ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2011) 3 ΑΑΔ 508

22 Ιουνίου, 2011

[KΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, XATZHXAMΠΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]

SHAHAJAN UMMA MOHAMED RAWUTTAR,

Εφεσείουσα - Αιτήτρια,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

Εφεσιβλήτων - Καθ' ων η αίτηση.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 159/2008)

 

Διοικητική Πράξη ― Εκτελεστή, σε αντιδιαστολή προς πράξη στερούμενη εκτελεστότητας ― Περιστάσεις του εκτελεστού χαρακτήρα της αμφισβητούμενης πράξης, στην κριθείσα περίπτωση.

Αλλοδαποί ― Καθεστώς του επί μακρόν διαμένοντος ― Οι προϋποθέσεις που θέτει το κοινοτικό δίκαιο για αναγνώρισή του ― Δεν επληρούντο στην κριθείσα περίπτωση.

Ευρωπαϊκό Κοινοτικό Δίκαιο ― Παραπομπή προδικαστικού νομικού ερωτήματος στο ΔΕΚ ― Προϋποθέσεις ― Δεν υπήρχαν στην κριθείσα περίπτωση ― Περιστάσεις.

Ο εφεσείων επεδίωξε την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης, με την οποία είχε απορριφθεί η προσφυγή του κατά της μη παραχώρησης σε αυτόν του καθεστώτος του επί μακρόν διαμένοντος στην Δημοκρατία αλλοδαπού.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

1.  Υπάρχει μια προσπάθεια σύζευξης των δύο αποφάσεων των εφεσιβλήτων, που προκαλεί σύγχυση και επ' αυτής κτίστηκε το επιχείρημα της εφεσείουσας.

     Η πρώτη απάντηση που περιλαμβάνεται στην επιστολή της Διευθύντριας του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, ημερομηνίας 22 Δεκεμβρίου 2005, ουδόλως αποτελεί ενδιάμεση απόφαση ή παραπέμπουσα σε περίοδο αναμονής. Αποτελεί εκτελεστή πράξη η οποία εμπεριέχει, με σαφή τρόπο, απόρριψη του αιτήματος για χορήγηση του καθεστώτος του επί μακρόν διαμένοντος στην εφεσείουσα.

     Εναντίον αυτής της απόφασης δεν καταχωρήθηκε προσφυγή. Επομένως τα αποτελέσματα της παραμένουν αλώβητα. Αν υπήρχε τότε θέμα εφαρμογής της Οδηγίας και αμφισβήτησης των επιλογών της διοίκησης, θα μπορούσε να εξεταστεί στα πλαίσια προσφυγής, που όμως δεν καταχωρήθηκε και δεν μπορεί τώρα να επαναφέρεται μέσω της νέας προσφυγής, που αφορά άλλην απόφαση, βασιζόμενη, όχι στο κατά πόσο εφαρμόζεται, αλλά στην ίδια την εφαρμογή της Οδηγίας.

     Με κανένα τρόπο δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί η απόφαση ημερ. 13 Μαρτίου 2006, ως συνέχεια της πρώτης. Η αιτιολόγηση της προσβαλλόμενης απόφασης στηρίζεται σε αδιαμφισβήτητα πραγματικά γεγονότα. Η περίπτωση κρίθηκε στη βάση των δεδομένων του χρόνου έκδοσης της απόφασης. Από τις 13 Ιανουαρίου 2006, η εφεσείουσα παρέμεινε παρανόμως στην Κύπρο. Το Άρθρο 4(1) της Οδηγίας 2003/109/ΕΚ εφαρμόζεται στους υπηκόους τρίτων χωρών, που διαμένουν νόμιμα στην επικράτεια κράτους μέλους. 

     Συνακόλουθα ορθώς αποφασίστηκε η απόρριψη της προσφυγής.

2.  Ως προς την εισήγηση για παραπομπή προδικαστικού νομικού ερωτήματος στο ΔΕΚ, έχουμε να παρατηρήσουμε ότι με βάση το τότε Άρθρο 234 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που με βάση τη Συνθήκη της Λισσαβόνας η προδικαστική παραπομπή ρυθμίζεται από το Άρθρο 267 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προσφέρεται η δυνατότητα και/ή η υποχρέωση σε Δικαστήριο κράτους μέλους, «αν κρίνει ότι απόφαση επί του ζητήματος είναι αναγκαία για την έκδοση της δικής του απόφασης» να παραπέμψει τα ζητήματα στο ΔΕΕ. Τέτοιο ζήτημα εφαρμογής δεν αναφυόταν στην προκείμενη περίπτωση, αφού η απόρριψη της αίτησης, εδράζεται σε γεγονότα που δεν έχουν σχέση με την εφαρμογή της Οδηγίας.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 

Έφεση.

Έφεση από την εφεσείουσα εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Ερωτοκρίτου, Δ.), (Υπόθεση Aρ. 742/2006), ημερ. 24/9/08.

Xρ. Ιωσηφίδης, για την Εφεσείουσα.

Φ. Κωμοδρόμος, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.:  Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Κ. Παμπαλλής.

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.:  Η εφεσείουσα, καταγόμενη από τη Σρι Λάνκα, αφίχθηκε στην Κύπρο με σκοπό να εργαστεί ως οικιακή βοηθός και από τις 12 Ιανουαρίου 2000 μέχρι και τις 12 Ιανουαρίου 2006 κατείχε προσωρινή άδεια παραμονής για το σκοπό αυτό.

Στις 6 Δεκεμβρίου 2005 υπέβαλε, μέσω του δικηγόρου της αίτηση για να της παραχωρηθεί το καθεστώς του επί μακρόν διαμένοντος. Σε απάντηση του πιο πάνω αιτήματος η Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης με επιστολή της ημερ. 22 Δεκεμβρίου 2005, ανέφερε τα εξής: 

«Έχω οδηγίες να αναφερθώ στην επιστολή σας προς τον Υπουργό Εσωτερικών με ημερ. 06-12-2005, σχετικά με το πιο πάνω θέμα και να σας πληροφορήσω ότι η Κυπριακή Δημοκρατία δεν έχει ακόμη μεταφέρει τη σχετική Οδηγία με αρ.2003/109/ΕΚ της 25.11.2003, στη εθνική έννομη τάξη.  Ως εκ τούτου η αίτηση του πελάτη σας για απόκτηση του καθεστώτος του επί μακρόν διαμένοντος, δεν μπορεί να εξεταστεί περαιτέρω.

2.  Σύμφωνα με το Άρθρο 26 της Οδηγίας, τα Κράτη -Μέλη θα πρέπει να εναρμονιστούν με την Οδηγία μέχρι της 23.01.2006.».

Στη συνέχεια και συγκεκριμένα στις 13 Μαρτίου 2006, η εργοδότρια της εφεσείουσας, με σχετική επιστολή προς τη Διευθύντρια Αρχείου Πληθυσμού και Μεταναστεύσεως επανήλθε ζητώντας την εξασφάλιση, για την εφεσείουσα, του καθεστώτος του επί μακρόν διαμένοντος στην Κύπρο.  Το αρμόδιο τμήμα απάντησε με επιστολή ημερ. 5 Απριλίου 2006 αναφέροντας:

«ότι το αίτημα σας δεν μπορεί να ικανοποιηθεί γιατί η περίπτωση της αλλοδαπής δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας αυτής καθότι η άδεια προσωρινής παραμονής και εργασίας έληξε πριν τις 23.01.2006 που ήταν η προθεσμία ενσωμάτωσης της κοινοτικής οδηγίας.

Ενόψει των πιο πάνω παρακαλώ όπως συμβουλεύσετε την αλλοδαπή να διευθετήσει την άμεση αναχώρηση της από τη Δημοκρατία καθότι η άδεια προσωρινής παραμονής και εργασίας έληξε στις 12.01.2006 διαφορετικά θα ληφθούν μέτρα για την απομάκρυνση της.»

Ενόψει του περιεχόμενου της απάντησης αυτής καταχωρήθηκε προσφυγή η οποία απορρίφθηκε.  Με την εκκαλούμενη απόφαση ο συνάδελφος μας Δικαστής, είχε αρχικώς απορρίψει την εισήγηση των εφεσιβλήτων ότι η απόφαση ημερ. 5 Απριλίου 2006 ήταν βεβαιωτική της προγενέστερης εκτελεστής απόφασης ημερ. 22 Δεκεμβρίου 2005.  Το Δικαστήριο θεώρησε ότι η, στο μεταξύ, ενσωμάτωση στο Κυπριακό Δίκαιο της Οδηγίας 2003/109/ΕΚ, ήταν ένα καινούργιο στοιχείο το οποίο διαφοροποιούσε το χαρακτήρα της δεύτερης απόφασης, της οποίας και η αιτιολογία ήταν διαφορετική.  Ταυτοχρόνως, απέρριψε την εισήγηση της εφεσείουσας για παραπομπή προδικαστικού νομικού ερωτήματος στο ΔΕΚ.  Ως προς την ουσία του θέματος, πρωτοδίκως αποφασίστηκε ότι η Οδηγία τέθηκε σε εφαρμογή στις 23 Ιανουαρίου 2006 και όχι την 1η Μαΐου 2004, όπως εισηγήθηκε η εφεσείουσα, και την περίοδο υποβολής της αίτησης αυτή βρισκόταν παρανόμως στην Κύπρο.

Με τη γραπτή αγόρευση της εφεσείουσας και κατά τη συζήτηση της έφεσης ο ευπαίδευτος συνήγορος της υπεραμύνθηκε των λόγων έφεσης και επανέλαβε την εισήγηση για παραπομπή του θέματος που προκύπτει, σε συνάρτηση με την ημερομηνία εφαρμογής της Οδηγίας,  ως προδικαστικού στο ΔΕΚ.  Με τη Συνθήκη της Λισσαβόνας το Δικαστήριο ονομάζεται τώρα Δικαστήριο Ευρωπαϊκής Ένωσης (Δ.Ε.Ε.). Όπως έχουμε αντιληφθεί τα προβληθέντα επιχειρήματα, ο συνήγορος εισηγείται ότι παρόλο που υπήρχε δίχρονη προθεσμία για εφαρμογή της κοινοτικής Οδηγίας, οι προβλέψεις της ήταν άμεσα εφαρμοστέες, από την ημερομηνία εισδοχής της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, που ήταν η 1η Μαϊου 2004.  Εφαρμοζομένης της Οδηγίας είπε, είχαν οι καθ' ων η αίτηση υποχρέωση να αναγνωρίσουν στην εφεσείουσα το καθεστώς του επί μακρόν διαμένοντος.

Ο ευπαίδευτος συνήγορος των καθ΄ων η αίτηση εισηγήθηκε ότι η παραπομπή θέματος προδικαστικού στο ΔΕΚ προϋποθέτει αναγκαίο δικαστικό διάβημα, δηλαδή αίτηση, που στην προκείμενη περίπτωση δεν έγινε.  Περαιτέρω εισηγήθηκε ότι δεν υπάρχει διάσταση κοινοτικού και ημεδαπού δικαίου και χαρακτήρισε το θέμα άσχετο, αφού οι πρόνοιες της Οδηγίας είναι σαφείς.  Ως προς την ουσία της προσφυγής, ο συνήγορος  εισηγήθηκε ότι η υποβολή αίτησης, μετά τη λήξη της περιόδου παραμονής της στην Κύπρο, την κατέστησε άνευ αντικειμένου αφού η εφεσείουσα βρισκόταν παρανόμως στη χώρα.

Διαπιστώνουμε μια προσπάθεια σύζευξης των δύο αποφάσεων των εφεσιβλήτων, που προκαλεί σύγχυση και επ΄αυτής κτίστηκε το επιχείρημα της εφεσείουσας.

Η πρώτη απάντηση που περιλαμβάνεται στην επιστολή της Διευθύντριας του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης ημερομηνίας 22 Δεκεμβρίου 2005, ουδόλως αποτελεί ενδιάμεση απόφαση ή παραπέμπουσα σε περίοδο αναμονής.  Αποτελεί εκτελεστή πράξη η οποία εμπεριέχει, με σαφή τρόπο, απόρριψη του αιτήματος για χορήγηση του καθεστώτος του επί μακρόν διαμένοντος στην εφεσείουσα.  Εναντίον αυτής της απόφασης δεν καταχωρήθηκε προσφυγή.  Επομένως τα αποτελέσματα της παραμένουν αλώβητα.  Αν υπήρχε τότε θέμα εφαρμογής της Οδηγίας και αμφισβήτησης των επιλογών της διοίκησης, θα μπορούσε να εξεταστεί στα πλαίσια προσφυγής, που όπως σημειώσαμε δεν καταχωρήθηκε και δεν μπορεί τώρα να επαναφέρεται μέσω της νέας προσφυγής που αφορά άλλην απόφαση, βασιζόμενη, όχι στο κατά πόσο εφαρμόζεται αλλά στην ίδια την εφαρμογή της Οδηγίας. 

Με κανένα τρόπο δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί η απόφαση ημερ. 13 Μαρτίου 2006, ως συνέχεια της πρώτης.  Η αιτιολόγηση της προσβαλλόμενης απόφασης στηρίζεται σε αδιαμφισβήτητα πραγματικά γεγονότα.  Η περίπτωση κρίθηκε στη βάση των δεδομένων του χρόνου έκδοσης της απόφασης.  Από τις 13 Ιανουαρίου 2006, η εφεσείουσα παρέμεινε παρανόμως στην Κύπρο.  Το Άρθρο 4(1) της εν λόγω Οδηγίας εφαρμόζεται στους υπηκόους τρίτων χωρών που διαμένουν νόμιμα στην επικράτεια κράτους μέλους.

Συνακόλουθα ορθώς αποφασίστηκε η απόρριψη της προσφυγής. 

Ως προς την εισήγηση για παραπομπή προδικαστικού νομικού ερωτήματος στο ΔΕΚ, έχουμε να παρατηρήσουμε ότι με βάση το τότε Άρθρο 234 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης, που με βάση τη Συνθήκη της Λισσαβόνας η προδικαστική παραπομπή ρυθμίζεται από το Άρθρο 267 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προσφέρεται η δυνατότητα και/ή η υποχρέωση σε Δικαστήριο κράτους μέλους, «αν κρίνει ότι απόφαση επί του ζητήματος είναι αναγκαία για την έκδοση της δικής του απόφασης» να παραπέμψει τα ζητήματα στο ΔΕΕ.  Τέτοιο ζήτημα εφαρμογής δεν αναφυόταν στην προκείμενη περίπτωση αφού η απόρριψη της αίτησης εδράζεται σε γεγονότα που δεν έχουν σχέση με την εφαρμογή της Οδηγίας.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων και εναντίον της εφεσείουσας, όπως αυτά θα ψηφιστούν.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο