ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1995) 4 ΑΑΔ 1754
12 Σεπτεμβρίου, 1995
[ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΥΡΙΑΚΟΣ Γ. ΚΟΥΡΤΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΗΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 661/94)
Πρόσφυγες — Προσφυγική ταυτότητα — Αντικατάσταση — Διενεργείται μετά από επαναπιστοποίηση της προσφυγικής ιδιότητας του δικαιούχου — Η μη αντικατάσταση δεν συνιστά ανάκληση της προϋπάρχουσας ταυτότητας — Πορίσματα στη Θεοδούλου ν. Δημοκρατίας — Υιοθέτησή της στην κριθείσα περίπτωση.
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος — Αναθεωρητικός έλεγχος — Έργο του Δικαστηρίου — Δεν υπεισέρχεται στην αξιολόγηση γεγονότων κατ' αρχήν.
Ο αιτητής προσέφυγε κατά της μη αντικατάστασης της προσφυγικής του ταυτότητας επικαλούμενος μεταξύ άλλων παράνομη ανάκληση ευμενούς διοικητικής πράξης.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή αποφάσισε ότι:
1. Η Γιαννάκης Θεοδούλου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, στρεφόταν κατά της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου με την οποία επικυρώθηκε η απόφαση του Λειτουργού Εγγραφής για την απόρριψη του αιτήματος του προσφεύγοντας για αντικατάσταση της προσφυγικής του ταυτότητας. Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε πως η έρευνα που διεξήχθη για τη διαπίστωση της μόνιμης κατοικίας του αιτητή κατά την τουρκική εισβολή ήταν ενδελεχής, τα δε στοιχεία που προέκυψαν καθιστούσαν την απόφαση εύλογη.
Στην έφεση προβλήθηκε όπως και στην παρούσα υπόθεση, θέμα ανάκλησης της προσφυγικής ταυτότητας του εφεσείοντα.
Κρίνεται ότι η απόρριψη του αιτήματος του αιτητή για αντικατάσταση της προσφυγικής του ταυτότητας έγινε μετά από επαναπιστοποίηση της προσφυγικής ιδιότητας που του παραχωρήθηκε αμέσως μετά την εισβολή. Κατά συνέπεια, δεν ισχύουν οι περί παραβίασης των αρχών της καλής πίστης και ανάκλησης ευμενούς διοικητικής πράξης ισχυρισμοί που πρόβαλε ο δικηγόρος του αιτητή.
2. Δεν διακρίνεται οποιαδήποτε διαφοροποίηση στα γεγονότα μεταξύ των δύο περιπτώσεων. Το μέτρο της επαναπιστοποίησης κρίθηκε αναγκαίο όχι μόνο για το λόγο ότι κατέστη δυνατή η επανεγκατάσταση ορισμένων περιοχών που είχαν επηρεασθεί, αλλά και για άλλους λόγους.
Στην προκειμένη περίπτωση οι καθ' ων η αίτηση είχαν την ευκαιρία μετά από δέουσα έρευνα να προβούν στο μέτρο της επαναπιστοποίησης της προσφυγικής ταυτότητας του αιτητή. Η έρευνα υπήρξε επαρκής και αυτό επιμαρτυρείται από το περιεχόμενο του φακέλου. Η διοίκηση αφού συνεκτίμησε τα διάφορα στοιχεία που προέκυψαν από την έρευνα, θεώρησε τον αιτητή ως μη εκτοπισθέντα.
3. Η αξιολόγηση των γεγονότων ανήκει στη διαδικασία του αρμοδίου διοικητικού οργάνου και το Δικαστήριο δεν υπεισέρχεται στην αξιολόγηση των γεγονότων εκτός αν διαπιστωθεί ότι αυτή δεν έγινε μέσα στα πλαίσια του νόμου και δεν ήταν εύλογα επιτρεπτή. Κάτι τέτοιο δεν έχει διαπιστωθεί στην υπό εξέταση υπόθεση.
Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.
Αναφερόμενη υπόθεση:
Θεοδούλου ν. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 466.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του αιτητή για αντικατάσταση της απωλεσθείσας προσφυγικής ταυτότητας του.
Α Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.
Α. Χριστοφόρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, Δ.: Ο αιτητής με την παρούσα προσφυγή ζητά την ακύρωση της απόφασης των καθ' ων η αίτηση με την οποία απέρριψαν το αίτημα του για αντικατάσταση της απολεσθείσας προσφυγικής ταυτότητας του, η οποία του κοινοποιήθηκε με επιστολή του Λειτουργού Εγγραφής ημερ. 7.7.94.
Τα γεγονότα της υπόθεσης είναι τα ακόλουθα:
Ο αιτητής γεννήθηκε στις 19.11.49 στο Λιοπέτρι. Παντρεύτηκε στις 4.9.83 με την Αναστασία Α. Λοΐζου, η οποία είναι εκτοπισθείσα από την Άσσια. Η σύζυγός του κατέχει την προσφυγική ταυτότητα με αριθμό 118258, την οποία πήρε ύστερα από αίτηση της και αφού διαγράφηκε από την ταυτότητα των γονιών της. Στην αίτηση δήλωσε ότι ο σύζυγός της είναι από το Λιοπέτρι και δεν είναι εκτοπισθείς.
Στις 8.3.94 ο αιτητής υπέβαλε αίτηση για έλεγχο και αντικατάσταση της προσφυγικής του ταυτότητας με αριθμό 98437 και ζήτησε να θεωρηθεί εκτοπισθείς από την Αμμόχωστο. Ο αιτητής επίσης ανάφερε ότι το Σεπτέμβριο του 1972 αφού τέλειωσε ξενοδοχειακή σχολή στη Γαλλία, ήλθε στην Κύπρο. Εργάστηκε σε τρία ξενοδοχεία της Αμμοχώστου και έμενε στην οδό Απ. Ανδρέα 18 με την αδελφή του Κούλα θυμάκη, η οποία εργαζόταν και αυτή σε ξενοδοχείο και ήταν παντρεμένη με Ελλαδίτη τραγουδιστή. Ο αιτητής ερχόμενος από τη Γαλλία είχε φέρει και τη Γαλλίδα αρραβωνιαστικιά του. Οι γονείς του δεν τους δέχτηκαν στο Λιοπέτρι και πήγαν στην Αμμόχωστο στην αδελφή του. Η Γαλλίδα σε τρεις μήνες επέστρεψε στη Γαλλία. Ο ίδιος κάποτε έμενε στο ξενοδοχείο και κάποτε στο διαμέρισμα που νοίκιαζε η αδελφή του.
Με την αίτηση του παρουσίασε βεβαίωση από το Asterias Beach Hotel με ημερομηνία 18.4.86 ότι εργάστηκε στο πιο πάνω ξενοδοχείο για περίοδο οκτώ μηνών πριν από την εισβολή.
Οι καθ' ων η αίτηση προτού πάρουν την επίδικη απόφαση προέβηκαν σε σχετική έρευνα η οποία και περιγράφεται σε διάφορα σημειώματα στο φύλλο καταχωρήσεων (minute sheet) του διοικητικού φακέλου αρ. 3194 και σε σχετικό σημείωμα αρμόδιας λειτουργού ημερ. 5.7.94 (κυανά 13-14 στο διοικητικό φάκελο). Το ακόλουθο απόσπασμα είναι από το πιο πάνω αναφερόμενο σημείωμα:
"5. Από έρευνα που έγινε προέκυψαν τα πιο κάτω:
α) Από το Γραφείο εκδόσεως άδειας οδηγού μου ανέφεραν ότι ο αιτητής απέκτησε μαθητική άδεια στις 20.6.73 και δήλωσε διεύθυνση Λιοπέτρι (σημ. 4).
β) Από τη βεβαίωση των Στρατολογικών Γραφείων Αμμοχώστου (κ. 10) φαίνεται ότι ο αιτητής κατετάγη έφεδρος 20.7.74 και απολύθηκε 21.9.74.
γ) Στην αίτηση του για ασφάλιση (κ.8) με ημερομηνία 6.2.74 φαίνεται διεύθυνση κατοικίας το Λιοπέτρι και εργοδότης το ξενοδοχείο Golden Sands στην Αμμόχωστο.
δ) Ρωτήθηκαν κάτοικοι της οδού Απ. Ανδρέα στην Αμμόχωστο. Η κα. Ελένη Πούρου πρ. ταυτ. 26200 ανέφερε ότι θυμάται την αδελφή του αιτητή να νοικιάζει μικρό διαμέρισμα από τον κ. Ιορδάνη Χριστοδουλίδη. Δεν θυμάται όμως ποιοι έμεναν μαζί της (σημ. 5). Τα ίδια περίπου μου ανέφερε και η κα Αυγή Γεωργίου πρ. ταυτ. 60102 (σημ. 6). Ρωτήθηκε επίσης και ο κοινοτάρχης Λιοπετρίου (σημ. 7) ο οποίος ανέφερε ότι ο αιτητής εργαζόταν σε ξενοδοχείο και έμενε με την αδελφή του, ξενοδοχειακή υπάλληλος κι' αυτή, σε διαμέρισμα στην Αμμόχωστο. Πήγαινε όμως και στους γονείς του στο Λιοπέτρι.
6. Σύμφωνα με τα πιο πάνω φαίνεται ότι ο αιτητής ο οποίος κατάγεται από το Λιοπέτρι από το Φεβράρη του 1974 εργαζόταν στο ξενοδοχείο Golden Sands και όπως ισχυρίζεται έμενε με την αδελφή του στην Αμμόχωστο και κάποτε στο ξενοδοχείο που εργαζόταν. Όταν υπέβαλε αίτηση για ασφάλιση στις 6.2.74 δήλωσε διεύθυνση διαμονής το Λιοπέτρι. Να σημειωθεί επίσης ότι η σύζυγός του όταν υπέβαλε 2 φορές αίτηση για προσφυγική ταυτότητα δήλωνε ότι ο σύζυγός της δεν είναι εκτοπισθείς. Ως εκ τούτου εισηγούμαι όπως θεωρηθεί σαν τόπος μόνιμης διαμονής του αιτητή πριν και μέχρι την εισβολή το Λιοπέτρι και όχι η Αμμόχωστος και η προσφυγική ταυτότητα με αριθμό 98437 να ακυρωθεί."
Η εισήγηση για απόρριψη της αίτησης του αιτητή εγκρίθηκε από δύο προφανώς ιεραρχικά ανώτερους λειτουργούς με την αναγραφή της λέξης "συμφωνώ" και ημερ. 6.7.94.
Στον αιτητή στάληκε από το Λειτουργό Εγγραφής η ακόλουθη
1757
επιστολή ημερ. 7.7.94, η οποία αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής:
"Κύριε,
Η αίτησή σας που υποβλήθηκε στο Γραφείο μας για αντικατάσταση της προσφυγικής σας ταυτότητας με αρ. 98437 Δ.Τ. 488314 μελετήθηκε προσεχτικά και λυπούμαι να σας πληροφορήσω ότι δεν κατέστη δυνατό να εγκριθεί.
2. Η πιο πάνω απόφαση βασίζεται στο γεγονός ότι η συνήθης διαμονή σας πριν την τουρκική εισβολή δεν ήταν οποιαδήποτε τουρκοκρατούμενη περιοχή.
3. Η προσφυγική ταυτότητα της συζύγου σας με αρ. 118258 επιστρέφεται."
Ως λόγοι ακυρότητας της επίδικης απόφασης προβλήθηκαν από το δικηγόρο του αιτητή τα ακόλουθα:
(1) Η απορριπτική απάντηση των καθ' ων η αίτηση αποτελεί αντιφατική ενέργεια σε σχέση με προγενέστερη απόφασή τους και παραβιάζει κτηθέντα νόμιμα δικαιώματα του αιτητή. Η ενέργεια αυτή παραβιάζει τις αρχές της χρηστής διοίκησης και της καλής πίστης και κλονίζει την εμπιστοσύνη του πολίτη προς το κράτος.
(2) Η απόφαση των καθ' ων λήφθηκε καθ' υπέρβαση και/ή κατάχρηση εξουσίας γιατί οδήγησε μεταξύ άλλων και σε ανάκληση ευμενούς διοικητικής πράξης που λήφθηκε ορθά και νόμιμα και αφορούσε την αναγνωρισμένη ιδιότητα του αιτητή ως εκτοπισμένου.
(3) Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιτιολόγητη. Η επιστολή ημερ. 7.7.94 αποτελεί την κοινοποίηση της επίδικης απόφασης ενώ η ίδια η απόφαση αυτή καθ' εαυτή δεν υπάρχει πουθενά με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο δικαστικός έλεγχος.
Ο δικηγόρος της Δημοκρατίας υποστήριξε στη γραπτή του αγόρευση πως οι καθ' ων η αίτηση διεξήγαγαν δέουσα έρευνα για επαναπιστοποίηση της προσφυγικής ιδιότητας του αιτητή και ότι το αποτέλεσμα της έρευνας ήταν ότι ο αιτητής πριν την εισβολή ήταν κάτοικος Λιοπετρίου, κάποτε δε πιθανόν να φιλοξενείτο από την αδελφή του στο διαμέρισμα που νοίκιαζε στην Αμμόχωστο.
Παρέπεμψε επίσης στην απόφαση της Ολομέλειας στην Γιαννάκης Θεοδούλου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 466, για να αντικρούσει τον ισχυρισμό του αιτητή περί ανάκλησης νόμιμης ευμενούς για το διοικούμενο πράξης.
Η πιο πάνω έφεση στρεφόταν κατά της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου με την οποία επικυρώθηκε η απόφαση του Λειτουργού Εγγραφής για την απόρριψη του αιτήματος του προσφεύγοντος για αντικατάσταση της προσφυγικής του ταυτότητας. Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε πως η έρευνα που διεξήχθη για τη διαπίστωση της μόνιμης κατοικίας του αιτητή κατά την τουρκική εισβολή ήταν ενδελεχής, τα δε στοιχεία που προέκυψαν καθιστούσαν την απόφαση εύλογη. Στην έφεση προβλήθηκε όπως και στην παρούσα υπόθεση, θέμα ανάκλησης της προσφυγικής ταυτότητας του εφεσείοντα. Το ακόλουθο είναι απόσπασμα από τις σελ. 467-470 της απόφασης της Ολομέλειας, που δόθηκε από το Δικαστή Πική (όπως ήταν τότε):
"Η έφεση δεν περιορίστηκε στην αφμισβήτηση των διαπιστώσεων του δικαστηρίου για το εύλογο της διοικητικής απόφασης αλλά επεκτάθηκε και στη θεώρηση του νομικού καθεστώτος που ίσχυσε για την έκδοση προσφυγικών ταυτοτήτων και την συνεπαγόμενη με την προσβληθείσα διοικητική απόφαση ανάκληση, όπως χαρακτηρίστηκε, της προσφυγικής ταυτότητας που εκδόθηκε στον εφεσείοντα μετά την τουρκική εισβολή. Κατά την ανάπτυξη της επιχειρηματολογίας του ο δικηγόρος του εφεσείοντα έκαμε αναφορά σε αριθμό προηγούμενων αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου που άπτονται του θέματος αντικατάστασης ή ανανέωσης προσφυγικής ταυτότητας ....
...................................
Πριν επιλύσουμε τα εγερθέντα θέματα θα κάμουμε σύντομη αναφορά στους λόγους που οδήγησαν στην έκδοση προσφυγικών ταυτοτήτων και τις ρυθμίσεις που υιοθετήθηκαν για την έκδοσή τους.
Προς αντιμετώπιση της δραματικής κατάστασης που προέκυψε κατά την τουρκική εισβολή και την κατάληψη από τα τουρκικά στρατεύματα μεγάλου μέρους της Κύπρου και τον επακόλουθο εκτοπισμό των κατοίκων των καταληφθέντων περιοχών, η κυβέρνηση έλαβε σειρά μέτρων για την παροχή βοήθειας στους εκτοπισθέντες και παθόντες προς ανακούφιση των δεινών που τους έπληξαν και την προλείανση του εδάφους για την επαναδραστηριοποίηση τους. Με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου της 20.9.74 αποφασίστηκε η παροχή ποικιλόμορφης βοήθειας σε εκτοπισθέντες και παθόντες σύμφωνα με καταρτισθέν σχέδιο. Στην κατηγορία των εκτοπισθέντων περιλήφθηκαν όλοι όσοι είχαν τη μόνιμη κατοικία τους σε περιοχή που καταλήφθηκε από τα τουρκικά στρατεύματα ή κατέστη λόγω της τουρκικής εισβολής απροσπέλαστη. Το έργο της ανακούφισης ανατέθηκε στην υπηρεσία Μέριμνας και Αποκατάστασης Εκτοπισθέντων, που συστάθηκε στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, στην οποία ανατέθηκε ο συντονισμός της κυβερνητικής προσπάθειας για την αντιμετώπιση της τραγικής κατάστασης που έπληξε τη χώρα και τους κατοίκους της.
Αμέσως μετά την τουρκική εισβολή άρχισε η καταγραφή των εκτοπισθέντων και ως μέσο πιστοποίησης της ιδιότητας αυτής υιοθετήθηκε η προσφυγική ταυτότητα. Η προσφυγική ταυτότητα συνιστά διοικητικό μέτρο συνυφασμένο με την ευόδοση του κυβερνητικού έργου για ανακούφιση των εκτοπισθέντων και παθόντων. Στο πλαίσιο αυτών των διευθετήσεων εκδόθηκε, κατόπιν αιτήσεώς του, προσφυγική ταυτότητα στον αιτητή, η οποία τον φέρει ως έχοντα τη μόνιμη κατοικία του πριν την εισβολή στον Καραβά. Με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου της 22.1.76 συστηματοποιήθηκε η έκδοση προσφυγικών ταυτοτήτων και το έργο ανατέθηκε στην Υπηρεσία Μερίμνης και Αποκαταστάσεως Εκτοπισθέντων.
Από το 1983 κρίθηκε αναγκαία η διενέργεια ελέγχου, μέσο της αρμόδιας διοικητικής αρχής, προς επαλήθευση ή επαναπιστοποίηση της προσφυγικής ιδιότητας των κατόχων προγενέστερα εκδοθεισών ταυτοτήτων. Όπως αναφέρεται σε σημείωμα του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών της 7.6.1990, το μέτρο κρίθηκε αναγκαίο και για το λόγο ότι κατέστη δυνατή η επανεγκατάσταση ορισμένων προσώπων στα σπίτια τους τα οποία νωρίτερα αναγκάστηκαν να τα εγκαταλείψουν λόγω της γειτνίασής τους προς περιοχές που καταλήφθηκαν από τα τουρκικά στρατεύματα. Τόσο η αρχική πιστοποίηση όσο και η μεταγενέστερη απόφαση για επαναπιστοποίηση της προσφυγικής ιδιότητας συνιστούν μέτρα συνυφασμένα με την προσπάθεια ανακούφισης εκτοπισθέντων και παθόντων. Η επαναπιστοποίηση είχε ως λόγο την επαλήθευση γεγονότων για τα οποία, σε προγενέστερο στάδιο δεν παρεχόταν η πρέπουσα άνεση για διερεύνηση και πιστοποίηση τους λόγω της πιεστικής κατάστασης που επικρατούσε. Προκύπτει από τα στοιχεία τα οποία έχουν κατατεθεί ότι από το 1983 η επαναπιστοποίηση της προσφυγικής ταυτότητας ανατέθηκε στην Υπηρεσία Εγγραφής του Υπουργείου των Εσωτερικών, πρακτική η οποία επισημοποιήθηκε με την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου της 24.5.1986.
Δε διαπιστώνουμε οτιδήποτε μεμπτό στη διαδικασία που ακολουθήθηκε για την επαναπιστοποίηση της προσφυγικής ταυτότητας που απέβλεπε στην ακριβέστερη καταγραφή των εκτοπισθέντων χάριν της ορθολογιστικής αντιμετώπισης των αναγκών τους και τον περιορισμό της βοήθειας στα πρόσωπα που πληρούσαν τις τεθείσες προϋποθέσεις."
Έχοντας υπόψη τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης σε σχέση με το τι λέχθηκε στην πιο πάνω απόφαση, κρίνω ότι η απόρριψη του αιτήματος του αιτητή για αντικατάσταση της προσφυγικής του ταυτότητας έγινε μετά από επαναπιστοποίηση της προσφυγικής ιδιότητας που του παραχωρήθηκε αμέσως μετά την εισβολή. Κατά συνέπεια, δεν ισχύουν οι περί παραβίασης των αρχών της καλής πίστης και ανάκλησης ευμενούς διοικητικής πράξης ισχυρισμοί που πρόβαλε ο δικηγόρος του αιτητή.
Ο κ. Αγγελίδης προσπάθησε να διακρίνει την πιο πάνω απόφαση της Ολομέλειας από την υπό εξέταση περίπτωση, ισχυριζόμενος πως στην παρούσα υπόθεση δεν πρόκειται για κάτοικο περιοχής που τώρα η κατάσταση επέτρεπε την επανεγκατάστασή του στα εγκαταληφθέντα τότε σπίτια, αλλά για αιτητή που επέλεξε κατά τον ουσιώδη χρόνο ως επαγγελματικό του κέντρο την Αμμόχωστο.
Διαφωνώ με την πιο πάνω θέση και δεν διακρίνω οποιαδήποτε διαφοροποίηση στα γεγονότα μεταξύ των δύο περιπτώσεων. Το μέτρο της επαναπιστοποίησης κρίθηκε αναγκαίο όχι μόνο για το λόγο ότι κατέστη δυνατή η επανεγκατάστασή ορισμένων περιοχών που είχαν επηρεασθεί, αλλά και για άλλους λόγους.
Στην προκειμένη περίπτωση οι καθ' ων η αίτηση είχαν την ευκαιρία μετά από δέουσα έρευνα να προβούν στο μέτρο της επαναπιστοποίησης της προσφυγικής ταυτότητας του αιτητή. Η έρευνα υπήρξε κατά την άποψή μου επαρκής και αυτό επιμαρτυρείται από το περιεχόμενο του φακέλου. Η διοίκηση αφού συνεκτίμησε τα διάφορα στοιχεία που προέκυψαν από την έρευνα, θεώρησε τον αιτητή ως μη εκτοπισθέντα.
Η αξιολόγηση των γεγονότων ανήκει στη δικαιοδοσία του αρμοδίου διοικητικού οργάνου και το Δικαστήριο δεν υπεισέρχεται στην αξιολόγηση των γεγονότων εκτός αν διαπιστωθεί ότι αυτή δεν έγινε μέσα στα πλαίσια του νόμου και δεν ήταν εύλογα επιτρεπτή. Κάτι τέτοιο δεν έχω διαπιστώσει στην υπό εξέταση υπόθεση.
Οι ισχυρισμοί που άπτονται της μη ύπαρξης σχετικής διοικητικής απόφασης και έλλειψης αιτιολογίας επίσης κρίνονται αβάσιμοι. Το πρακτικό ημερ. 5.7.94 (κυανά 13-14) αποτελεί κατά την άποψή μου το υπόβαθρο της επίδικης απόφασης. Στο ίδιο το πρακτικό εκτίθεται τόσο η έρευνα που διεξήχθη όσον και οι λόγοι για την απόρριψη της αίτησης του αιτητή, με αποτέλεσμα να παρέχεται στο Δικαστήριο ευχέρεια για άσκηση του απαιτούμενου αναθεωρητικού ελέγχου.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται και η επίδικη απόφαση επικυρώνεται.
Δεν επιδικάζονται έξοδα.
Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.