ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2008) 3 ΑΑΔ 319

10 Ιουλίου, 2008

[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ,

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]

ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΤΤΟΟΥΛΗ,

Εφεσείων - Αιτητής,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ, ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ

    ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ,

2. ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΜΕΤΑΛΛΕΙΩΝ,

Εφεσιβλήτων - Καθ' ων η αίτηση.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 42/2006)

 

Λατομεία ― Αίτηση για παραχώρηση Προνομίου Λατομείου Τάξεως Α΄ ― Περιστάσεις της κατ' επανεξέταση απόρριψής της στην κριθείσα περίπτωση ― Ειδικά το ζήτημα της παραχώρησης προνομίου Λατομείου εντός του εδάφους των Κυρίαρχων Βρετανικών Βάσεων.

Ο εφεσείων αμφισβήτησε την ορθότητα της πρωτόδικης δικαστικής απόφασης, που απέρριψε την προσφυγή του κατά της άρνησης παραχώρησης σε αυτόν προνομίου λατομείου Α΄ Τάξεως. Η άρνηση ήταν το αποτέλεσμα επανεξέτασης, μετά από αλλεπάλληλες ακυρώσεις της απόρριψης της αίτησης του εφεσείοντα.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

Το σκεπτικό της απόφασης του πρωτόδικου δικαστηρίου είναι απόλυτα ορθό. Το γεγονός ότι ο Διοικητής της Βάσης Δεκελείας παρέλειψε να τοποθετηθεί, όταν για πρώτη φορά εξετάστηκε η αίτηση του εφεσείοντα και δε ζητήθηκαν οι απόψεις του στις επόμενες επανεξετάσεις δεν εμπόδιζε τους εφεσίβλητους, κατά την επανεξέταση η οποία οδήγησε στην επίδικη απόφαση, να ενεργήσουν σύμφωνα με την Οδηγία 4 του 1976, η οποία έθετε ως προϋπόθεση για την παραχώρηση προνομίου τη συγκατάθεση του Διοικητή. Σ' ό,τι αφορά το χρόνο στον οποίο ανάγονται οι απόψεις του Διοικητή, προκύπτει τόσο από την επιστολή των εφεσιβλήτων με την οποία ζητήθηκαν οι απόψεις του Διοικητή, αλλά και από την απάντησή του, ότι η θέση που εξέφραζε αφορούσε στον ουσιώδη χρόνο, δηλαδή το 1992.

Σύμφωνα με την Οδηγία 4 του 1976 και τη Συνθήκη Εγκαθίδρυσης, Δέκατο Πέμπτο Παράρτημα - (Appendix O), η έκδοση Προνομίου Λατομείου εντός των Βρετανικών Βάσεων, τελεί υπό την προϋπόθεση της συγκατάθεσης των αρχών των Βάσεων.

Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω, ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι η ένσταση του Διοικητή καθιστούσε την περαιτέρω εξέταση της υπόθεσης «άσκηση επί χάρτου». Δεν θα είχε οποιαδήποτε πρακτική σημασία να ερευνούσαν οι εφεσίβλητοι ό,τι προηγουμένως, με την Ττοουλή v. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 736, κρίθηκε ότι παρέλειψαν, δεδομένης της άρνησης του Διοικητή. Δεν θα μπορούσαν, και αν ακόμα τα εξέταζαν, να ασκήσουν τη διακριτική τους ευχέρεια, αφού ο Διοικητής ενίστατο στην έγκριση της αίτησης. Η απόφαση του Διοικητή δεν χρειάζεται αιτιολογία, η οποία, εν πάση περιπτώσει, υπάρχει με την αναφορά σε στρατιωτικούς λόγους.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Ττοουλή v. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 736,

Ττοουλή v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 934/01, ημερ. 26.9.2002.

Έφεση.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Γαβριηλίδης, Δ.), (Yπ. Aρ. 808/03), ημερ. 28/2/06.

Ι. Νικολάου, για τον Εφεσείοντα.

Ε. Καρακάννα, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Ε. Παπαδοπούλου.

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Η παρούσα έφεση αφορά στην απόρριψη της υπ' Αρ. 808/03 προσφυγής, με την οποία αμφισβητείτο η νομιμότητα της απόφασης των εφεσιβλήτων, ημερομηνίας 11/6/2003, να απορρίψουν, στα πλαίσια επανεξέτασης, αίτημα του εφεσείοντα, ημερομηνίας 30/11/1992, για παραχώρηση σ' αυτόν Προνομίου Λατομείου, Τάξης Α, στο χωριό Αχερίτου, εντός της Βρετανικής Βάσης Δεκέλειας.

Προτού αναφερθούμε στους λόγους έφεσης, θεωρούμε χρήσιμο να παραθέσουμε, σε συντομία, το ιστορικό της υπόθεσης:-

Ο εφεσείων, μετά την απόρριψη αίτησής του ημερομηνίας 12/1/1989, για ανανέωση της άδειας λατομείου άμμου, Τάξης Β, την οποία κατείχε για την περίοδο 2/2/1988 - 1/2/1989, στην περιοχή του χωριού Αχερίτου, εντός της Βρετανικής Βάσης Δεκέλειας, υπέβαλε, στις 30/11/1992, στο Διευθυντή Μεταλλείων, αίτηση για την παραχώρηση σ' αυτόν Προνομίου Λατομείου, Τάξης Α, στην ίδια περιοχή. Το αίτημά του απορρίφθηκε και ο εφεσείων καταχώρισε προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο. Η προσβληθείσα απόφαση ακυρώθηκε κατ' έφεση, λόγω έλλειψης και/ή πεπλανημένης αιτιολογίας, αφού, από το φάκελο, δεν αποκαλυπτόταν η υφιστάμενη πολιτική για τη μη δημιουργία νέων προνομίων, κατ' επίκληση της οποίας το αίτημά του απορρίφθηκε - (βλ. Ττοουλή v. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 736). Η αίτησή του επανεξετάστηκε και απορρίφθηκε, με αποτέλεσμα την καταχώριση νέας προσφυγής, Yπ' Αρ. 314/00, η οποία, όμως, αποσύρθηκε, αφού, στο μεταξύ, η απορριπτική απόφαση ανακλήθηκε. Ακολούθησε νέα επανεξέταση με απορριπτικό και πάλι αποτέλεσμα, το οποίο αμφισβητήθηκε με νέα προσφυγή, την Υπ' Αρ. 934/01, η οποία έγινε δεκτή με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ως προϊόν πλάνης περί τα πράγματα - (βλ. Τοουλή v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 934/01, ημερ. 26/9/02). Ακολούθησε νέα επανεξέταση, κατά την οποία, μετά από εισήγηση του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, ο Υπουργός Γεωργίας Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος απέρριψε το αίτημα, ως ακολούθως:-

«Με βάση τα ενώπιόν μου στοιχεία, τις συστάσεις του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Μεταλλείων, του Γενικού Διευθυντή καθώς και την Απόφαση του Δικαστηρίου στην Υπόθεση 934/01, η αίτηση του κ. Ανδρέα Κ. Ττοουλή ημερομηνίας 30.11.1992 για Προνόμιο Λατομείου τάξης «Α» για εξόρυξη άμμου κοντά στο χωριό Αχερίτου της Επαρχίας Αμμοχώστου, περιοχή που βρίσκεται μέσα στα όρια των Βρετανικών Βάσεων Δεκέλειας, με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς που ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο (ήτοι 30/11/1992), απορρίπτεται λόγω ένστασης των Βρετανικών Αρχών (Διοικητή Βάσεων Δεκέλειας) για στρατιωτικούς λόγους. Συγκεκριμένα, ο Διοικητής Βρετανικών Βάσεων Δεκέλειας, με επιστολή του ημερομηνίας 16.5.2003, μας πληροφορεί ότι η αίτηση του κου Ττοουλή έχει απορριφθεί, διότι θα ήταν επιζήμια στις απαιτήσεις του στρατού.  Περαιτέρω, αναφέρει ότι στην ίδια περιοχή, η αίτηση για Προνόμιο Λατομείου με αριθμό 8144 του κου Ευγένιου Κλείτου, έχει απορριφθεί την 1.5.1991 για τους ίδιους λόγους. 

Αποφασιστικής σημασίας για τη λήψη της απόφασης μου είναι τα πιο κάτω:

(i) Η παραχώρηση προνομίου λατομείου μέσα στις περιοχές των Βρετανικών Βάσεων ρυθμίζεται από την Mines and Quarries (Regulation) Ordinance των Βάσεων με τις τροποποιήσεις της και τα σχετικά Public Instruments που έχουν εκδοθεί δυνάμει της ίδιας Ordinance. Με την Ordinance 4 of 1976 η εξουσία για έκδοση Προνομίου Λατομείου στα όρια των Βρετανικών Βάσεων έχει εκχωρηθεί στον αρμόδιο Λειτουργό που επιλαμβάνεται τέτοιων θεμάτων, με βάση τις πρόνοιες του Περί Ρύθμισης Μεταλλείων και Λατομείων Νόμου Κεφ. 270, πάντοτε όμως υπό την προϋπόθεση της συγκατάθεσης των Αρχών των Βάσεων.

(ii)   Το ίδιο συνάγεται και από τις πρόνοιες του δέκατου πέμπτου Παραρτήματος (Appendix O) της Συνθήκης Εγκαθίδρυσης. Δηλαδή, η έκδοση Προνομίου Λατομείου στα όρια των Βρετανικών Βάσεων γίνεται από τον αρμόδιο Λειτουργό που επιλαμβάνεται τέτοιων θεμάτων, με βάση τις πρόνοιες του Περί Ρύθμισης Μεταλλείων και Λατομείων Νόμου Κεφ. 270, πάντοτε υπό την προϋπόθεση της συγκατάθεσης των Αρχών των Βάσεων.»

Η νομιμότητα της πιο πάνω απόφασης αμφισβητήθηκε από τον εφεσείοντα με προσφυγή.

Ο αδελφός μας Δικαστής, ο οποίος εξέτασε πρωτόδικα την υπόθεση, έκρινε ότι δεν υπάρχει παράβαση της αρχής της επανεξέτασης, εκ του γεγονότος ότι ζητήθηκε η θέση του Διοικητή της Βρετανικής Βάσης Δεκέλειας, (ο «Διοικητής»), ενώ, κατά τον ουσιώδη χρόνο, δηλαδή στις 30/11/1992, δεν υπήρχε ούτε συγκατάθεση ούτε άρνηση συγκατάθεσης εκ μέρους του, αναφορικά με την αίτηση του εφεσείοντα. Η παράλειψη, κατέληξε, τοποθέτησης του Διοικητή, όταν για πρώτη φορά εξετάστηκε η αίτηση και απορρίφθηκε, δεν εμπόδιζε τους εφεσίβλητους να ζητήσουν και να λάβουν υπόψη τους τις απόψεις του, εφόσον αυτές αφορούσαν στον ουσιώδη χρόνο. Έκρινε αβάσιμους τους ισχυρισμούς σε σχέση με την παραβίαση του δεδικασμένου της Ττοουλή v. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 736 και της ακυρωτικής απόφασης στην Προσφυγή Αρ. 934/01, ως και σε σχέση με τα περί έλλειψης αιτιολογίας της απόφασης του Διοικητή και, συνακόλουθα, της επίδικης. Η έλλειψη, κατέληξε, της αναγκαίας συγκατάθεσης του Διοικητή θα καθιστούσε την ενασχόληση των εφεσιβλήτων με τα ζητήματα των ακυρωτικών αποφάσεων «άσκηση επί χάρτου». Ο Διοικητής δεν είναι όργανο ή αρχή, η άσκηση των εξουσιών του οποίου υπόκειται σε έλεγχο από το Ανώτατο Δικαστήριο, για να υπάρχει ανάγκη αιτιολόγησης της απόφασής του. 

Ο εφεσείων, με τέσσερις λόγους έφεσης, αμφισβητεί την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης σε όλη της την έκταση. Θα τους εξετάσουμε σε δύο ενότητες, ανάλογα με τη συνάφειά τους.

Πρώτη Ενότητα - Λόγοι έφεσης 1 και 2:

Η διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, υποστηρίζει ο εφεσείων, ότι δεν παραβιάστηκε το δεδικασμένο είναι λανθασμένη, όπως λανθασμένη είναι και η διαπίστωση ότι, από την επιστολή του Διοικητή, συνάγεται ότι το περιεχόμενό της αφορά στον ουσιώδη χρόνο.  Ο κ. Νικολάου, εκ μέρους του εφεσείοντα, με τη γραπτή του αγόρευση αλλά και ενώπιόν μας, υπέβαλε ότι, στα πλαίσια της επανεξέτασης, δεν παρεχόταν δυνατότητα στους εφεσίβλητους, μετά τις διαπιστώσεις των ακυρωτικών αποφάσεων, να ζητήσουν εκ νέου τις απόψεις του Διοικητή. Από τη στιγμή, εισηγήθηκε, που αυτές ζητήθηκαν, όταν το πρώτο εξετάστηκε η αίτηση και δε δόθηκαν, η επανεξέταση έπρεπε να περιοριστεί στα γεγονότα του ουσιώδους χρόνου και στις διαπιστώσεις των ακυρωτικών αποφάσεων. Οι απόψεις του Διοικητή δε συνιστούσαν μέρος του πραγματικού καθεστώτος που ίσχυε τότε αλλά εκ των υστέρων στοιχείο, το οποίο δεν έπρεπε να είχε ληφθεί υπόψη. 

Έχουμε εξετάσει με προσοχή το σκεπτικό της απόφασης του αδελφού μας Δικαστή, στο οποίο αναφέρονται οι πιο πάνω λόγοι, και έχουμε καταλήξει, χωρίς κανένα ενδοιασμό, ότι αυτό είναι απόλυτα ορθό και το υιοθετούμε. Το γεγονός ότι ο Διοικητής παρέλειψε να τοποθετηθεί όταν για πρώτη φορά εξετάστηκε η αίτηση και δε ζητήθηκαν οι απόψεις του στις επόμενες επανεξετάσεις δεν εμπόδιζε τους εφεσίβλητους, κατά την επανεξέταση η οποία οδήγησε στην επίδικη απόφαση, να ενεργήσουν σύμφωνα με την Οδηγία 4 του 1976, η οποία έθετε ως προϋπόθεση για την παραχώρηση προνομίου τη συγκατάθεση του Διοικητή. Σ' ό,τι αφορά το χρόνο στον οποίο ανάγονται οι απόψεις του Διοικητή, και πάλι δε διαπιστώνουμε να εκτιμήθηκαν από το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα τα στοιχεία του φακέλου. Προκύπτει τόσο από την επιστολή των εφεσιβλήτων με την οποία ζητήθηκαν οι απόψεις του Διοικητή αλλά και από την απάντησή του ότι η θέση που εξέφραζε αφορούσε στον ουσιώδη χρόνο, δηλαδή το 1992. Τονίζεται στην επιστολή ότι, για στρατιωτικούς λόγους, απορρίφθηκε και την 1/5/1991 όμοια αίτηση από άλλο αιτητή, ο οποίος και κατονομάζεται.

Οι λόγοι έφεσης 1 και 2 δεν ευσταθούν.

Δεύτερη Ενότητα - Λόγοι έφεσης 3 και 4:

Με τους πιο πάνω λόγους, προσβάλλονται η διαπίστωση του Δικαστηρίου ότι η παράλειψη εξέτασης των θεμάτων που κρίθηκε με την Ττοουλή v. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 736 ότι δεν εξετάστηκαν δε συνιστούσε παραβίαση του δεδικασμένου, αφού η εξέτασή τους, ενόψει της έλλειψης της αναγκαίας συγκατάθεσης του Διοικητή, την καθιστούσε χωρίς σημασία και νόημα, όπως και ότι η απόφαση του Διοικητή δεν απαιτείτο να είναι αιτιολογημένη.

Ούτε με τους πιο πάνω λόγους έφεσης συμφωνούμε. Σύμφωνα με την Οδηγία 4 του 1976 και τη Συνθήκη Εγκαθίδρυσης, Δέκατο Πέμπτο Παράρτημα - (Appendix O), η έκδοση Προνομίου Λατομείου εντός των Βρετανικών Βάσεων τελεί υπό την προϋπόθεση της συγκατάθεσης των αρχών των Βάσεων.

Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω, ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι η ένσταση του Διοικητή καθιστούσε την περαιτέρω εξέταση της υπόθεσης «άσκηση επί χάρτου». Δε βλέπουμε ποια πρακτική σημασία θα είχε οι εφεσίβλητοι να ερευνούσαν ό,τι προηγουμένως, με την Ττοουλή v. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 736, κρίθηκε ότι παρέλειψαν, δεδομένης της άρνησης του Διοικητή. Αδυνατούμε να αντιληφθούμε πώς θα μπορούσαν, και αν ακόμα τα εξέταζαν, να ασκήσουν τη διακριτική τους ευχέρεια, αφού ο Διοικητής ενίστατο στην έγκριση της αίτησης. Συμφωνούμε, επίσης, με το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι η απόφαση του Διοικητή δε χρειάζεται αιτιολογία, η οποία, εν πάση περιπτώσει, υπάρχει με την αναφορά σε στρατιωτικούς λόγους.

Η έφεση απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο