ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αρχείο σε μορφή PDF - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1992) 4 ΑΑΔ 2824

13 Αυγούστου, 1992

[Α. ΛΟΪΖΟΥ, Π.]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

CLAPPAS TRADING HOUSE LTD,

Αιτητές,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ,

Καθ'ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 372/90).

Ο Περί Κανονισμού Εισαγωγών Νόμος τον 1962, Ν.49/62, όπως τροποποιήθηκε με το Ν. 7/67 —Άρθρα 3 και 4 — Το δυνάμει του Νόμου Διάταγμα του Υπουργού Εμπορίου και Βιομηχανίας με αρ. ΚΔΠ. 88/88 περί της εισαγωγής τυριών — Ratio και επιγενόμενη εξέλιξη — Η νομοθετική ρύθμιση.

Οι Περί Κανονισμού Εισαγωγών (Άδειαι) (Τροποποιητικοί) Κανονισμοί τον 1967 - 1987 Κ.Δ.Π. 185/87 — Πρώτος Πίνακας, οδηγία 2 — Περιεχόμενο και συνέπειες — Τα ευρήματα της Damelco (Imports) Limited v. Δημοκρατίας — Νομολογία Περί Εκδόσεως αδειών.

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος — Λόγοι ακυρώσεως — Παράβαση νόμου — Δυσμενής διάκριση — Έννοια — Το βάρος αποδείξεως της συνδρομής των συνταγματικών όρων (Άρθρο 28) στον εκάστοτε αιτητή.

Με την προσφυγή τους αυτή οι αιτητές ζήτησαν την ακύρωση της απόφασης του καθ' ου η αίτηση, με την οποία τους αρνήθηκε την έκδοση άδειας εισαγωγής 175, 428 κιλών τυριών, θέτοντας ζητήματα χρηστής διοικήσεως και ίσης μεταχείρισης κατά κύριο λόγο.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1. Τα γεγονότα αντικρούουν τον ισχυρισμό των αιτητών περί οιασδήποτε παραβάσεως των Άρθρων 3 ή και 4 του περί Κανονισμού Εισαγωγών Νόμου του 1962, βάσει του οποίου εκδόθηκε το Διάταγμα Κ.Δ.Π. 88/88, εν προκειμένω απ" τον καθ' ου η αίτηση.

2. Η οδηγία 2, στον Πρώτο Πίνακα των περί Κανονισμού Εισαγωγών (Άδειαι) (Τροποποιητικοί) Κανονισμών του
1967-1987, προβλέπει ότι:

"2. Ο εισαγωγέας (α) δεν πρέπει να δεσμεύεται για εισαγωγή εμπορευμάτων προτού εξασφαλίσει τη σχετική άδεια εισαγωγής και (β) πρέπει να τηρεί όλους τους όρους της άδειας εισαγωγής.".

Εξάλλου, όπως ρητά αναφέρθηκε στην επιστολή του καθ' ου η αίτηση προς το ΚΕΒΕ, ημερομηνίας 3 Ιανουαρίου 1990, "...με την παράκληση να μη προβαίνουν σε δεσμεύσεις για εισαγωγή τυριών προτού εξασφαλίσουν τη σχετική άδεια".

Ο καθ' ου η αίτηση δεν φέρει καμιά ευθύνη ως προς τις διαβουλεύσεις, που τυχόν οι αιτητές είχαν κάμει, προς εξασφάλιση τυριών από τη Δυτική Γερμανία. Σχετική είναι η υπόθεση Damelco (Imports) Limited ν. Δημοκρατίας. Ένας εισαγωγέας πρέπει να έχει πάντοτε κατά νου ότι τα εμπορεύματα που δυνατόν να θέλει να εισάξει μπορεί να καταστούν ελεγχόμενα είδη και να υπόκεινται σε άδεια εισαγωγής.

3. Το γεγονός ότι πιθανόν να είχαν παρασχεθεί άδειες εισαγωγής σε άλλους εισαγωγείς, και όχι στους αιτητές, δεν μπορεί να αποτελεί δυσμενή διάκριση έναντι των αιτητών, καθότι με οδηγίες του Υπουργού αναστάληκε, από 13 Ιανουαρίου 1990, η παραχώρηση αδειών εισαγωγής, για την προστασία της ντόπιας βιομηχανίας.

Η αναστολή αυτή δεν μπορεί να κριθεί ότι έγινε παράλογα και αυθαίρετα από τον Υπουργό.

Δυσμενής διάκριση υπάρχει μόνον όταν υποβάλλονται σε διαφορετική μεταχείριση δύο περιπτώσεις οι οποίες είναι καθ' όλα όμοιες. Το νομικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο θα κριθεί ο παρόν ισχυρισμός της αιτήτριας, χαρακτηρίζεται επίσης από την αρχή σύμφωνα με την οποία εναπόκειται στον εκάστοτε αιτητή να ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι, στη συγκεκριμένη περίπτωση έτυχε, από τη διοίκηση, δυσμενούς πράγματι διάκρισης, με την έννοια που έχει ο όρος αυτός στο κείμενο του Άρθρου 28 του Συντάγματος, πράγμα που δεν απεδείχθη και δεν υπάρχει στη υπό εξέταση υπόθεση.

Σύμφωνα με τις σχετικές νομοθετικές διατάξεις, ο Υπουργός έχει διακριτική εξουσία να εγκρίνει ή να αρνηθεί την έκδοση άδειας εισαγωγής, μία εξουσία που πρέπει να ασκείται μέσα στα πλαίσια και για εξυπηρέτηση του Νόμου και του Διατάγματος, άλλως η ενέργεια του Υπουργού θα συνιστούσε εσφαλμένη άσκηση της διακριτικής του εξουσίας και υπέρβαση εξουσίας και θα υπόκειτο σε ακύρωση, όπως και όταν ενεργεί με πλάνη περί τα πράγματα ή το δίκαιο ή αν δεν έκαμε τη δέουσα έρευνα. Τίποτε όμως απ' όλα αυτά δεν έχει αποδειχθεί σχετικά με τη λήψη της επίδικης απόφασης.

Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Damelco (Imports) Limited ν. Δημοκρατίας (1991) 4(A) Α.Α.Δ. 402·

Ma and Other v. Republic, 3 R.S.C. C. 30·

Impalex Agencies Ltd. v. Republic (1970) 3 C.L.R. 361·

Psaras v. Republic (1971) 3 C.L.R. 151.

Προσφυγή.

Προσφυγή κατά της απόφασης του καθ' ου η αίτηση, ημερομηνίας 24 Απριλίου, 1990, με την οποία αρνήθηκε την έκδοση άδειας εισαγωγής 175,428 κιλών τυριών.

Γ. Τριανταφυλλίδης, για τον αιτητή.

Στ. Χ" Γιάννη Ιωσήφ (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.  

Α. ΛΟΪΖΟΥ, Π.: Ανάγνωσε την ακόλουθη απόφαση. Με την προσφυγή τους αυτή οι αιτητές ζητούν την ακύρωση της απόφασης του καθ' ου η αίτηση, ημερομηνίας 24 Απριλίου 1990, με την οποία αρνήθηκε την έκδοση άδειας εισαγωγής 175,428 κιλών τυριών.

Με βάση το άρθρο 3 του περί Κανονισμού Εισαγωγών Νόμου του 1962 (Νόμος αρ.49 του 1962 όπως τροποποιήθηκε μεταγενέστερα από το Νόμο αρ. 7 του 1967, που στη συνέχεια θα αναφέρεται ως ο Νόμος), δημοσιεύτηκε, στις 4 Μαρτίου 1988, στο Παράρτημα Τρίτο της Επίσημης Εφημερίδας της Δημοκρατίας Αρ. 2305, Διάταγμα του καθ' ου η αίτηση με αρ. ΚΔΠ 88/88, δυνάμει του οποίου απαιτείται η εξασφάλιση άδειας από τον καθ' ου η αίτηση προς το σκοπό εισαγωγής τυριών, τα οποία κατατάσσονται στη Δασμολογική Κλάση 04.06.

Τούτο έγινε χάριν της προστασίας και ενθάρρυνσης της ντόπιας παραγωγής και βιομηχανίας και αποφασίστηκε η κήρυξη των τυριών ως ελεγχομένου εμπορεύματος.

Έπειτα από απόφαση του καθ' ου η αίτηση, σε σύσκεψη με την Παγκύπρια Οργάνωση Αγελαδοτρόφων και τις Αγροτικές Οργανώσεις, η εισαγωγή όλων των τύπων τυριών απαγορεύθηκε από τις 5 Οκτωβρίου 1989.

Το θέμα της εισαγωγής τυριών επανεξετάσθηκε στις 19 Δεκεμβρίου 1989 και αποφασίστηκε όπως, το Υπουργείο Εμπορίου και Βιομηχανίας εξετάζει αιτήσεις για εισαγωγή όλων των ειδών τυριών σε συσκευασίες μέχρι 300 γραμμάρια, τυριών των τύπων Έταμ (Edam), Τσιέταρ (Cheddar), Πρόσεστ (Processed) και παρόμοια, μόνο εφόσον είναι σε μικρές συσκευασίες, όπως σωληνάρια (potions και slices individually wrapped), είναι τυριά κρεμωτά (spread cheeses) ή έχουν διάφορες γεύσεις (flavours) και τυριών πολυτελείας όπως π.χ. Μπρί (Brie), Μπλού Τσιήζ (Blue Cheese), Κάμαμπερ (Camembert), Στίλτον (Stilton) κλπ.

Για τα υπόλοιπα τυριά αποφασίστηκε όπως το θέμα επανεξετασθεί το Φεβρουάριο του 1990, όταν θα υπήρχαν περισσότερα στοιχεία αναφορικά με τα αποθέματα και τη ντόπια παραγωγή.

Ο καθ' ου η αίτηση με επιστολή του, ημερομηνίας 3 Ιανουαρίου 1990, κοινοποίησε στο Κυπριακό Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο (ΚΕΒΕ) την πιο πάνω απόφασή του.

Από τις 3 Ιανουαρίου 1990 μέχρι τις 13 Ιανουαρίου 1990 παραχωρήθηκαν άδειες για εισαγωγή 79,691 κιλών τυριών, των τύπων που αναφέρονται πιο πάνω.

Στις 13 Ιανουαρίου 1990, μετά από οδηγίες του καθ' ου η αίτηση, αναστάληκε η παραχώρηση αδειών εισαγωγής τυριών.

Στις 18 Ιανουαρίου 1990 η αιτήτρια εταιρεία υπόβαλε στον καθ' ου η αίτηση 8 αιτήσεις για εισαγωγή συνολικά 155,926 κιλών τυριών. Οι δε δικηγόροι της αιτήτριας εταιρείας με επιστολές τους, με ημερομηνίες 23 Ιανουαρίου 1990 και 16 Μαρτίου 1990, ζητούσαν την εξέταση των αιτήσεων των πελατών τους.

Στις 20 Μαρτίου 1990 ο καθ' ου η αίτηση πληροφόρησε με φωτοτηλεμήνυμα τους δικηγόρους της αιτήτριας εταιρείας ότι, το γενικότερο θέμα της εισαγωγής τυριών μελετάται από το Υπουργείο. Με νέα επιστολή τους οι Δικηγόροι της αιτήτριας, ημερομηνίας 17 Απριλίου 1990 πληροφόρησαν το Υπουργείο ότι η απάντηση του καθ' ου η αίτηση δεν ικανοποιεί τους πελάτες τους.

Στις 24 Απριλίου 1990 ο καθ' ου η αίτηση με νέα επιστολή του, σε απάντηση στην επιστολή των δικηγόρων της αιτήτριας με ημερομηνία 17 Απριλίου 1990, ανάφερε ότι τα τυριά είναι ελεγχόμενο εμπόρευμα, με βάση το Νόμο, και οι εισαγωγείς, όπως αναφερόταν και στην εγκύκλιο προς το ΚΕΒΕ με ημερομηνία 31 Ιανουαρίου 1990, δεν πρέπει να προβαίνουν σε δεσμεύσεις, για εισαγωγή, προτού εξασφαλίσουν τη σχετική άδεια.

Το Υπουργείο Εμπορίου και Βιομηχανίας, έπειτα από συσκέψεις με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, ανακοίνωσε τη νέα πολιτική για εισαγωγή τυριών, στις 11 Μαΐου 1990.

Θα πρέπει να λεχθεί ότι τα τυριά κοινοτικής προέλευσης υπόκεινται σε 8% εισαγωγικό δασμό, ή 2 σεντ το χιλιόγραμμο, και τα τυριά από τρίτες χώρες σε 12%, ή 3 σεντ το χιλιόγραμμο.

Πριν προχωρήσω στην εξέταση των εγειρομένων θεμάτων, κρίνω χρήσιμο να αναφερθώ στις σχετικές πρόνοιες του Νόμου:

"3.1 Το άρθρο 3 έχει ως εξής:

3(1) Ο Υπουργός δύναται, οσάκις καθίσταται αναγκαίον εν τω δημοσίων συμφέροντι, όπως περιορισθή και ρυθμισθή η εισαγωγή εμπορευμάτων ίνα ενθαρρυνθή η τοπική παραγωγή και βιομηχανία, βελτιωθή το εμπορικόν ισοζύγιον, τηρηθώσιν αι διεθνείς υποχρεώσεις ή αναπτυχθή η οικονομία της Δημοκρατίας, δια Διατάγματος δημοσιευομένου εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας, να περιορίζη και ρυθμίζη την εισαγωγήν των εν τω Διατάγματι καθοριζομένων εμπορευμάτων.

(2) Παν Διάταγμα δύναται να εμπεριέχει τοιαύτας δευτερευούσας, επακολούθους και συμπληρωματικός διατάξεις, ως ο Υπουργός ήθελε κρίνει αναγκαίας ή σκοπίμους δια την εφαρμογήν του Διατάγματος, και άνευ επηρεασμού της γενικότητος της προμνησθείσης διατάξεως, παν τοιούτον Διάταγμα δύναται να προνοή, την προηγουμένην εκ του Υπουργού, παροχήν αδείας δια την εισαγωγή των τοιούτων εμπορευμάτων."

Σχετική με τις εξουσίες του Υπουργού είναι και η πρόνοια του άρθρου 4 του Νόμου, η οποία λέγει τα εξής:

"4(1) Οσάκις η έκδοσις αδείας καθίσταται αναγκαία, δυνάμει των διατάξεων οιουδήποτε Διατάγματος, αύτη θα είναι εν τω νενομισμένω τύπω.

(2) Ο Υπουργός κέκτηται διακριτικής εξουσίας όπως:-

(α) παραχωρή ή αρνήται τοιαύτην άδειαν·


(β) εκδίδη την άδειαν υπό τους κατά την κρίσιν αυτού δέοντας όρους·

(γ) άκυροι, αναστέλλη ή τροποποιή την τοιαύτην άδειαν ή τους όρους υφ' ους αύτη εξεδόθη:

Νοείται ότι, οσάκις, δυνάμει των όρων αδείας τινός, ηνοίχθη ανέκκλητος πίστωσις ή συνέστη συμβατική υποχρέωσις, απαγορεύεται η ακύρωσις, αναστολή ή τροποποίησις της άδειας ή των όρων υφ' ους αύτη εξεδόθη, πριν ή εκπνεύσει η τοιαύτη ανέκκλητος πίστωσις ή πριν η τοιαύτη συμβατική υποχρέωσις εκπληρωθή, ακυρωθή, ή άλλως αποσβεσθή, ή ευλόγως θεωρηθή εκπληρωθείσα, ακυρωθείσα ή άλλως αποσβεσθείσα.".

Όπως αναφέρεται στη γραπτή αγόρευση του καθ' ου η αίτηση, η εισαγωγή όλων των τύπων τυριών από:

(α) 6.8.1988-18.1.1989 ήταν συνδεδεμένη με την αγορά ντόπιου τυριού, σε αναλογία 1 ντόπιο : 3 εισαγόμενο·

(β) από 19.1.1989-5.10.1989 ελευθεροποιήθηκε η εισαγωγή τυριών

(γ) από 5.10.1989-2.1.1990 απαγορεύετο η εισαγωγή τυριών όλων των τύπων

(δ) από 3.1.1990-13.1.1990 ελευθεροποιήθηκε η εισαγωγή τυριών πολυτελείας·

(ε) από 11.5.1990 μέχρι σήμερα η εισαγωγή τυριών όλων των τύπων είναι συνδεδεμένη με την αγορά ντόπιων τυριών, σε αναλογία 1 ντόπιο : 2.4 εισαγόμενο.

Η τιμή του ντόπιου τυριού επιδοτείται από το εισαγόμενο τυρί και προσφέρεται στις ίδιες τιμές με το εισαγόμενο.

Ο βασικός λόγος, για τον οποίο ζητείται η ακύρωση της επίδικης απόφασης, είναι ότι ο καθ' ού η αίτηση ουδέποτε κοινοποίησε προς τους αιτητές ή προς το ΚΕΒΕ την ισχυριζόμενη απόφαση του να διακόψει την παροχή άδειας εισαγωγής τυριών πολυτελείας την 13 Ιανουαρίου 1990, η οποία και είναι αντίθετη με τις πρόνοιες της εγκυκλίου του καθ' ου η αίτηση προς το ΚΕΒΕ, ημερομηνίας 3 Ιανουαρίου 1990, με την οποία καλούσε τους διάφορους εισαγωγείς να υποβάλουν αιτήσεις για άδεια εισαγωγής τυριών πολυτελείας. Διερωτώνται δε πώς ήταν δυνατόν το Υπουργείο Εμπορίου και Βιομηχανίας να δηλώνει στις 3 Ιανουαρίου 1990 ότι δέχεται αιτήσεις για άδειες εισαγωγής τυριών, ενώ ταυτόχρονα να απορρίπτει, σαν εκπρόθεσμη, αίτηση που υποβλήθηκε στις 18 Ιανουαρίου 1990.

Είναι ο ισχυρισμός των αιτητών ότι, ουδέποτε πληροφορήθηκαν πριν τις 24 Απριλίου 1990 ότι οι αιτήσεις τους είχαν απορριφθεί και, βασιζόμενοι στην εγκύκλιο του Υπουργείου, ημερομηνίας 3 Ιανουαρίου 1990, προέβησαν σε διάφορες διαβουλεύσεις για την εξασφάλιση των τυριών από το εργοστάσιο Hochland, της Δυτικής Γερμανίας.

Τα γεγονότα όμως αντικρούουν τον ισχυρισμό αυτό των αιτητών. Ο καθ' ου η αίτηση απηύθυνε φωτοτηλεμήνυμα στους αιτητές, ημερομηνίας 20 Μαρτίου 1990, πληροφορώντας τους για το γενικότερο θέμα της εισαγωγής τυριών που εμελετάτο από το Υπουργείο. Επίσης, σε προφορικές συναντήσεις, που είχαν γίνει μεταξύ του καθ' ου η αίτηση και των αιτητών, είχε γνωστοποιηθεί στους αιτητές ότι εμελετάτο το θέμα αυτό και ότι οι αιτήσεις τους δεν είχαν εκδοθεί για τους λόγους που αναφέρθηκαν πιο πάνω.

Σε ό,τι αφορά τις διαβουλεύσεις που είχαν κάμει οι αιτητές, για εξασφάλιση των τυριών από το εργοστάσιο Hochland της Δυτικής Γερμανίας, οι αιτητές γνώριζαν ότι το τυρί ήταν ελεγχόμενο εμπόρευμα και ότι η άδεια εισαγωγής, που ήταν αναγκαία, μπορούσε να εκδοθεί ή να μην εκδοθεί από τον Υπουργό.

Η οδηγία 2, στον Πρώτο Πίνακα των περί Κανονισμού Εισαγωγών (Αδειαι) (Τροποποιητικοί) Κανονισμών του 1967-1987 (βλ. Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας αρ. 2236, Παράρτημα Τρίτο, Μέρος (Ι), σελ. 657, Κ.Δ.Π. 183/87), προβλέπει ότι:

"2. Ο εισαγωγέας (α) δεν πρέπει να δεσμεύεται για εισαγωγή εμπορευμάτων προτού εξασφαλίσει τη σχετική άδεια εισαγωγής και (β) πρέπει να τηρεί όλους τους όρους της άδειας εισαγωγής.".

Εξάλλου, όπως ρητά αναφέρθηκε στην επιστολή του καθ' ου η αίτηση προς το   ΚΕΒΕ ημερομηνίας 3 Ιανουαρίου 1990 (Τεκμήριο "Δ"), "... με την παράκληση να μη προβαίνουν σε δεσμεύσεις για εισαγωγή τυριών προτού εξασφαλίσουν τη σχετική άδεια".

Είναι συνεπώς φανερόν ότι, ο καθ' ου η αίτηση δεν φέρει καμιά ευθύνη ως προς τις διαβουλεύσεις, που τυχόν οι αιτητές είχαν κάμει, προς εξασφάλιση τυριών από τη Δυτική Γερμανία. Σχετική είναι η υπόθεση Damelco (Imports) Limited ν. Δημοκρατίας, Αρ. Υποθέσεως 776/88, η απόφαση δόθηκε την 30 Ιανουαρίου 1991. Ένας εισαγωγέας πρέπει να έχει πάντοτε κατά νου ότι, τα εμπορεύματα, που δυνατόν να θέλει να εισάξει, μπορεί να καταστούν ελεγχόμενα είδη και να υπόκεινται σε άδεια εισαγωγής.

Σε ό,τι αφορά τον ισχυρισμό των αιτητών, ότι ο καθ' ου η αίτηση απόρριψε τις αιτήσεις τους ως εκπρόθεσμες, αυτός δεν ευσταθεί. Στην επιστολή του καθ' ου η αίτηση, ημερομηνίας 24 Απριλίου 1990, αναφέρεται ρητά στην παράγραφο (γ) ότι "η έκδοση διακόπηκε από τις 13 Ιανουαρίου 1990 για σκοπούς προστασίας της εγχώριας παραγωγής". Αυτός ήταν ο λόγος, για τον οποίο δεν εκδόθηκαν οι άδειες εισαγωγής στους αιτητές, και όχι ότι απορρίφθηκαν οι αιτήσεις τους ως εκπρόθεσμες.

Δε φαίνεται δε να ευσταθεί και ο ισχυρισμός των αιτητών ότι ο καθ' ου η αίτηση καθυστέρησε για τρεις μήνες να απαντήσει στις αιτήσεις τους. Αντίθετα, είχε σταλεί στους δικηγόρους των αιτητών φωτοτηλεμήνυμα, ημερομηνίας 20 Μαρτίου 1990, και είχαν γίνει προφορικές συναντήσεις, μεταξύ των αιτητών και του καθ' ου η αίτηση, για το θέμα αυτό. Είναι τέλος ο ισχυρισμός των αιτητών ότι, η απόφαση του καθ' ου η αίτηση αποτελεί δυσμενή διάκριση έναντι των αιτητών και εν σχέσει με άλλους εισαγωγείς τυριών.

Το γεγονός, ότι πιθανόν να είχαν παρασχεθεί άδειες εισαγωγής σε άλλους εισαγωγείς και όχι στους αιτητές, δεν μπορεί να αποτελεί δυσμενή διάκριση έναντι των αιτητών, καθότι, όπως αναλύθηκε εκτεταμένα ενωρίτερα, με οδηγίες του Υπουργού αναστάληκε από 13 Ιανουαρίου 1990 η παραχώρηση αδειών εισαγωγής, για την προστασία της ντόπιας βιομηχανίας.

Η αναστολή αυτή δεν μπορεί να κριθεί ότι έγινε παράλογα και αυθαίρετα από τον Υπουργό.

Δυσμενής διάκριση υπάρχει μόνο όταν υποβάλλονται σε διαφορετική μεταχείριση δύο περιπτώσεις οι οποίες είναι καθ' όλα όμοιες. Το νομικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο θα κριθεί ο παρόν ισχυρισμός της αιτήτριας, χαρακτηρίζεται επίσης από την αρχή, σύμφωνα με την οποία εναπόκειται στον εκάστοτε αιτητή να ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι, στη συγκεκριμένη περίπτωση έτυχε από τη διοίκηση δυσμενούς πράγματι διάκρισης, με την έννοια που έχει ο όρος αυτός στο κείμενο του άρθρου 28 του Συντάγματος, πράγμα που δεν απεδείχθη και δεν υπάρχει στην υπό εξέταση υπόθεση.

Σύμφωνα με τις σχετικές νομοθετικές διατάξεις, που παρατέθηκαν ενωρίτερα στην απόφαση αυτή, ο Υπουργός έχει διακριτική εξουσία να εγκρίνει ή να αρνηθεί την έκδοση άδειας εισαγωγής, μια εξουσία που πρέπει να ασκείται μέσα στα πλαίσια και για εξυπηρέτηση του Νόμου και του Διατάγματος, αλλά η ενέργεια του Υπουργού θα συνιστούσε εσφαλμένη άσκηση της διακριτικής του εξουσίας και υπέρβαση εξουσίας και θα υπόκειτο σε ακύρωση, όπως και όταν ενεργεί με πλάνη περί τα πράγματα ή το δίκαιο ή δεν έκαμε τη δέουσα έρευνα. Τίποτε όμως απ' όλα αυτά έχει αποδειχθεί σχετικά με τη λήψη της επίδικης απόφασης.

Το θέμα της έκδοσης αδειών εξετάστηκε σε σειρά αποφάσεων. Ενδεικτικά αναφέρω τις πρώτες από αυτές: Irfa and other v. The Republic, 3 RSCC 30, Impalex Agencies Ltd v. The Republic (1970) 3 C.L.R. 361 και Andreas Psaras v. The Republic (1971) 3 C.L.R. 151.

Με βάση τα πιο πάνω, έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι, οι αιτητές, οι οποίοι φέρουν το βάρος της αποδείξεως, απέτυχαν να αποδείξουν οποιοδήποτε από τους προβαλλόμενους λόγους ακύρωσης και σαν αποτέλεσμα η παρούσα προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Επικυρώνεται η επίδικη απόφαση.

Δεν γίνεται όμως οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα.

Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο