ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2001) 3 ΑΑΔ 1080
30 Νοεμβρίου, 2001
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΑΡΤΕΜΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΑΛΛΗΣ,
ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΑΡΧΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ,
Εφεσείουσα-Καθ' ης η αίτηση,
ν.
ΔΗΜΗΤΡΗ ΤΡΙΜΙΘΙΩΤΗ,
Εφεσίβλητου-Αιτητή.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 2886)
Ερμηνεία ― Κανόνας ερμηνείας ότι όπου το λεκτικό του Νόμου είναι σαφές, ο νόμος πρέπει να ερμηνεύεται με τη συνηθισμένη έννοια του λεκτικού.
Λέξεις και Φράσεις ― Ο όρος «ενδοϋπηρεσιακή έρευνα» στον Κανονισμό 54(1)(α) των περί Βιομηχανικής Καταρτίσεως (Όροι Υπηρεσίας Υπαλλήλων) Κανονισμών του 1977 (Κ.Δ.Π. 266/77) ― Σημαίνει τον περιορισμό της έρευνας εντός της υπηρεσίας ― Άκυρος ο διορισμός δικηγόρου ως ερευνώντος λειτουργού.
Ο εφεσίβλητος αμφισβήτησε τη νομιμότητα της πειθαρχικής διαδικασίας που ασκήθηκε εναντίον του, στην οποία συμμετείχε ως ερευνών λειτουργός δικηγόρος, διορισμένος από το Διευθυντή.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:
1. Όπου το λεκτικό του Νόμου είναι καθαρό και σαφές πρέπει να ερμηνευθεί σύμφωνα με τη φυσική και συνηθισμένη του έννοια, γιατί αυτό το λεκτικό εκφράζει με τον καλύτερο τρόπο την πρόθεση του Νομοθέτη.
2. Στην παρούσα υπόθεση η φράση που καταλαμβάνει δεσπόζουσα θέση στην επίμαχη παράγραφο είναι η φράση «ενδοϋπηρεσιακή έρευνα». Το νόημα αυτής της φράσης είναι καθαρό και σαφές. Στόχος του Νομοθέτη ήταν να περιορίσει την έρευνα εντός της υπηρεσίας. Ο διορισμός δικηγόρου ως ερευνώντος λειτουργού θέτει την έρευνα «εκτός της υπηρεσίας». Το επίδικο συμπέρασμα του Πρωτόδικου Δικαστηρίου συνάδει πλήρως προς την ορθή ερμηνεία της παραγ. (α) του Καν. 54(1). Επομένως η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν το αποτέλεσμα εσφαλμένης ερμηνείας ή πλημμελούς εφαρμογής του διέποντος την επίδικη σχέση νόμου.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Income Tax Commissioners v. Pemsel [1891] A.C. 531,
Pilavakis v. Cyprus Inland Telecommunications Authority (1963) 2 C.L.R. 429.
Έφεση.
Έφεση από την καθ' ης η αίτηση Αρχή εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Αρ. Προσφυγής 1005/97) ημερομηνίας 22/6/99 με την οποία αποδέχθηκε την προσφυγή του αιτητή και ακύρωσε την απόφαση με την οποία κρίθηκε ένοχος διάπραξης πειθαρχικών παραπτωμάτων, της απρεπούς συμπεριφοράς προς τους ανωτέρους του και της άρνησης συμμόρφωσης προς τις εντολές ανωτέρων του.
Μ. Σπανού, για την Εφεσείουσα.
Μ. Κυπριανού, για τον Εφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΠΙΚΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Π. Καλλής.
ΚΑΛΛΗΣ, Δ.: Ο εφεσίβλητος ήταν υπάλληλος της εφεσείουσας Αρχής Βιομηχανικής Κατάρτισης (η Αρχή). Καταγγέλθηκε από δύο άλλους λειτουργούς της Αρχής για διάπραξη πειθαρχικών αδικημάτων - άρνηση εκτέλεσης καθήκοντος, απρεπή συμπεριφορά και σοβαρή παρακοή οδηγιών. Σαν αποτέλεσμα της καταγγελίας ο Γενικός Διευθυντής της Αρχής ανέθεσε τη διεξαγωγή ενδοϋπηρεσιακής έρευνας στο δικηγόρο κ. Δημήτρη Παπαδόπουλο ο οποίος θα ενεργούσε ως ερευνών λειτουργός.
Στο σχετικό έγγραφο διορισμού του κ. Παπαδόπουλου ο Γενικός Διευθυντής ανέφερε ότι είχε ασκήσει τις εξουσίες που του παρέχονται από την παραγ. 1(α) του Καν. 54* των περί Αρχής Βιομηχανικής Καταρτίσεως (Όροι Υπηρεσίας Υπαλλήλων) Κανονισμών του 1977 (Κ.Δ.Π. 266/77).
Μετά την υποβολή του Πορίσματος του Ερευνώντος Λειτουργού και αφού έλαβε υπόψη και τις γραπτές παραστάσεις του εφεσίβλητου ο Γενικός Διευθυντής έκρινε ότι ο εφεσίβλητος διέπραξε τα αδικήματα της απρεπούς συμπεριφοράς προς τους ανωτέρους του και της άρνησης να συμμορφωθεί προς τις οδηγίες και εντολές των προϊσταμένων του. Ωστόσο ο Γενικός Διευθυντής δεν επέβαλε οποιαδήποτε από τις ποινές που μπορούσε να επιβάλει εν όψει του ότι στο διάστημα που είχε μεσολαβήσει από την έναρξη της έρευνας δεν είχαν αναφερθεί οποιαδήποτε παράπονα από τους ανωτέρους του εφεσίβλητου ή προστριβές με συναδέλφους του.
Ο εφεσίβλητος αμφισβήτησε το κύρος της πιο πάνω απόφασης του Γενικού Διευθυντή με προσφυγή δυνάμει του άρθρου 146.1 του Συντάγματος. Ισχυρίσθηκε ενώπιον του Πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ο Καν. 54 της πιο πάνω Κ.Δ.Π. 266/77 δεν επιτρέπει το διορισμό προσώπου ξένου προς την υπηρεσία ως ερευνώντα λειτουργού. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο υιοθέτησε την πιο πάνω θέση του εφεσίβλητου και ακύρωσε την προσβαλλόμενη απόφαση. Έθεσε το θέμα ως εξής:
«Από τα πιο πάνω μπορεί να λεχθεί ότι η εξέταση ελαφρών αδικημάτων θα πρέπει να περιορίζεται μέσα σε ενδοϋπηρεσιακά πλαίσια. Η ευχέρεια που παρέχεται στο Διευθυντή να διεξαγάγει την έρευνα 'καθ' ον τρόπο ούτος ήθελε κρίνει αναγκαίον', πρέπει να ερμηνεύεται συνδετικά με την ερμηνεία της ενδοϋπηρεσιακής έρευνας. Ο διορισμός προσώπου εκτός της ίδιας της Υπηρεσίας για τη διεξαγωγή πειθαρχικής έρευνας περιορίζεται μόνο στην περίπτωση που ο διορισμός γίνεται από τον Υπουργό κατόπιν εισήγησης του Διοικητικού Συμβουλίου. Έπεται ότι ο σκοπός των Κανονισμών είναι η εξέταση ελαφρών πειθαρχικών αδικημάτων μέσα σε ενδοϋπηρεσιακά πλαίσια και ότι η απόφαση για το διορισμό ιδιώτη δικηγόρου για τη διεξαγωγή της έρευνας έγινε κατά παράβαση του σχετικού Κανονισμού.»
Η έφεση.
Η πιο πάνω κατάληξη του Πρωτόδικου Δικαστηρίου έχει αμφισβητηθεί από την Αρχή με την παρούσα έφεση. Υποστηρίχθηκε ότι ήταν εσφαλμένη γιατί σύμφωνα με τον Καν. 54(1) (α) η ενδοϋπηρεσιακή έρευνα διεξάγεται καθ' ον τρόπον ο Διευθυντής «ήθελε κρίνει αναγκαίον». Στον Καν. 54(1)(α) δεν γίνεται πρόνοια «όσον αφορά το ποιός δύναται να ενεργήσει ως ερευνών λειτουργός ή όσον αφορά οποιοδήποτε άλλο θέμα σχετικό με τη διεξαγωγή της έρευνας αυτής». Είναι φανερό - συνεχίζει η εισήγηση της συνηγόρου της εφεσείουσας Αρχής - πως το όλο θέμα αφήνεται στην κρίση του Διευθυντή. Είναι θέμα διακριτικής ευχέρειας και εφ' όσον αυτή ασκηθεί κατ' εύλογον τρόπον το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει.
Αποτελεί κοινό έδαφος ότι το επίδικο αδίκημα είναι «εκ των καθοριζομένων» στην παραγ. 2 του Καν. 54. Επομένως το θέμα διέπεται από την παραγ. (α) του Καν. 54(1). Κατά συνέπεια η έκβαση της έφεσης εξαρτάται από την ερμηνεία που θα δοθεί στην επίμαχη παράγραφο. Οι κανόνες ερμηνείας υπαγορεύουν:
Όπου το λεκτικό του Νόμου είναι καθαρό και σαφές πρέπει να ερμηνευθεί σύμφωνα με τη φυσική και συνηθισμένη του έννοια γιατί αυτό το λεκτικό εκφράζει με τον καλύτερο τρόπο την πρόθεση του Νομοθέτη (Maxwell on the Interpretation of Statutes, 10η έκδοση, σελ. 2, Income Tax Commissioners v. Pemsel [1891] A.C. 531, 543, Pilavakis v. Cyprus Inland Telecommunications Authority (1963) 2 C.L.R. 429).
Στην παρούσα υπόθεση η φράση που καταλαμβάνει δεσπόζουσα θέση στην επίμαχη παράγραφο είναι η φράση «ενδοϋπηρεσιακή έρευνα». Το νόημα αυτής της φράσης είναι καθαρό και σαφές. Στόχος του Νομοθέτη ήταν να περιορίσει την έρευνα εντός της υπηρεσίας. Ο διορισμός δικηγόρου ως ερευνώντος λειτουργού θέτει την έρευνα «εκτός της υπηρεσίας». Καταλήγουμε λοιπόν ότι το επίδικο συμπέρασμα του Πρωτόδικου Δικαστηρίου συνάδει πλήρως προς την ορθή ερμηνεία της παραγ. (α) του Καν. 54(1). Επομένως η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν το αποτέλεσμα εσφαλμένης ερμηνείας ή πλημμελούς εφαρμογής του διέποντος την επίδικη σχέση νόμου. Για το λόγο αυτό η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Η πρωτόδικη κατάληξη επικυρώνεται.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.