ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2006) 3 ΑΑΔ 285

18 Μαΐου, 2006

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ,

Εφεσείουσα,

v.

1. ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΥ ΟΔΟΝΤΙΑΤΡΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ,

2. ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΥ ΟΔΟΝΤΙΑΤΡΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ      ΩΣ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΥ ΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΟΥ,

3. ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΟΥ ΟΔΟΝΤΙΑΤΡΙΚΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ ΔΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΟΥ ΦΩΤH ΦΩΤIOY,

Εφεσιβλήτων.

(Aναθεωρητική Έφεση Αρ. 3720)

 

Επιτροπή Προστασίας Ανταγωνισμού ― Κοινοποίηση στον Υπουργό Υγείας, απόφασης για έναρξη αυτεπάγγελτης έρευνας κατά του Παγκύπριου Οδοντιατρικού Συλλόγου ― Δεν αποτελούσε παράβαση των αρχών της χρηστής διοίκησης, αλλά αντίθετα έγινε εντός του νόμου και καλόπιστα ― Πρωτόδικη απόφαση παραμερίστηκε.

Η εφεσείουσα προσέβαλε την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης με την οποία είχε ακυρωθεί απόφασή της κατά του Παγκύπριου Οδοντιατρικού Συλλόγου, που αφορούσε στην εκ μέρους του παράβαση του Αρθρου 4(1) του περί Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμου (Ν. 207/89) καθώς και την επιβολή προστίμου.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, κάνοντας δεχτή την έφεση, αποφάσισε ότι:

Η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, βασίζεται μόνο στην κρίση του πως η Ε.Π.Α. δεν ακολούθησε την οδό της χρηστής διοίκησης και των χρηστών διοικητικών ηθών, και γι' αυτό η συμπεριφορά της, ως διοικητικό όργανο προς το διοικούμενο, έπασχε λόγω έλλειψης ακριβώς των στοιχείων της χρηστής διοίκησης, με αποτέλεσμα να πλήττεται η αμεροληψία της κατά τη λήψη και έκδοση της επίμαχης διοικητικής απόφασης. 

Με εκτίμηση, η Ολομέλεια δε συμφωνεί με την απόφαση που εκδόθηκε πρωτοδίκως. Δεν διακρίνεται καμιά απολύτως παραβίαση της αρχής της χρηστής διοίκησης. Αντίθετα, η Ε.Π.Α. ασκώντας τις εξουσίες και αρμοδιότητες που της αποδίδονται από το Αρθρο 8 του Ν.207/89, προχώρησε στη διερεύνηση πιθανής παράβασης του Αρθρου 4, κατά πόσο δηλαδή η έκδοση τιμοκαταλόγου από τον Π.Ο.Σ παραβίαζε αυτό το άρθρο. Να επισημανθεί, πως ο επίμαχος τιμοκατάλογος, που είχε αναθεωρηθεί από τη γενική συνέλευση του Π.Ο.Σ., στάληκε στον Yπουργό Yγείας, για την παραπέρα διαδικασία που αναφέρεται πιο πάνω. Ο κατάλογος εκκρεμούσε ενώπιον του Yπουργού Yγείας από 28.11.2001, ενώ η επιστολή του Προέδρου της Ε.Π.Α. έφερε ημερομηνία 16.5.2002, 7 μήνες δηλαδή αργότερα. Ο Π.Ο.Σ. όμως και μολονότι ο κατάλογος δεν πήρε τη θεσμοθετημένη του υπόσταση τον είχε κυκλοφορήσει μεταξύ των μελών του. 

Στη βάση των πιο πάνω γεγονότων, δεν ανιχνεύεται παραβίαση των αρχών της χρηστής διοίκησης. Αντίθετα, η Ε.Π.Α. λειτούργησε όχι μόνο μέσα στα αυστηρά πλαίσια του νόμου, αλλά και καλόπιστα. 

Εξάλλου η αποστολή της επιστολής του Προέδρου της Ε.Π.Α. στον Υπουργό δεν είχε, και δεν μπορούσε να έχει, χαρακτήρα εντολής. Εισήγηση γινόταν σ' αυτήν, την οποία και ενδεχομένως ο Υπουργός να υιοθέτησε.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

Έφεση.

Έφεση από την εφεσείουσα εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Υποθ. Αρ. 1067/2002), ημερ. 3/10/2003.

Ελ. Ζαχαριάδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για την Εφεσείουσα.

Μ. Κυριακίδης, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Η υπό συζήτηση έφεση καταχωρίστηκε από την Επιτροπή Προστασίας Ανταγωνισμού (Ε.Π.Α.) εναντίον του Παγκύπριου Οδοντιατρικού Συλλόγου (Π.Ο.Σ.). Ο Π.Ο.Σ. πέτυχε πρωτοδίκως σε προσφυγή που καταχώρησε εναντίον της Ε.Π.Α. με αποτέλεσμα να ακυρωθεί η απόφασή της, ημερομηνίας 27.8.2002, στην οποία αποφάσισε πως η έγκριση τιμοκαταλόγου εκ μέρους του Π.Ο.Σ., που υιοθετήθηκε στη γενική του συνέλευση και ακολούθως κοινοποιήθηκε στα μέλη του, παραβίαζε τις πρόνοιες του άρθρου 4(1)(α) του περί Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμου του 1989, Ν.207/89. Ως αποτέλεσμα της επίδικης προσβαλλόμενης απόφασης η Ε.Π.Α. επέβαλε £800 πρόστιμο στον Π.Ο.Σ. και σε περίπτωση μη συμμόρφωσης του θα καταβάλλεται πρόστιμο £200 για κάθε μέρα που θα συνεχίζεται η παράβαση. 

Σύμφωνα με το άρθρο 13(1)(η) του περί Οδοντιάτρων (Σύλλογοι, Πειθαρχία και Ταμείο Συντάξεων) Νόμου του 1968, Ν.29/68, το Συμβούλιο του Π.Ο.Σ. έχει εξουσία να καθορίζει κλίμακες αμοιβής οδοντιάτρων, οι οποίες, αφού εγκριθούν από την πλειοψηφία της Γενικής Συνέλευσης του Παγκύπριου Οδοντιατρικού Συλλόγου και στη συνέχεια από το Υπουργικό Συμβούλιο, κατατίθενται στη Βουλή των Αντιπροσώπων  για να πάρουν θεσμοθετημένη υπόσταση με τη διαδικασία που προβλέπεται στο εδάφιο 2 παράγραφος β του πιο πάνω άρθρου. 

Ο περί Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμος του 1989, που είναι μεταγενέστερος του περί Οδοντιάτρων (Σύλλογοι, Πειθαρχία και Ταμείο Συντάξεων) Νόμου του 1968, Ν.29/68, προβλέπει, στο άρθρο 4(1), πως απαγορεύονται όλες οι συμπράξεις επιχειρήσεων που έχουν σαν αντικείμενο ή αποτέλεσμα την παρακώλυση, τον περιορισμό ή τη νόθευση του ανταγωνισμού ιδιαίτερα δε οι συνιστάμενες: (α) στον άμεσο ή έμμεσο καθορισμό των τιμών αγοράς ή πώλησης ή άλλων όρων συναλλαγής. Στις ερμηνευτικές δε διατάξεις ο όρος «επιχείρηση» καθορίζεται ως κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ασκεί οικονομικής ή εμπορικής φύσεως δραστηριότητες.

Η Ε.Π.Α. αποφάσισε στις 9.4.2002 να προβεί σε αυτεπάγγελτη έρευνα για πιθανή παράβαση από τον Π.Ο.Σ. των πιο πάνω προνοιών του Ν.207/89. Απεστάλησαν από την υπηρεσία σχετικές επιστολές προς τον Π.Ο.Σ. με τις οποίες ζητούνταν στοιχεία και πληροφορίες για να συνταχθεί σημείωμα για τους σκοπούς της έρευνας. Ο Π.Ο.Σ. απάντησε στα ερωτήματα της υπηρεσίας με 3 επιστολές του 7.5.2002, 14.5.2002 και 28.5.2002. Η Ε.Π.Α. διερεύνησε το θέμα και διαπίστωσε πως εκ πρώτης όψεως εγειρόταν θέμα πιθανής παράβασης του άρθρου 4(1)(α) του Ν.207/89, και έδωσε οδηγίες για τα περαιτέρω. Στις 18.7.2002 η Ε.Π.Α. άκουσε και τις απόψεις του δικηγόρου και του Προέδρου του Π.Ο.Σ. Συμφωνήθηκε δε να κατατεθούν και γραπτώς οι απόψεις αυτές μέχρι 29.7.2002, ενώ η επόμενη συνεδρία της Ε.Π.Α. ορίστηκε στις 31.7.2002. Μέχρι τις 26.8.2002, που συνεδρίασε η Ε.Π.Α. δεν είχαν σταλεί οι απόψεις του Π.Ο.Σ. Η Ε.Π.Α. συζήτησε το θέμα και εξέδωσε την απόφαση, αντικείμενο της ενώπιον μας διαδικασίας στην παρουσία του δικηγόρου και του Προέδρου του Π.Ο.Σ. Ακολούθησε η διαδικασία της επιβολής του προστίμου, αφού προηγουμένως ακούστηκαν οι θέσεις του Π.Ο.Σ. επί του ύψους της ποινής.

Ο συνάδελφος ενώπιον του οποίου συζητήθηκε πρωτόδικα η προσφυγή, την οποία και αποδέκτηκε, δεν ασχολήθηκε με την ουσία της υπόθεσης, δηλαδή τη νομιμότητα του περιεχομένου της απόφασης.  Η απόφαση βασίζεται μόνο στην κρίση του πως η Ε.Π.Α. δεν ακολούθησε την οδό της χρηστής διοίκησης και των χρηστών διοικητικών ηθών, και γι'αυτό η συμπεριφορά της, ως διοικητικό όργανο προς το διοικούμενο, έπασχε λόγω έλλειψης ακριβώς των στοιχείων της χρηστής διοίκησης, με αποτέλεσμα να πλήττεται η αμεροληψία της κατά τη λήψη και έκδοση της επίμαχης διοικητικής απόφασης. 

Το υπόβαθρο των γεγονότων που οδήγησε το συνάδελφο μας στην πιο πάνω σκέψη είναι το εξής. Ο Πρόεδρος της Ε.Π.Α. απέστειλε στις 16.5.2002 στον Υπουργό Υγείας επιστολή, με την οποία τον ενημέρωνε για την έναρξη της αυτεπάγγελτης έρευνας εναντίον του Π.Ο.Σ. και εισηγείτο να μη ληφθούν οποιαδήποτε μέτρα μέχρις ότου η Ε.Π.Α. εκδώσει την απόφασή της. Τα μέτρα αυτά βεβαίως αναφέρονταν στην προώθηση του τιμοκαταλόγου από τον Υπουργό στο Υπουργικό Συμβούλιο και μετά στη Βουλή για έγκριση. Ο συνάδελφος μας έκρινε πως η παρέμβαση αυτή του διευθυντή της Ε.Π.Α αποσκοπούσε στο να καταστεί δυνατή η τιμωρία των αιτητών γιατί, αν ο τιμοκατάλογος θεσμοθετείτο,  και τούτο είναι παραδεκτό γεγονός, δεν θα παραβιαζόταν πλέον ο Ν.207/89. 

Η έφεση που συζητούμε, και το περίγραμμα αγόρευσης του δικηγόρου του Π.Ο.Σ., ασχολήθηκε μόνο με το πιο πάνω νομικό ζήτημα, και τίποτε άλλο. Κατ'ακολουθίαν η απόφαση μας θα περιοριστεί επ΄αυτού του σημείου. Με εκτίμηση δε συμφωνούμε με την απόφαση που εκδόθηκε πρωτοδίκως. Δεν διακρίνουμε καμιά απολύτως παραβίαση της αρχής της χρηστής διοίκησης. Αντίθετα, η Ε.Π.Α. ασκώντας τις εξουσίες και αρμοδιότητες που της αποδίδονται από το άρθρο 8 του Ν.207/89 προχώρησε στη διερεύνηση πιθανής παράβασης του άρθρου 4, κατά πόσο δηλαδή η έκδοση τιμοκαταλόγου από τον Π.Ο.Σ  παραβίαζε αυτό το άρθρο. Να επισημάνουμε πως ο επίμαχος τιμοκατάλογος, που είχε αναθεωρηθεί από τη γενική συνέλευση του Π.Ο.Σ., στάληκε στον Yπουργό Yγείας για την παραπέρα διαδικασία που αναφέρουμε πιο πάνω. Ο κατάλογος εκκρεμούσε ενώπιον του Yπουργού Yγείας από 28.11.2001, ενώ η επιστολή του Προέδρου της Ε.Π.Α. έφερε ημερομηνία 16.5.2002, 7 μήνες δηλαδή αργότερα. Ο Π.Ο.Σ. όμως και μολονότι ο κατάλογος δεν πήρε τη θεσμοθετημένη του υπόσταση τον είχε κυκλοφορήσει μεταξύ των μελών του.

Με κίνδυνο επανάληψης, και στη βάση των πιο πάνω γεγονότων, δεν ανιχνεύουμε παραβίαση των αρχών της χρηστής διοίκησης. Αντίθετα, έχουμε τη γνώμη πως η Ε.Π.Α. λειτούργησε όχι μόνο μέσα στα αυστηρά πλαίσια του νόμου αλλά και καλόπιστα.

Εξάλλου η αποστολή της επιστολής του Προέδρου της Ε.Π.Α. στον Υπουργό δεν είχε, και δεν μπορούσε να έχει, χαρακτήρα εντολής. Εισήγηση γινόταν σ'αυτήν, την οποία και ενδεχομένως ο Υπουργός να υιοθέτησε. Και επ'αυτού δεν μπορούμε να εκφέρουμε αρνητική κρίση.

Ενόψει των ανωτέρω η έφεση επιτυγχάνει, η πρωτόδικη απόφαση ακυρώνεται και επικυρώνεται η επίδικη διοικητική απόφαση. Οι εφεσίβλητοι θα καταβάλουν τα έξοδα.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο