ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Δεν έχει εντοπιστεί νομοθεσία ή απόφαση ή δικονομικός θεσμός στον οποίο να κάνει αναφορά η απόφαση αυτή
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
(1992) 4 ΑΑΔ 83
17 Ιανουαρίου, 1992
[ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΕΛΕΝΗ ΣΤΑΥΡΙΝΙΔΟΥ,
Αιτήτρια,
ν.
ΑΡΧΗΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ ΚΑΙ/Η ΑΛΛΩΝ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 655/89).
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος—Προσβαλλόμενες πράξεις — Παράλειψη απάντησης — Παράλειψη εντός της έννοιας του Άρθρου 29(2) του Συντάγματος — Ο αιτητής φέρει το βάρος της απόδειξης ότι στοιχειοθετείται παράλειψη από τη Διοίκηση.
Διοικητική Πράξη — Βεβαιωτική — Επανεξέταση αιτήματος από τη διοίκηση από νομικής μόνο πλευράς χωρίς την παρεμβολή νέων στοιχείων δεν οδηγεί στην έκδοση νέας διοικητικής πράξης αν η διοίκηση εμμένει στην αρχική της απόφαση.
Η αιτήτρια προσέβαλε με την προσφυγή της αυτή την απόφαση των καθ' ων η αίτηση να απορρίψουν αίτημα της όπως αναγνωριστεί η υπηρεσία της στις Ένοπλες Δυνάμεις της Μεγάλης Βρεττανίας ως συντάξιμη υπηρεσία. Από μέρους των καθ' ων η αίτηση προβλήθηκε προδικαστική ένσταση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν βεβαιωτική προηγούμενης απόφασης τους που είχε σταλεί πάλιν εις απάντηση του ίδιου αιτήματος της αιτήτριας. Ο δικηγόρος της αιτήτριας ισχυρίστηκε πως εφόσον η προσβαλλόμενη απάντηση της Αρχής συντάχθηκε χωρίς να προηγηθεί οποιαδήποτε συνεδρία της Αρχής αναφορικά με το θέμα, αυτή δεν περιείχε απόφαση για απόρριψη του αιτήματος αλλά αποτελούσε παράλειψη της Αρχής να επανεξετάσει το αίτημα της αιτήτριας εντός της έννοιας του Άρθρου 29.2 του Συντάγματος.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Εκ των πραγμάτων είναι φανερόν ότι στην παρούσα περίπτωση δεν έχει στοιχειοθετηθεί οποιαδήποτε παράλειψη εντός της έννοιας του Άρθρου 29 του Συντάγματος, και συνεπώς οι ισχυρισμοί της αιτήτριας στο θέμα αυτό απορρίπτονται ως ανεδαφικοί. Το βάρος απόδειξης της ισχυριζόμενης παράλειψης, το φέρει η αιτήτρια.
2. Αναφορικά με την προδικαστική ένσταση έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η προσφυγή στρέφεται εναντίον βεβαιωτικής απόφασης. Η προσβαλλόμενη επιστολή της Αρχής ημερ. 4/8/1989 αποτελεί απάντηση στην επιστολή του δικηγόρου της αιτήτριας, ημερ. 1/7/1989, με την οποία ζητείται η επανεξέταση της περίπτωσης της αιτήτριας και στην οποία παρατίθεται η νομική άποψη του θέματος. Είναι νομολογημένο ότι η επανεξέταση ενός αιτήματος από τη διοίκηση από νομικής πλευράς, χωρίς την παρεμβολή οποιωνδήποτε νέων στοιχείων δεν οδηγεί στην έκδοση νέας διοικητικής πράξης αλλά αποτελεί απλή επιβεβαίωση και εμμονή της διοίκησης στην αρχική της απόφαση.
Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της άρνησης των καθ' ων η αίτηση να αναγνωρίσει την υπηρεσία της αιτήτριας στις Ένοπλες Δυνάμεις της Μεγάλης Βρεττανίας ως συντάξιμη υπηρεσία.
Α.Σ. Αγγελίδης, για την αιτήτρια.
Α. Χατζηϊωάννου, για τους καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
Ο Δικαστής κ. Δημητριάδης ανάγνωσε την ακόλουθη απόφαση.
ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ, Δ.: Με την προσφυγή αυτή η αιτήτρια προσβάλλει την άρνηση της Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (που θα αναφέρεται ως η Αρχή) να αναγνωρίσει την υπηρεσία της στις Ένοπλες Δυνάμεις της Μεγάλης Βρεττανίας ως συντάξιμη υπηρεσία.
Η αιτήτρια που είναι συνταξιούχος υπάλληλος της Αρχής με επιστολή της, ημερ. 6/2/1989, ζήτησε από την Αρχή όπως ληφθεί υπόψη για σκοπούς σύνταξης η πιο πάνω υπηρεσία της. Σύμφωνα με σχετικό πιστοποιητικό που προσκόμισε αυτή υπηρέτησε ως Στενοδακτυλογράφος από 2/11/1942 μέχρι 17/6/1946.
Η Αρχή με επιστολή της ημερ. 10/6/1089 απέρριψε το αίτημα της αιτήτριας και την πληροφόρησε μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:-
"Σύμφωνα με την υποπαράγραφο (β) της παραγράφου 3 της Κ.Δ.Π. 125/83, που τροποποίησε τους περί Υπηρεσίας Τηλεπικοινωνιών (Συντάξεις και Χορηγήματα εις υπαλλήλους της Αρχής) Κανονισμούς του 1976, μπορεί να αναγνωριστεί ως υπηρεσία μετά συνεισφορών, υπηρεσία στις Ένοπλες Δυνάμεις της Μεγάλης Βρεττανίας, ως ορίζεται στον Περί Συντάξεων Νόμο 2 του 1981.
Ο νόμος αυτός προνοεί κατάταξη στις Ένοπλες Δυνάμεις της Μεγάλης Βρεττανίας και στρατιωτική υπηρεσία και όχι οποιανδήποτε υπηρεσία. Εσείς υπηρετήσατε από τις 2.11.1942 μέχρι τις 17.6.1946 ως Στενογράφος/Δακτυλογράφος στην υπηρεσία H.Q.I.R.A.F-Μ.Ε. της Μεγάλης Βρεττανίας, δηλαδή δεν έχετε στρατιωτική υπηρεσία αλλά υπαλληλική υπηρεσία, γι' αυτό και η υπηρεσία σας αυτή δεν μπορεί, για σκοπούς Ταμείου Συντάξεων, να αναγνωριστεί ως υπηρεσία μετά συνεισφορών".
Με επιστολή του δικηγόρου της, ημερ. 1/7/1989, η αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι ο όρος "υπηρεσία" στις Ένοπλες Δυνάμεις της Μεγάλης Βρεττανίας περιλαμβάνει και υπηρεσία χωρίς στρατιωτική κατάταξη, όπως στην περίπτωση της.
Η Αρχή με επιστολή της, ημερ. 4/8/1989, πληροφόρησε το δικηγόρο της αιτήτριας ότι εμμένει στην πιο πάνω απόφαση της.
Η αιτήτρια καταχώρησε την παρούσα προσφυγή στις 7/9/1989 με την οποία ισχυρίζεται ότι η συνεχιζόμενη παράλειψη της Αρχής να αναγνωρίσει την υπηρεσία της, όπως καθορίζεται στο Νόμο, αντιβαίνει το Άρθρο 28 του Συντάγματος, είναι αντίθετη προς τις αρχές της χρηστής διοίκησης, αυθαίρετη και αντίθετη με το Νόμο και τους Κανονισμούς, είναι προϊόν ελλειπούς έρευνας και πλάνης περί τα πράγματα και το νόμο, και τέλος ότι πάσχει λόγω έλλειψης αιτιολογίας.
Εκ μέρους της Αρχής προβλήθηκε προδικαστική ένσταση ότι η επιστολή της με ημερ. 4/8/1989 δεν περιέχει εκτελεστή απόφαση δυνάμενη να αποτελέσει αντικείμενο προσφυγής κάτω από το Άρθρο 146 του Συντάγματος αλλά είναι βεβαιωτική της εκτελεστής απόφασης της Αρχής που περιέχεται στην επιστολή της με ημερ. 10/6/1976 εναντίον της οποίας η προσφυγή αυτή είναι εκπρόθεσμη έχοντας καταχωρηθεί μετά την παρέλευση της επιτακτικής προθεσμίας των 75 ημερών.
Η θέση της αιτήτριας είναι ότι η προσβαλλόμενη επιστολή, ημερ. 4/8/1989, δεν είναι βεβαιωτική οποιασδήποτε προηγούμενης απόφασης της Αρχής δεδομένου ότι το αίτημα της μέσω του δικηγόρου της δεν επανεξετάστηκε αλλά η επιστολή της Αρχής, ημερ. 4/8/1989, συντάχθηκε χωρίς να προηγηθεί οποιαδήποτε συνεδρία της Αρχής σχετικά με το θέμα αυτό. Συνεπώς, όπως ισχυρίζεται, η επιστολή ημερ. 4/8/1989, δεν περιέχει απόφαση για απόρριψη του αιτήματος που υποβλήθηκε με την επιστολή του δικηγόρου της, και κατ' επέκταση δεν περιέχει την εμμονή της Αρχής στην απόφαση της της 27/4/1989 αλλά αποτελεί παράλειψη της Αρχής να επανεξετάσει το αίτημα της αιτήτριας εντός της έννοιας του Άρθρου 29.2 του Συντάγματος.
Το Άρθρο 29.2 που επικαλείται η αιτήτρια προβλέπει τα ακόλουθα:-
"Έφ' όσον ο ενδιαφερόμενος δεν ικανοποείται εκ της αποφάσεως ή οσάκις ουδεμία απόφασις γνωστοποιήται προς αυτόν εντός της καθοριζομένης εν τη πρώτη παραγράφω του παρόντος άρθρου προθεσμίας δύναται ο ενδιαφερόμενος ν' αγάγη ενώπιον αρμοδίου δικαστηρίου διά προσφυγής την υπόθεσιν, εις ην αφορά η αίτησις ή το παράπονον αυτού".
Κατά πρώτον οι πιο πάνω ισχυρισμοί της αιτήτριας δεν υποστηρίζονται από οποιαδήποτε γεγονότα που υπάρχουν ενώπιον του Δικαστηρίου. Το βάρος της απόδειξης το φέρει η αιτήτρια να αποδείξει τους ισχυρισμούς της ότι η Αρχή παρέλειψε να επανεξετάσει το αίτημα της.
Εκ των πραγμάτων είναι φανερόν ότι στην παρούσα περίπτωση δεν έχει στοιχειοθετηθεί οποιαδήποτε παράλειψη εντός της έννοιας του Άρθρου 29 του Συντάγματος, και συνεπώς οι ισχυρισμοί της αιτήτριας στο θέμα αυτό απορρίπτονται ως ανεδαφικοί.
Αναφορικά με την προδικαστική ένσταση έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η προσφυγή στρέφεται εναντίον βεβαιωτικής απόφασης. Η προσβαλλόμενη επιστολή της Αρχής ημερ. 4/8/1989 αποτελεί απάντηση στην επιστολή του δικηγόρου της αιτήτριας, ημερ. 1/7/1989, με την οποία ζητείται η επανεξέταση της περίπτωσης της αιτήτριας και στην οποία παρατίθεται η νομική άποψη του θέματος. Είναι νομολογημένο ότι η επανεξέταση ενός αιτήματος από τη διοίκηση από νομικής πλευράς, χωρίς τη παρεμβολή οποιωνδήποτε νέων στοιχείων δεν οδηγεί στην έκδοση νέας διοικητικής πράξης αλλά αποτελεί απλή επιβεβαίωση και εμμονή της διοίκησης στην αρχική της απόφαση.
Για τους πιο πάνω λόγους έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί ως μη στρεφόμενη ναντίον εκτελεστής διοικητικής πράξης. Συνεπώς, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται.
Υπό τις περιστάσεις δεν δίνεται οποιαδήποτε διαταγή για τα έξοδα.
Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.