ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2010) 3 ΑΑΔ 230
11 Μαΐου, 2010
[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΦΩΤΙΟΥ,
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
ORAD CONTROL SYSTEMS LTD.,
Εφεσείουσα - Αιτήτρια,
ν.
ΑΡΧΗΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,
Εφεσίβλητης - Καθ'ης η αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 160/2007)
Προσφορές ― Ακύρωση του διαγωνισμού χωρίς να υπάρξει κατακύρωση ― Περιστάσεις υπό τις οποίες η ακύρωση του διαγωνισμού κρίθηκε νόμιμη στην εξετασθείσα υπόθεση.
Οι εφεσείοντες αξίωσαν τον παραμερισμό της πρωτόδικης απόφασης με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή τους κατά της απόφασης ακυρώσεως του επίδικου διαγωνισμού.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:
Όπως πολύ ορθά διαπιστώθηκε και πρωτόδικα, στη συγκεκριμένη περίπτωση το ζητούμενο, με δεδομένη την επιδιωκόμενη με την προσφυγή θεραπεία, ήταν κατά πόσο νόμιμα οι εφεσίβλητοι ακύρωσαν την επίδικη προσφορά.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο προσέγγισε το ζήτημα στη βάση ότι η προσφορά εξακολουθούσε να βρίσκεται σε ισχύ κατά το χρόνο ακύρωσής της. Η συγκεκριμένη κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου δεν αποτέλεσε αντικείμενο έφεσης. Εξάλλου, αν κατά το χρόνο λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης είχε ήδη παύσει να ισχύει η προσφορά, δεν θα μπορούσε να τίθεται θέμα κατακύρωσής της σε οποιοδήποτε, ούτε θα είχε νόημα το παράπονο ακύρωσης ανυπάρκτου διαγωνισμού και οι εφεσείοντες στην ουσία δεν θα είχαν έννομο συμφέρο να προσβάλουν την επίδικη απόφαση.
Το σκεπτικό της απόφασης των εφεσιβλήτων για ακύρωση της προσφοράς, όπως και γενικά οι λόγοι που τους οδήγησαν στη λήψη της σχετικής απόφασης, προκύπτουν με σαφήνεια από το περιεχόμενο της προσβαλλόμενης πρωτοδίκως απόφασης των εφεσιβλήτων, στην οποία παρατίθενται με λεπτομέρεια τα στοιχεία επί των οποίων οι εφεσίβλητοι βάσισαν την ακύρωση της προσφοράς. Η εν λόγω ακυρωτική απόφαση των εφεσιβλήτων είναι πλήρως αιτιολογημένη.
Υιοθετείται το δικαιολογητικό της απόρριψης από το πρωτόδικο Δικαστήριο των εισηγήσεων των εφεσειόντων για πλημμελή από πλευράς εφεσιβλήτων συμπεριφορά και αναιτιολόγητη ακύρωση της προσφοράς. Παράλληλα, απορρίπτεται η εισήγησή τους ότι η πρωτόδικη απόφαση «αναιτιολόγητα» απορρίπτει τις εν λόγω εισηγήσεις των εφεσειόντων. Τόσο το σκεπτικό της προσβαλλόμενης με την προσφυγή απόφασης των εφεσιβλήτων, όσο και το σκεπτικό της πρωτόδικης απόφασης, μαρτυρούν του λόγου το ασφαλές.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Έφεση.
Έφεση από την εφεσείουσα εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Νικολάου, Δ.), (Υπόθεση Aρ. 1086/05), ημερ. 3/9/07.
Α. Σ. Αγγελίδης, για την Εφεσείουσα.
Κ. Χατζηϊωάννου με Ν. Χατζηϊωάννου, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Πασχαλίδης.
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Κατ' αρχήν θεωρούμε σκόπιμο να παραθέσουμε τα γεγονότα που οδήγησαν, αρχικά στην καταχώριση της προσφυγής 1086/2005, στα πλαίσια της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη με την παρούσα έφεση πρωτόδικη απόφαση, και στη συνέχεια στην καταχώριση της παρούσας έφεσης. Τα εν λόγω γεγονότα παρατίθενται με περισσή λεπτομέρεια στην πρωτόδικη απόφαση. Τα παραθέτουμε:
Η ΑΤΗΚ προκήρυξε, στις 30 Μαρτίου 2004, διαγωνισμό για την προμήθεια και εγκατάσταση παγκύπριου συστήματος πυρασφάλειας. Επρόκειτο για τον Διαγωνισμό ΑΤ 56/2003 με τίτλο «Integrated Fire, Detection, Fire Alarm and Fire Extinguishing System».
Όρος επέβαλλε στους προσφοροδότες την υποχρέωση να διατηρήσουν σε ισχύ την προσφορά τους για 189 ημέρες από την τελευταία ημερομηνία υποβολής προσφορών, η οποία ήταν η 18 Ιουνίου 2004. Υποβλήθηκαν δέκα προσφορές μεταξύ των οποίων και η προσφορά των αιτητών. Δεν κατέστη δυνατόν να ολοκληρωθεί η μελέτη των προσφορών εντός της προβλεφθείσας προθεσμίας. Ζητήθηκε από τους προσφοροδότες να συναινέσουν σε παρατάσεις και αυτοί, ανταποκρινόμενοι, παρέτειναν αναλόγως την ισχύ των προσφορών τους.
Κατά την πορεία της διαδικασίας το διοικητικό συμβούλιο της ΑΤΗΚ προβληματίστηκε αναφορικά με το «(1) κατά πόσο κρίνεται λογικό και δικαιολογημένο το επιπρόσθετο κόστος που πιθανόν να προκύπτει από την απαίτηση των προδιαγραφών για δικτύωση των επιμέρους συστημάτων με κεντρικό σύστημα διαχείρισης· (2) κατά πόσο η επιλογή των πυροσβεστικών αερίων που καθορίστηκαν στις προδιαγραφές εξακολουθεί να είναι ορθή με βάση νεώτερες εξελίξεις (διεθνή συνέδρια/συμβάσεις) που μεσολάβησαν από την προκήρυξη του διαγωνισμού μέχρι σήμερα· και (3) κατά πόσο τίθενται θέματα ασφάλειας της ΑΤΗΚ σε σχέση με τον τρόπο εκτέλεσης ή/και λειτουργίας του έργου».
Ενόψει αυτών των προβληματισμών, και κατόπιν μελέτης των εκθέσεων τεχνικής αξιολόγησης, το διοικητικό συμβούλιο αποφάσισε, αντί να ακυρώσει τον διαγωνισμό, να καλέσει τους προσφοροδότες να αποδεχθούν διαδικασία «προσφοράς εντός προσφοράς», ώστε να αντιμετωπιστούν με αυτό τον τρόπο οι αδυναμίες που προέκυψαν. Τέτοια διαδικασία θα ήταν βέβαια εφικτή μόνο αν την αποδέχονταν όλοι οι προσφοροδότες. Το σχετικό πρακτικό, ημερ. 17 Μαΐου 2005, έχει ως εξής:
«1. Να εφαρμοστεί διαδικασία προσφοράς εντός προσφοράς, με την οποία όλοι οι προσφοροδότες του διαγωνισμού ΑΤ.56/2003 να κληθούν να δώσουν αναθεωρημένη προσφορά (τεχνική και οικονομική πρόταση με τη μέθοδο των δύο φακέλων) στη βάση διαφοροποιημένων προδιαγραφών στις οποίες θα διορθωθούν αδυναμίες που εντοπίστηκαν εκ των υστέρων. Η διαδικασία αυτή να εφαρμοστεί εφόσον ο Νομικός Σύμβουλος την θεωρήσει νομικά ασφαλή και υποδείξει την ορθή διατύπωση της πρόσκλησης που θα σταλεί στους προσφοροδότες.
2. Οι οικονομικές προτάσεις των αρχικών προσφορών να επιστραφούν στους προσφοροδότες χωρίς να ανοιχτούν μετά τη συμπλήρωση της διαδικασίας αξιολόγησης.
3. Να μειωθεί το ποσό της εγγύησης συμμετοχής από ΛΚ300.000 σε ΛΚ100.000 για διευκόλυνση των προσφοροδοτών.
4. Να ελεγχθεί η επάρκεια των υφιστάμενων μέτρων πυροπροστασίας και ασφαλιστικής κάλυψης πυρός για την περίοδο μέχρι την υλοποίηση του έργου και εν ανάγκη να ληφθούν επιπρόσθετα ενδιάμεσα μέτρα για λογική κάλυψη της ΑΤΗΚ έναντι του κινδύνου πυρκαγιάς.»
Οι αιτητές εξέφρασαν διαμαρτυρία, τόσο με δική τους επιστολή όσο και με επιστολή του δικηγόρου τους. Εν συνεχεία, στις 7 Ιουνίου 2005, λήφθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση για την ακύρωση του διαγωνισμού και, στις 11 Ιουλίου 2005, γνωστοποιήθηκε στους αιτητές. Η αιτιολογία ήταν η ακόλουθη:
«(α) Διαφοροποίηση των αναγκών της ΑΤΗΚ σε υπηρεσίες συντήρησης από 15 χρόνια που ζητείτο σε 18 μήνες με συνέπεια τη σημαντική μείωση του κόστους.
(β) Διαφοροποίηση του τρόπου υλοποίησης του έργου σε δύο φάσεις. Η πρώτη από τον προσφοροδότη που θα επιτύχει και που θα περιλαμβάνει 5-6 μη σημαντικά κτίρια και η δεύτερη από την ίδια την ΑΤΗΚ με εξοπλισμό που θα προμηθεύει ο προσφοροδότης. Τούτο προς συμμόρφωση με συστάσεις υπηρεσιών ασφαλείας του κράτους που σύστησαν αποφυγή παραχώρησης σχεδίων νευραλγικών εγκαταστάσεων της ΑΤΗΚ σε προσφοροδότες (όπως απαιτούσαν οι ακυρωθείσες προδιαγραφές) για λόγους ασφαλείας. Η διαφοροποίηση του τρόπου υλοποίησης εκτιμάται ότι θα καταλήξει και σε εξοικονόμηση χρόνου και δαπάνης.
(γ) Αναθεώρηση των επιλογών πυροσβεστικών αερίων (που έχουν περιληφθεί στην προδιαγραφή) ανάλογα με το αν τα κτίρια είναι επανδρωμένα ή όχι και λόγω αλλαγών στους αποδεκτούς τύπους των αερίων από την Ευρωπαϊκή Ένωση και/ή άλλους Διεθνείς Οργανισμούς. Αυτό πρόσθετα εκτιμάται ότι θα μειώσει περαιτέρω τη δαπάνη.
(δ) Η εκτιμώμενη μείωση των τιμών διεθνώς.»
Όπως έχουμε ήδη αναφέρει οι εφεσείοντες αντέδρασαν με την καταχώριση της προσφυγής 1086/05. Στα πλαίσια της εν λόγω προσφυγής, οι εφεσείοντες εξειδικεύουν μεγάλο, όπως επισημαίνεται στην πρωτόδικη απόφαση, αριθμό νομικών σημείων, τα οποία, περιστρέφονται, σύμφωνα πάντα με την πρωτόδικη απόφαση, γύρω από τη θέση ότι η προσβαλλόμενη με την προσφυγή απόφαση «δεν είναι νόμιμη και/ή είναι αυθαίρετη και παραβιάζει την αρχή της καλής πίστης και της εμπιστοσύνης του πολίτη προς τη συνέπεια του κράτους δικαίου. Είναι δε προϊόν πλάνης και/ή αναρμόδιων και πεπλανημένων γνωματεύσεων τρίτων προσώπων, αναιτιολόγητη και χωρίς δέουσα έρευνα και γι' αυτό ισχυρίζονται ότι δικαιούνται να επιτύχουν στην προσφυγή τους».
Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την πιο πάνω θέση των εφεσειόντων και συνακόλουθα την προσφυγή τους, με αποτέλεσμα την καταχώριση της παρούσας έφεσης.
Οι εφεσείοντες προβάλλουν τους πιο κάτω δύο λόγους έφεσης.
(α) Η πρωτόδικη απόφαση εσφαλμένα και χωρίς επαρκή αιτιολογία απέρριψε την προσφυγή γιατί δεν διέκρινε, ως αναφέρει, πλημμέλεια. Είναι η θέση των εφεσειόντων ότι οι εφεσίβλητοι κατά την εξέταση των προσφορών, ενήργησαν στη βάση «κριτηρίων έξω από τα κριτήρια της προκήρυξης και τους όρους προσφοράς», συμπεριφορά «ανεπίτρεπτη», η οποία συνιστούσε «σαφέστατη πλημμέλεια που έπρεπε να οδηγήσει σε ακύρωση».
(β) Η πρωτόδικη απόφαση εσφαλμένα έκρινε αναιτιολόγητα ότι η ΑΤΗΚ νόμιμα αποφάσισε να ακυρώσει το διαγωνισμό ώστε να μην προβεί σε κατακύρωση ενός συστήματος που δεν εξυπηρετούσε, δήθεν τις ανάγκες της. Ο συγκεκριμένος λόγος έφεσης προβάλλεται και προωθείται από τους εφεσείοντες σε συνάρτηση με αριθμό νομικών σημείων, τα ίδια ουσιαστικά νομικά σημεία που οι εφεσείοντες είχαν εξειδικεύσει και πρωτοδίκως. Με τα εν λόγω νομικά σημεία θίγονται θέματα μη τήρησης από πλευράς εφεσιβλήτων των όρων της προσφοράς, περιλαμβανομένων χρονοδιαγραμμάτων, «πάσχουσας» σύνθεσης των αρμοδίων οργάνων των εφεσιβλήτων που εξέτασαν τις προσφορές, αντικανονικής και παράνομης εμπλοκής στη διαδικασία εξέτασης των προσφορών του Γενικού Διευθυντή του Διοικητικού Συμβουλίου των εφεσιβλήτων, αντικανονικής και εκτός των όρων της προσφοράς απόφασης των εφεσιβλήτων για διεξαγωγή διαγωνισμού εντός διαγωνισμού και, τέλος, στέρησης των εφεσειόντων του δικαιώματος τους για ακρόαση.
Και οι δύο πιο πάνω λόγοι έφεσης έχουν ως κεντρικό άξονα την εξής θέση γύρω από την οποία περιστρέφονταν και πρωτοδίκως τα επιχειρήματά τους. Όταν οι εφεσίβλητοι ακύρωναν την προσφορά, προσφορά σε ισχύ δεν υπήρχε, γιατί αυτή είχε παύσει να ισχύει, πριν την ακύρωση της. Με άλλα λόγια, οι εφεσίβλητοι ακύρωσαν ανύπαρκτο διαγωνισμό. Στόχος της ακύρωσης δεν ήταν, σύμφωνα με τη θέση των εφεσειόντων, άλλος από τη συγκάλυψη του «γεγονότος» ότι η προσφορά έπαυσε να ισχύει λόγω ευθύνης των εφεσιβλήτων, με αποτέλεσμα να καταστεί αδύνατη η κατακύρωση της στους εφεσείοντες, οι οποίοι υπερείχαν όλων των άλλων αντιπάλων τους. Η εν λόγω θέση καθορίζει και τα πλαίσια εντός των οποίων ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσειόντων προώθησε και ανέπτυξε τα εξειδικευμένα νομικά σημεία που εγείρει στα πλαίσια του δεύτερου λόγου έφεσης.
Η αλληλοσυνάφεια που χαρακτηρίζει τους πιο πάνω δύο λόγους έφεσης και η αδιαμφισβήτητη συνάρτηση του ενός με τον άλλο, επιβάλλει κατά τη γνώμη μας, κοινή εξέτασή τους.
Όπως πολύ ορθά διαπιστώθηκε και πρωτόδικα, στη συγκεκριμένη περίπτωση το ζητούμενο, με δεδομένη την επιδιωκόμενη με την προσφυγή θεραπεία, ήταν κατά πόσο νόμιμα οι εφεσίβλητοι ακύρωσαν την προσφορά.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο προσέγγισε το ζήτημα στη βάση ότι η προσφορά εξακολουθούσε να βρίσκεται σε ισχύ κατά το χρόνο ακύρωσής της. Η συγκεκριμένη κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου δεν αποτέλεσε αντικείμενο έφεσης. Κατά συνέπεια, ανάλογη θα είναι και η δική μας προσέγγιση. Εξάλλου, όπως πολύ ορθά παρατήρησε και το πρωτόδικο Δικαστήριο, αν κατά το χρόνο λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης είχε ήδη παύσει να ισχύει η προσφορά, δεν θα μπορούσε να τίθεται θέμα κατακύρωσης της σε οποιοδήποτε, ούτε θα είχε νόημα το παράπονο ακύρωσης ανυπάρκτου διαγωνισμού και οι εφεσείοντες στην ουσία δεν θα είχαν έννομο συμφέρο να προσβάλουν την επίδικη απόφαση.
Προσεγγίζοντας το ζήτημα στη βάση ότι η προσφορά εξακολουθούσε να βρίσκεται σε ισχύ κατά το χρόνο ακύρωσής της, το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή με το πιο κάτω σκεπτικό:
"Μελέτησα τον φάκελο της υπόθεσης υπό το φως των αγορεύσεων των συνηγόρων. Δεν διέκρινα οποιαδήποτε πλημμέλεια. Με τα δεδομένα, όπως εν τέλει αποκρυσταλλώθηκαν, η ΑΤΗΚ νόμιμα αποφάσισε, προς διασφάλιση του δημόσιου συμφέροντος, να ακυρώσει τον διαγωνισμό ώστε να μην προβεί «σε κατακύρωση και αγορά ενός συστήματος και συντήρησης που δεν εξυπηρετούσε τις ανάγκες της και να υποστεί σημαντική και αχρείαστη δαπάνη»."
Μελετήσαμε με προσοχή τη σχετική επιχειρηματολογία των δικηγόρων των εφεσειόντων. Παρατηρούμε τα πιο κάτω:
Οι λόγοι ακύρωσης της προσφοράς παρατίθενται αυτούσιοι στην πρωτόδικη απόφαση. Αυτούσιους τους έχουμε μεταφέρει και στην απόφαση μας. Τα συμπεράσματά μας είναι ότι το σκεπτικό της απόφασης των εφεσιβλήτων για ακύρωση της προσφοράς, όπως και γενικά οι λόγοι που τους οδήγησαν στη λήψη της σχετικής απόφασης, προκύπτουν με σαφήνεια από το περιεχόμενο της προσβαλλόμενης πρωτοδίκως απόφασης των εφεσιβλήτων, στην οποία παρατίθενται με λεπτομέρεια τα στοιχεία επί των οποίων οι εφεσίβλητοι βάσισαν την ακύρωση της προσφοράς, και ότι η εν λόγω ακυρωτική απόφαση των εφεσιβλήτων είναι πλήρως αιτιολογημένη.
Υιοθετούμε το δικαιολογητικό της απόρριψης από το πρωτόδικο Δικαστήριο των εισηγήσεων των εφεσειόντων για πλημμελή από πλευράς εφεσιβλήτων συμπεριφορά και αναιτιολόγητη ακύρωση της προσφοράς. Παράλληλα, απορρίπτουμε την εισήγηση τους ότι η πρωτόδικη απόφαση «αναιτιολόγητα» απορρίπτει τις εν λόγω εισηγήσεις των εφεσειόντων. Έχουμε ήδη παραθέσει τόσο το σκεπτικό της προσβαλλόμενης με την προσφυγή απόφασης των εφεσιβλήτων, όσο και το σκεπτικό της πρωτόδικης απόφασης. Περιοριζόμαστε στη διαπίστωση ότι και οι δύο μαρτυρούν του λόγου το ασφαλές.
Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω η έφεση απορρίπτεται με έξοδα €1.750 υπέρ των εφεσιβλήτων και εναντίον των εφεσειόντων, πλέον Φ.Π.Α.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.