ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2004) 3 ΑΑΔ 369

4 Μαΐου, 2004

[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΑΡΕΣΤΗΣ, Δ/στές]

VIBA-PICA DISCOS LTD,

Εφεσείουσα,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ,

Εφεσιβλήτων.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3296)

 

Φόρος Προστιθέμενης Αξίας ― Βεβαίωση φόρου βάσει του Άρθρου 34(1) του Νόμου (Ν.246/90) ― Άσκηση της εξουσίας του Εφόρου με τον καλύτερο δυνατό τρόπο υπό τις περιστάσεις, για τον υπολογισμό του φόρου.

Η εφεσείουσα τόσο πρωτόδικα όσο και κατ' έφεση, αμφισβήτησε τη νομιμότητα της απόφασης του εφεσίβλητου να της βεβαιώσει τον οφειλόμενο φόρο, ασκώντας τις εξουσίες του βάσει του Άρθρου 34(1) του Νόμου.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

Τα ζητήματα που προωθήθηκαν με την έφεση αφορούν όλα, πλην ενός, ορισμένους από τους λόγους που ο Έφορος επικαλέστηκε για την ενεργοποίηση του Άρθρου 34(1) του Νόμου.

Προβάλλεται από την εφεσείουσα ότι η μη τήρηση στοιχείων σε σχέση με τα αποθέματα, όπως και η μη φύλαξη των κορδέλλων των ταμειακών μηχανών προς επαλήθευση των λεγομένων «Z Readings» ήταν ουσιαστικά χωρίς σημασία.

Ήταν πάντως υποχρέωση της εφεσείουσας να τηρεί σχετικά βιβλία όσο και αν υπό ομαλές συνθήκες μπορεί να μην υπήρχαν αξιόλογες διακυμάνσεις. Εισηγήθηκε επίσης ότι η Γνωστοποίηση Κ.Δ.Π. 59/94 δεν διαλάμβανε τη φύλαξη των κορδέλλων αλλά και ότι εν πάση περιπτώσει δεν κάλυπτε τις περιόδους πριν από το 1994. Σκοπός της  εν λόγω Γνωστοποίησης ήταν να θέσει τις προδιαγραφές των ταμειακών μηχανών αλλά επακόλουθα εξειδίκευσε και μερικές λειτουργικά συναρτημένες πτυχές, μεταξύ των οποίων και οι κορδέλλες (τα ρολά χαρτιού), με πρόδηλη την αναγκαιότητα φύλαξης τους για σκοπούς ελέγχου, κατ' ακολουθίαν άλλωστε του Άρθρου 39(1) του Νόμου.

Ως προς τον αριθμό των εισιτηρίων που ο Έφορος έλαβε υπόψη προβάλλεται από την εφεσείουσα ότι δεν αφαιρέθηκαν εκείνα που δίνονταν δωρεάν σε πελάτες. Ο Έφορος εξήγησε ότι κατά τον υπολογισμό των εσόδων από τα εισιτήρια, αφαιρέθηκε ένα μέρος των εισιτηρίων κατά το ποσοστό που λογικά αναμενόταν σε τέτοιες επιχειρήσεις αλλά, καθώς πρόσθεσε, καθόσον αφορούσε την κατανάλωση ποτών δεν έγινε αφαίρεση αφού και οι δωρεάν εισερχόμενοι συμμετέχουν στην κατανάλωση. Ο διοικητικός φάκελος επιβεβαιώνει και αυτή την εξήγηση.

Δεν έχει στοιχειοθετηθεί οποιοδήποτε λάθος στους υπολογισμούς του Εφόρου. Ως προς τη χρησιμοποίηση των βιβλίων της εφεσείουσας σε σχέση με μια από τις πτυχές της υπόθεσης, το μόνο που αυτό σημαίνει είναι, ότι ο Έφορος προσπάθησε να πράξει το καλύτερο δυνατό.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Έφεση.

Έφεση από την εταιρεία εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Υπόθεση Αρ. 67/98), ημερομηνίας 8/8/2001, με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή της κατά της απόφασης ημερομηνίας 12/11/1997, με την οποία ο Έφορος ΦΠΑ προέβη σε βεβαίωση του οφειλόμενου από την εφεσείουσα φόρου για τις φορολογικές περιόδους από 1 Ιουλίου 1992 μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1996, «χρησιμοποιώντας κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο την κρίση του», βάσει του Άρθρου 34(1) του τότε περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου του 1990, Ν. 246/90 όπως είχε τροποποιηθεί.

Δ. Κυνηγοπούλου για Σπ. Ευαγγέλου, για την Εφεσείουσα.

Μ. Ραφτόπουλος, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Νικολάου, Δ.

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Η εφεσείουσα απασχολείτο με τη διαχείριση δισκοθηκών στην Αγία Νάπα. Ύστερα από μακράς διάρκειας έλεγχο, ο Έφορος Φ.Π.Α. προέβη στις 12 Νοεμβρίου 1997 σε βεβαίωση του οφειλόμενου από την εφεσείουσα φόρου για τις φορολογικές περιόδους από 1 Ιουλίου 1992 μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1996, «χρησιμοποιώντας κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο την κρίση του», βάσει του άρθρου 34(1) του τότε περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου του 1990 (Ν. 246/90 όπως είχε τροποποιηθεί)*. Στήριξε τον υπολογισμό του στο περιθώριο κέρδους της επιχείρησης αφού έλαβε υπόψη τις αγορές ποτών όπως και τα εισιτήρια εισόδου. Η εξήγηση που έδωσε για την άσκηση της εξουσίας που παρέχει η εν λόγω διάταξη ήταν η ακόλουθη:

«...... από την εξέταση των βιβλίων και αρχείων που τηρείτε για την περίοδο από 1/7/92 μέχρι 31/12/96 έχουν διαπιστωθεί τα ακόλουθα που επηρεάζουν τις φορολογικές σας υποχρεώσεις:

Α. Δεν έχετε τηρήσει κατάλληλα βιβλία και αρχεία τα οποία να εξηγούν ικανοποιητικά και πλήρως τις συναλλαγές σας.  Συγκεκριμένα:

Δεν τηρούσατε στοιχεία σχετικά με τα αποθέματα της επιχείρησης σας.

Για δισκοθήκες τις οποίες διαχειριζόσασταν και είχατε λειτουργήσει για κάποιο χρονικό διάστημα, δεν αποδώσατε φόρο εκροών αφού δεν δηλώσατε τις εισπράξεις από αυτές.

Δεν φυλάττατε τις κορδέλλες των ταμειακών μηχανών γι' αυτό δεν ήταν δυνατό να επαληθευτούν τα 'Z' Readings.

Ο λογαριασμός ταμείου για το 1995 παρουσιάζει έλειμμα.

Υπάρχουν αγορές ταμειακών μηχανών, περισσότερες από αυτές που έχουν δηλωθεί ότι χρησιμοποιούνται, χωρίς να έχει δοθεί οποιαδήποτε εξήγηση.

Υπάρχουν τιμολόγια αγοράς εισητηρίων εισόδου τα οποία δεν καταχωρήθηκαν στο μητρώο αγορών της επιχείρησης σας.

Πραγματοποιήθηκαν αγορές εισητηρίων εισόδου με τιμή πώλησης από £1,50 μέχρι και £8,00: όμως δηλώθηκαν πωλήσεις εισητηρίων εισόδου σε τιμή πώλησης από £1,50 μέχρι και £5,00, και σε πολύ μεμονομένες περιπτώσεις των £6,00.

Υπάρχει μεγάλη διαφορά στην ποσότητα αγοράς και πώλησης των εισητηρίων εισόδου, πολλές φορές χωρίς εύλογη δικαιολογία αφού φαίνεται ότι οι αγορές εισητηρίων γίνονται σε τακτά χρονικά διαστήματα αναλόγως της ζήτησης.

Δεν έχετε παρουσιάσει το βιβλίο χρέωσης των δεσμίδων (μπλόκ) εισητηρίων εισόδου στις δισκοθήκες όπου χρεώνεται ο υπεύθυνος διαχείρισης της κάθε δισκοθήκης.

Για τους πιο πάνω λόγους, κρίθηκε ότι οι φορολογικές σας δηλώσεις που υποβλήθηκαν ήταν ελλειπής και ότι περιέχουν σφάλματα, και ως εκ τούτου προέβηκα σε ανασυγκρότηση τους όπως φαίνεται στο παράρτημα που επισυνάπτεται.»

Με την απορριφθείσα προσφυγή της στο Ανώτατο Δικαστήριο η εφεσείουσα έθεσε αριθμό ζητημάτων, σε σχέση κυρίως με τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες ο Έφορος κατέληξε πως οι υποβληθείσες δηλώσεις ήταν ελλιπείς και περιείχαν σφάλματα, όπως και σε σχέση με τους υπολογισμούς με τους οποίους καθόρισε το κέρδος της επιχείρησης. Με την έφεση αμφισβητείται η πρωτόδικη κρίση ότι δεν υπήρξε οποιοδήποτε σφάλμα στον τρόπο με τον οποίο ο Έφορος αντίκρυσε την περίπτωση και περάτωσε το έργο του. Τα ζητήματα που προωθήθηκαν με την έφεση αφορούν όλα, πλην ενός, ορισμένους από τους λόγους που ο Έφορος επικαλέστηκε για την ενεργοποίηση του άρθρου 34(1) του Νόμου.

Προβάλλεται από την εφεσείουσα ότι η μη τήρηση στοιχείων σε σχέση με τα αποθέματα, όπως και η μη φύλαξη των κορδέλλων των ταμειακών μηχανών προς επαλήθευση των λεγομένων «Z Readings» ήταν ουσιαστικά χωρίς σημασία. Και αυτό διότι, σε σχέση με το πρώτο ζήτημα, τα στοιχεία αφορούσαν σε ποτά των οποίων η κατανάλωση ήταν γρήγορη και επομένως δεν μπορεί να αναμένονταν διακυμάνσεις αποθεμάτων, όπως εξ άλλου σημειώθηκε και από πλευράς του Εφόρου σε σχετική έκθεση αρμοδίου λειτουργού. Για την ακρίβεια, εκείνο που σημειώθηκε ήταν ότι:

«Λόγω της εποχικότητας των δραστηριοτήτων της εταιρείας, τα αποθέματα 31/12 κάθε χρόνου, είναι μηδαμινά.  Όμως στα Trial balances παρουσιάζουν κάποια ποσά ως αποθέματα, για τα οποία όμως, αν και μας ανάφεραν ότι έλεγχαν τα αποθέματα τους δεν μας παρουσίασαν οποιαδήποτε στοιχεία που να αποδεικνύουν τα πιο πάνω. Γι' αυτό το λόγο συμπεραίνω ότι δεν τηρούσαν οποιανδήποτε κατάσταση αποθεμάτων.»

Ήταν πάντως υποχρέωση της εφεσείουσας να τηρεί σχετικά βιβλία όσο και αν υπό ομαλές συνθήκες μπορεί να μην υπήρχαν αξιόλογες διακυμάνσεις. Σε σχέση με το δεύτερο ζήτημα, η εφεσείουσα αναφέρθηκε στη Γνωστοποίηση Κ.Δ.Π. 59/94, στην οποία σε κάποιο στάδιο έγινε επίκληση από πλευράς Εφόρου, και  εισηγήθηκε ότι δεν διαλάμβανε τη φύλαξη των κορδέλλων αλλά και ότι εν πάση περιπτώσει δεν κάλυπτε τις περιόδους πριν από το 1994. Σημειώνουμε ότι σκοπός της εν λόγω Γνωστοποίησης ήταν να θέσει τις προδιαγραφές των ταμειακών μηχανών αλλά επακόλουθα εξειδίκευσε και μερικές λειτουργικά συναρτημένες πτυχές, μεταξύ των οποίων και οι κορδέλλες (τα ρολά χαρτιού), με πρόδηλη την αναγκαιότητα φύλαξης τους για σκοπούς ελέγχου, κατ' ακολουθίαν άλλωστε του άρθρου 39(1) του Νόμου, σύμφωνα με το οποίο:

«39(1)  Κάθε υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο οφείλει να τηρεί βιβλία και αρχεία για σκοπούς εξακρίβωσης των παραδόσεων αγαθών ή παροχών υπηρεσιών τις οποίες πραγματοποιεί ή λαμβάνει, και το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο οφείλει να παρέχει κάθε διευκόλυνση η οποία ήθελε ζητηθεί από τον Έφορο με σκοπό την εξέταση από οποιοδήποτε εξουσιοδοτημένο από τον Έφορο πρόσωπο οποιωνδήποτε βιβλίων σε μηχανογραφημένη ή σε οποιαδήποτε άλλη μορφή στην οποία δυνατό να τηρούνται.»

Επίσης προβάλλεται από την εφεσείουσα ότι εσφαλμένα ο Έφορος θεώρησε ότι αυτή ήταν υπεύθυνη και για τη διαχείριση δισκοθηκών από τις οποίες είχε εισπράξεις που δεν δηλώθηκαν.  Εξηγήθηκε εν τέλει από πλευράς του Εφόρου ότι η επί του θέματος αναφορά του στηριζόταν σε ό,τι είχε προκύψει από συμφωνητικά έγγραφα και στοιχεία που είχε πάρει από τον Κ.Ο.Τ. αλλά ότι αυτά δεν επέδρασαν στον υπολογισμό του ποσού του οφειλομένου φόρου, αφού ο υπολογισμός στηρίχθηκε μόνο στην κατανάλωση ποτών και στα εισιτήρια στα οποία δεν περιλήφθηκε οποιοσδήποτε αριθμός που να αφορούσε τη λειτουργία για ορισμένα χρονικά διαστήματα των υπό συζήτηση δισκοθηκών.  Ο διοικητικός φάκελος επιβεβαιώνει αυτή την εξήγηση.

Ως προς τον αριθμό των εισιτηρίων που ο Έφορος έλαβε υπόψη προβάλλεται από την εφεσείουσα ότι δεν αφαιρέθηκαν εκείνα που δίνονταν δωρεάν σε πελάτες. Ο Έφορος εξήγησε ότι κατά τον υπολογισμό των εσόδων από τα εισιτήρια, αφαιρέθηκε ένα μέρος των εισιτηρίων κατά το ποσοστό που λογικά αναμενόταν σε τέτοιες επιχειρήσεις αλλά, καθώς πρόσθεσε, καθόσον αφορούσε την κατανάλωση ποτών δεν έγινε  αφαίρεση αφού και οι δωρεάν εισερχόμενοι συμμετέχουν στην κατανάλωση.  Ο διοικητικός φάκελος επιβεβαιώνει και αυτή την εξήγηση.

Τέλος, προβάλλεται από την εφεσείουσα ότι στους υπολογισμούς του Εφόρου υπήρξαν λάθη τα οποία επηρέαζαν σημαντικά τη βεβαίωση φόρου και επιπλέον επεσήμανε ότι για τις αγορές ποτών χρησιμοποιήθηκαν τα δικά της βιβλία παρόλον που ο Έφορος δεν τα είχε θεωρήσει αξιόπιστα. Δεν έχει στοιχειοθετηθεί οποιοδήποτε λάθος στους υπολογισμούς του Εφόρου. Ως προς τη χρησιμοποίηση των βιβλίων της εφεσείουσας σε σχέση με μια από τις πτυχές της υπόθεσης, το μόνο που αυτό σημαίνει είναι, κατά την άποψή μας, ότι ο Έφορος προσπάθησε να πράξει το καλύτερο δυνατό.

Δεν διακρίνουμε λόγο για επέμβαση. Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο