ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2017:C126
(2017) 3 ΑΑΔ 321
5 Απριλίου, 2017
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ,
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/στές]
ΑΡΧΗ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,
Εφεσείουσα - Καθ' ης η αίτηση,
v.
ΝΙΚΟΥ ΣΑΤΡΑΚΗ,
Εφεσιβλήτου - Αιτητή.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 130/2011)
Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου ― Υπάλληλοι ― Προαγωγές ― Κατά την επιλογή υποψηφίου η Αρχή λαμβάνει δεόντως υπόψη τις συστάσεις της αρμόδιας Επιτροπής Επιλογής, της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής, του Διευθυντή και οποιουδήποτε Διευθυντή Υπηρεσίας, Περιφέρειας ή Ηλεκτροπαραγωγού Σταθμού και τις εμπιστευτικές εκθέσεις των υποψηφίων ―- Λήψη υπόψη πιστοποιητικού υπό τις παρούσες περιστάσεις αποτελεί εξωγενές στοιχείο που καθιστά τη διαδικασία πλημμελή.
Η Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου, εφεσίβαλε την πρωτόδικη ακυρωτική απόφαση, με την οποία είχε ακυρωθεί η δική της απόφαση προαγωγής στη θέση Ανώτερου Τεχνίτη/Βοηθού Ανώτερου Τεχνικού Δικτύου (Εναέρια), Κλίμακα Α8, του ενδιαφερόμενου μέρους αντί του εφεσίβλητου.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, επιτρέποντας την έφεση, αποφάσισε ότι:
Ο πρώτος λόγος έφεσης εστιάζεται στην κατ' ισχυρισμό εσφαλμένη κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι το πιστοποιητικό του Προϊστάμενου του εφεσίβλητου συνιστά σχετικό στοιχείο κρίσης ή παράγοντα στη διαδικασία επιλογής του πιο κατάλληλου υποψηφίου για προαγωγή. Σύμφωνα δε με τον δεύτερο λόγο έφεσης, το Δικαστήριο εσφαλμένα κατέληξε ότι το πιστοποιητικό θα έπρεπε να βρισκόταν στο φάκελο του εφεσίβλητου ώστε να ληφθεί υπόψη από την εφεσείουσα και ότι, εξ υπαιτιότητάς της, απουσίαζε από τον φάκελο του εφεσίβλητου.
Σύμφωνα με τον Καν. 23(4), η Αρχή, κατά την επιλογή του υποψηφίου, λαμβάνει δεόντως υπόψη τις συστάσεις της αρμόδιας Επιτροπής Επιλογής, της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής, του Διευθυντή και οποιουδήποτε Διευθυντή Υπηρεσίας, Περιφέρειας ή Ηλεκτροπαραγωγού Σταθμού που η Αρχή κρίνει σκόπιμο να συμβουλευθεί, όπως επίσης και τις εμπιστευτικές εκθέσεις των υποψηφίων. Στην παρούσα περίπτωση λήφθηκαν υπόψη οι συστάσεις όλων των ανωτέρω, καθώς και το περιεχόμενο των φύλλων αξιολόγησης των υποψηφίων. Δεν υπήρχε δυνατότητα για την Αρχή, ακόμα και αν το εν λόγω «πιστοποιητικό» είχε τοποθετηθεί στο φάκελο του εφεσίβλητου, να το λάβει υπόψη κατά τη λήψη της απόφασής της εφόσον το εν λόγω «πιστοποιητικό» αποτελεί στοιχείο εξωγενές προς την προαγωγική διαδικασία το οποίο, ως τέτοιο, δεν δύναται νομίμως να ληφθεί υπόψη.
Ως εκ τούτου, γίνεται αποδεκτός ο πρώτος λόγος έφεσης από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου ότι είναι εσφαλμένη η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου, πως το πιστοποιητικό συνιστά σχετικό στοιχείο κρίσης στην προαγωγή. Συνακόλουθα, και ο δεύτερος λόγος έφεσης, πως το Δικαστήριο εσφαλμένα κατέληξε ότι το πιστοποιητικό καθηκόντως θα έπρεπε να καταχωρηθεί στο φάκελο του εφεσίβλητου, ώστε να ληφθεί υπόψη από την εφεσείουσα, επιτυγχάνει.
Η έφεση επέτυχε με έξοδα.
Αναφερόμενη Υπόθεση:
Ευσταθιάδης v. ΑΗΚ (1992) 4 Α.Α.Δ. 3983.
Έφεση.
Έφεση από την Καθ' ης η αίτηση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Πασχαλίδης, Δ.), (Υπόθεση Αρ. 32/2009), ημερ. 6/9/2011.
Α. Χρίστου (κα) για Ιωαννίδη Δημητρίου ΔΕΠΕ, για την Εφεσείουσα.
Ε. Σατράκη (κα), για τον Εφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Σταματίου, Δ..
ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Αντικείμενο της παρούσας έφεσης είναι η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου να ακυρώσει την απόφαση της εφεσείουσας με την οποία προήχθη στη θέση Ανώτερου Τεχνίτη/Βοηθού Ανώτερου Τεχνικού Δικτύου (Εναέρια), Κλίμακα Α8, το ενδιαφερόμενο μέρος αντί του εφεσίβλητου.
Τόσο το ενδιαφερόμενο μέρος όσο και ο εφεσίβλητος ήταν μεταξύ των τριών υποψηφίων τους οποίους η Μεικτή Συμβουλευτική Επιτροπή Επιλογής για Προαγωγή Γραφειακού και Τεχνικού Προσωπικού επέλεξε και εισηγήθηκε στη Συμβουλευτική Υπεπιτροπή για Θέματα Προσωπικού για προαγωγή στην επίδικη θέση. Η τελευταία, σύστησε για προαγωγή το ενδιαφερόμενο μέρος. Οπότε, στη συνεδρία της ημερομηνίας 16.12.2008 (η προσβαλλόμενη), η εφεσείουσα προήγαγε το ενδιαφερόμενο μέρος.
Ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου ο εδώ εφεσίβλητος ήγειρε ισχυρισμούς περί έλλειψης αιτιολογίας και πλάνης περί τα πράγματα. Θεωρούμε χρήσιμο να μεταφέρουμε τους ισχυρισμούς όπως τους συνοψίζει το πρωτόδικο Δικαστήριο:
«Οι επί του προκειμένου θέσεις του αιτητή περιστρέφονται γύρω από τον εξής κοινό άξονα: Ενώ ο αιτητής είχε με το μέρος του την ανεπιφύλακτη σύσταση του Γενικού Διευθυντή της Αρχής, η εν λόγω σύσταση αγνοήθηκε και/ή παραγνωρίστηκε από την Αρχή χωρίς την επαρκή αιτιολογία, γεγονός που προσλαμβάνει, σύμφωνα με τον αιτητή, ιδιαίτερη σημασία αν ληφθεί υπόψη ότι ο άμεσα προϊστάμενος του αιτητή σε σημείωμα του, το οποίο βρισκόταν στο φάκελο του αιτητή, από τις 3/12/2007 χαρακτηρίζει τον αιτητή, τον οποίο και «συστήνει ανεπιφύλακτα» για προαγωγή στην επίμαχη θέση, ως «ίσως τον καλύτερο Τεχνίτη που διαθέτει σήμερα η Περιφέρεια». Ενεργώντας στη βάση ότι η κατά έξι μήνες υπεροχή σε αρχαιότητα του Ε.Μ. έναντι του αιτητή συνιστά «αισθητή υπεροχή» ικανή να ανατρέψει την υπεροχή του αιτητή έναντι του Ε.Μ. σε αξία, η Αρχή ενήργησε, σύμφωνα με την κα Σατράκη, υπό πραγματική και νομική πλάνη. Θα πρέπει να λεχθεί ότι το πρωτότυπο του εν λόγω πιστοποιητικού είχε επιστραφεί, όπως αναφέρθηκε στο στάδιο των διευκρινίσεων, στον αιτητή, ο οποίος το είχε ζητήσει, δεν είχε όμως κρατηθεί αντίγραφο, με αποτέλεσμα αυτό να μην βρίσκεται στο φάκελο κατά τον κρίσιμο χρόνο, το χρόνο λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης». (υπογράμμιση δική μας)
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού κατέγραψε τους παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη σε διαδικασίες προαγωγής στη βάση του Κανονισμού 23(2) των περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών του 1986 (ΚΔΠ 291/1986) («οι Κανονισμοί»), αποφάσισε κατ' αρχάς πως δόθηκε από την εφεσείουσα η απαραίτητη από τη νομολογία αιτιολογία για την παραγνώριση της υπέρ του εφεσίβλητου σύστασης του Διευθυντή.
Η θέση της εφεσείουσας ότι η αξιολόγηση του εν λόγω πιστοποιητικού δεν θα αλλοίωνε την εικόνα των υποψηφίων, απερρίφθη από το πρωτόδικο Δικαστήριο, το οποίο έκρινε πως «δεν είναι έργο του Δικαστηρίου η πρωτογενής αξιολόγηση του σχετικού υλικού και ο προσδιορισμός της σημασίας του». Περαιτέρω, πως, «η αφαίρεση του πιστοποιητικού από το φάκελο χωρίς υπαιτιότητα του αιτητή, αναμφίβολα στέρησε από τον τελευταίο την οποιαδήποτε τυχόν επωφελή επίδραση του πιστοποιητικού». Το πρωτόδικο Δικαστήριο θεώρησε το πιστοποιητικό ως σχετικό με την αξία του αιτητή και, συνεπώς, το γεγονός ότι δεν λήφθηκε υπόψη, αποτελεί πλημμελή άσκηση διακριτικής ευχέρειας. Ως εκ τούτου, η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώθηκε.
Η εφεσείουσα εγείρει δύο λόγους έφεσης οι οποίοι, λόγω της συνάφειάς τους, αναπτύχθηκαν μαζί.
Ο πρώτος λόγος έφεσης εστιάζεται στην κατ' ισχυρισμό εσφαλμένη κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι το πιστοποιητικό του Προϊστάμενου του εφεσίβλητου συνιστά σχετικό στοιχείο κρίσης ή παράγοντα στη διαδικασία επιλογής του πιο κατάλληλου υποψηφίου για προαγωγή.
Σύμφωνα δε με τον δεύτερο λόγο έφεσης, το Δικαστήριο εσφαλμένα κατέληξε ότι το πιστοποιητικό θα έπρεπε να βρισκόταν στο φάκελο του εφεσίβλητου ώστε να ληφθεί υπόψη από την εφεσείουσα και ότι, εξ υπαιτιότητάς της, απουσίαζε από τον φάκελο του εφεσίβλητου.
Ειδικότερα, το πιστοποιητικό ετοιμάστηκε, κατόπιν παράκλησης του εφεσίβλητου, παραδόθηκε σε αυτόν και ουδέποτε αποτέλεσε μέρος του προσωπικού φακέλου του, σε αντίθεση με το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι το πιστοποιητικό περιεχόταν στο φάκελο του εφεσίβλητου. Η εφεσείουσα έλαβε υπόψη όλα τα στοιχεία του φακέλου και ιδίως τις εμπιστευτικές εκθέσεις των υποψηφίων, οι οποίες αποτελούν τον κατ' εξοχήν δείκτη των ικανοτήτων τους. Ακόμη και αν βρισκόταν στον προσωπικό φάκελο του εφεσίβλητου, το εν λόγω πιστοποιητικό ως περιέχον προσωπική γνώση του άμεσα προϊσταμένου του εφεσίβλητου δεν θα μπορούσε να ληφθεί υπόψη, καθότι κανένα μέλος του Οργανισμού δεν μπορεί να προσθέσει ή να αφαιρέσει από την υπηρεσιακή εικόνα, όπως εξάγεται από τους φακέλους. Θα αποτελούσε εξωγενές στοιχείο, το οποίο δεν θα ήταν παραδεκτό ως νόμιμος παράγοντας κρίσεως των υποψηφίων, σύμφωνα με τον Καν. 23(2) της ΚΔΠ 291/1986.
Κατά την ευπαίδευτη συνήγορο της εφεσείουσας, ουδέποτε στη γραπτή της αγόρευση περιέλαβε ισχυρισμό περί ύπαρξης του σημειώματος στον προσωπικό φάκελο του εφεσίβλητου, αντιθέτως τόνιζε πως εξωγενείς παράγοντες δεν λαμβάνονται υπόψη κατά τη λήψη της απόφασης των εφεσειόντων. Αναφέρθηκε μόνο υποθετικά στην ύπαρξη του σημειώματος στο φάκελο του εφεσίβλητου διευκρινίζοντας πως, μετά από έρευνα, διαπίστωσαν πως δεν ήταν μέσα στο φάκελο. Συνεπώς, εσφαλμένα, και κατόπιν παρανόησης, το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα πως το πρωτότυπο του εν λόγω πιστοποιητικού βρισκόταν στο φάκελο του εφεσίβλητου από τις 3.12.2007.
Ο εφεσίβλητος, από την άλλη, εισηγείται πως η άποψη του προϊστάμενου τμήματος αποτελεί όχι μόνο σχετικό, αλλά και ουσιώδες στοιχείο κρίσεως, το οποίο η διοίκηση οφείλει να λάβει υπόψη. Η άποψη του προϊστάμενου του εφεσίβλητου συνάδει πλήρως με την υπηρεσιακή εικόνα του, όπως αποτυπώνεται στον προσωπικό του φάκελο. Το πιστοποιητικό έπρεπε να βρισκόταν στο φάκελο του Εφεσίβλητου ώστε να πληρωνόταν και ο σκοπός για τον οποίο συντάχθηκε, θέση όμως η οποία κατά το στάδιο των διευκρινίσεων αναθεωρήθηκε με την παραδοχή της ευπαίδευτης συνηγόρου του εφεσίβλητου πως ο προϊστάμενος δεν είχε υποχρέωση δυνάμει των Κανονισμών να καταχωρίσει το πιστοποιητικό στο φάκελό του, με την παρατήρηση, όμως, πως λόγω της ύπαρξής του και μόνο θα έπρεπε να καταχωρηθεί.
Στο στάδιο των διευκρινίσεων η δικηγόρος της εφεσείουσας επισήμανε πως στους Καν. 23(3) και (4) η σύσταση του διευθυντή λαμβάνεται υπόψη για θέσεις άνω της Α15. Διακρίνει μεταξύ σύστασης διευθυντή, εν προκειμένω του γενικού διευθυντή, και προϊσταμένου.
Η εισηγούμενη από τον εφεσίβλητο διαδικασία δεν προβλέπεται από τους Κανονισμούς. Εν προκειμένω, ένας από τους τρεις αξιολογούντες στις ετήσιες αξιολογήσεις προσωπικού συμπεριλαμβανομένου του ενδιαφερόμενου μέρους και του εφεσίβλητου, κατόπιν που του ζητήθηκε από τον εφεσίβλητο, διατύπωσε την προσωπική του άποψη συστήνοντας για προαγωγή τον εφεσίβλητο.
Σύμφωνα με τον Καν. 23(4), η Αρχή, κατά την επιλογή του υποψηφίου, λαμβάνει δεόντως υπόψη τις συστάσεις της αρμόδιας Επιτροπής Επιλογής, της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής, του Διευθυντή και οποιουδήποτε Διευθυντή Υπηρεσίας, Περιφέρειας ή Ηλεκτροπαραγωγού Σταθμού που η Αρχή κρίνει σκόπιμο να συμβουλευθεί, όπως επίσης και τις εμπιστευτικές εκθέσεις των υποψηφίων. Στην παρούσα περίπτωση λήφθηκαν υπόψη οι συστάσεις όλων των ανωτέρω, καθώς και το περιεχόμενο των φύλλων αξιολόγησης των υποψηφίων.
Από τα πιο πάνω, συνεπώς, προκύπτει πως δεν υπήρχε δυνατότητα για την Αρχή, ακόμα και αν το εν λόγω «πιστοποιητικό» είχε τοποθετηθεί στο φάκελο του εφεσίβλητου, να το λάβει υπόψη κατά τη λήψη της απόφασής της. Το εν λόγω «πιστοποιητικό» αποτελεί στοιχείο εξωγενές προς την προαγωγική διαδικασία το οποίο, ως τέτοιο, δεν δύναται νομίμως να ληφθεί υπόψη. Σχετική είναι η υπόθεση Ευσταθιάδης v. ΑΗΚ (1992) 4 Α.Α.Δ. 3983, στην οποία το γεγονός ότι ελήφθηκε υπόψη γνώμη εξωγενούς παράγοντα κατέστησε τη διαδικασία προαγωγής που ακολουθήθηκε, πλημμελή.
Ως εκ τούτου, αποδεχόμαστε τον πρώτο λόγο έφεσης ότι είναι εσφαλμένη η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι το πιστοποιητικό συνιστά σχετικό στοιχείο κρίσης στην προαγωγή.
Συνακόλουθα, και ο δεύτερος λόγος έφεσης, πως το Δικαστήριο εσφαλμένα κατέληξε ότι το πιστοποιητικό καθηκόντως θα έπρεπε να καταχωρηθεί στο φάκελο του εφεσίβλητου, ώστε να ληφθεί υπόψη από την εφεσείουσα, επιτυγχάνει.
Έχοντας υπόψη τα ανωτέρω, η έφεση επιτυγχάνει και η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Η απόφαση της Αρχής επικυρώνεται. Τα πρωτόδικα έξοδα, όπως έχουν καθοριστεί και €2.000 πλέον ΦΠΑ, έξοδα της έφεσης, επιδικάζονται υπέρ της εφεσείουσας και εναντίον του εφεσίβλητου.
Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.