ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2002) 3 ΑΑΔ 225
17 Απριλίου, 2002
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΑΡΤΕΜΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ,
Εφεσείων-Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ,
Εφεσιβλήτων-Καθ' ων η αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 2963)
Ο περί Τελωνειακών Δασμών και Φόρων Καταναλώσεως Νόμος (Ν.14(Ι)/97) ― Άρθρο 16 ― Έννοια του όρου «διάθεση» στο άρθρο αυτό ― Δεν περιλαμβάνεται στον όρο η διαθεσιμότητα του εμπορεύματος για εσωτερική χρήση, από αυτόν που είχε εισάγει προσωρινά το εμπόρευμα.
Ο περί Τελωνειακών Δασμών και Φόρων Καταναλώσεως Νόμος (Ν.14(Ι)/97) ― Άρθρο 2 ― Έννοια του όρου «τελωνισμός» ― Δεν εμπίπτει στον όρο, επί του προκειμένου, η παράδοση οχήματος υπό όρους.
Ο εφεσείων προσέβαλε τόσο πρωτόδικα, όσο και κατ' έφεση, την απόφαση με την οποία έγινε οριστικός προσδιορισμός της δασμολογητέας αξίας του αυτοκινήτου του με βάση την εκτιμημένη και όχι την τιμολογιακή τιμή, δυνάμει του Άρθρου 16 του Ν.14(Ι)/97.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, επιτρέποντας την έφεση, αποφάσισε ότι:
1. Είναι απαραίτητο, για να καταλήξει το Δικαστήριο σε κάποιο συμπέρασμα, να αποφασίσει ποιά είναι η έννοια του όρου «διάθεση» στο Άρθρο 16(1) του Νόμου 14(Ι)/97, ή του αντίστοιχου αγγλικού όρου που είναι "disposal". Οι έρευνες δεν οδήγησαν στην ανεύρεση οποιασδήποτε απόφασης στην οποία να καθορίζεται δικαστικά η έννοια του όρου αυτού. Το Δικαστήριο δέχεται τις θέσεις του εφεσείοντα-αιτητή επί του προκειμένου. Κατά την κρίση του, η διαθεσιμότητα του αυτοκινήτου για εσωτερική χρήση από τον ίδιο προσωπικά, που είχε αρχικά προσωρινά εισαγάγει το όχημα, δε μπορεί να θεωρείται ότι εμπίπτει στην έννοια του όρου «διάθεση» που περιέχεται στο Άρθρο 16. Όσον αφορά εμπορεύσιμα είδη, διάθεσή τους σημαίνει την προώθηση τους στην αγορά, την κατανάλωση τους ή την παραχώρηση της χρήσης τους σε τρίτο πρόσωπο, ή γενικά, την αποξένωσή τους. Η διάθεση εξυπακούει την παραχώρηση της χρήσης σε τρίτο και όχι την αλλαγή του σκοπού της από το ίδιο πρόσωπο. Η θέση αυτή ισχυροποιείται αν ληφθούν υπόψη οι πρόνοιες του Κανονισμού 5(α) που έγιναν δυνάμει του Άρθρου 35 του Νόμου 82/67, που είναι οι ακόλουθες:
«5. Εκτός ως άλλως ήθελεν επιτρέψει ο Διευθυντής, εν όσω το όχημα ή αεροσκάφος παραμένει εν τη Δημοκρατία -
(α) δεν δύναται να δανεισθή, πωληθή, ενεχυριασθή, μισθωθή, παραχωρηθή, ανταλλαγή ή άλλως πως διατεθή (ουδέ να προσφερθή προς τούτο), απαγορεύεται δε πάσα χρήσις αυτού διά μεταφοράν προσώπων επί κομίστρω»
Από την πρόνοια αυτή προκύπει ότι ο όρος «διατεθή» πρέπει να ερμηνεύεται ejusdem generis με τα προηγούμενα που σαφώς προϋποθέτουν αποξένωση του οχήματος σε αντιπαραβολή με χρήση του. Εν όψει του πιο πάνω συμπεράσματος δεν ικανοποιείτο η προϋπόθεση αυτή για να τύχει εφαρμογής το Άρθρο 16(1).
2. Επιπρόσθετα όμως είναι αμφίβολο το κατά πόσο ικανοποιείτο και η πρώτη προϋπόθεση. Είναι δηλαδή αμφίβολο το κατά πόσο στις 14.12.94 η παράδοση του αυτοκινήτου υπό όρους δυνάμει του Άρθρου 35 του Νόμου 82/67, που προφανώς ήταν το τί έγινε κατά την ημέρα εκείνη, συνιστά «τελωνισμό» εντός της έννοιας του όρου αυτού, όπως καθορίζεται στο Άρθρο 2 του Νόμου 14(Ι)/97.
Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.
Έφεση.
Έφεση από τον αιτητή εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Προσφυγή Aρ. 865/97), ημερομηνίας 17/11/99, με την οποία απέρριψε την προσφυγή του κατά της επιβολής τελωνειακού δασμού ή φόρου κατανάλωσης με βάση την εκτιμημένη αξία του αυτοκινήτου το οποίο εισήγαγε.
Χρ. Κληρίδης, για τον Εφεσείοντα-Αιτητή.
Στ. Θεοδούλου, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσίβλητους-Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΠΙΚΗΣ, Π.: Είμαστε ομόφωνοι ως προς την απόφαση που θα δοθεί από τον Π. Αρτέμη, Δ.. Ο Νικολάου, Δ., σε δική του απόφαση διευκρινίζει περαιτέρω τη θέση του.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Στις 14.12.94 ο εφεσείων-αιτητής, αφού κατέθεσε το αναγκαίο έντυπο, παρέλαβε από το Τελωνείο ένα αυτοκίνητο Porsche 944 με ξένο αριθμό εγγραφής G183ARX με βάση τους περί Προσωρινής Εισαγωγής (Ιδιωτικά Οχήματα και Αεροσκάφη) Κανονισμούς του 1968.
Το αυτοκίνητο εισήχθη προσωρινά στην Κύπρο με σκοπό την επανεξαγωγή του και η άδεια προσωρινής εισαγωγής έληγε στις 13.3.95. Ο αιτητής δεν συμμορφώθηκε με την πιο πάνω άδεια και κατόπιν από αίτηση του η άδεια προσωρινής εισαγωγής παρατάθηκε μέχρι τις 3.9.95 και ταυτόχρονα, μετά από αίτησή του, εκδόθηκε άδεια διάθεσης του αυτοκινήτου με ημερομηνία λήξης στις 3.9.95.
Στις 11.9.95 ζήτησε να καταβάλει τους δασμούς και φόρους καταναλώσεως με βάση το τιμολόγιο αγοράς για να παραμείνει το αυτοκίνητο στην Κύπρο. Το αίτημα έγινε αποδεκτό και στις 20.9.95 ο αιτητής κατέθεσε διασάφηση για τον τελωνισμό του αυτοκινήτου για εσωτερική χρήση και κατάθεσε ταυτόχρονα και εγγύηση για το ποσό των £7.065, ποσό που θα κάλυπτε την τυχόν διαφορά δασμού και φόρου μεταξύ της εκτιμημένης αξίας και της τιμολογιακής τιμής. Στις 28.11.95 κατεβλήθη από τον αιτητή δασμός και φόροι £11.416 με βάση τη δηλωθείσα τιμολογιακή τιμή και επιτράπηκε ο τελωνισμός του αυτοκινήτου και η υπόθεση διεβιβάσθη στο Αρχιτελωνείο για περαιτέρω διερεύνηση και οριστικό προσδιορισμό της αξίας του αυτοκινήτου από τον Κλάδο Αξιών.
Στις 17.10.96, μετά από αίτημα του Τμήματος Τελωνείων, ο αιτητής προσκόμισε στοιχεία σχετικά με τις συνθήκες αγοράς και πληρωμής του αυτοκινήτου. Μετά από εξέταση της υπόθεσης από τον Κλάδο Αξιών, γνωστοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή ημερομηνίας 20.8.96 η απόφαση για οριστικό προσδιορισμό της δασμολογητέας αξίας του αυτοκινήτου με βάση την εκτιμημένη και όχι την τιμολογιακή τιμή κατ' εφαρμογή του άρθρου 16 του Περί Τελωνειακών Δασμών και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου (Ν. 14(Ι)/97). Το περιεχόμενο της επιστολής αυτής ήταν το ακόλουθο:
"Επιθυμώ να αναφερθώ στο πιο πάνω θέμα και να σας πληροφορήσω ότι μετά από έρευνες που έγιναν και τα στοιχεία και πληροφορίες που έχετε δώσει έχει αποφασισθεί όπως η βάση αξίας καθορισθεί σύμφωνα με το άρθρο 16 του περί Τελωνειακών Δασμών και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου 14(Ι)/97, γι' αυτό και ο Ανώτερος Τελωνειακός Λειτουργός Λευκωσίας έχει εξουσιοδοτηθεί με αντίγραφο αυτής της επιστολής να προβεί σε οριστικό προσδιορισμό της τελωνειακής αξίας στη βάση της εκτιμημένης αξίας όπως έχει καθορισθεί από αυτόν.»
Την απόφαση αυτή, που περιεχόταν στην επιστολή ημερομηνίας 20.8.97, προσέβαλε ο αιτητής με την προσφυγή του.
Το άρθρο 16(1) του Νόμου 14(Ι)/97 με βάση το οποίο λήφθηκε η επίδικη απόφαση προνοεί τα ακόλουθα:
«Σε περίπτωση διάθεσης οποιωνδήποτε μεταχειρισμένων εμπορευμάτων τα οποία τελωνίστηκαν με βάση οποιοδήποτε σε ισχύ Νόμο χωρίς την καταβολή του τελωνειακού δασμού ή φόρου κατανάλωσης στον οποίο υπόκειντο, επιβάλλεται τελωνειακός δασμός ή φόρος κατανάλωσης, ως αξία δε λογίζεται η αξία την οποία αυτά έχουν κατά το χρόνο της διάθεσή τους.»
Όπως προκύπτει από τις πιο πάνω πρόνοιες δύο είναι οι προϋποθέσεις που θα έπρεπε να ικανοποιούνταν για να ενεργήσει το Τελωνείο όπως ενήργησε και να επιβάλει δασμό ή φόρο κατανάλωσης με βάση την εκτιμημένη αξία του αυτοκινήτου και αυτές είναι οι ακόλουθες:
α) Τα μεταχειρισμένα εμπορεύματα πρέπει να «τελωνίστηκαν με βάση οποιοδήποτε σε ισχύ Νόμο χωρίς την καταβολή του τελωνειακού δασμού ή φόρου κατανάλωσης στον οποίο υπόκειντο»
β) πρέπει να υπήρξε «διάθεση» των εμπορευμάτων αυτών.
Ήταν η θέση του αιτητή πρωτόδικα ότι καμμία από τις δύο αυτές προϋποθέσεις δεν ικανοποιείτο. Η χρήση από τον ίδιο στην Κύπρο, όπως υπέβαλε, δεν συνιστούσε "διάθεση" αφού ο όρος εξυπακούει διάθεση σε τρίτο πρόσωπο και όχι χρήση από τον ιδιοκτήτη. Περαιτέρω, δεν μπορούσε να θεωρηθεί ότι το αυτοκίνητο τελωνίστηκε χωρίς την καταβολή του τελωνειακού δασμού ή φόρου καταναλώσεως, αφού ο τελωνισμός όπως καθορίζεται στο άρθρο 2 του ιδίου Νόμου προϋποθέτει την κατάθεση διασάφησης και τέτοιος τελωνισμός δεν έγινε στις 14.12.94 κατά την προσωρινή εισαγωγή του αυτοκινήτου, αλλά η διασάφηση καταχωρήθηκε και ο τελωνισμός έγινε αργότερα, στις 20.9.95. Υπέβαλε επί τούτου ο αιτητής το επιχείρημα ότι το όχημα επετράπη να παραδοθεί στον αιτητή υπό όρους χωρίς να καταβάλει δασμούς με βάση το άρθρο 35 του Νόμου 82/67, το οποίο δεν συνιστά τελωνισμό. Το άρθρο αυτό προνοεί τα πιο κάτω:
«Εις περιπτώσεις, άτινας το Υπουργικόν Συμβούλιον ήθελε, διά Κανονισμών καθορίσει, εφ' όσον ο Διευθυντής πεισθή ότι εμπορεύματα εισάγονται προσωρινώς επί τω τέλει επανεξαγωγής των, ούτος δύναται να επιτρέψη παράδοσιν αυτών, υπό όρους εκάστοτε καθοριζομένους κατά το δοκούν, και άνευ της καταβολής οιουδήποτε δασμού.»
Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε τις θέσεις του αιτητή και θεώρησε ως ορθή την επίδικη απόφαση, κρίνοντας και αυτό ότι υπήρξε τελωνισμός του οχήματος χωρίς την πληρωμή φόρου κατά την αρχική εισαγωγή του στις 14.12.94 και θεώρησε στην ουσία ότι αφού υπήρξε όπως αναφέρει, «διάθεση του (αυτοκινήτου) για εσωτερική πλέον χρήση» είχε εφαρμογή το άρθρο 16 του σχετικού Νόμου.
Με τους λόγους έφεσης 1 και 3 ο εφεσείων ουσιαστικά προσβάλλει ως εσφαλμένα τα πιο πάνω συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Περαιτέρω, με το λόγο έφεσης 2, προβάλλει τον ισχυρισμό ότι, εν πάση περιπτώσει, το άρθρο 16(1) του Νόμου δεν θα μπορούσε να έχει εφαρμογή αφού βρίσκεται σε αντίθεση με το άρθρο VII της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου και του Νόμου 98/89, με βάση τις οποίες η αξία παντός εισαγομένου εμπορεύματος καθορίζεται με βάση την τιμή που πράγματι πληρώθηκε για τα εμπορεύματα.
Θα προχωρήσουμε να εξετάσουμε πρώτα μαζί τους λόγους έφεσης 1 και 3.
Είναι απαραίτητο, για να καταλήξουμε σε κάποιο συμπέρασμα, να αποφασίσουμε ποιά είναι η έννοια του όρου "διάθεση" στο άρθρο 16(1), ή του αντίστοιχου αγγλικού όρου που είναι "disposal". Οι έρευνες μας δεν οδήγησαν στην ανεύρεση οποιασδήποτε απόφασης στην οποία να καθορίζεται δικαστικά η έννοια του όρου αυτού. Έχουμε εξετάσει με προσοχή τα επιχειρήματα των δύο πλευρών για την έννοια του όρου «διάθεση» στο άρθρο 16 και δεχόμαστε τις θέσεις του εφεσείοντα-αιτητή επί του προκειμένου. Κατά την κρίση μας, η διαθεσιμότητα του αυτοκινήτου για εσωτερική χρήση από τον ίδιο προσωπικά, που είχε αρχικά προσωρινά εισαγάγει το όχημα, δε μπορεί να θεωρείται ότι εμπίπτει στην έννοια του όρου «διάθεση» που περιέχεται στο άρθρο 16. Όσον αφορά εμπορεύσιμα είδη, συμφωνούμε ότι διάθεσή τους σημαίνει την προώθηση τους στην αγορά, την κατανάλωση τους ή την παραχώρηση της χρήσης τους σε τρίτο πρόσωπο, ή γενικά, την αποξένωσή τους. Η διάθεση εξυπακούει την παραχώρηση της χρήσης σε τρίτο και όχι την αλλαγή του σκοπού της από το ίδιο πρόσωπο. Η θέση μας αυτή αισθανόμαστε ότι ισχυροποιείται αν ληφθούν υπόψη οι πρόνοιες του Κανονισμού 5(α) που έγιναν δυνάμει του άρθρου 35 του Νόμου 82/67, που είναι οι ακόλουθες:
«5. Εκτός ως άλλως ήθελεν επιτρέψει ο Διευθυντής, εν όσω το όχημα ή αεροσκάφος παραμένει εν τη Δημοκρατία -
(α) δεν δύναται να δανεισθή, πωληθή, ενεχυριασθή, μισθωθή, παραχωρηθή, ανταλλαγή ή άλλως πως διατεθή (ουδέ να προσφερθή προς τούτο), απαγορεύεται δε πάσα χρήσις αυτού δια μεταφοράν προσώπων επί κομίστρω»
Από την πρόνοια αυτή προκύπει ότι ο όρος «διατεθή» πρέπει να ερμηνεύεται ejusdem generis με τα προηγούμενα που σαφώς προϋποθέτουν αποξένωση του οχήματος σε αντιπαραβολή με χρήση του.
Εν όψει του πιο πάνω συμπεράσματος μας θεωρούμε ότι δεν ικανοποιείτο η προϋπόθεση αυτή για να τύχει εφαρμογής το άρθρο 16(1).
Επιπρόσθετα όμως θεωρούμε πως είναι αμφίβολο το κατά πόσο ικανοποιείτο και η πρώτη προϋπόθεση που θέσαμε πιο πάνω. Είναι δηλαδή αμφίβολο το κατά πόσο στις 14.12.94 η παράδοση του αυτοκινήτου υπό όρους δυνάμει του άρθρου 35 του Νόμου 82/67, που προφανώς ήταν το τί έγινε κατά την ημέρα εκείνη, συνιστά «τελωνισμό» εντός της έννοιας του όρου αυτού, όπως καθορίζεται στο άρθρο 2 του Νόμου 14(Ι)/97.
Εν όψει της κατάληξης μας αυτής θεωρούμε περιττό να ασχοληθούμε με το λόγο έφεσης 2.
Κάτω από το φως των πιο πάνω, κρίνουμε πως οι καθ' ων η αίτηση-εφεσίβλητοι ενήργησαν κάτω από νομική πλάνη για να καταλήξουν στην επίδικη απόφαση. Η έφεση γίνεται αποδεκτή και η επίδικη διοικητική απόφαση ακυρώνεται. Επιδικάζονται έξοδα υπέρ του εφεσείοντα-αιτητή.
Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.