ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1995) 4 ΑΑΔ 1785
14 Σεπτεμβρίου, 1995
[ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΝΔΡΕΑΣ ΧΑΜΠΑΚΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 691/92)
Δημόσιου Υπάλληλοι — Προαγωγές — Σύσταση τον Προϊσταμένου — Αιτιολογία — Διάκριση μεταξύ αναιτιολόγητης και αιτιολογημένης σύστασης — Αναφορές στα τρία νομοθετημένα κριτήρια — Όρια — Αιτιολογημένη η σύσταση στην κριθείσα περίπτωση.
Ο αιτητής προσέβαλε την προαγωγή του ενδιαφερομένου μέρους σε Ανώτατο Επιθεωρητή Προϊόντων Α' επικαλούμενος κυρίως το αναιτιολόγητο της σύστασης του Γενικού Διευθυντή υπέρ του τελευταίου.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Με παρόμοιο θέμα σχετικά με τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή εν προκειμένω ασχολήθηκε ο Δικαστής κ. Γ. Κωνσταντινίδης στην υπόθεση Κωνσταντίνος Πετρίδης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας,
Στην υπό εξέταση υπόθεση συνέβηκε κάτι ανάλογο, με την πιο πάνω υπόθεση μόνο που εδώ η υπεροχή του αιτητή δεν ήταν μόνο όσον αφορά την αρχαιότητα αλλά και την αξία και η αιτιολογία της σύστασης του Διευθυντή εντοπίζεται σ' αυτήν, ακριβώς την υπεροχή.
Στην παρούσα υπόθεση δεν έγινε απλή αναφορά των τριών νομοθετημένων κριτηρίων, περιόρισε ο Διευθυντής τη σύστασή του στο κύκλο των τριών νομοθετημένων κριτηρίων, αλλ' η σύστασή του αυτή δεν είναι αντίθετη με τα στοιχεία των φακέλων και είναι τέτοιας (ρύσης και έκτασης που στηρίζουν την πρότιμησή του υπέρ του ενδιαφερομένου μέρους.
Εν όψει όλων των πιο πάνω η επιλογή του ενδιαφερόμενου μέρους ήταν εύλογα επιτρεπτή και η σύσταση του Διευθυντή κρίνεται αιτιολογημένη και επιτρέπει το έλεγχο.
2. Επίσης η απόφαση της Επιτροπής είναι αιτιολογημένη. Η επάρκεια της αιτιολογίας είναι θέμα πραγματικό που κρίνεται στην κάθε περίπτωση ξεχωριστά. Η αιτιολογία μπορεί να συμπληρώνεται και από τα στοιχεία των φακέλων ενώπιον της Επιτροπής.
Η προσφυγή απορρίπτεται με £200 έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Τριανταφυλλίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 429,
Πετρίδης ν. Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 2835,
Πολυκάρπου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 72.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση με την οποία προήχθηκε στη μόνιμη θέση Ανώτερου Επιθεωρητή Προϊόντων Α' (Τακτ. Προύπολ.) Υπηρεσίες Εμπορίου και Βιομηχανίας το ενδιαφερόμενο μέρος, αντί ο αιτητής.
Ε. Κ. Ευσταθίου, για τον Αιτητή.
Δ. Παπαδοπούλου, Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η Αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ, Δ.: Ο αιτητής με την παρούσα προσφυγή ζητά την πιο κάτω θεραπεία:-
"Α. Δήλωση και/ή διαταγή του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η απόφαση των καθ' ων η αίτηση η οποία δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Κυπριακής Δημοκρατίας την 24η Ιουλίου 1992, αρ. Φ. 2727, Αρ. Γνωστ. 2392 και με την οποία οι καθ' ων η αίτηση προήγαγαν στη μόνιμη θέση Ανώτερου Επιθεωρητή Προϊόντων Α' (Τακτ. Προϋπολ.) Υπηρεσίες Εμπορίου και Βιομηχανίας από 1ης Ιουλίου 1992 το Ενδιαφερόμενο Μέρος Ηλία Βασιλείου αντί του αιτητή είναι άκυρη και/ή παράνομη και/ή εστερημένη εννόμου αποτελέσματος, παν δε το παραλειφθέν δεν θα έπρεπε να ελάμβανε χώραν."
Ο Γενικός Διευθυντής, Υπουργείο Εμπορίου και Βιομηχανίας, με επιστολή του ημερομηνίας 17/12/1991, ζήτησε από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας την πλήρωση μιας κενής μόνιμης (Τακτ. Προϋπ.) θέσης Ανώτερου Επιθεωρητή Προϊόντων Α', Υπηρεσίες Εμπορίου και Βιομηχανίας.
Επειδή σύμφωνα με το Σχέδιο Υπηρεσίας, η θέση Ανώτερου Επιθεωρητή Προϊόντων Α' είναι θέση προαγωγής, η Ε.Δ.Υ. στη συνεδρίαση της με ημερομηνία 7/1/1992, αποφάσισε να επιληφθεί του θέματος πλήρωσης της θέσης σε ημερομηνία που θα οριζόταν αργότερα και στη συνεδρίαση να παραστεί και ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εμπορίας και Βιομηχανίας.
Στη συνεδρίαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας ημερομηνίας 17/6/1992, ο Γενικός Διευθυντής, σύστησε το ενδιαφερόμενο μέρος για προαγωγή και στη συνέχεια, αφού αυτός αποχώρησε, η Επιτροπή προχώρησε στη γενική αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων.
Η Επιτροπή αφού εξέτασε τα ουσιώδη στοιχεία από το φάκελο πλήρωσης της θέσης, καθώς και από τους Προσωπικούς Φακέλους και τις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις των υποψηφίων και έλαβε επίσης υπόψη τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο Βασιλείου Ηλίας υπερείχε των άλλων υποψηφίων με βάση το σύνολο των καθιερωμένων κριτηρίων (αξία, προσόντα, αρχαιότητα) και αποφάσισε να του προσφέρει προαγωγή ως τον πιο κατάλληλο στη μόνιμη (Τακτ. Προϋπ.) θέση Ανώτερου Επιθεωρητή Προϊόντων Α'.
Η Επιτροπή καθόρισε ως ημερομηνία ισχύος της προαγωγής του Βασιλείου Ηλία την 1/7/1992.
Η πιο πάνω προαγωγή δημοσιεύτηκε στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας με ημερομηνία 24/7/1992 και αρ. γνωστοποίησης 2392.
Οι νομικοί λόγοι που προβλήθηκαν εκ μέρους του αιτητή για ακύρωση της προσβαλλόμενης προαγωγής έχουν ως πιο κάτω:-
(1)Οι καθ' ων η αίτηση πεπλανημένα και καθ' υπέρβαση εξουσίας θεώρησαν ότι ο αιτητής υστερούσε έναντι του ενδιαφερομένου μέρους σε αξία, γιατί η Ε.Δ.Υ. καταχρηστικά μείωσε την εξαίρετη βαθμολογία του αιτητή και στα οκτώ σημεία σε πολύ ικανοποιητική και εάν δε συνέβαινε αυτό ο αιτητής αναμφίβολα θα προετιμάτο αντί του ενδιαφερομένου μέρους.
(2)Η Ε.Δ.Υ. δεν προσέγγισε ορθά τις παραστάσεις του αιτητή αναφορικά με τη μη αντικειμενικότητα των εμπιστευτικών εκθέσεών του η οποία οφείλεται στο γεγονός ότι κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του υπό τον κ. Χαραλάμπους εξ αιτίας συνδικαλιστικών του ενεργειών και παραστάσεων έτυχε μη αντικειμενικής βαθμολογίας για τα έτη 1982-1987.
(3) Αναιτιολόγητη η σύσταση του Γενικού Διευθυντή ο οποίος αρκέσθηκε στην αναφορά των τριών κριτηρίων (αξία, προσόντα, αρχαιότητα).
(4)Ελλειπής έρευνα για την επιλογή του καλύτερου.
(5) Η απόφαση της Ε.Δ.Υ. πάσχει από έλλειψη επαρκούς αιτιολόγησης.
Οι δύο πρώτοι νομικοί λόγοι που προβλήθηκαν από τον αιτητή αποσύρθηκαν στη συνέχεια από το δικηγόρο του. Ο μεν πρώτος εν όψει των ισχυρισμών της δικηγόρου των καθ' ων η αίτηση που περιέχονται στη γραπτή της αγόρευση και σε συνδυασμό με την απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Κυριάκος Τριανταφυλλίδης και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 429, και ο δεύτερος, λόγω της αδυναμίας του αιτητή ν' αποδείξει την ισχυριζόμενη έλλειψη αντικειμενικότητας στην ετοιμασία των εμπιστευτικών εκθέσεων για τα χρόνια 1982-1987.
Για το λόγο αυτό δε θ' ασχοληθώ με τους νομικούς αυτούς ισχυρισμούς οι οποίοι και απορρίπτονται ως αβάσιμοι.
Ο τρίτος νομικός λόγος αναφέρεται στη μη αιτιολογημένη σύσταση του Γενικού Διευθυντή.
Σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 35 του Περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (Ν. 1/1990) η Επιτροπή κατά την προαγωγή, μεταξύ των άλλων, "λαμβάνει δεόντως υπόψη ..., αιτιολογημένες συστάσεις του Προϊσταμένου του Τμήματος ...".
Η σύσταση του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εμπορίου και Βιομηχανίας έχει ως πιο κάτω:-
"Ανεπιφύλακτα με βάση τα τρία κριτήρια στο σύνολο τους συστήνω το Βασιλείου Ηλία. Ο Βασιλείου Ηλίας υπερέχει τόσο σε αξία όσο και σε αρχαιότητα έναντι όλων των άλλων υποψηφίων. Στα προσόντα ισοβαθμεί με τους άλλους υποψηφίους πλην του Χαμπάκη Ανδρέα, ο οποίος κατέχει μεν υπέρτερα ακαδημαϊκά προσόντα, υστερεί όμως σε αξία και αρχαιότητα."
Με παρόμοιο θέμα ασχολήθηκε ο αδελφός Δικαστής κ. Γ. Κωνσταντινίδης στην υπόθεση Κωνσταντίνος Πετρίδης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 2835 όπου αναφέρονται τα πιο κάτω:-
"Ο Γενικός Λογιστής σύστησε το ενδιαφερόμενο μέρος για συγκεκριμένο λόγο. Παρέπεμψε στα τρία κριτήρια και πρόσθεσε:
"Για την πιο πάνω σύστασή μου θέλω να επισημάνω το γεγονός ότι ο Αργυρού υπερτερεί όσον αφορά την αρχαιότητα, γιατί προήχθηκε στη θέση Λογιστικού Λειτουργού, 1ης Τάξης, την 1.6.81, εν αντιθέσει με άλλους ανθυποψήφιούς του, οι οποίοι προήχθησαν στις 15.10.81 και άλλους που προήχθησαν αργότερα."
Το νόημα αυτής της σύστασης ήταν πως, κατά την άποψή του Γενικού Λογιστή, οι υποψήφιοι ήταν, κατά τα άλλα, ίσοι. Ενυπάρχει στη σύσταση η πρόθεση του Γενικού Λογιστή να μη διακρίνει μεταξύ τους ως προς την αξία και τα προσόντα. Η σύσταση αποκαλύπτει το συλλογισμό του Γενικού Λογιστή και επιτρέπει τον έλεγχο. Η περίπτωση είναι διαφορετική από εκείνες στις οποίες η σύσταση περιορίστηκε σε αναφορά στα τρία κριτήρια. Η άποψη πως η σύσταση ήταν αναιτιολόγητη, κατά παράβαση του Νόμου, δεν ευσταθεί. Επίσης, ο ισχυρισμός πως βρίσκεται σε αντίθεση προς τα στοιχεία του φακέλου είναι ατεκμηρίωτος. Η ουσιαστική αρχαιότητα του ενδιαφερομένου μέρους είναι αναντίλεκτη και, όπως σημείωσα, δεν έχει γίνει λόγος για τα προσόντα τους. Ως προς την αξία, στο βαθμό που αυτή αντανακλάται στις εμπιστευτικές εκθέσεις, ο αιτητής και το ενδιαφερόμενο μέρος ήταν περίπου ίσοι. Οποιαδήποτε διαφοροποίηση εύλογα θα μπορούσε να κλίνει υπέρ του ενδιαφερομένου μέρους ο οποίος το 1989 είχε καλύτερη βαθμολογία από τον αιτητή.
Με τα πιο πάνω, διαγράφεται και η αποτυχία του αιτητή να καταδείξει, την, κατά τον ισχυρισμό του, έκδηλη υπεροχή του έναντι του ενδιαφερομένου μέρους. Δεν υπάρχει οτιδήποτε που θα μπορούσε να δικαιολογήσει αυτή την πρόταση.
Έχει νομολογηθεί ότι η σύσταση που απλώς αναπαραγάγει τα μετρήσιμα στοιχεία του φακέλου δεν δικαιολογείται να προσεγγίζεται ως ξεχωριστό στοιχείο κρίσης αναφορικά με την αξία εφόσον αυτά τα στοιχεία ήδη βρίσκονται ενώπιον της ΕΔΥ η οποία και είναι σε θέση να τα αξιολογήσει. Εδώ, με καταγραμμένη την αιτιολογία της σύστασης, η Ε.Δ.Υ γνώριζε ποιο, κατά την κρίση του Γενικού Λογιστή, ήταν το σημείο της υπεροχής του ενδιαφερομένου μέρους έναντι των υπολοίπων. Θα πρέπει, επομένως, να θεωρηθεί ότι προσέγγισε τη σύσταση όπως αυτή είχε διατυπωθεί και ότι της πρόσδωσε τη σημασία που της άρμοζε. Ο Γενικός Λογιστής όχι μόνο είχε το δικαίωμα αλλά θα έλεγα είχε και την υποχρέωση να μη διακρίνει μεταξύ των υποψηφίων ως προς την αξία και τα προσόντα τους αν κατά την άποψή του δεν εδικαιολογείτο αυτή η διάκριση. Ο φάκελος επιβεβαιώνει την κρίση του Γενικού Λογιστή πως οι υποψήφιοι από την άποψη της αξίας βρίσκονταν στην ίδια θέση. Δεν έχει αμφισβητηθεί ότι αυτό ισχύει και ως προς τα προσόντα τους και με αυτά τα δεδομένα η επιλογή του ενδιαφερομένου μέρους που ήταν ο αρχαιότερος, ήταν εύλογα επιτρεπτή."
Στην υπό εξέταση υπόθεση συνέβηκε κάτι ανάλογο, μόνο που εδώ η υπεροχή του αιτητή δεν ήταν μόνο όσον αφορά την αρχαιότητα αλλά και την αξία και η αιτιολογία της σύστασης του Διευθυντή εντοπίζεται σ' αυτή ακριβώς την υπεροχή.
Στην υπόθεση Νίκη Πολυκάρπου και Άλλοι ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 72, ο αδελφός Δικαστής κ. Δ. Στυλιανίδης αναφέρει τα πιο κάτω σχετικά με τις αιτιολογημένες συστάσεις.
"Είναι γενική αρχή στο διοικητικό δίκαιο ότι οι αποφάσεις των διοικητικών οργάνων πρέπει να έχουν πλήρη, επαρκή και σαφή αιτιολογία. Εφόσον απόφαση της Επιτροπής λαμβάνει υπόψη και στηρίζεται σε κάποιο βαθμό στη σύσταση του Προϊσταμένου, η τελευταία πρέπει να περιέχει αιτιολογία. Τα στοιχεία των Φακέλων και τα τρία νομοθετημένα κριτήρια δεν μπορούν να διαζευχθούν από το περιεχόμενο της αιτιολογίας της σύστασης. Η επάρκεια της αιτιολογίας είναι θέμα πραγματικό, που κρίνεται στην κάθε περίπτωση. Η αιτιολογία μπορεί να συμπληρώνεται και από τα στοιχεία των Φακέλων ενώπιον της Επιτροπής. Σύσταση χωρίς αιτιολογία δεν είναι έγκυρη και δεν μπορεί να ειπωθεί ότι η αιτιολογία της μπορεί να ανευρεθεί στα στοιχεία των Διοικητικών Φακέλων.
Ο Προϊστάμενος του Τμήματος είναι σε ιδανική θέση να διαγράψει τους λόγους για τους οποίους συστήνει έναν υπάλληλο για προαγωγή. Γνωρίζει τα καθήκοντα και τις ευθύνες της θέσης και τους υποψηφίους υπαλλήλους. Από το σύνολο των γνώσεών του και των παρατηρήσεών του, ο νομοθέτης του επιβάλλει το καθήκον να αιτιολογήσει τη σύστασή του, να δώσει τους λόγους της προτίμησής του. Η αιτιολογία πρέπει να είναι επαρκής και σαφής και να εκθέτει, έστω και με λακωνικό τρόπο, τους πραγματικούς λόγους που τον οδηγούν στη σύσταση Οι λόγοι πρέπει να περιορίζονται στον κύκλο των τριών νομοθετημένων κριτηρίων, να μην είναι αντίθετοι με τα στοιχεία των Φακέλων, αλλά να είναι τέτοιας φύσεως και έκτασης, που να στηρίζουν την προτίμησή του. Η απλή αναφορά των τριών νομοθετημένων κριτηρίων δεν ικανοποιεί την απαίτηση του νομοθέτη για αιτιολογημένες συστάσεις."
Ακριβώς όπως έγινε και στην παρούσα υπόθεση. Δεν έγινε απλή αναφορά των τριών νομοθετημένων κριτηρίων, περιόρισε ο Διευθυντής τη σύστασή του στον κύκλο των τριών νομοθετημένων κριτηρίων, αλλ' η σύστασή του αυτή δεν είναι αντίθετη με τα στοιχεία των φακέλων και είναι τέτοιας φύσης και έκτασης που στηρίζουν την προτίμησή του υπέρ του ενδιαφερομένου μέρους.
Εν όψει όλων των πιο πάνω η επιλογή του ενδιαφερόμενου μέρους ήταν εύλογα επιτρεπτή και η σύσταση του Διευθυντή κρίνεται αιτιολογημένη και επιτρέπει τον έλεγχο.
Ο ισχυρισμός ότι η σύσταση ήταν αναιτιολόγητη δεν ευσταθεί και απορρίπτεται ως ατεκμηρίωτος.
Η Επιτροπή άσκησε σύμφωνα με το Νόμο τη διακριτική της ευχέρεια και η προσβαλλόμενη προαγωγή ήταν εύλογα επιτρεπτή σ' αυτή. Επίσης η απόφαση της Επιτροπής είναι αιτιολογημένη. Η επάρκεια της αιτιολογίας είναι θέμα πραγματικό που κρίνεται στην κάθε περίπτωση ξεχωριστά. Η αιτιολογία μπορεί να συμπληρώνεται και από τα στοιχεία των φακέλων ενώπιον της Επιτροπής.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται.
Ο αιτητής να πληρώσει το ποσό των £200.- έξοδα των καθ' ων η αίτηση.
Η προσφυγή απορρίπτεται με £200 έξοδα.