ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αρχείο σε μορφή PDF - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1991) 4 ΑΑΔ 2804

31 Ιουλίου, 1991

[ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ, Δ/στης]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΦΡΙΞΟΣ ΛΟΪΖΟΥ ΔΡΑΚΟΥ,

Αιτητής,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΟΥ,

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 49/84).

Διοικητική Πράξη — Εκτελεστή — Χαρακτηριστικά — Δήλωση βούλησης διοικητικού οργάνου που αποσκοπεί στην παραγωγή έννομου αποτελέσματος έναντι των διοικουμένων και συνεπάγεται την άμεση εκτέλεση διά της διοικητικής οδού — Έννομο αποτέλεσμα συνίσταται στη δημιουργία, τροποποίηση ή κατάλυση νομικής κατάστασης ήτοι δικαιωμάτων και υποχρεώσεων διοικητικού χαρακτήρα των διοικουμένων.

Με άλλη προσφυγή του ο αιτητής προσέβαλε την προαγωγή άλλων υποψηφίων αντί του ιδίου στη θέση Ανώτερου Ελεγκτή. Με την παρούσα προσφυγή προσέβαλε την παράλειψη της αρμόδιας αρχής να προβεί σε έρευνα αναφορικά με συγκεκριμένο παράπονο του και με τις ενέργειες που οδήγησαν στη λήψη της απόφασης για την πλήρωση των δύο θέσεων Ανώτερου Ελεγκτή.

Οι καθ' ων η αίτηση ισχυρίστηκαν ότι οι παραλείψεις που προσέβαλε ο αιτητής δεν ήταν εκτελεστές πράξεις που μπορούσαν να προσβληθούν με προσφυγή αλλά συνδέονταν στενά και επηρέαζαν την απόφαση για προαγωγή στη θέση Ανώτερου Ελεγκτή, η οποία ήταν τελεσίδικη και εκτελεστή και προσβλήθηκε με την προσφυγή αρ. 10/84.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

(1) Εκτελεστές πράξεις που μπορούν να προσβληθούν με προσφυγή είναι εκείνες με τις οποίες δηλώνεται βούληση διοικητικού οργάνου που αποσκοπεί στην παραγωγή εννόμου αποτελέσματος έναντι των διοικούμενων και συνεπάγεται την άμεση εκτέλεσης της διά της διοικητικής οδού. Το κύριο στοιχείο είναι η άμεση παραγωγή εννόμου αποτελέσματος που συνίσταται στη δημιουργία, τροποποίηση ή κατάλυση νομικής κατάστασης, ήτοι δικαιωμάτων και υποχρεώσεων διοικητικού χαρακτήρα από τους διοικουμένους. (Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου Επικρατείας 1929-1958). Ενόψει των πιο πάνω κρίνεται ότι ο ισχυρισμός του αιτητή ότι η παράλειψη των καθ' ων η αίτηση είναι πράξη εκτελεστή πρέπει να απορριφθεί.

Προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

Αναφερόμενη υπόθεση:

Χριστοδούλου και άλλος ν. Δημοκρατίας (Α.Ε. 516, ημερ. 30/3/ 90).

Προσφυγή.

Προσφυγή για δήλωση του Δικαστηρίου ότι η παράλειψη της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας να κάμει έρευνα αναφορικά με το παράπονο του αιτητή και τις ενέργειες που οδήγησαν στη λήψη της απόφασης για την πλήρωση των δύο θέσεων Ανώτερου Ελεγκτή είναι παράτυπη και/ή άκυρη.

Ο αιτητής παρουσιάσθηκε αυτοπροσώπως.

Ρ. Γαβριηλίδης, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult

ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ, Δ. ανάγνωσε την ακόλουθη απόφαση. Με την προσφυγή του αυτή ο αιτητής αξιοί όπως το Δικαστήριο εκδώσει προς όφελός του τις πιο κάτω θεραπείες:

"Α. Διακήρυξη του Δικαστηρίου πως η παράλειψη και/ή αμέλεια και/ή άρνηση της αρμόδιας αρχής να προβή σε έρευνα, σύμφωνα με κατ'επανάληψη γραπτή παράκληση του Αιτητή είναι παράτυπη και/ή άκυρη.

Β. Διακήρυξη του Δικαστηρίου πως η έρευνα που παραλείφθηκε να γίνει, έπρεπε να είχε γίνει και/ή πρέπει να γίνει.

Γ. Διακήρυξη του Δικαστηρίου πως αποφάσεις και/ή πράξεις της αρμόδιας αρχής για σκοπούς προαγωγής στη θέση Ανώτερου Λογιστή που έγιναν προτού περατωθεί η ζητηθείσα έρευνα, είναι άκυρες και στερούνται νομίμου αποτελέσματος".

Κατά τον κρίσιμο χρόνο ο αιτητής κατείχε τη θέση Λογιστή, Τάξεως 1 στο Γενικό Λογιστήριο (που κατά το Σύνταγμα είναι ανεξάρτητο Τμήμα - ίδε άρθρα 126 και 127 του Συντάγματος).

Με επιστολή του με ημερ. 26.9.80 ο Γενικός Λογιστής πληροφόρησε τον αιτητή ότι από 2.10.80 τοποθετείτο στο Τμήμα Τελωνείων για τη διεκπεραίωση ειδικών καθηκόντων, λεπτομέρειες των οποίων θα του δίδονταν από το Διευθυντή Τελωνείων.

Με επιστολή του με ημερ. 6.10.80, ο Διευθυντής Τελωνείων πληροφόρησε το Γενικό Λογιστή ότι η Συνδικαλιστική Ένωση των Τελωνειακών υπαλλήλων αντέδρασε στην τοποθέτηση του αιτητή στο Τμήμα τους και ότι μετά που συζήτησε το θέμα της τοποθέτησης του αιτητή στο Τμήμα του με το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών, αποφασίστηκε ότι η τοποθέτηση του αιτητή έπρεπε να ανακληθεί.

Η πιο πάνω απόφαση δεν εφαρμόστηκε και ο Διευθυντής Τελωνείων δεν ανάθεσε στον αιτητή οποιαδήποτε καθήκοντα, αλλά συνέχισε να απευθύνει στο Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών υπενθυμήσεις για τη μετάθεση του αιτητή. Ο αιτητής επίσης απέστειλε αριθμό επιστολών στους καθ' ων η αίτηση σχετικά με το πρόβλημα και/ή παράπονο του με τις οποίες διαμαρτυρόταν για τον τρόπο μεταχείρισής του.

Κατά το τέλος του Απρίλη 1982 όταν ο αιτητής επέστρεψε από πενθήμερη άδεια που του παραχωρήθηκε, βρήκε το γραφείο του στο Τμήμα Τελωνείων κλειδωμένο.

Με επιστολή του με ημερ. 26.4.82, αντίγραφο τηςοποίας έστειλε στον Πρόεδρο της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (Ε.Δ.Υ.), ο αιτητής εξηγούσε την κατάσταση και ζήτησε λύση του προβλήματος. Σαν αποτέλεσμα της επιστολής του, ο Γενικός Λογιστής με επιστολή του ημερ. 29.4.82, τον πληροφόρησε ότι μετατίθετο από 3.5.82 στο Τμήμα Εσωτερικού Ελέγχου του Γενικού Λογιστηρίου, η δε Ε.Δ.Υ. σε απάντηση της τον πληροφόρησε ότι το θέμα ήταν της αρμοδιότητας του Υπουργείου Οικονομικών, σαν η αρμόδια Αρχή, προς το οποίο διαβίβασε την επιστολή του για να πάρει οποιαδήποτε απόφαση θεωρούσε κατάλληλη.

Στις 7.6.82 ο αιτητής απηύθυνε άλλη επιστολή στην Ε.Δ.Υ. στην οποία επισύναψε αντίγραφο παραπόνου του που είχε στείλει στον Υπουργό Οικονομικών την 5.5.82. Στις 6.7.82 η Ε.Δ.Υ. απέστειλε επιστολή στο Γενικό Λογιστή στην οποία επισυνάπτετο αντίγραφο της επιστολής του αιτητή και του ζητούσε να τους διαβιβάσει τις απόψεις του για το παράπονό του αιτητή. Εν τω μεταξύ ο νέος Γενικός Λογιστής που αντικατάστησε τον προηγούμενο που είχε αφυπηρετήσει με επιστολή του ημερ. 12.10.82 πληροφόρησε την Ε.Δ.Υ. ότι η συνεργασία του με τον αιτητή ήταν καλή και ότι το θέμα θα έπρεπε για το δημόσιο συμφέρον να ξεχαστεί.

Την 26.8.83 η Ε.Δ.Υ. συνήλθε σε συνεδρίαση για την πλήρωση δύο κενών θέσεων Ανώτερου Ελεγκτή στο Τμήμα του Γενικού Λογιστή. Ο Γενικός Λογιστής εισηγήθηκε για προαγωγή τον αιτητή και κάποιο άλλο υπάλληλο. Η Ε.Δ.Υ. όμως, μετά που παρατήρησε ότι η εμπιστευτική έκθεση του αιτητή για το 1980 ετοιμάστηκε από τον τότε Γενικό Λογιστή και ότι σύμφωνα με την σχετική Εγκύκλιο (Αρ. 491 ημερ. 26.3.79) θα έπρεπε να γίνει από το Διευθυντή Τελωνείων, στο Τμήμα του οποίου ήταν τοποθετημένος τότε ο αιτητής και ότι καμμιά εμπιστευτική έκθεση δεν είχε γίνει για τον αιτητή για το 1981, αποφάσισε να ζητήσει από το Διευθυντή Τελωνείων να τους υποβάλει την έκθεσή του για τον αιτητή για το χρόνο αυτό.

Με επιστολή του με ημερ. 23.9.83 ο Διευθυντής Τελωνείων απάντησε ότι δεν μπορούσε να υποβάλει έκθεση για τον αιτητή γιατί αυτός δεν εκτέλεσε οποιαδήποτε καθήκοντα στο Τμήμα του. Στην επιστολή του ο Διευθυντής Τελωνείων επισύναψε αντίγραφα των επιστολών του με τις οποίες ζητούσε από το Γενικό Λογιστή την ακύρωση της μετάθεσης του αιτητή στο Τμήμα του.

Κατά τη συνεδρίαση της την 10.11.83 η Ε.Δ.Υ. αποφάσισε να προάξει στη θέση Ανώτερου Ελεγκτή δύο υποψηφίους οι οποίοι, παρόλο που δεν είχαν συστηθεί από το Γενικό Λογιστή, είχαν καλύτερες εμπιστευτικές εκθέσεις από εκείνες του αιτητή και του άλλου υποψηφίου τους οποίους ο Γενικός Λογιστής, όπως έχω αναφέρει, είχε συστήσει.

Όπως φαίνεται από το αιτητικό, τα αιτήματα του αιτητή στην προσφυγή αυτή, στρέφονται ενάντια στην παράλειψη της Ε.Δ.Υ. να κάμει έρευνα όσο αφορά το παράπονό του και στις ενέργειες που οδήγησαν στη λήψη της απόφασης για την πλήρωση των δύο θέσεων της θέσης Ανώτερου Ελεγκτή.

Είναι η θέση των καθ'ων η αίτηση ότι οι παραλείψεις που ισχυρίζεται ο αιτητής δεν είναι εκτελεστές πράξεις που μπορούν να προσβληθούν με την προσφυγή αυτή και ότι οι ισχυριζόμενες από τον αιτητή παραλείψεις συνδέονται στενά και επηρεάζουν την απόφαση για προαγωγή στη θέση Ανώτερου Ελεγκτή την οποία απόφαση της Ε.Δ.Υ. η οποία είναι τελεσίδικη και εκτελεστή, ο αιτητής προσβάλλει με την προσφυγή του αρ. 10/84.

Ο αιτητής διεξήγαγε την υπόθεσή του αυτοπροσώπως και καταχώρησε ογκώδη γραπτή αγόρευση στην οποία επισύναψε μεγάλο αριθμό επιστολών και εγγράφων το περιεχόμενο των οποίων είναι κατά το μεγαλύτερο μέρος τους άσχετο με την υπόθεσή του.

Ο δικηγόρος των καθ'ων η αίτηση ήγειρε προδικαστική ένσταση, ότι η παράλειψη από το αρμόδιο όργανο δηλαδή την Ε.Δ.Υ. να ερευνήσει το παράπονό του, δεν μπορεί να θεραπευτεί από το αποτέλεσμα της προσφυγής του στην υπόθεση αρ. 10/84, και ότι θα παραμείνει ακόμα κενό όσον αφορά την καριέρα του, το οποίο δεν θα μπορούσε να καλυφθεί εκτός αν η Ε.Δ.Υ. διεξήγαγε έρευνα για το παράπονό του.

Η παράλειψη της διεξαγωγής έρευνας για το παράπονό του, ο αιτητής ισχυρίζεται ότι είναι εκτελεστή πράξη.

Από την αγόρευσή του ο αιτητής δεν φαίνεται καθαρά σε ποιές πράξεις ή αποφάσεις για σκοπούς προαγωγής στη θέση Ανώτερου Λογιστή αναφέρεται στο αιτητικό "Γ" της προσφυγής του. Από το περιεχόμενο της αγόρευσής του, είναι φανερό ότι εννοούσε την απόφαση για τις προαγωγές στη θέση αυτή. Εν πάση περιπτώσει, τόσο οι αποφάσεις για την προαγωγή, όσο και οι πράξεις και/ή αποφάσεις που σχετίζονται με την προσφυγή αυτή δεν μπορούν να αποφασιστούν στην υπόθεση αυτή, ενόψει της καταχώρησης της προσφυγής αρ. 10/84 με την οποία ο αιτητής προσβάλλει τις σχετικές προαγωγές.

Επομένως, το τρίτο αίτημα του αιτητή στην προσφυγή αυτή απορρίπτεται.

Όπως έχω αναφέρει πιο πάνω οι καθ'ων η αίτηση δεν δέχονται ότι η παράλειψη τους στο αίτημα του αιτητή είναι εκτελεστή πράξη και είναι ο ισχυρισμός τους ότι δεν μπορεί να προσβληθεί με προσφυγή δυνάμει του άρθρου 146.1 του Συντάγματος.

Τί είναι εκτελεστές πράξεις που μπορούν να προσβληθούν με προσφυγή για ακύρωσή τους, είναι εκείνες που όπως αναφέρεται στα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1958, στη σελ. 237:

"...εκείναι δι' ων δηλούται βούλησις διοικητικού οργάνου, αποσκοπούσα εις την παραγωγήν εννόμου αποτελέσματος έναντι των διοικουμένων και συνεπαγομένη την άμεσον εκτέλεσιν αυτής διά της διοικητικής οδού. Το κύριον στοιχείον της εννοίας της εκτελεστής πράξεως είναι η άμεσος παραγωγή εννόμου αποτελέσματος, συνισταμένου εις την δημιουργίαν, τροποποίησιν ή κατάλυσιν νομικής καταστάσεως, ήτοι δικαιωμάτων και υποχρεώσεων διοικητικού χαρακτήρος παρά τοις διοικουμένοις.".

Σχετικά με το θέμα αυτό, ίδε επίσης το Σύγγραμμα του Θεμ. Α. Τσάτσου "Η αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου Επικρατείας", Έκδοση Τρίτη, σελ. 120-123 και την απόφαση στην Αναθεωρητική Έφεση αρ. 516, Χριστοδούλου κ.ά. ν. Δημοκρατίας, ημερ. 30/3/90 (δεν έχει ακόμα δημοσιευτεί).

Έχοντας υπόψη μου τα πιο πάνω, βρίσκω ότι ο ισχυρισμός του αιτητή όσο αφορά το αν η παράλειψη των καθ'ων η αίτηση είναι πράξη εκτελεστή, πρέπει να απορριφθεί.

Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή απορρίπτεται.

Καμμιά διαταγή για έξοδα.

Προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο