Περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμο 1/90 δεν έχει εφαρμογή.
Αναφορικά με τον αόριστο ισχυρισμό που τέθηκε για επιλογή του ενδιαφερομένου μέρους για αλλότριους σκοπούς, τέτοιος ισχυρισμός δεν έχει καθόλου στοιχειοθετηθεί και απορρίπτεται.
Όσον αφορά την γενική αιτιολόγηση της επίδικης απόφασης αυτή συμπληρώνεται από τα πρακτικά και το περιεχόμενο των φακέλων τεκμήρια 1 και 2.
Η αιτήτρια απέτυχε να αποδείξει έκδηλη υπεροχή που απαιτείται σε υποθέσεις αυτής της φύσεως.
Η προσφυγή απορρίπτεται άνευ εξόδων.
Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.