ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                                            (Υποθ. Αρ.228 /2010)

 

31  Μαϊου, 2012

 

[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στης]

 

Αναφορικά με τα ΄Αρθρα 28 και 146 του Συντάγματος

 

ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ

 

                                                              Αιτητής,

-και -

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, μέσω

1.     Εφόρου Μηχανοκινήτων Οχημάτων

2.    Τμήμα Οδικών Μεταφορών

 

                                                            Καθ΄ων η αίτηση.

------------------------

Ρ.Πασιουρτίδου, (κα.) για Α.ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΙΔΗΣ & ΥΙΟΙ ΔΕΠΕ, για τον Αιτητή.

Αλ.Καλησπέρα, (κα.) - δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η αίτηση

-----------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.:  Στις 25 Απριλίου 2008 εισήχθη νομίμως στην Κύπρο, από το Ηνωμένο Βασίλειο, ένα μεταχειρισμένο όχημα μάρκας Mercedes Convertible.  Στις 19 Ιουνίου 2008 καταβλήθηκαν οι νενομισμένοι τελωνειακοί δασμοί και στις 14 Δεκεμβρίου 2009 ο αιτητής, ο οποίος στο μεταξύ είχε αγοράσει το εν λόγω όχημα, αποτάθηκε στο τμήμα Οδικών Μεταφορών και ενέγραψε το εν λόγω όχημα με αριθμ.εγγραφής ΚWX830.  Ζητήθηκε από τον αιτητή η καταβολή φόρου εγγραφής ανερχόμενου στο ποσό των €3.459 πλέον €56 για την άδεια κυκλοφορίας. Τα εν λόγω ποσά καταβλήθηκαν από τον αιτητή με επιφύλαξη των δικαιωμάτων του. 

 

Με επιστολή του ο αιτητής γνωστοποίησε στον ΄Εφορο ότι η αξία του αγορασθέντος αυτοκινήτου ήταν €4.300 και η τιμή πώλησης του στην αγορά δεν υπερέβαινε τις €5-6.000, ως εκ τούτου ζήτησε επιστροφή του υπέρογκου, όπως το χαρακτήρισε, ποσού που πλήρωσε για την εγγραφή του εν λόγω αυτοκινήτου.

 

Ο ΄Εφορος με επιστολή του απάντησε στον αιτητή ότι ο φόρος εγγραφής προσδιορίστηκε με βάση την παράγραφο 1 του Μέρους Ι του Παραρτήματος του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμου του 1972, (ο Νόμος).  Το Τμήμα, προστίθεται στην εν λόγω επιστολή, ενήργησε στα πλαίσια της ισχύουσας νομοθεσίας και δεν είχε περιθώριο διαφορετικού χειρισμού του θέματος και ως εκ τούτου δεν ήταν εφικτό να ικανοποιηθεί το αίτημα για επιστροφή του φόρου εγγραφής του πιο πάνω αυτοκινήτου. 

 

 

Εναντίον της πιο πάνω απόφασης καταχωρήθηκε η παρούσα προσφυγή. 

 

Η ευπαίδευτη συνήγορος για τον αιτητή ισχυρίστηκε ότι η προσβαλλόμενη πράξη αντίκειται στο άρθρο 25 του Νόμου, καθότι, κατά τον υπολογισμό του φόρου έπρεπε να εφαρμοστούν οι πρόνοιες του άρθρου 90 της Συνθήκης περί της Ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.  Το εν λόγω άρθρο πρόσθεσε η συνήγορος τυγχάνει εφαρμογής  εφόσον, ο επιβληθείς φόρος εγγραφής στο μεταχειρισμένο όχημα που εισήχθη από άλλο κράτος μέλος είναι μεγαλύτερος από το κατάλοιπο του φόρου, που επιβαρύνει τα εγχώρια ομοειδή μεταχειρισμένα αυτοκίνητα. 

 

Υπάρχει παραβίαση, συνέχισε η συνήγορος, του κοινοτικού κεκτημένου γιατί κατά την εν λόγω επιβολή φόρου δεν λήφθηκαν υπόψη η ηλικία, ο τύπος και η γενική κατάσταση του εν λόγω αυτοκινήτου, δημιουργώντας δυσμενή διάκριση σε βάρος του μεταχειρισμένου αυτοκινήτου που εισάγεται από άλλο κράτος μέλος. 

 

΄Εγινε αναφορά σε κυπριακή νομολογία αλλά και νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων σύμφωνα με την οποία είναι επιτρεπτή η επιβολή φόρων, υπό τη βασική προϋπόθεση ότι ο επιβαλλόμενος φόρος δεν μπορεί να υπερβαίνει το κατάλοιπο του φόρου που παραμένει ενσωματωμένο στην αξία των ομοειδών μεταχειρισμένων αυτοκινήτων που είναι ήδη εγγεγραμμένα στο μητρώο του κράτους εισαγωγής.  ΄Ηταν επομένως η εισήγηση του αιτητή ότι ο επιβληθείς φόρος θα πρέπει να μειώνεται, κατ΄εφαρμογήν του άρθρου 90 της Συνθήκης, αναλόγως της μείωσης που υπάρχει σε ένα εγχώριο μεταχειρισμένο αυτοκίνητο.  Αυτή η διεργασία δεν έγινε από πλευράς φόρου, παρά μόνο επιβλήθηκε φορολογία αναλόγως του κυβισμού της μηχανής του εν λόγω μεταχειρισμένου αυτοκινήτου ενώ έπρεπε να ληφθεί υπόψη και η πραγματική αξία και τα άλλα χαρακτηριστικά που υπάρχουν. 

 

Η ευπαίδευτη συνήγορος για τη Δημοκρατία, ανέφερε ότι το άρθρο 25 του Νόμου, εφαρμόστηκε πλήρως και η προσβαλλόμενη πράξη δεν αντίκειται στις πρόνοιες της σχετικής νομοθεσίας.  Στην εν λόγω νομοθεσία απουσιάζει η αναφορά στη Συνθήκη της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης, κάτι για το οποίο δεν ευθύνεται ο ΄Εφορος ο οποίος είναι υποχρεωμένος να εφαρμόσει τις πρόνοιες της κείμενης νομοθεσίας.  Η παράγραφος 1 του Μέρους Ι του Παραρτήματος του Νόμου, προσδιορίζει σε πίνακα τον φόρο εγγραφής που πρέπει να επιβάλει ο ΄Εφορος.  Υπάρχει στην παράγραφο 6(α), ειδική αναφορά, για τον προσδιορισμό του φόρου σύμφωνα με τη μάζα εκπεμπόμενου διοξειδίου του άνθρακα CO2.  Περαιτέρω, στην παράγρ.Ι του Παραρτήματος προσδιορίζεται ο πίνακας για μεταχειρισμένα οχήματα ανάλογα με τον κυβισμό τους.  Θα μπορούσαν να υπάρχουν ανάλογες εκπτώσεις, αλλά, τίποτε από τα πιο πάνω δεν κατατέθηκαν από πλευράς αιτητή έτσι ώστε να αποδείξει ότι θα έπρεπε να τύχει περαιτέρω εκπτώσεως.

 

Είχα την ευκαιρία να μελετήσω, μεταξύ άλλων, σειρά αποφάσεων εκδοθέντων από συναδέλφους μου.  Υπάρχουν, όπως χαρακτηριστικά είπε η κα.Καλησπέρα, δυο τάσεις στη νομολογία, εδραζόμενες στην αναγκαιότητα προσκόμησης στοιχείων από τον εκάστοτε αιτητή, αναφορά με την κατάσταση, ηλικία και άλλα στοιχεί που θα επέτρεπαν εκπτώσεις στον επιβληθέντα φόρο εγγραφής. 

 

Στις υποθέσεις αρ. 462/2010 Ασπρομάλλης ν. Δημοκρατίας, ημερ. 8 Σεπτεμβρίου 2011, που εξέδωσε ο αδελφός Δικαστής Νικολάτος, και υποθ. αρ. 194/2010 Χρυσάνθου ν. Δημοκρατίας, ημερ. 19 Δεκεμβρίου 2011, που εξέδωσε ο αδελφός Δικαστής Κωνσταντινίδης, αναλύεται με σαφήνεια η αναγκαιότητα εναρμόνισης των προνοιών του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμου του 1972, που με βάση το Μέρος Ι το Παράρτημα του Νόμου, το αποκλειστικό κριτήριο για τον καθορισμό του φόρου είναι ο κυβισμός του αυτοκινήτου ανεξάρτητα αν είναι καινούργιο ή μεταχειρισμένο.

 

Το Δικαστήριο στην υπόθεση Χρυσάνθου στηρίχθηκε στο σκεπτικό των αποφάσεων του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων Americo Joao Nunes Tadeu (C-345/93, ημερ.9.3.2005) και Antonio Gomez Valente (C-393/98   ημερ. 22.2.2001).  Στη δεύτερη υπόθεση Valente, με βάση τον θεσπισθέντα στην Πορτογαλία Κώδικα, ο φόρος για τα μεταχειρισμένα αυτοκίνητα μειωνόταν κατά σταθερά ποσοστά, αναλόγως των ετών χρήσεως.  Κρίθηκε όμως ότι η κλιμάκωση, εδραζόμενη μόνο στα έτη χρήσης, χωρίς το συνυπολογισμό και άλλων παραγόντων, όπως ο τύπος του οχήματος και τα διανυθέντα χιλιόμετρα, δεν διασφάλιζαν επαρκή ακρίβεια στον υπολογισμό, συναφώς, ήταν αντίθετη με το ΄Αρθρο 95 της Συνθήκης. 

 

Η Δημοκρατία, όπως σημείωσα, με αναφορά στην απόφαση του αδελφού Δικαστή Α. Χ΄Χαμπή αρ. 1477/2009, Χ΄Πέτρου ν. Δημοκρατία, ημερ. 13 Απριλίου 2011, όπου κρίθηκε ως σημαντικό στοιχείο για την απόρριψη της προσφυγής η μη προσκόμιση από τον αιτητή οποιωνδήποτε στοιχείων που να καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι φόρος που επιβλήθηκε ήταν ψηλότερος από το φόρο της εναπομείνασας αξίας ομοειδούς μεταχειρισμένου αυτοκινήτου που είναι ήδη εγγεγραμμένο στο Μητρώο της Δημοκρατίας, εισηγήθηκε απόρριψη του αιτήματος. 

 

Στην υπό εξέταση υπόθεση δεν καθορίστηκε το ποσό του φόρου στη μη προσαγωγή από τον αιτητή οποιωνδήποτε στοιχείων.  Η επιστολή του Εφόρου ημερ. 2 Δεκεμβρίου 2010, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του αιτητή για επιστροφή του καταβληθέντος φόρου, γίνεται επίκληση της υφιστάμενης νομοθεσίας, ήτοι της παράγραφο 1 του Μέρους Ι του Παραρτήματος του Νόμου.  Διαφωνώ με όλο το σεβασμό με το σκεπτικό της υπόθεσης Χ΄Πέτρου.

 

Υιοθετώ προς τούτο το πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση Χρυσάνθου ανωτέρω:

 

«Δεν καθορίστηκε το ποσό του φόρου με αναφορά στη μη προσαγωγή, από τον αιτητή, οποιωνδήποτε στοιχείων. Καθορίστηκε με βάση τις δεσμευτικές για τον Έφορο πρόνοιες του Νόμου όπως και ο ίδιος εξήγησε απαντώντας στον αιτητή. Δεν είχε, του είπε, περιθώριο άλλου χειρισμού. Δεν ήταν και δυνατό να τίθεται θέμα άλλων κριτηρίων. Ο Νόμος, στην πτυχή του που εδώ ενδιαφέρει, καθορίζει ένα κριτήριο, τον κυβισμό. Οτιδήποτε άλλο προσκόμιζε ή έλεγε ο αιτητής θα ήταν εκτός του Νόμου τον οποίο ο Έφορος όφειλε να εφαρμόσει. Η αποδοχή, ορθή βεβαίως, ότι δεν είναι επιτρεπτό να υπολογίζεται ο φόρος μόνο στη βάση του κυβισμού, τέμνει το θέμα. Αυτός είναι ο Νόμος και αφού εκ του Νόμου δημιουργείται η ανισότητα, όπως εξηγήθηκε από το ΔΕΚ, δεν παρεχόταν δυνατότητα συζήτησης άλλων κριτηρίων, ώστε να τίθεται ζήτημα βάρους απόδειξης του αιτητή, ως προς τέτοια. Η άρση της δυσμενούς διάκρισης μπορεί να επέλθει με τροποποίηση του Νόμου και σημειώνουμε την αναφορά στην Ασπρομάλλης (ανωτέρω) στον περί Φόρων Κατανάλωσης Νόμο του 1994 [Ν. 91(Ι)/94] που τροποποιήθηκε ειδικά, μετά από σειρά ακυρωτικών αποφάσεων στην ίδια βάση, ώστε να εξαρτά το ποσό του φόρου από κριτήρια στη γραμμή της νομολογίας του ΔΕΚ.»

 

Συνακόλουθα, βρίσκω ότι το παράπονο του αιτητή είναι βάσιμο.  Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.  Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρούται.

 

                                                                      Κ. Παμπαλλής,

                                                                                  Δ.

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο