ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1994) 4 ΑΑΔ 85
19 Ιανουαρίου, 1994
[ΚΟΥΡΡΗΣ, Δ/στής]
ANAΦOPIKA ME TO APΘPO 146 TOY ΣYNTAΓMATOΣ
ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΑΜΑΘΟΥΣ ΛΤΔ.,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, MEΣΩ
YΠOYPΓOY OIKONOMIKΩN KAI AΛΛOY,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Aρ. 323/92)
Τελωνειακοί Δασμοί και Φόροι Καταναλώσεως ― Τελωνειακοί Δασμοί σε εμπορεύματα που περιλαμβάνονται στο δηλωτικό εισαγωγής ― Άρθρο 30 εδάφια (1) και (2) του περί Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου του 1967 (Ν. 82/67), όπως τροποποιήθηκε ― Οι δύο διατάξεις είναι ανεξάρτητες ― Νομολογιακά πορίσματα.
Λέξεις και Φράσεις ― "Eμπορεύματα υποκείμενα σε δασμό" στο Άρθρο 2 του περί Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου του 1967 (Ν. 82/67) ― Ορισμός και ερμηνεία από τη νομολογία.
Ερμηνεία ― Ερμηνεία Νόμου ― O Περί Τελωνειακών Δασμών και Φόρων Καταναλώσεως Νόμος του 1978 (Ν. 18/78), Άρθρο 3 ― Περιεχόμενο ρύθμισης και ερμηνεία.
Με την προσφυγή προσβλήθηκε η απόφαση με την οποία ζητήθηκε από την αιτήτρια εταιρεία να πληρώσει το ποσό των £43.334,83 ως εισαγωγικό δασμό για ένα κιβώτιο μικροϋπολογιστών το οποίο περιλαμβανόταν στο Δηλωτικό Εισαγωγής Εμπορευμάτων, με αριθμό 6178/91, αλλά δεν παρουσιάστηκε στο Τελωνείο.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Οι διατάξεις των Άρθρων 30(1) και 30(2) του Περί Tελωνείων και Φόρων Kαταναλώσεως Nόμου (Ν. 82/67) είναι ανεξάρτητες. Υιοθετείται εν προκειμένω η υπόθεση Cyprian Seaways Agencies Ltd. and Others v. Republic. Σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 23(1) του Νόμου, η αιτήτρια ήταν υποχρεωμένη να υποβάλει "δηλωτικόν εισαγωγής" αναφορικά με τα εμπορεύματα που μετέφερε, πράγμα το οποίο έπραξε. Στα εμπορεύματα αυτά, σύμφωνα με το δηλωτικό που υποβλήθηκε από την αιτήτρια, περιλαμβανόταν και το περί ου ο λόγος κιβώτιο, το οποίο δεν ανευρέθηκε κατά τον τελωνειακό έλεγχο. Επομένως, σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 30(2), η αιτήτρια ήταν υπεύθυνη για την πληρωμή του αναλογούντος δασμού, εκτός αν παρείχε επαρκείς εξηγήσεις στους καθ' ων η αίτηση.
Tο Δικαστήριο δεν συμφωνεί με τη θέση του δικηγόρου της αιτήτριας ότι τα εν λόγω εμπορεύματα έπρεπε στην παρούσα περίπτωση, να είχαν αποδεδειγμένα εισαχθεί για να υπόκεινται σε δασμό. Αυτό θα ίσχυε στην περίπτωση όπου έχει εφαρμογή το Άρθρο 30(1), του οποίου η φρασεολογία είναι διαφορετική. Στην περίπτωση του Άρθρου 30(2) είναι αρκετό τα εμπορεύματα να εμφανίζονται στο δηλωτικό εισαγωγής, για να ενεργοποιηθούν οι πρόνοιες του Άρθρου αυτού. Η φράση "εμπορεύματα υποκείμενα σε δασμό" ορίζεται στο Άρθρο 2 του Νόμου.
Ο ίδιος όρος ερμηνεύθηκε στην υπόθεση Cyprian Seaways Agencies Ltd, and others v. Republic (πιο πάνω), όπου το θέμα αφορούσε την πληρωμή δασμού για διαμετακομιζόμενα εμπορεύματα, τα οποία αναφέρονταν στη δηλωτικό εισαγωγής, αλλά δεν ανευρέθηκαν στο Τελωνείο για επανεξαγωγή.
2. Οι ενέργειες των καθ' ων η αίτηση ήταν σύμφωνες και με το Άρθρο 3 του Περί Τελωνειακών Δασμών και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου (Ν.18/78) και δεν απαιτείτο καμιά περαιτέρω έρευνα εκ μέρους τους. Ο Νόμος θέτει το βάρος της έρευνας και των αναλόγων εξηγήσεων αναφορικά με την τύχη εξαφανισθέντων εμπορευμάτων, τα οποία αναφέρονται στο δηλωτικό εισαγωγής, στον Κυβερνήτη του αεροσκάφους ή τον αντιπρόσωπό του και όχι στους καθ' ων η αίτηση. Ούτε και υπάρχουν, στα διάφορα έγγραφα που κατατέθηκαν στο Δικαστήριο, οποιεσδήποτε εξηγήσεις εκ μέρους της αιτήτριας, αναφορικά με την τύχη των αναφερθέντων εμπορευμάτων.
Με βάση όλα τα πιο πάνω και τα περιστατικά της υπόθεσης, η επίδικη απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή στους καθ' ων η αίτηση και κανένας από τους προσβληθέντες λόγους για ακύρωσή της δεν ευσταθεί.
H προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.
Αναφερόμενη υπόθεση:
Cyprian Seaways Agencies Ltd and Others v. Republic (1980) 3 C.L.R. 592.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση με την οποία ζητήθηκε από την αιτήτρια να πληρώσει το ποσό των £43.334,83 ως εισαγωγικό δασμό για ένα κιβώτιο μικροϋπολογιστών το οποίο περιλαμβανόταν στο Δηλωτικό Εισαγωγής Εμπορευμάτων, με αριθμό 6178/91, το οποίο δεν παρουσιάστηκε στο Τελωνείο.
Ρ. Χαραλάμπους για Χρ. Τριανταφυλλίδη, για την Aιτήτρια.
Μ. Ραφτόπουλος, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Kαθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
KOYPPHΣ, Δ.: Με την προσφυγή αυτή, η αιτήτρια Εταιρεία προσβάλλει την απόφαση των καθ'ων η αίτηση, η οποία περιλαμβάνεται σε επιστολή τους, ημερομηνίας 19/2/92, με την οποία ζητήθηκε από την αιτήτρια να πληρώσει το ποσό των £43.334,83 ως εισαγωγικό δασμό για ένα κιβώτιο μικροϋπολογιστών το οποίο περιλαμβανόταν στο Δηλωτικό Εισαγωγής Εμπορευμάτων, με αριθμό 6178/91, αλλά δεν παρουσιάστηκε στο Τελωνείο.
Η αιτήτρια είναι αντιπρόσωπος στην Κύπρο της Εταιρείας "Ολυμπιακή Αεροπορία Α.Ε.".
Στις 26/7/91, η αιτήτρια κατέθεσε στο Τελωνείο του διεθνούς αεροδρομίου Λάρνακας Δηλωτικό Εισαγωγής Εμπορευμάτων, με αριθμό 6178/91. Μεταξύ των εμπορευμάτων που δηλώθηκαν για εκφόρτωση ήταν και ένα κιβώτιο μικροϋπολογιστών, με παραλήπτες την Εταιρεία ZOANCON TRADING LTD., στην Κύπρο.
Κατά τον τελωνειακό έλεγχο στην τελωνειακή αποθήκη του αεροδρομίου Λάρνακας, δεν ανευρέθηκε το εν λόγω κιβώτιο. Ως αποτέλεσμα, ο αρμόδιος Τελωνειακός Λειτουργός εξέδωσε κατά την ίδια μέρα και κοινοποίησε στην αιτήτρια το έντυπο C168, με το οποίο ζητούσε από την αιτήτρια όπως παράσχει εντός δύο μηνών, επαρκείς εξηγήσεις αναφορικά με την τύχη του πιο πάνω εμπορεύματος σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 30(2) του περί Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως Νόμων του 1967, άλλως θα ευθυνόταν για την καταβολή του αναλογούντος δασμού.
Στις 20/8/91, η αιτήτρια πληροφόρησε τους καθ'ων η αίτηση ότι το θέμα βρισκόταν ακόμα υπό διερεύνηση. Στις 15/11/91 οι καθ'ων η αίτηση, μετά από αίτηση των παραληπτών του κιβωτίου, εξέδωσαν σ' αυτούς πιστοποιητικό βεβαιώνον ότι το εν λόγω κιβώτιο δεν παρουσιάστηκε στο Τελωνείο.
Στις 19/2/92, οι καθ'ων η αίτηση απέστειλαν στην αιτήτρια Σημείωμα Απαιτήσεως (Form C30) ζητώντας την πληρωμή του ποσού των £43.334,83 ως εισαγωγικούς δασμούς αναφορικά με τους εν λόγω μικροϋπολογιστές, βάσει του άρθρου 30(2) του Νόμου, εντός 7 ημερών.
Η Ολυμπιακή Αεροπορία με επιστολή της ημερομηνίας 27/2/92, πληροφόρησε το Τελωνείο του Αεροδρομίου Λάρνακας, ότι το θέμα βρισκόταν ακόμα υπό διερεύνηση και ζήτησε παράταση χρόνου 75 ημερών. Η παράταση αυτή εγκρίθηκε, όπως φαίνεται από χειρόγραφη σημείωση στην πιο πάνω επιστολή.
Στις 8/4/92 καταχωρήθηκε η παρούσα προσφυγή.
Ο δικηγόρος της αιτήτριας ισχυρίστηκε ότι η επιβολή του επίδικου δασμού αντίκειται στις πρόνοιες του άρθρου 30 του Νόμου, γιατί:
(α) Σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 30(1), για να επιβληθεί δασμός πρέπει να προηγηθεί η παράδοση ή μεταφορά των εισαχθέντων εμπορευμάτων. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι η εισαγωγή των εμπορευμάτων και εμπορεύματα που δεν εισήχθηκαν, όπως στην παρούσα περίπτωση, δεν υπόκεινται σε δασμό.
(β) Για να ενεργοποιηθούν οι πρόνοιες του άρθρου 30(2), πρέπει τα εμπορεύματα να υπόκεινται σε δασμό (σύμφωνα με τη φρασεολογία του εδαφίου αυτού), δηλαδή να έχουν πρώτα εισαχθεί.
Ο δικηγόρος της αιτήτριας ισχυρίστηκε περαιτέρω ότι ήταν καθήκον των καθ'ων η αίτηση να προβούν πρώτα σε έρευνα για τη διαπίστωση του κατά πόσο τα εν λόγω εμπορεύματα πράγματι εισήχθηκαν, πριν τη λήψη της επίδικης απόφασης, πράγμα το οποίο παρέλειψαν να πράξουν. Είναι επίσης η θέση του ότι παρασχέθηκαν εξηγήσεις στους καθ'ων η αίτηση από την αιτήτρια και δεν υπάρχει αιτιολογία στην επίδικη απόφαση, γιατί οι εξηγήσεις αυτές δεν κρίθηκαν επαρκείς.
Ο δικηγόρος των καθ'ων η αίτηση ισχυρίστηκε ότι οι διατάξεις των δύο εδαφίων του άρθρου 30 είναι ανεξάρτητες όπως και οι σκοποί τους. Υπέβαλε ότι ο σκοπός του εδαφίου (1) είναι να απαγορεύει την παράδοση ή μεταφορά των εμπορευμάτων εκτός εάν καταβληθούν πρώτα οι ανάλογοι δασμοί, ενώ ο σκοπός του εδαφίου (2) είναι η επιβολή υποχρέωσης στο μεταφορέα να καταβάλει το δασμό των εμπορευμάτων τα οποία, ενώ περιγράφονται στο Δηλωτικό Εισαγωγής, δεν παρουσιάζονται στον Τελώνη και ούτε παρέχονται επαρκείς εξηγήσεις αναφορικά με την τύχη τους.
Ο δικηγόρος των καθ'ων η αίτηση ισχυρίστηκε επίσης ότι οι καθ'ων η αίτηση δεν είχαν καμιά υποχρέωση να διεξαγάγουν έρευνα κι ότι η διεξαγωγή έρευνας ήταν ευθύνη του κυβερνήτη του αεροσκάφους ή του αντιπροσώπου του, εν πάση δε περιπτώσει, όχι των καθ'ων η αίτηση. Υπέβαλε, τέλος, ότι δεν δόθηκαν στους καθ'ων η αίτηση οποιεσδήποτε εξηγήσεις από την αιτήτρια, των οποίων η επάρκεια θα μπορούσε να κριθεί από το Δικαστήριο.
Τα εδάφια (1) και (2) του άρθρου 30 του περί Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου του 1967 (αρ. 82/67), όπως τροποποιήθηκε, έχουν ως ακολούθως:
"30.-(1) Εξαιρουμένων των περιπτώσεων, καθ' ας άλλως προβλέπεται εν τω παρόντι Νόμω ή εν οιωδήποτε νομοθετήματι αφορώντι εις τα τελωνεία, απαγορεύεται η παράδοσις ή μεταφορά εισαγομένων εμπορευμάτων, μέχρις ου ο εισαγωγεύς καταβάλει τω αρμοδίω λειτουργώ τους αναλογούντας τοις εμπορεύμασι δασμούς· εν τη περιπτώσει δε εμπορευμάτων, δι' α απαιτείται κατάθεσις διασαφήσεως, ο δασμός καταβάλλεται άμα τη καταθέσει της διασαφήσεως·
(2) Εάν δεν παρασχεθώσιν επαρκείς εξηγήσεις εις τον τελώνην, καθ' όσον αφορά εις εμπορεύματα υποκείμενα εις δασμόν, άτινα περιλαμβάνονται εν τω δηλωτικώ εισαγωγής πλοίου ή αεροσκάφους, ο πλοίαρχος ή πλοιοκτήτης ή ο κύριος ή κυβερνήτης του αεροσκάφους ή ο αντιπρόσωπος αυτού οφείλει να καταβάλη, εφ' όσον απαιτήσει τούτο ο τελώνης, τον επί των εμπορευμάτων τούτων οφειλόμενον δασμόν, ως ο δασμός ήθελε βεβαιωθή υπό του τελώνου, κατά τους κρατούντας, κατά την κατάθεσιν του δηλωτικού, συντελεστάς.".
Συμφωνώ με τη θέση του δικηγόρου των καθ'ων η αίτηση. Οι διατάξεις των άρθρων 30(1) και 30(2) είναι ανεξάρτητες. Στην υπόθεση Cyprian Seaways Agencies Ltd. and Others v. Republic (1980) 3 C.L.R. 592, λέχθηκαν, στη σελίδα 598, τα ακόλουθα, τα οποία υιοθετώ:
"Consequently the whole matter turns on the interpretation of section 30 subsection 2 of the Law alone and independently of subsection 1 thereof, as there is no connection between these two subsections. It is clear that subsection 1 prohibits the delivery or removal on importation of imported goods until the importer has paid the duty chargeable thereon, whereas subsection 2 speaks of dutiable goods which are included in the report, but which do not exist and their absence has not been accounted for to the satisfaction of the collector.".
Σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 23(1) του Νόμου, η αιτήτρια ήταν υποχρεωμένη να υποβάλει "δηλωτικόν εισαγωγής" αναφορικά με τα εμπορεύματα που μετέφερε, πράγμα το οποίο έπραξε. Στα εμπορεύματα αυτά, σύμφωνα με το δηλωτικό που υποβλήθηκε από την αιτήτρια, περιλαμβανόταν και το περί ου ο λόγος κιβώτιο, το οποίο δεν ανευρέθηκε κατά τον τελωνειακό έλεγχο. Επομένως, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 30(2), η αιτήτρια ήταν υπεύθυνη για την πληρωμή του αναλογούντος δασμού, εκτός αν παρείχε επαρκείς εξηγήσεις στους καθ'ων η αίτηση.
Δεν συμφωνώ με τη θέση του δικηγόρου της αιτήτριας ότι τα εν λόγω εμπορεύματα έπρεπε στην παρούσα περίπτωση, να είχαν αποδεδειγμένα εισαχθεί για να υπόκεινται σε δασμό. Αυτό θα ίσχυε στην περίπτωση όπου έχει εφαρμογή το άρθρο 30(1), του οποίου η φρασεολογία είναι διαφορετική. Στην περίπτωση του άρθρου 30(2) είναι αρκετό τα εμπορεύματα να εμφανίζονται στο δηλωτικό εισαγωγής, για να ενεργοποιηθούν οι πρόνοιες του άρθρου αυτού. Η φράση "εμπορεύματα υποκείμενα σε δασμό" ορίζεται στο άρθρο 2 του Νόμου, ως εξής:
"εμπορεύματα υποκείμενα εις δασμόν ή φόρον" σημαίνει εμπορεύματα κατηγορίας τινός ή κλάσεως, υποκειμένης εις δασμόν ή φόρον καταναλώσεως, ανεξαρτήτως εάν τα εν λόγω εμπορεύματα βαρύνονται τω όντι διά της καταβολής του εν λόγω δασμού ή φόρου και ανεξαρτήτως εάν ο δασμός ούτος ή φόρος κατεβλήθη·"
Ο ίδιος όρος ερμηνεύθηκε στην υπόθεση Cyprian Seaways Agencies Ltd. and Others v. Republic (πιο πάνω), όπου το θέμα αφορούσε την πληρωμή δασμού για διαμετακομιζόμενα εμπορεύματα, τα οποία αναφέρονταν στο δηλωτικό εισαγωγής, αλλά δεν ανευρέθηκαν στο Τελωνείο για επανεξαγωγή. Παραθέτω το πιο κάτω απόσπασμα, από τη σελίδα 597, με το οποίο συμφωνώ (η αναφορά είναι στο άρθρο 3 του Νόμου 42/77):
"This section clearly distinguishes between imported goods cleared from customs for home use in the Republic and those goods, which though included in a ship's report are not produced to the collector as provided in section 30 of the Law.
Under section 3 duties are imposed and collected on both categories of goods, those under paragraph (a) which are imported in the Republic and cleared from customs and those under paragraph (b) which are not imported in the Republic but come under section 30 of the Law. The combined effect of this section with section 30 subsection 2 of the Law bear out the proposition that there exists, a distinction between dutiable goods which are all those enumerated in the tariffs and goods which are in fact chargeable with such duty. Goods on transit or transhipment, if they are of the kinds set out in the Schedule are dutiable goods though duty will not be charged if they are re-exported or transhipped, but duty can be charged on them under section 30 subsection 2 of the Law, if the other prerequisites of this section are as in the present case satisfied. The definition of dutiable goods adds to the distinction between dutiable goods and goods chargeable with duty.".
Το άρθρο 3 του περί Τελωνειακών Δασμών και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου του 1978 (αρ. 18/78), ο οποίος αντικατέστησε το Νόμο 42/77, προνοεί ότι:
"3.-(1) Εκτός εάν άλλως προνοήται εν τω παρόντι ή οιωδήποτε ετέρω Νόμω, επιβάλλονται, εισπράττονται και καταβάλλονται προς όφελος των γενικών προσόδων της Δημοκρατίας, εφ' απάντων των εν τω Δευτέρω Πινάκι ειδικώς καθοριζομένων εμπορευμάτων:-
(α) άτινα, μετά την εισαγωγήν των εν τη Δημοκρατία, τελωνίζονται προς εσωτερικήν κατανάλωσιν· ή
(β) άτινα, καίτοι αναγεγραμμένα εν τω δηλωτικώ εισαγωγής σκάφους τινός ή αεροσκάφους, δεν προσάγονται εις τον λειτουργόν, ως προνοείται εν άρθρω 30 των περί Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως Νόμων 1967 έως 1977, οι διάφοροι δασμοί ....".
Έχω τη γνώμη ότι οι ενέργειες των καθ'ων η αίτηση ήταν σύμφωνες με το Νόμο και δεν απαιτείτο καμιά περαιτέρω έρευνα εκ μέρους τους. Ο Νόμος θέτει το βάρος της έρευνας και των αναλόγων εξηγήσεων αναφορικά με την τύχη εξαφανισθέντων εμπορευμάτων, τα οποία αναφέρονται στο δηλωτικό εισαγωγής, στον Κυβερνήτη του αεροσκάφους ή τον αντιπρόσωπό του και όχι στους καθ'ων η αίτηση. Ούτε και υπάρχουν, στα διάφορα έγγραφα που κατατέθηκαν στο Δικαστήριο, οποιεσδήποτε εξηγήσεις εκ μέρους της αιτήτριας, αναφορικά με την τύχη των αναφερθέντων εμπορευμάτων.
Με βάση όλα τα πιο πάνω και τα περιστατικά της υπόθεσης, βρίσκω ότι η επίδικη απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή στους καθ'ων η αίτηση και κανένας από τους προσβληθέντες λόγους για ακύρωσή της δεν ευσταθεί.
Ως αποτέλεσμα η παρούσα προσφυγή αποτυγχάνει και
απορρίπτεται.
Δε γίνεται διαταγή για έξοδα.
H προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.