ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2010) 3 ΑΑΔ 382
8 Ιουλίου, 2010
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, XATZHXAMΠΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ,
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΑΝΔΡΕΑΣ ΣΑΒΒΙΔΗΣ,
Εφεσείων - Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΑΔΕΙΩΝ,
Εφεσιβλήτων - Καθ' ων η αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 181/2007)
Αναθεωρητική Αρχή Αδειών ― Απόρριψη αίτησης για άδεια οδικής χρήσης αστικού ταξί ― Αιτιολογία της απόρριψης στη βάση του Άρθρου 5(9) του περί Ρυθμίσεως της Τροχαίας Μεταφοράς Νόμου του 1982 (Ν.9/82) ― Κρίθηκε πάσχουσα και ακυρώθηκε ― Περιστάσεις.
Ο εφεσείων αξίωσε την ακύρωση της απόρριψης της αίτησής του για άδεια αστικού ταξί, η οποία είχε επικυρωθεί πρωτοδίκως.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, επιτρέποντας την έφεση, αποφάσισε ότι:
Δεν είναι κατανοητή η διασύνδεση του ζητήματος των οικονομικών συμφερόντων του εφεσείοντα, με το ζήτημα της πρόθεσής του ως προς το ποιο θα είναι το κύριο επάγγελμά του. Πολύ λιγότερο όταν, όπως φαίνεται στα πρακτικά της Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών, απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ο εφεσείοντας δήλωσε πως μόνο ζημιά είχε από τις ελάχιστες μετοχές που κατείχε. Το ξηρό γεγονός ότι ο εφεσείων ήταν ήδη υπάλληλος, δεν μπορούσε από μόνο του να αποκαλύψει έλλειψη πρόθεσης να ασκήσει το άλλο, ως κύριο επάγγελμά του.
Κατά το νόμο, για να εξασφαλιστεί άδεια, χρειαζόταν πρόθεση, για όσους δεν ασκούν ήδη το επάγγελμα, να το ασκήσουν ως κύριο επάγγελμα και η υποβολή της αίτησης εξυπάκουε, εμμέσως, δήλωση προς αυτή την κατεύθυνση. Αυτό, βεβαίως, δεν δέσμευε τη διοίκηση, που ασφαλώς είχε καθήκον να ερευνήσει και να κρίνει. Εκείνο που δεν μπορούσε να κάμει ήταν να θεωρήσει, πως ο εφεσείων δεν δήλωσε τέτοια πρόθεση, ενώ υπέβαλε αίτηση και, περαιτέρω, ενώ αυτός ήταν ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών δεν του υποβλήθηκε ερώτηση προς αυτή την κατεύθυνση.
Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.
Έφεση.
Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Παπαδοπούλου, Δ.), (Υπόθεση Aρ. 229/05), ημερ. 9/10/07.
Μ. Δαμιανού, για τον Εφεσείοντα.
Ε. Καρακάννα, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Κωνσταντινίδης.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Υπήρχαν διαθέσιμες άδειες οδικής χρήσης αστικού ταξί αλλά η Αρχή Αδειών απέρριψε τη διεκδίκηση του εφεσείοντα επειδή, όπως προκύπτει, θεώρησε πως δεν είχε επαρκείς γνώσεις. Ασκήθηκε ιεραρχική προσφυγή και η Αναθεωρητική Αρχή Αδειών έκρινε πως ο εφεσείων είχε την απαιτούμενη επιχειρηματική επάρκεια αφού ασχολείτο με τη μεταφορική επιχείρηση για πολλά χρόνια και, γενικότερα, ότι «πληροί τα κριτήρια που θέτει ο Νόμος για χορήγηση άδειας οδικής χρήσεως αστικού ταξί». Απέρριψε, εν τούτοις, την ιεραρχική προσφυγή και επικύρωσε την απόφαση της Αρχής Αδειών επειδή, όπως το θέτει στην απόφασή της, «..δεν μας έπεισε ότι έχει την πρόθεση να μετέλθει ως κύριο επάγγελμα το επάγγελμα του οδηγού αστικού ταξί».
Η προσφυγή που ασκήθηκε κατά της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών απορρίφθηκε πρωτοδίκως αφού εκτιμήθηκε πως δεν τεκμηριώθηκε πλάνη, η διοικητική απόφαση ήταν επαρκώς αιτιολογημένη και, εν τέλει, ήταν εύλογα επιτρεπτή.
Βρίσκεται στον πυρήνα των λόγων έφεσης η εισήγηση πως και στη βάση των δεδομένων όπως τα καταγράφει η απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών, σε σχέση με τα οποία διατυπώθηκαν ορισμένες αμφισβητήσεις, δεν ήταν ευλόγως επιτρεπτό να θεωρηθεί ότι ο εφεσείων δεν είχε την πράγματι απαιτούμενη από το Άρθρο 5(9) των περί Ρυθμίσεως της Τροχαίας Μεταφοράς Νόμων του 1982 μέχρι 2001 (Ν. 9/1982 όπως τροποποιήθηκε) πρόθεση*.
Η κρίση για την πρόθεση του εφεσείοντα αιτιολογήθηκε ως εξής:
«. γιατί έλκει οικονομικά συμφέροντα στην Παγκύπρια Εταιρεία Υπεραστικών Ταξί ως μέτοχος της εταιρείας Ταξί Κυριάκος η οποία είναι μέτοχος της Εταιρείας Υπεραστικών Ταξί της οποίας είναι υπάλληλος με ικανοποιητικές απολαβές και σε καμία περίπτωση δεν μας έχει δηλώσει ότι θα σταματήσει από υπάλληλος της πιο πάνω εταιρείας.
Ως εκ τούτου ομόφωνα αποφασίζουμε να απορρίψουμε την προσφυγή του προσφεύγοντα και να επικυρώσουμε την απόφαση της Αρχής Αδειών.».
Θα είμαστε σύντομοι. Δεν μπορούμε να κατανοήσουμε τη διασύνδεση του ζητήματος των οικονομικών συμφερόντων του εφεσείοντα με το ζήτημα της πρόθεσής του ως προς το ποιο θα είναι το κύριο επάγγελμά του. Πολύ λιγότερο όταν, όπως φαίνεται στα πρακτικά της Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών, απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ο εφεσείοντας δήλωσε πως μόνο ζημιά είχε από τις ελάχιστες μετοχές που κατείχε. Περαιτέρω, δεν μπορούμε να συμμεριστούμε την εκτίμηση πως το ξηρό γεγονός ότι ο εφεσείων ήταν ήδη υπάλληλος μπορούσε από μόνο του να αποκαλύψει έλλειψη πρόθεσης να ασκήσει το άλλο, ως κύριο επάγγελμά του. Δεν θα μπορούσαμε να δεχτούμε πως μόνο ανεπάγγελτος μπορεί να διεκδικήσει τέτοια άδεια οδικής χρήσης. Τελικά ήταν άδικη νομίζουμε η στήριξη της απόφασης και στο γεγονός ότι ο εφεσίβλητος δεν δήλωσε ότι «θα σταματήσει από υπάλληλος της πιο πάνω εταιρείας.»
Κατά το νόμο, για να εξασφαλιστεί άδεια, χρειαζόταν πρόθεση για όσους δεν ασκούν ήδη το επάγγελμα να το ασκήσουν ως κύριο επάγγελμα και η υποβολή της αίτησης εξυπάκουε, εμμέσως, δήλωση προς αυτή την κατεύθυνση. Αυτό, βεβαίως, δεν δέσμευε τη διοίκηση που ασφαλώς είχε καθήκον να ερευνήσει και να κρίνει. Εκείνο που δεν μπορούσε να κάμει ήταν να θεωρήσει πως δεν δήλωσε τέτοια πρόθεση ενώ υπέβαλε αίτηση και, περαιτέρω, ενώ αυτός ήταν ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών δεν του υποβλήθηκε ερώτηση προς αυτή την κατεύθυνση. Θα είχε τότε η Αναθεωρητική Αρχή Αδειών τη δυνατότητα για περαιτέρω αξιολόγηση και, ίσως, ακόμα και τη δυνατότητα χορήγησης της άδειας υπό τον όρο της διακοπής της υφιστάμενης εργοδότησης εφόσον φαινόταν, κατά το αποτέλεσμα δέουσας έρευνας πως αυτό ήταν αναγκαίο αν θα επρόκειτο να έχει το επάγγελμα του οδηγού αστικού ταξί ως το κύριο.
Η έφεση επιτυγχάνει με €1.700 έξοδα, πλέον ΦΠΑ. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Επιπρόσθετα προς τα πιο πάνω, εκ συμφώνου επιδικάζονται €1.200, πλέον Φ.Π.Α., υπέρ του εφεσείοντα ως έξοδα για την πρωτόδικη διαδικασία. Η προσβαλλόμενη διοικητική απόφαση ακυρώνεται.
Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.
* «Ουδεμία άδεια οδικής χρήσεως θα χορηγήται αναφορικώς προς οιονδήποτε όχημα δημοσίας χρήσεως προς εκτέλεσιν οιασδήποτε οδικής χρήσεως δι' ην απαιτείται τοιούτον όχημα δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, εκτός εάν ο ιδιοκτήτης τούτου πείση την αρχήν αδειών ότι μετέρχεται ή προτίθεται όπως μετέλθη την μεταφορικήν επιχείρησιν ως κύριον αυτού επάγγελμα.»