ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αρχείο σε μορφή PDF - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1992) 4 ΑΑΔ 791

28 Φεβρουαρίου, 1992

[ΚΟΥΡΡΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΝΙΚΟΣ ΣΕΡΔΑΡΗΣ,

Αιτητής,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΟΥ

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 599/90).

Αστυνομική Δύναμη — Προαγωγές — Ο περί Αστυνομίας Νόμος, Κεφ. 285, όπως τροποποιήθηκε με το Ν.69/87 και οι περί Αστυνομίας (Προαγωγές) Κανονισμοί του 1989 — Ρύθμιση σχετικά με συστάσεις, σε αντιδιαστολή προς αξιολογήσεις, υποψηφίων προς προαγωγή — Το Άρθρο 13 του Νόμου και ο Κανονισμός 21 — Η κριθείσα περίπτωση προαγωγής στη θέση Ανώτερου Αστυνόμου.

Ο αιτητής αμφισβήτησε με την προσφυγή του το κύρος της προαγωγής του ενδιαφερομένου μέρους αντ' αυτού στο βαθμό του Ανώτερου Αστυνόμου. Τέθηκε θέμα συμφωνίας των αξιολογήσεων των υποψηφίων από τους ανωτέρους τους προς την υπηρεσιακή τους εικόνα καθώς και θέμα υπέρβασης της εξουσιοδότησης ενεργείας, από τους οικείους κανονισμούς, του Αρχηγού της Αστυνομίας που κατ' ισχυρισμόν πέραν της σύστασης στην οποία δικαιούνται προχώρησε και σε αξιολόγηση των υποψηφίων.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1. Ο Αρχηγός Αστυνομίας ορθά αξιολόγησε και μετέφερε τη "βαθμολογία" του Βοηθού Αρχηγού στο Συγκριτικό Πίνακα.   Αλλά  και   αν   ακόμα   δεν  υπάρχει   απόλυτη σύμπτωση στη "βαθμολογία" του Βοηθού Αρχηγού και αυτής που μεταφέρεται στο Συγκριτικό Πίνακα για τα δύο επιμέρους στοιχεία που αναφέρει ο αιτητής, πράγμα που δεν συμβαίνει, και πάλι η εικόνα του ενδιαφερόμενου μέρους παραμένει αναλλοίωτη. Η εικόνα του ενδιαφερόμενου μέρους αντικατοπτρίζεται πλήρως στη σύσταση και αξιολόγηση του Αρχηγού Αστυνομίας και αυτή συνάδει πλήρως με τα υπηρεσιακά του στοιχεία.

2. Ο Αρχηγός Αστυνομίας ασκώντας τις εξουσίες που του παρέχουν οι διατάξεις του άρθρου 13(2) του Νόμου, καθώς και του Κανονισμού 21, αφού πήρε πρώτα τις συστάσεις των Αστυνομικών Διευθυντών ή Βοηθών Αρχηγών των υποψηφίων, προέβηκε στη συνέχεια σε συστάσεις και αιτιολογημένη έκθεση για κάθε υποψήφιο, κατά αλφαβητική σειρά, την οποία υπέβαλε στον Υπουργό Εσωτερικών. (Παράρτημα Β της ένστασης).

Ο Αρχηγός Αστυνομίας κατέληξε στις συστάσεις και τη σχετική έκθεσή του για κάθε υποψήφιο, αφού αξιολόγησε τις συστάσεις των Αστυνομικών Διευθυντών ή Βοηθών Αρχηγών και έλαβε υπόψη του και όλα τα συναφή στοιχεία μεταξύ των οποίων το περιεχόμενο των υπηρεσιακών φακέλων των υποψηφίων καθώς και τις γενικές αρχές που αναφέρονται στον Κανονισμό 3 των περί Αστυνομίας (Προαγωγές) Κανονισμών. Η πιο πάνω κρίση, αξιολόγηση και σύσταση του Αρχηγού της Αστυνομίας, επιβάλλεται από τις πρόνοιες των διατάξεων του Κανονισμού 21 που παραπέμπει στις διατάξεις του άρθρου 13(2) του Νόμου. Ο Αρχηγός Αστυνομίας δηλαδή, σύμφωνα με τις πιο πάνω διατάξεις, αξιολόγησε τη συμβουλευτική γι' αυτόν σύσταση του Αστυνομικού Διευθυντή ή Βοηθού Αρχηγού και προέβηκε στις δικές του συστάσεις προς τον Υπουργό, σύμφωνα με το άρθρο 13(2) του Νόμου.

Δεν υπάρχει πρόνοια, ότι κατά την εν λόγω διαδικασία οι υποψήφιοι αξιολογούνται από τους Αστυνομικούς Διευθυντές ή Διοικητές Μονάδων. Σύμφωνα με τις πρόνοιες των διατάξεων οι Αστυνομικοί Διευθυντές ή Βοηθοί Αρχηγοί (και όχι οι Διοικητές Μονάδων), κατά την εν λόγω διαδικασία, υποβάλλουν στον Αρχηγό Αστυνομίας συστάσεις και όχι αξιολόγηση. Οι Αστυνομικοί Διευθυντές ή Διοικητές Μονάδων, υποβάλλουν στον Αρχηγό Αστυνομίας αξιολογήσεις στην περίπτωση του Κανονισμού 20 ο οποίος αναφέρεται στο θέμα των εμπιστευτικών εκθέσεων και όχι στη διαδικασία της προαγωγής.

3. Η υπηρεσία και τα καθήκοντα των υποψηφίων περιέχονται με λεπτομέρεια στους προσωπικούς τους φακέλους-καρτέλλες που ήταν ενώπιον τόσο του Αρχηγού Αστυνομίας, όσο και του Υπουργού Εσωτερικών και όπως αναφέρεται λήφθηκαν δεόντως υπόψη, μαζί με όλα τα άλλα συναφή στοιχεία των υποψηφίων.

4. Στην παρούσα υπόθεση ο αιτητής δεν έχει αποδείξει έκδηλη υπεροχή έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους και ήταν εύλογα επιτρεπτό στους καθ' ων η αίτηση να προάξουν το ενδιαφερόμενο μέρος αντί του αιτητή.

Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

Προσφυγή.

Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση με την οποία το ενδιαφερόμενο μέρος προάχθηκε στη θέση Ανώτερου Αστυνόμου αντί του αιτητή.

Κ. Ευσταθίου για Ε. Ευσταθίου, για τον αιτητή.

Μ. Ευαγγέλου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση.

Α.Σ. Αγγελίδης, για το ενδιαφερόμενο μέρος.

Cur. adv. vult.

Ο Δικαστής κ. Κούρρης ανάγνωσε την ακόλουθη απόφαση.

ΚΟΥΡΡΗΣ, Δ.: Με την προσφυγή αυτή ο αιτητής προσβάλλει την απόφαση των καθ' ων η αίτηση με την οποία το ενδιαφερόμενο μέρος Δ. Κωνσταντινίδης, προάχθηκε στο βαθμό του Ανώτερου Αστυνόμου από 1/6/90. Η προσβαλλόμενη απόφαση δημοσιεύτηκε στις Εβδομαδιαίες Διαταγές, Τόμος XXXI, με αύξοντα αριθμό 22 και ημερομηνία 28/5/90.

Τα γεγονότα σε συντομία είναι τα εξής: Ο Αρχηγός Αστυνομίας στις 8/5/90, ασκώντας τις εξουσίες που του παρέχει το άρθρο 13(2) του περί Αστυνομίας Νόμου, Κεφ. 285 και ο Κανονισμός 21 των περί Αστυνομίας (Προαγωγές) Κανονισμών του 1989, απέστειλε επιστολή στους Βοηθούς Αρχηγούς Διοικήσεως, Υποστηρίξεως, Επιχειρήσεων και Αστυνομικούς Διευθυντές των υποψηφίων για προαγωγή στο βαθμό του Ανώτερου Αστυνόμου για συστάσεις.

Ο Αρχηγός Αστυνομίας αφού έλαβε τις συστάσεις των Προϊσταμένων των υποψηφίων και ασκώντας τις εξουσίες που του παρέχει το άρθρο 13(2) του περί Αστυνομίας Νόμου, Κεφ. 285, όπως τροποποιήθηκε με το Νόμο 69/87 και σύμφωνα με τις πρόνοιες των Κανονισμών 3, 20 και 21 των περί Αστυνομίας (Προαγωγές) Κανονισμών του 1989, υπέβαλε στον Υπουργό Εσωτερικών αιτιολογημένη έκθεση για κάθε προσοντούχο υποψήφιο, σύμφωνα με τον Κανονισμό 19 (γ) των Κανονισμών, κατά αλφαβητική σειρά. Επίσης, απέστειλε στον Υπουργό Εσωτερικών τους προσωπικούς φακέλους και όλα τα συναφή στοιχεία όλων των υποψηφίων πάνω στα οποία βασίστηκαν οι συστάσεις του Αρχηγού Αστυνομίας. Μεταξύ των στοιχείων συμπεριλήφθηκαν και αυτά που αναφέρονται στα Έντυπα-Συστάσεις των προϊσταμένων των υποψηφίων, που συνεκτιμούμενα με όλα τα συναφή στοιχεία, συνθέτουν στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό τις αξίες και τα προσόντα των υποψηφίων, όπως τα απαιτούν τα καθήκοντα, οι ευθύνες και γενικά η αποστολή του Ανώτερου Αστυνόμου.

Ο Αρχηγός Αστυνομίας, με την επιστολή του ημερομηνίας 17/5/90 (Παράρτημα Β της ένστασης), επισύναψε και Συγκριτικό Πίνακα Αξιολόγησης των υποψηφίων όπου φαίνεται και η σύσταση των προϊσταμένων τους σύμφωνα με το σχετικό έντυπο όπως έχει αξιολογηθεί (Φωτοαντίγραφο του Συγκριτικού Πίνακα του Αρχηγού   Αστυνομίας καθώς και των Εντύπων-Συστάσεων των προϊσταμένων του αιτητή και του ενδιαφερόμενου μέρους, επισυνάφθηκαν σαν Παράρτημα Γ και Δ αντίστοιχα).

Ο Υπουργός Εσωτερικών ασκώντας τις εξουσίες που του δίνει το άρθρο 13(1) και (3) του περί Αστυνομίας Νόμου, Κεφ. 285, όπως τροποποιήθηκε από το Νόμο 69/87, αφού μελέτησε και έλαβε υπόψη τις συστάσεις του Αρχηγού Αστυνομίας και την έκθεση του για κάθε υποψήφιο όπως αναφέρεται στην επιστολή του Αρχηγού Αστυνομίας (Παράρτημα Β) και όλα τα συναφή στοιχεία για κάθε υποψήφιο, κατέληξε στην απόφαση να προάξει τους Α. Μουστάκα και το ενδιαφερόμενο μέρος Δ. Κωνσταντινίδη στο βαθμό του Ανώτερου Αστυνόμου, από 1/6/90 (Φωτοαντίγραφο του πρακτικού απόφασης του Υπουργού Εσωτερικών ημερομηνίας 24/5/90, επισυνάφθηκε σαν Παράρτημα Ε). Οι πιο πάνω προαγωγές δημοσιεύτηκαν στις Εβδομαδιαίες Διαταγές της Αστυνομίας με αύξοντα αριθμό 22 και ημερομηνία 28/5/90.

Είναι ο ισχυρισμός του αιτητή ότι κατά τη διαδικασία πλήρωσης της θέσης διαπράχθηκαν τα ακόλουθα νομικά σφάλματα, τα οποία και καθιστούν την προσβαλλόμενη πράξη παράνομη και συνεπώς άκυρη:

(1) Η τελική εικόνα των υποψηφίων όπως παρουσιάζεται μετά τις αξιολογήσεις των Αστυνομικών Διευθυντών, δε συνάδει με αυτές, και

(2) Η ενέργεια του Αρχηγού της Αστυνομίας να μετέλθει αξιολογήσεων, είναι εκτός της εξουσιοδοτήσεως των ιδίων των Κανονισμών (Ultra Vires), οι οποίοι περιορίζουν τον Αρχηγό σε συστάσεις, αναφορικά δε με την αξιολόγηση, αυτή γίνεται από τον Αστυνομικό Διευθυντή ή Διοικητή Μονάδων.

Ο δικηγόρος του αιτητή αναφορικά με τον πρώτο λόγο, υποστήριξε ότι στο καθοδηγητικό σημείωμα το οποίο συνοδεύει το Έντυπο Αξιολογήσεως (σελίδες 3 και 4 του Παραρτήματος Δ της ένστασης), δίνεται η ερμηνεία του χαρακτηρισμού (βαθμού) αξιολόγησης, βάσει της οποίας θεωρείται "καλός" ο υποψήφιος ο οποίος ασκεί κατά τρόπο απλώς ικανοποιητικό τα καθήκοντα του. Αυτό, υποστήριξε ο δικηγόρος, φαίνεται να διέλαθε της προσοχής του Αρχηγού στην περίπτωση του ενδιαφερόμενου μέρους Δ. Κωνσταντινίδη, καθότι ενώ ο αξιολογών Αξιωματικός του ενδιαφερόμενου μέρους αναφέρεται στην παράγραφο με τα επαγγελματικά προσόντα ότι "διετέλεσε επί σειράν ετών Αστυνομικός Διευθυντής επαρχιών με ικανοποιητικά αποτελέσματα, δεν έχει ειδικές ικανότητες και κλίσεις", ο Αρχηγός Αστυνομίας κατατάσσει στο Συγκριτικό Πίνακα Αξιολόγησης το ενδιαφερόμενο μέρος ως "λίαν καλό". Το ίδιο γίνεται, υποστήριξε ο δικηγόρος του αιτητή, στην περίπτωση των διοικητικών προσόντων. Η αναφορά του αξιολογούντος στην ενάσκηση των καθηκόντων του ενδιαφερόμενου μέρους σε ικανοποιητικό βαθμό, μεταφέρεται εσφαλμένα από τον Αρχηγό στο Συγκριτικό Πίνακα, κατατάσσοντας το ενδιαφερόμενο μέρος ως "λίαν καλό" αντί του κατά λογική συνέπεια "καλού" βαθμού.

Η σύσταση, συνεπώς, του Αρχηγού, όπως αυτή καταδεικνύεται στο Παράρτημα Γ της ένστασης, βάσει της οποίας ετοιμάστηκε και αποστάληκε η τελική βαθμολογία των υποψηφίων, είναι ελαττωματική, καθιστούσα την τελική επιλογή του ενδιαφερόμενου μέρους, άκυρη.

Ο δικηγόρος του αιτητή κατέληξε ότι η ενέργεια επομένως του Αρχηγού, στο βαθμό που αποτελεί σύσταση, πάσχει από πλάνη περί τα πράγματα και/ή είναι αντίθετη, μη συνάδουσα με τα στοιχεία της όλης αξιολόγησης του Αστυνομικού Διευθυντή.

Η θέση των καθ' ων η αίτηση είναι ότι από τις Νομοθετικές και Κανονιστικές Διατάξεις, είναι φανερό ότι η αξία των υποψηφίων και η κρίση για τα προσόντα τους αντικατοπτρίζονται στη σύσταση και στην αιτιολογημένη έκθεση του Αρχηγού Αστυνομίας, που είναι η τελική αξιολόγηση του Αρχηγού Αστυνομίας και η μόνη που σύμφωνα με το άρθρο 13(2) του Νόμου τίθεται ενώπιον του Υπουργού για να διενεργήσει τις προαγωγές. Ο δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση εισηγήθηκε ότι στη σύσταση και την αιτιολογημένη έκθεση του Αρχηγού Αστυνομίας, η εικόνα των υποψηφίων καθ' όσον αφορά την αξία τους, την κρίση για τα προσόντα τους, καθώς και την αρχαιότητα τους, αντικατοπτρίζεται πλήρως, όπως αυτή πηγάζει από το σύνολο των υπηρεσιακών στοιχείων των υποψηφίων. Αυτή μάλιστα συνάδει και με τη σύσταση του Αστυνομικού Διευθυντή ή Βοηθού Αρχηγού για τον αιτητή και το ενδιαφερόμενο μέρος και ταυτίζεται πλήρως με τις γενικές συστάσεις του εν λόγω Αστυνομικού Διευθυντή ή Βοηθού Αρχηγού που αναφέρονται υπό στοιχεία "ΣΤ" στα Έντυπα των εν λόγω συστάσεων τους (Παράρτημα Δ της ένστασης). Σχετικά δε με τον ισχυρισμό του αιτητή ότι για δύο επιμέρους στοιχεία της σύστασης του Βοηθού Αρχηγού για το ενδιαφερόμενο μέρος η "βαθμολογία" του δεν μεταφέρεται σωστά στο Συγκριτικό Πίνακα του Αρχηγού Αστυνομίας, ο δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση αναφέρει ότι στην παράγραφο με τα επαγγελματικά προσόντα, ο Βοηθός Αρχηγός αναφέρει ότι το ενδιαφερόμενο μέρος είναι "πολύ καλής επαγγελματικής κατάρτισης, ακαδημαϊκής μόρφωσης και αποφασιστικότητας". Αναφορικά δε με τα διοικητικά προσόντα, ο Βοηθός Αρχηγός, αναφέρει ότι το ενδιαφερόμενο μέρος είναι "πολύ καλής προσωπικότητας και ηγετικής ικανότητας, καλού κύρους και υπόληψης".

Έχω τη γνώμη ότι ο Αρχηγός Αστυνομίας ορθά αξιολόγησε και μετέφερε τη "βαθμολογία" του Βοηθού Αρχηγού στο Συγκριτικό Πίνακα. Αλλά και αν ακόμα δεν υπάρχει απόλυτη σύμπτωση στη "βαθμολογία" του Βοηθού Αρχηγού και αυτής που μεταφέρεται στο Συγκριτικό Πίνακα για τα δύο επιμέρους στοιχεία που αναφέρει ο αιτητής, πράγμα που δε συμβαίνει, και πάλι η εικόνα του ενδιαφερόμενου μέρους παραμένει αναλλοίωτη. Η εικόνα του ενδιαφερόμενου μέρους αντικατοπτρίζεται πλήρως στη σύσταση και αξιολόγηση του Αρχηγού Αστυνομίας και αυτή συνάδει πλήρως με τα υπηρεσιακά του στοιχεία.

Αναφορικά με το δεύτερο προβαλλόμενο λόγο για ακύρωση της επίδικης απόφασης, ο δικηγόρος του αιτητή υπέβαλε ότι ο Κανονισμός 22 περιορίζει τον Αρχηγό Αστυνομίας σε συστάσεις, όσο δε αφορά την αξιολόγηση, οι Κανονισμοί προβλέπουν ότι γίνεται από τους Αστυνομικούς Διευθυντές ή Διοικητές Μονάδων. Κατά συνέπεια, στη συγκεκριμένη περίπτωση η ενέργεια του Αρχηγού Αστυνομίας είναι εκτός της εξουσιοδοτήσεως των Κανονισμών (Ultra Vires), διότι κατά παράβαση του Κανονισμού 22, δεν περιορίστηκε στη σύσταση προς τον Υπουργό για προαγωγή αλλά επεκτάθηκε παράνομα σε αξιολόγηση των υποψηφίων. Ο δικηγόρος του αιτητή υποστήριξε ότι ο Αρχηγός Αστυνομίας υπερέβηκε τις εξουσίες που του παρέχει ο Νόμος, μετατρέποντας τον εαυτό του τόσο σε αξιολογούντα Αξιωματικό, όσο και σε συστήνοντα, πράγμα το οποίο αντίκειται στην αρχή της χρηστής διοίκησης.

Ο δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση εισηγήθηκε ότι στην παρούσα υπόθεση που αφορά προαγωγή σε Ανώτερο Αξιωματικό και συγκεκριμένα στο βαθμό του Ανώτερου Αστυνόμου, τόσο η άσκηση των εξουσιών του Αρχηγού Αστυνομίας και του Υπουργού Εσωτερικών, όσο και η διαδικασία που ακολουθήθηκε, βασίστηκαν, όπως φαίνεται από τα γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης, στις διατάξεις του άρθρου 13, του περί Αστυνομίας Νόμου, Κεφ. 285, όπως ο εν λόγω Νόμος τροποποιήθηκε από το Νόμο 69/87 και 27/89, καθώς και τις διατάξεις των σχετικών περί Αστυνομίας (Προαγωγές) Κανονισμών του 1989 (Κ.Δ.Π. 52/89) και ειδικότερα του Κανονισμού 21 που είναι η ορθή διαδικασία και ο ισχυρισμός του αιτητή ότι η ενέργεια του Αρχηγού της Αστυνομίας να αξιολογήσει τους υποψηφίους είναι εκτός της εξουσιοδοτήσεως των Κανονισμών (Ultra Vires) και ιδιαίτερα του Κανονισμού 22, που είναι άσχετος με τη διαδικασία προαγωγής, δεν ευσταθεί.

Οι εν λόγω διατάξεις, προνοούν τα ακόλουθα:

"Άρθρο 13:

(1) Τηρουμένων των επομένων διατάξεων, οι Ανώτεροι Αξιωματικοί προάγονται και απολύονται υπό του Υπουργού, κατόπιν συστάσεως του Αρχηγού.

(2) Επί τω τέλει υποβολής της συστάσεώς του, ο Αρχηγός αξιολογεί τους υποψήφιους διά προαγωγήν εις την θέσιν Ανωτέρου Αξιωματικού και αποστέλλει δεόντως αιτιολογημένην έκθεσιν δι' έκαστον τούτων εις τον Υπουργόν, περιέχουσαν επίσης κατ' αλφαβητικήν σειράν τα ονόματα των συνιστωμένων δια προαγωγήν:

Νοείται ότι, ουχί ολιγώτεροι των τεσσάρων, δέον όπως συστηθώσι δι' εκάστην κενήν θέσιν εφ' όσον υπάρχουσι πρόσωπα κατάλληλα δια τοιαύτην σύστασιν.

(3) Ο Υπουργός προβαίνει εις την προαγωγήν των       υπό   του   Αρχηγού   συσταθέντων   υποψηφίων   δια δεόντως ητιολογημένης αποφάσεως αυτού.

(4) ................................".

Κανονισμός 21:

Προς το σκοπό υποβολής σύστασής του προς τον Υπουργό για προαγωγή στο βαθμό Αστυνόμου Β' και άνω, ο Αρχηγός:

(α) Αφού ζητήσει τις συστάσεις των Αστυνομικών Διευθυντών ή των Βοηθών Αρχηγών, ανάλογα με την περίπτωση, για κάθε υποψήφιο οι οποίες υποβάλλονται σε ειδικό έντυπο που καθορίζεται από τον Αρχηγό και εγκρίνεται από τον Υπουργό·

(β) αφού μελετήσει τους προσωπικούς φακέλους όλων των υποψηφίων ·

(γ) αφού λάβει υπόψη τις ετήσιες εκθέσεις αξιολόγησης των δύο τελευταίων ετών και έχοντας υπόψη τις γενικές αρχές που αναφέρονται στον Κανονισμό 3 των παρόντων Κανονισμών ενεργεί σύμφωνα με το άρθρο 13(2) του περί Αστυνομίας Νόμου".

Ο Αρχηγός Αστυνομίας ασκώντας τις εξουσίες που του παρέχουν οι διατάξεις του άρθρου 13(2) του Νόμου, καθώς και του Κανονισμού 21, αφού πήρε πρώτα τις συστάσεις των Αστυνομικών Διευθυντών ή Βοηθών Αρχηγών των υποψηφίων, προέβηκε στη συνέχεια σε συστάσεις και αιτιολογημένη έκθεση για κάθε υποψήφιο, κατά αλφαβητική σειρά, την οποία υπέβαλε στον Υπουργό Εσωτερικών με επιστολή του ημερομηνίας 17/5/90 (Παράρτημα Β της ένστασης).

Ο Αρχηγός Αστυνομίας κατέληξε στις συστάσεις και τη σχετική έκθεση του για κάθε υποψήφιο, αφού αξιολόγησε τις συστάσεις των Αστυνομικών Διευθυντών ή Βοηθών Αρχηγών και έλαβε υπόψη του και όλα τα συναφή στοιχεία μεταξύ των οποίων το περιεχόμενο των υπηρεσιακών φακέλων των υποψηφίων καθώς και τις γενικές αρχές που αναφέρονται στον Κανονισμό 3 των περί Αστυνομίας (Προαγωγές) Κανονισμών.

Η πιο πάνω κρίση, αξιολόγηση και σύσταση του Αρχηγού της Αστυνομίας, επιβάλλεται από τις πρόνοιες των διτάξεων του Κανονισμού 21 που παραπέμπει στις διατάξεις του άρθρου 13(2) του Νόμου. Ο Αρχηγός Αστυνομίας δηλαδή, σύμφωνα με τις πιο πάνω διατάξεις, αξιολόγησε τη συμβουλευτική γι' αυτόν σύσταση του Αστυνομικού Διευθυντή ή Βοηθού Αρχηγού και προέβηκε στις δικές του συστάσεις προς τον Υπουργό, σύμφωνα με το άρθρο 13(2) του Νόμου.

Επισημαίνεται ότι δεν υπάρχει πρόνοια, ότι κατά την εν λόγω διαδικασία οι υποψήφιοι αξιολογούνται (υπό την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το δικηγόρο του αιτητή), από τους Αστυνομικούς Διευθυντές ή Διοικητές Μονάδων. Σύμφωνα με τις πρόνοιες των διατάξεων οι Αστυνομικοί Διευθυντές ή Βοηθοί Αρχηγοί (και όχι οι Διοικητές Μονάδων), κατά την εν λόγω διαδικασία, υποβάλλουν στον Αρχηγό Αστυνομίας συστάσεις και όχι αξιολόγηση, όπως χρησιμοποιείται ο όρος αυτός από το δικηγόρο του αιτητή. Οι Αστυνομικοί Διευθυντές ή Διοικητές Μονάδων, υποβάλλουν στον Αρχηγό Αστυνομίας αξιολογήσεις στην περίπτωση του Κανονισμού 20 ο οποίος αναφέρεται στο θέμα των εμπιστευτικών εκθέσεων και όχι στη διαδικασία της προαγωγής.

Ενόψει των πιο πάνω, ο ισχυρισμός του αιτητή ότι η ενέργεια του Αρχηγού Αστυνομίας να αξιολογήσει τους υποψηφίους είναι εκτός της εξουσιοδοτήσεως των Κανονισμών (Ultra Vires) και ιδιαίτερα του Κανονισμού 22 που είναι άσχετος με τη διαδικασία της προσφυγής, δεν ευσταθεί.

Ο αιτητής ισχυρίζεται ακόμα ότι ο Αρχηγός Αστυνομίας δεν έλαβε υπόψη του τα επιπρόσθετα καθήκοντα του που αναφέρονται στην αγόρευσή του, με αποτέλεσμα η έκθεση του Αρχηγού προς τον Υπουργό Εσωτερικών να μην περιέχει ουσιώδη στοιχεία προσφοράς, προσόντων και αξίας, έτσι ο Υπουργός να πέσει θύμα πλάνης όσον αφορά τα πραγματικά γεγονότα της αξίας και των προσόντων των αξιολογηθέντων.

Ο ισχυρισμός αυτός δεν ευσταθεί, καθότι η υπηρεσία και τα καθήκοντα των υποψηφίων περιέχονται με λεπτομέρεια στους προσωπικούς του φακέλους-καρτέλλες που ήταν ενώπιον τόσο του Αρχηγού Αστυνομίας, όσο και του Υπουργού Εσωτερικών και όπως αναφέρεται λήφθηκαν δεόντως υπόψη, μαζί με όλα τα άλλα συναφή στοιχεία των υποψηφίων.

Επιπρόσθετα, κατά τον αιτητή, η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει για το λόγο ότι διέλαθε της προσοχής του Αρχηγού Αστυνομίας ότι ο αιτητής ως κάτοχος του Πανεπιστημιακού τίτλου B.Sc. (Honours) in Electronics του Πανεπιστημίου Salford του Ηνωμένου Βασιλείου κατείχε το επιπρόσθετο προσόν του Κανονισμού 3(3).

Ο ισχυρισμός αυτός δεν ευσταθεί, καθότι στην ίδια τη σύσταση και την αιτιολογημένη έκθεση του Αρχηγού Αστυνομίας, καθ' όσον αφορά τον αιτητή (Παράρτημα 2 της ένστασης), αναφέρεται ότι "Κατέχει δίπλωμα Bachelor of Science with third class honours in ELECTRONICS του Πανεπιστημίου SALFORD του Ηνωμένου Βασιλείου.". To ίδιο επίσης αναφέρεται και στη σύσταση του Αστυνομικού Διευθυντή για τον αιτητή. Επομένως, είναι φανερό ότι το δίπλωμα του αιτητή λήφθηκε υπόψη τόσο από τον Αρχηγό Αστυνομίας, όσο και τον Υπουργό Εσωτερικών, ενώπιον του οποίου είχαν τεθεί, τόσο η σύσταση και αιτιολογημένη έκθεση του Αρχηγού Αστυνομίας, όσο και η σύσταση του Αστυνομικού Διευθυντή.

Ο αιτητής για να επιτύχει στην προσφυγή του, πρέπει να   αποδείξει   ότι   έχει   έκδηλη   υπεροχή   έναντι   του ενδιαφερόμενου μέρους.

Ο αιτητής προσλήφθηκε στην Αστυνομική Δύναμη στις 15/5/77 με σύμβαση για περίοδο δύο χρόνων, απευθείας στη θέση του Αστυνόμου Β', για εκτέλεση ειδικών καθηκόντων στον κλάδο Τηλεπικοινωνιών του Αρχηγείου Αστυνομίας. Με τη λήξη της σύμβασης του, διορίστηκε από τον Υπουργό Εσωτερικών στις 15/7/79, στη μόνιμη θέση του Αστυνόμου Β' και από 1/7/85 προήχθηκε σε Αστυνόμο Α', θέση που θεωρείται συνδυασμένη με τη θέση Αστυνόμου Β'. Το ενδιαφερόμενο μέρος γράφτηκε στην Αστυνομική Δύναμη στις 13/12/62. Υπηρέτησε σε διάφορα τμήματα της Αστυνομίας, προήχθηκε και ανήλθε όλους τους βαθμούς της Αστυνομικής Δύναμης από το βαθμό του Λοχία, μέχρι το βαθμό του Αστυνόμου Α' στον οποίο προήχθηκε στις 1/7/85 και από την 1/11/87 εκτελεί καθήκοντα Αναπληρωτή Ανώτερου Αστυνόμου, δηλαδή του επίδικου βαθμού, που σύμφωνα με τον Κανονισμό 11 (2) των περί Αστυνομίας (Προαγωγές) Κανονισμών, αποτελεί πλεονέκτημα.

Στην παρούσα υπόθεση ο αιτητής δεν έχει αποδείξει έκδηλη υπεροχή έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους και ήταν εύλογα επιτρεπτό στους καθ' ων η αίτηση να προάξουν το ενδιαφερόμενο μέρος αντί του αιτητή.

Για όλους τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται και η επίδικη απόφαση επικυρώνεται. Καμιά διαταγή για έξοδα.

Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο