ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1992) 4 ΑΑΔ 320
10 Φεβρουαρίου, 1992
[ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
DIGITAL EQUIPMENT FRANCE,
Αιτητές,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΟΥ
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 5/91).
Διοικητική Πράξη — Εκτελεστή — Πληροφοριακές πράξεις της διοίκησης δεν είναι εκτελεστές διοικητικές πράξεις γιατί δεν παράγουν άμεσα έννομα αποτελέσματα για τους διοικούμενους.
Η αιτήτρια εταιρεία προσέβαλε με την προσφυγή της αυτή την απόφαση των καθ' ων η αίτηση που περιλαμβανόταν σε επιστολή τους ημερομηνίας 22/10/90 με την οποία επιβεβαίωναν τη θέση τους ότι η αιτήτρια εταιρεία διατηρούσε μόνιμη εγκατάσταση στην Κύπρο και ως εκ τούτου υπόκειτο σε φορολογία πάνω στα εισοδήματα της που είχε στην Κύπρο.
Οι καθ' ων η αίτηση πρόβαλαν προδικαστική ένσταση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν ήταν εκτελεστή διοικητική πράξη αλλά απλή πληροφοριακή έκφραση γνώμης και κατά συνέπεια δεν ήταν δεχτική προσβολής.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
Κατά τη γνώμη μου η απόφαση των αιτητών δεν παρήγαγε άμεσα έννομα αποτελέσματα για τους αιτητές και δε μπορεί να προσβληθεί με προσφυγή κάτω από το Άρθρο 146 του Συντάγματος. Δεν είναι εκτελεστή διοικητική πράξη, αλλά απλώς πληροφοριακή. Η Διοίκηση με την απόφαση εκείνη έχει εκφράσει τη γνώμη πως οι αιτητές υπόκεινται εις φόρο εισοδήματος. Οι αιτητές θα μπορούν να προσφύγουν στο Δικαστήριο όταν και εάν επιβληθεί σε αυτούς φόρος.
Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση με την οποία αποφάσισαν ότι η αιτήτρια εταιρεία διατηρεί μόνιμη εγκατάσταση στην Κύπρο και ως εκ τούτου υπόκειται σε φορολογία πάνω στα εισοδήματα που έχει στην Κύπρο.
Α. Τιμόθη (κα) για Χρ. Δημητριάδη, για τους αιτητές.
Α. Ευαγγέλου, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
Ο Δικαστής κ. Παπαδόπουλος ανάγνωσε την ακόλουθη απόφαση.
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, Δ.: Οι αιτητές είναι ξένη εταιρεία που ασχολείται με την κατασκευή και εμπορία ηλεκτρονικών υπολογιστών και προγραμμάτων. Εμπορεύετο στην Κύπρο μέχρι το 1987 με εξουσιοδοτημένους αντιπροσώπους.
Στις 4/9/87 έκαμε άλλες διευθετήσεις για την εμπορία των προϊόντων της στην Κύπρο και διόρισε ανεξάρτητους εργολάβους που είχαν την ευθύνη της παροχής υπηρεσιών συντήρησης και άλλων τεχνικών και συμβουλευτικών υπηρεσιών στους πελάτες της. Οι ανεξάρτητοι αυτοί εργολάβοι επληρώνοντο απευθείας από τους αιτητές. Οι πελάτες πλήρωναν απευθείας τους αιτητές και όχι τους ανεξάρτητους εργολάβους. Οι πληρωμές εγίνονταν με σχετική άδεια από την Κεντρική Τράπεζα.
Κατά το Μάϊο του 1990, όταν οι αιτητές εθέλησαν να στείλουν χρήματα στους ανεξάρτητους εργολάβους τους μέσω της Κεντρικής Τράπεζας, η Κεντρική Τράπεζα τους ζήτησε απαλλαγή από το φόρο εισοδήματος. Οι αιτητές εξουσιοδότησαν τους δικηγόρους τους να θέσουν ενώπιον των καθ' ων η αίτηση την εισήγηση τους πως πρέπει να απαλλάσσονται από το φόρο εισοδήματος, ενόψει της Διεθνούς Συνθήκης μεταξύ Κύπρου και Γαλλίας. Κατά τους ισχυρισμούς των αιτητών αυτοί δεν υπόκειντο σε πληρωμή φόρου εισοδήματος.
Υπήρξαν δύο-τρεις συναντήσεις με τους δικηγόρους των αιτητών και σχετική αλληλογραφία επί του θέματος με τους καθ' ων η αίτηση επί της διαφοράς, αλλά οι καθ' ων η αίτηση επέμεναν στην άποψη τους. Μάλιστα δε στις 22/10/90 έστειλαν στους δικηγόρους των αιτητών επιστολή με την οποία επιβεβαίωναν την άποψη τους πως, αφού εξέτασαν και πάλι το όλο θέμα και αφού έλαβαν υπόψη τις συμφωνίες μεταξύ των αιτητών και των ανεξαρτήτων εργολάβων και άλλα στοιχεία και εξηγήσεις που τους εδόθησαν στις κατά καιρούς συναντήσεις που είχαν με τους αιτητές ή αντιπροσώπους των, "αποφάσισαν ότι η πιο πάνω εταιρεία διατηρεί μόνιμη εγκατάσταση στην Κύπρο και ως εκ τούτου υπόκειται σε φορολογία πάνω στα εισοδήματα της που έχει στην Κύπρο". Ζητούσαν δε όπως υποβληθούν σχετικοί λογαριασμοί για προσδιορισμό του φορολογητέου εισοδήματος για τα έτη 1988-1989.
Η παρούσα προσφυγή στρέφεται εναντίον της πιο πάνω απόφασης η οποία κοινοποιήθηκε στους αιτητές στις 25/10/90.
Οι αιτητές με επιστολή τους ημερομηνίας 27/12/90 υπέβαλαν ένσταση μέσω των δικηγόρων τους κατά της απόφασης αυτής των καθ' ων η αίτηση. Η ένσταση όμως δεν εξετάστηκε και δεν υπήρξε απάντηση στην "επιστολή-ένσταση" των δικηγόρων των αιτητών.
Είναι ο ισχυρισμός των αιτητών πως η προσβαλλόμενη πράξη είναι αντίθετη προς το Νόμο και το Σύνταγμα και τις αρχές του διοικητικού δικαίου, ότι λήφθηκε λανθασμένα και πως είναι προϊόν πλάνης για τις πραγματικές και νομικές καταστάσεις και πως λήφθηκε μετά από κακή άσκηση διακριτικής εξουσίας. Επιπλέον ισχυρίζονται πως η απόφαση στερείται αιτιολογίας.
Οι καθ' ων η αίτηση προβάλλουν δύο θέσεις στην ένσταση και γραπτή τους αγόρευση.
Η πρώτη εισήγηση είναι πως η προσφυγή δεν ευσταθεί γιατί είναι πρόωρη, επειδή δεν υπήρξε απάντηση από μέρους των καθ' ων η αίτηση στην ένσταση των αιτητών. Κατά τον ισχυρισμό των καθ' ων η αίτηση, οι αιτητές δεν συμμορφώθηκαν προς τις πρόνοιες των άρθρων 20 και 21 του Περί Φορολογίας Νόμου 164/87.
Η δεύτερη εισήγηση είναι πως η απόφαση, όπως εκφράζεται στην επιστολή των καθ' ων η αίτηση προς τους αιτητές ημερομηνίας 22/10/90, όπως αναφέρεται πιο πάνω, δεν συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη, αλλά είναι απλή πληροφοριακή έκφραση γνώμης και κατά συνέπεια δεν είναι δεχτική προσβολής.
Έχω μελετήσει με κάθε δυνατή προσοχή τις εισηγήσεις των δύο πλευρών. Θα εξετάσω πρώτα κατά πόσο η απάντηση αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη.
Κατά τη γνώμη μου η απόφαση των αιτητών δεν παρήγαγε άμεσα έννομα αποτελέσματα για τους αιτητές και δε μπορεί να προσβληθεί με προσφυγή κάτω από το άρθρο 146 του Συντάγματος. Δεν είναι εκτελεστή διοικητική πράξη; αλλά απλώς πληροφοριακή. Η Διοίκηση με την απόφαση εκείνη έχει εκφράσει τη γνώμη πως οι αιτητές υπόκεινται εις φόρο εισοδήματος. Οι αιτητές θα μπορούν να προσφύγουν στο Δικαστήριο όταν και εάν επιβληθεί σε αυτούς φόρος.
Ύστερα από την απόφαση μου πως η υπό κρίση απόφαση δε συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη, δεν προτίθεμαι να εξετάσω τον άλλο λόγο για τον οποίο οι καθ'ων η αίτηση ισχυρίζονται πως δε χωρεί προσφυγή.
Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.